Thursday, November 28, 2013

Τελείωσαν τα ψέματα, τελείωσε κι ο χρόνος

Tου Στέφανου Κασιμάτη / kassimatis@kathimerini.gr

Αν η διάθεσή σας είναι μόνον για ανάλαφρα αναγνώσματα, σας προειδοποιώ να σταματήσετε εδώ. Γιατί, σήμερα, έχω βάλει στον εαυτό μου μια άσκηση, το αποτέλεσμα της οποίας δεν προμηνύεται ευχάριστο. Σκοπεύω να περιγράψω την κατάστασή μας και τις προοπτικές που ανοίγονται, όσο πιο απλά μπορώ, όπως αν έγραφα μια επιστολή σε έναν στενό φίλο στο εξωτερικό, ο οποίος αγνοεί μεν τα καθέκαστα στην Ελλάδα, αλλά ενδιαφέρεται ειλικρινά να μάθει τι γίνεται με την ωραιότερη χώρα του κόσμου, που, ως γνωστόν, κατοικείται από τον εξυπνότερο λαό του κόσμου. Πάμε, λοιπόν - που θα έλεγε κι ο Γιώργος...

Το λάθος είναι πράγματι της Ευρώπης, όχι δικό μας. Εμείς αυτοί ήμασταν πάντα και ποτέ δεν το κρύψαμε. Αλλωστε, η κουλτούρα μας επιβάλει τον θαυμασμό προς εκείνον που δρα εκτός λογικής, διότι είναι σπουδαίο πράγμα «να είσαι ο εαυτός σου!». Οι Ευρωπαίοι μας πίστεψαν όταν είπαμε ότι είμαστε σαν κι αυτούς και διεκδικήσαμε μια θέση στο δικό τους κλαμπ. Στην εξαπάτηση, βέβαια, βοήθησε και η προστασία που μας παρέχει η γλώσσα μας, χάρη στην οποία η ελληνική ιδιαιτερότητα (ο πολιτικώς ορθός όρος για την παλαβομάρα...) είναι απροσπέλαστη στους ξένους.

Οταν χρεοκοπήσαμε, λοιπόν, οι ξένοι, που έσπευσαν να βοηθήσουν, μας έδωσαν ένα πρόγραμμα και μας δέσμευσαν να το εφαρμόσουμε: δημοσιονομική εξυγίανση, περιστολή του κράτους, ιδιωτικοποιήσεις, μεταρρυθμίσεις για την απελευθέρωση του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας. Ενώ σε άλλες χώρες το πρόγραμμα έφερε αποτελέσματα, εδώ -οφείλουμε πια να το παραδεχθούμε αυτό- απέτυχε. Γιατί;

Ο λόγος είναι ότι βασική προϋπόθεση για την επιτυχία του ήταν πάντα να εφαρμοστεί στην ολότητά του. Εμείς το εφαρμόσαμε ανισομερώς, αποφεύγοντας μάλιστα όσο ήταν δυνατόν να λέμε ξεκάθαρα την αλήθεια για την κατάσταση της χώρας. Ταράξαμε στους φόρους τα συνήθη κορόιδα και κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να προστατεύσουμε το Δημόσιο. Ούτε ένας άχρηστος οργανισμός δεν έκλεισε και τη μοναδική φορά που το επιχειρήσαμε σπασμωδικά κόντεψε να γκρεμιστεί η κυβέρνηση. Αναμενόμενο ήταν να συμβεί έτσι· διότι εκείνοι στους οποίους αναθέσαμε να σώσουν τη χώρα ήταν οι ίδιοι που την είχαν βουλιάξει. Γιατί, νομίζετε, η τρόικα επισκέπτεται τους υπουργούς στα γραφεία τους και δεν συνεννοείται απευθείας με τους αξιωματούχους των υπουργείων; Το απαιτούν οι ίδιοι οι υπουργοί, διότι έτσι βρίσκουν τη δικαιολογία που νομίζουν ότι τους σώζει: «μας το επιβάλλουν οι ξένοι, δεν φταίμε εμείς». Τι άλλο όμως μπορούσαμε να κάνουμε παρά να εμπιστευθούμε την τύχη μας σε αυτούς, όταν οι υπόλοιπες επιλογές οδηγούσαν στη μετατροπή της χώρας σε κράτος «παρία» της διεθνούς κοινότητας; Προτιμήσαμε έναν αργό θάνατο και την ελπίδα παρά το στιγμιαίο τέλος. Ποιος δεν θα το έκανε αν ήταν στη θέση μας;

Οι επιπτώσεις της ανισομερούς εφαρμογής του προγράμματος ήταν δύο. Πρώτον, απογοητεύσαμε τους πάντες στη χώρα: και όσους γαντζωμένοι στις εξωπραγματικές βεβαιότητές τους πιστεύουν στη μαγική και ανώδυνη λύση, αλλά -το χειρότερο- και όσους καταλάβαιναν την ανάγκη εφαρμογής του προγράμματος και το υποστήριζαν. Δεύτερον, εξαντλήθηκε ο χρόνος. Αφού τα δύσκολα (απολύσεις, λουκέτο σε εταιρείες του Δημοσίου κ.λπ.) δεν τα κάναμε στην αρχή, πότε θα τα κάνουμε, τώρα; Εδώ ακόμη και υπουργοί υπονομεύουν δολίως την αξιολόγηση, που είναι προϋπόθεση για απολύσεις στο Δημόσιο!

Ετσι, φθάσαμε στο σημείο όπου τα ψέματα τελείωσαν. Οι Ευρωπαίοι έχουν καταλάβει πού έμπλεξαν και δεν μας έχουν πια καμία εμπιστοσύνη, αν αφεθούμε μόνοι μας. Για τον λόγο αυτόν, ανομολόγητη, αλλά διαμορφωμένη επιδίωξή τους, είναι να μας δεσμεύσουν και με ένα τρίτο Μνημόνιο, ώστε να εξασφαλίσουν τη στενή εποπτεία της οικονομίας. Πώς φαντάζεστε ότι κάτι τέτοιο είναι δυνατόν, όταν η κυβέρνηση διατυμπανίζει ότι έρχεται το τέλος του Μνημονίου και μοιράζει από τώρα πλεονάσματα;

Πλησιάζουμε, λοιπόν, -ή, αν θέλετε, «κοντοζυγώνουμε»- στην ώρα της αλήθειας: τις ευρωεκλογές. Υποθέτω ότι οι λαϊκιστές θα τις αναγάγουν σε δημοψήφισμα και θα προσέλθουν στις κάλπες σωρηδόν, ενώ εμείς οι άλλοι θα μείνουμε σπίτι μας. Να μιλήσω για την προσωπική μου περίπτωση, αν μου επιτρέπετε. Θα πληρώσω 40 ευρώ για ταξί (ψηφίζω στη Βουλιαγμένη) για να στηρίξω μια κυβέρνηση που με βάζει να πληρώσω τρεις φορές τον ίδιο φόρο για το διαμέρισμά μου μέσα σε ένα χρόνο, ενώ, όπου να ‘ναι, έρχεται και ο τέταρτος; Οχι δα! Θα μείνω στο σπίτι μου. Φυσικά, έτσι αφήνω τους οπαδούς του χάους να επικρατήσουν στις εκλογές. Το ξέρω, αλλά δεν αντέχω άλλο να με θεωρούν τόσο ***! Εντάξει; Από εκεί και πέρα, τι να προβλέψουμε; Οπως θα μπορούσε να είχε πει ο μεγάλος, ο τρισμέγιστος Λώρενς «Γιόγκι» Μπέρρα, αλλά δεν είπε: «Είναι δύσκολο να προβλέψεις. Ιδίως το μέλλον»...

Πηγή: Εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Γιώργος Καμίνης: "Ο Δήμος Αθηναίων, ήταν και παραμένει το βαρύτερο καθήκον που έχω επωμιστεί στη ζωή μου".

Αυτές τις ημέρες συμπληρώνονται τρία χρόνια από τον Νοέμβριο του 2010, τότε που οι πολίτες της Αθήνας μάς τίμησαν με την ψήφο τους.
Η περίοδος αυτή, ήταν για μένα, για τα εκλεγμένα στελέχη μας αλλά και τους εργαζόμενους στον Δήμο, μια αδιάκοπη δοκιμασία. Ένας καθημερινός αγώνας.
Αγώνας απέναντι στην απαξίωση του αστικού περιβάλλοντος.
Αγώνας κατά της υποβάθμισης περιοχών της πόλης.
Αγώνας απέναντι στην καθήλωση της αγοραστικής κίνησης στην πόλη.
Αγώνας για να παραμείνει η Αθήνα ζωντανή και δυνατή στην κρίση.

Αγώνας αδιάλειπτος απέναντι στη γενικευμένη ατμόσφαιρα ανομίας, στη βία, στη ξενοφοβία, στη μισαλλοδοξία. Σε ό, τι τραυματίζει τη συνύπαρξή μας στη πόλη.

Η Αθήνα που αναλάβαμε, ο Δήμος που παραλάβαμε, ήταν, όπως αποδείχτηκε στη διάρκεια και την κορύφωση της οικονομικής κρίσης, ανοχύρωτη πόλη, μια ανοχύρωτη πρωτεύουσα.
Απροετοίμαστη για τα δύσκολα και απαξιωμένη.
Με λιγότερους πόρους, εν μέσω μιας διαβρωτικής πολιτικής ρευστότητας.
Με φοβισμένη και εν πολλοίς αδικημένη δημόσια διοίκηση.
Με απώλεια της εμπιστοσύνης των πολιτών προς κάθε αντιπροσωπευτικό θεσμό και κάθε δημόσια εξουσία.
Με πολίτες σαστισμένους, οργισμένους, αμήχανους.

Από την πρώτη ώρα, είδαμε την εκλογή μας ως ένα πρώτο δείγμα των μεγάλων αλλαγών που αναζητούσε και εξακολουθεί να αναζητεί η κοινωνία της Αθήνας.
Ενάντια στην κομματισμό και τις πελατειακές σχέσεις. Υπέρ ενός νέου διαφορετικού τρόπου τοπικής διακυβέρνησης.
Δεν ενδιαφέρθηκα ποτέ για την κομματική προέλευση ή τις πολιτικές πεποιθήσεις κανενός υπαλλήλου στο Δήμο, κανενός συνεργάτη μου, κανενός πολίτη.

Πρωταρχική μας μέριμνα,
Το πώς θα συμπαρασταθούμε αποτελεσματικά στους δοκιμαζόμενους από την κρίση συμπολίτες μας.
Όλοι σήμερα αναγνωρίζουν ότι ο Δήμος της Αθήνας είναι πρωτοπόρος στις δράσεις κοινωνικής αλληλεγγύης.
Για εμάς, η έλλειψη πόρων, δεν στάθηκε ανυπέρβλητο εμπόδιο, για την ανάπτυξη κοινωνικών υποδομών και νέων δομών κοινωνικής πρόνοιας.

Ο Δήμος της Αθήνας στάθηκε όρθιος στην κρίση.
Είμαι υπερήφανος για το κοινωνικό μας έργο.
Κάναμε πράξη το σύνθημά μας «από την φιλανθρωπία στην κοινωνική αλληλεγγύη».

Ο Δήμος Αθηναίων λειτουργεί ως συντονιστής και ως συμπαραστάτης, σε δεκάδες δράσεις και δραστηριότητες που ξετυλίγονται κάθε μέρα στην πόλη μας.
Για να φτάσουμε εδώ, δημιουργήσαμε βήμα - βήμα μια ισχυρή συμμαχία με:
-την Κοινωνία Πολιτών,
-με τους εργαζόμενους στον δήμο,
- με θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
- με ιδρύματα του εξωτερικού,
- με συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα,
- με καθέναν και κάθε μία που ήθελε να βοηθήσει.

Χρειάστηκε:
Να υπερβούμε μεγάλα εμπόδια.
Να πάμε βαθιά στον διοικητικό και οικονομικό εξορθολογισμό του δήμου.
Να δημιουργήσουμε νέες πηγές εσόδων, φέρνοντας στην πόλη 120 εκ. ευρώ, από ευρωπαϊκά προγράμματα.
Να παλέψουμε με την γραφειοκρατία, με ξεπερασμένες αντιλήψεις για τον τρόπο διοίκησης. Να πείσουμε για τον δικό μας τρόπο του «πολιτεύεσθαι».

Με τη συνολική μας αντίληψη και τη στάση μας δείξαμε ότι υπάρχει ένα άλλο μοντέλο διοίκησης.
Ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν και αλλιώς.
Με επίμονη αντίσταση απέναντι στον λαϊκισμό και τη δημαγωγία.
Ξέρουμε ότι το θέμα της μετανάστευσης είναι μείζονος σημασίας για τη ζωή στην πόλη.

Μια πόλη, όπου σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της, είναι μετανάστες-νόμιμοι κάτοικοι.
Αλλά την ίδια στιγμή η πόλη αυτή έχει καταστεί προορισμός ή σημείο διέλευσης για δεκάδες χιλιάδες μετανάστες που στερούνται νόμιμου τίτλου παραμονής στη χώρα.

Αρχή μας : η απαρέγκλιτη τήρηση της νομιμότητας.
Κριτήριό μας: η ισορροπία και η ειρηνική συνύπαρξη.
Αναγνωρίζοντας το δικαίωμα ένταξης για εκείνους που το δικαιούνται.

Μετά τα τελευταία γεγονότα και τη δημόσια επίδειξη της ωμής βίας από αυτούς που μισούν τη δημοκρατία και την ελευθερία, η πολιτική μας αυτή έχει γίνει πια κοινός τόπος για όλους τους δημοκρατικούς πολίτες και όλους τους πολιτικούς φορείς, που πιστεύουν στη Δημοκρατία και μάχονται γι’ αυτήν.

Με την εμπειρία και τη γνώση που διαθέτουμε έχουμε πια διαμορφώσει το πλαίσιο για να προχωρήσουμε.
Θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε για μια πόλη-μητρόπολη με διοικητική αυτονομία.
Για μια Αθήνα που συμφιλιώνει καθημερινή ζωή με χώρο εργασίας και οικονομική δραστηριότητα με προστασία του αστικού χώρου και του περιβάλλοντος.
Για μία Πρωτεύουσα, διεθνή προορισμό, που μπορεί να προσφέρει στους επισκέπτες της ψυχαγωγία και πολιτισμό υψηλού επιπέδου.

Θα συνεχίσουμε να διευρύνουμε και να ενισχύουμε τους τομείς της κοινωνικής μας πολιτικής, εμπλουτίζοντας τις δράσεις μας και διευρύνοντας την κάλυψη των αναγκών καθενός πολίτη ξεχωριστά.
Θα προχωρήσουμε τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη της πόλης μας, επιδιώκοντας οικονομικά προγράμματα και συμφωνίες, τόσο με την κεντρική διοίκηση, όσο και με την ιδιωτική πρωτοβουλία.

Για μία πόλη με δική της εικόνα και ταυτότητα, με διεθνή εκπροσώπηση.
Για μια Πρωτεύουσα, στην αιχμή ενός μεγάλου Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανασυγκρότησης στην εποχή μετά την κρίση.

Θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε για μια πόλη που θα διευρύνει και θα βαθαίνει συνεχώς την ισότιμη συνεργασία με θεσμούς και πολιτικά κόμματα, με κοινωνικές ομάδες και δίκτυα πολιτών.

Όραμά μας, μία χειραφετημένη Τοπική Αυτοδιοίκηση, που θα βρίσκεται στην αιχμή και του μεγάλου μεταρρυθμιστικού σχεδίου για την πρόοδο και την ανάπτυξη της χώρας μας.

Αυτό είναι η ουσία της «πρωτοβουλίας των 5 δημάρχων» και της μεγάλης ευθύνης που έχουμε αναλάβει.

Όλοι οι Έλληνες ζούμε από την αρχή αυτής της κρίσης αλλά ακόμη και πριν από αυτήν, την αδυναμία των παραδοσιακών μορφών διοίκησης, να προσαρμοστούν στις ανάγκες και στα δεδομένα της σκληρής πραγματικότητας που βιώνουμε.

Οφείλουμε να απαντήσουμε στη κρίση με νέα εργαλεία ανάπτυξης, νέες μορφές συλλογικότητας, νέες αρχές κοινωνικής αλληλεγγύης.

Αυτό είναι για εμάς εφαρμοσμένη πολιτική.
Πολιτική, που κάθε μέρα βλέπει ένα μικρό έστω κομμάτι του σχεδίου της να γίνεται πραγματικότητα και να απαντά στις νέες ανάγκες των πολιτών.

27 Νοεμβρίου σήμερα και 36 μήνες μετά, μπορούμε να πούμε ότι έγιναν βήματα. Κάναμε σημαντικά βήματα.
Όμως, τα προβλήματα είναι εδώ. Οι ανάγκες παραμένουν.

Τα όσα έγιναν και τα όσα γίνονται καθημερινά στην Αθήνα μπορεί να φαίνονται λίγα συγκριτικά με το μέγεθος και τις ανάγκες της πόλης. Τις ανάγκες μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής πρωτεύουσας.
Γι’ αυτό και δεν συμβιβαζόμαστε με τη σημερινή εικόνα της πόλης.

Με αυτές τις σκέψεις, με αυτά τα αποτελέσματα, με αυτό το όραμα, απευθύνομαι σε όλους τους πολίτες της Αθήνας.
Θέλω να τους πω ότι βρίσκομαι εδώ, ζητώντας και πάλι την εμπιστοσύνη τους.
Με την ηθική δέσμευση που αυτό συνεπάγεται.

Ο Δήμος δεν αποτελεί για μένα πεδίο πολιτικής δοκιμής για μια επόμενη φάση.
Δεν είμαι από εδώ «περαστικός».
Ο Δήμος Αθηναίων, ήταν και παραμένει το βαρύτερο καθήκον που έχω επωμιστεί στη ζωή μου.
Μια μεγάλη δοκιμασία, αλλά και μια μεγάλη πρόκληση.
Πολίτες που με συναντούν, μου λένε : “Τί κρίμα Δήμαρχε που δεν σού τυχε να πάρεις τον Δήμο τις καλές εποχές, τότε που υπήρχαν λεφτά και ήταν όλα ευκολότερα”.

Ε λοιπόν όχι !! Εγώ νοιώθω πιο τυχερός που ανέλαβα στη δυσκολότερη στιγμή της χώρας. Γιατί ό,τι κάνουμε τώρα έχει πολλαπλάσια δύναμη για την επιβίωση των ανθρώπων. Και γιατί έτσι είναι ο χαρακτήρας μου. Οι συνεργάτες μου και εγώ, είμαστε εδώ για τα δύσκολα. Δεν είμαι μόνος μου. Τίποτα δεν μπορεί να κάνει κανείς μόνος του.

Γιατί η δύναμη μιας πόλης, είναι η δύναμη των πολιτών της.
Η δύναμη της Αθήνας, είναι η δύναμη των ανθρώπων της.

Σας ευχαριστώ.

Ο Γιώργος Καμίνης είναι δήμαρχος Αθηναίων

Sunday, November 24, 2013

Ξανακάνοντας λογαριασμό...

Του Μάνου Ματσαγγάνη

Το 2010 πολλοί από εμάς αποφάσισαν να ασχοληθούν ξανά με την ενεργό πολιτική μετά από πολλά χρόνια αποχής (είχαμε καλύτερα πράγματα να κάνουμε στη ζωή μας από το να ζυμωνόμαστε με τον Λαφαζάνη).

Ένα μικρό δείγμα του πόσοι και ποιοι είναι αυτοί, φάνηκε στη διακήρυξη του καλοκαιριού του 2010 με την οποία χαιρετίσαμε την ίδρυση της ΔΗΜΑΡ. (Κάποτε υπήρχε στη σελίδα της Ανανεωτικής.) Στα τριάμιση χρόνια που μεσολάβησαν, οι περισσότεροι από τους υπογράφοντες έχουν πάρει τις αποστάσεις τους, οι περισσότεροι διακριτικά.

Τώρα το κόμμα έχει αναδιπλωθεί στο σκληρό πυρήνα του: στην Ανανεωτική Πτέρυγα (ούτε καν ολόκληρη). Συνεπώς, πολλοί από εμάς θα πρέπει να ξανακάνουν τους λογαριασμούς τους με την "αισιοδοξία της βούλησης" (η οποία ενίοτε αποδεικνύεται κακός σύμβουλος) και με την "απαισιοδοξία της φρόνησης" (η οποία σε ταραγμένες εποχές ισοδυναμεί με παραίτηση).

Αυτά. Καλή δύναμη σε όσους έχουν κουράγιο να συνεχίσουν να ακολουθούν μια ηγετική ομάδα που φαίνεται να μην μπορεί να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι ίσως κάποτε χρειαστεί να ασκήσει κάποιο άλλο επάγγελμα εκτός από αυτό του πολιτικού καριέρας.

Saturday, November 23, 2013

Πολιτική εγκλωβισμένη στο παρελθόν

Του Γιάννη Βούλγαρη

Ποιος μπορεί να πιστέψει ότι τα προσεχή χρόνια ένα κόμμα του επιπέδου ακόμα και του 35%, κάνοντας αυτοδύναμη ή σχεδόν αυτοδύναμη κυβέρνηση ελέω εκλογικού νόμου και έχοντας αντίθετα ως είθισται όλα τα υπόλοιπα κόμματα, θα μπορέσει να καθοδηγήσει την Ελλάδα μέσα στην κρίση και μετά, στην εθνική ανασυγκρότηση; Και όμως αυτή είναι η φιλοδοξία του νέου μικρού δικομματισμού ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ. Και όμως αυτή είναι η υπόδειξη που προέρχεται από ποικίλα κέντρα και ΜΜΕ τα οποία προκαταβάλλουν το δίλημμα «Σαμαράς ή Τσίπρας». Τα κίνητρα της υπόδειξης ποικίλλουν. Είναι προπαγάνδα που καλλιεργείται από τους ενδιαφερόμενους, δηλαδή από τους κύκλους της ΝΔ ή του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος φαίνεται να έχει ξεχάσει τελείως τώρα που έγινε ψιλοβαθύ ΠαΣοΚ τι έσερνε η Αριστερά στον δικομματισμό όταν ήτανε μικρή. Είναι παραδοχή που γίνεται στο όνομα του ρεαλισμού και της προετοιμασίας προσαρμογής των οργανωμένων και μεμονωμένων συμφερόντων στην υποτιθέμενη νέα κατάσταση. Είναι αυτοεγκατάλειψη και υποταγή στο μοιραίο όταν το δίλημμα προβάλλεται ή υπονοείται από αυτούς που θα έπρεπε να το αποτρέψουν - τις δυνάμεις και το πολιτικό προσωπικό του λεγόμενου κεντροαριστερού «τρίτου πόλου».
Το ερώτημα όμως παραμένει. Μπορεί ένας νέος δικομματισμός ως τρόπος διακυβέρνησης να εξασφαλίσει την αναγκαία πολιτική σταθερότητα και να διαμορφώσει το κατάλληλο πολιτικό περιβάλλον ώστε να ξεδιπλωθεί μια μεσοπρόθεσμη εθνική στρατηγική ανασυγκρότησης όπως έχει ανάγκη η Ελλάδα; Η πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή για την πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ εικονογράφησε την απάντηση. Και ήταν αρνητική. Ηταν η απόδειξη των παθογενειών του νέου πολιτικού - κομματικού σκηνικού που οικοδομείται μέσα στην κρίση. Ή μάλλον παρά την κρίση, γιατί προφανώς το νέο σκηνικό αναπαράγει όλες τις αδυναμίες του μεταπολιτευτικού δικομματισμού σε ευτελέστερο επίπεδο, και με πολύ πιο επικίνδυνα χαρακτηριστικά.

Για να το πούμε αλλιώς, η οικονομία και η κοινωνία προσπαθούν να πάρουν τη «στροφή», να ανασυνταχθούν μέσα στην κρίση, να ξανακάνουν τα σχέδιά τους ενόψει της μεταμνημονιακής εποχής, αλλά η πολιτική παραμένει εν πολλοίς εγκλωβισμένη στις συμπεριφορές και στις ρουτίνες του παρελθόντος. Σαν να έχει τις πολυτέλειες της εποχής της ευημερίας. Την αδράνεια και την αναβολή των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών. Την αδυναμία επίτευξης μιας ελάχιστης συναίνεσης στον ορισμό του προβλήματος, αν όχι των λύσεων. Τη συγκάλυψη της προγραμματικής γύμνιας με την υπεριδεολογικοποίηση και την επίρριψη της ευθύνης πάντα σε κάποιους άλλους «κακούς». Τον απόλυτο αρνητισμό της εκάστοτε αντιπολίτευσης. Τον πολωτικό λόγο που σήμερα έχει πάρει εμφυλιοπολεμικές διαστάσεις. Οταν με το καλό περάσει η οξεία φάση της κρίσης της ευρωζώνης, θα μπορέσουμε να καταλάβουμε καλύτερα τις διαφορές στον τρόπο που χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Ιρλανδία αντιμετώπισαν τη δοκιμασία. Θα βρούμε ανάμεσα στις αιτίες το διαφορετικό μέγεθος της κρίσης, τη διαφορετικότητα των οικονομικοκοινωνικών δομών, τα λάθη της «θεραπείας» και άλλα τέτοια. Ασφαλώς όμως θα βρούμε και την αδυναμία του ελληνικού πολιτικού - κομματικού - μιντιακού συστήματος να ανταποκριθεί στις έκτακτες συνθήκες μιας εθνικής καταστροφής όπως είναι η χρεοκοπία.

Το επικίνδυνο είναι ότι οι αδυναμίες αυτές έχουν εγγραφεί στο DNA του νέου κομματικού συστήματος. Προέκυψε από τον «εκλογικό σεισμό» του 2012 εκφράζοντας, όπως ήταν φυσικό, τον ριζοσπαστικό συντηρητισμό εκείνης της φάσης: την αγανάκτηση και την οργή για την ευημερία που χάθηκε. Κατά τούτο αποτελεί τον επίλογο της προ της κρίσης Ελλάδας και όχι την ατμομηχανή τής μελλοντικής. Γι' αυτό οι συμπεριφορές και οι αντιλήψεις του μεγαλύτερου μέρους του νέου κομματικού προσωπικού παραμένουν καθηλωμένες στο παρελθόν. Βεβαίως τα κομματικά συστήματα εξελίσσονται. Πολλές όμως φορές με ιδιαίτερα προβληματικό τρόπο και εξαιρετικά υψηλό κόστος. Στην παρούσα φάση, το ερώτημα αφορά πρωτίστως τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τη ΝΔ. Οι θιασώτες ή οι υποταγμένοι στο αναπότρεπτο του νέου μικρού δικομματισμού ελπίζουν στην «εξημέρωση» του ΣΥΡΙΖΑ. Ποντάρουν στην εμφανή επιθυμία των «προεδρικών» να κυβερνήσουν και θυμούνται την προηγούμενη «εξημέρωση» του ΠαΣοΚ στην περίοδο 1977-1981. Εχουν γραφτεί τόσα για τη διαφορά του τότε ΠαΣοΚ από τον τωρινό ΣΥΡΙΖΑ, του Αντρέα Παπανδρέου από τον Τσίπρα, των τότε συνθηκών από τις τωρινές, ώστε είναι περιττό να τα επαναλάβουμε εδώ. Αλλωστε η πλήρης απουσία θέσεων είναι έκδηλη, μέχρι σημείου να μην έχει αποφασίσει αν θα κάνει οικονομική πολιτική με το ευρώ ή τη δραχμή. Το μόνο που ίσως αξίζει να θυμίσουμε είναι ότι και τότε το κόστος προσαρμογής του ΠαΣοΚ δεν ήταν καθόλου αμελητέο. Χωρίς η διαπίστωση να εξαντλεί τον σύνθετο απολογισμό που θα χρειαζόταν να κάνουμε για τη δεκαετία του '80, παραμένει το γεγονός ότι η Ελλάδα το 1985 κατέληξε σε μια μίνι δημοσιονομική χρεοκοπία και ότι προς το τέλος της περιόδου είχε συσσωρευτεί ένα επικίνδυνο δημόσιο χρέος. Από την άλλη, θα πρέπει επίσης να θυμίσουμε ότι η ΝΔ του Κωνσταντίνου Καραμανλή ιδρύθηκε το 1974 με μια νέα αυτογνωσία στεκόμενη αυτοκριτικά σε σχέση με το παρελθόν της ως ΕΡΕ. Δεν έχουμε δει κάτι ανάλογο στη σημερινή ΝΔ ως προς τις ευθύνες της για τη χρεοκοπία, και η παράλειψη δεν προδικάζει ασφαλώς μια αναγεννημένη συνείδηση των ευθυνών της ως πυλώνα του νέου μικρού δικομματισμού.

Κοντολογίς, το υπό διαμόρφωση νέο πολιτικοκομματικό σκηνικό αν παγιωθεί, κινδυνεύει να λειτουργήσει σαν βαρίδι, αν όχι σαν νάρκη, στην πορεία της χώρας προς την ανασυγκρότηση. Να προσφέρει ασθενείς, ανασφαλείς και αναποτελεσματικές κυβερνήσεις που θα διαχειρίζονται στην καλύτερη περίπτωση διακεκομμένες περιόδους αναιμικής ανάκαμψης. Αρκεί αυτός ο κίνδυνος για να ανακόψει την τάση προς τον νέο μικρό δικομματισμό; Ασφαλώς όχι. Χρειάζεται οι πολίτες να έχουν μπροστά τους εναλλακτικές δυνατότητες. Το λένε στις δημοσκοπήσεις. Κρατούν χαμηλά τα δύο πρώτα κόμματα, ενώ ένα σεβαστό ποσοστό δηλώνει την ελπίδα του σε κάτι νέο. Υπό όρους και μεγάλες δυσκολίες, το νέο μπορεί να προέλθει από τον ευρύτερο κεντροαριστερό χώρο που θέλει να διατηρήσει την αυτονομία του από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Η κοινωνική βάση υπάρχει. Υπάρχει το κοινωνικό ΠαΣοΚ που δεν ψήφισε ΠαΣοΚ αλλά και δεν ενσωματώθηκε ακόμα στον ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχει ο κόσμος της ευρύτερης δημοκρατικής Αριστεράς. Υπάρχει ο χώρος του φιλελεύθερου Κέντρου. Λείπει η πολιτική πρωτοβουλία από τα πάνω. Το ΠαΣοΚ, η ΔΗΜΑΡ, τα πολιτικά πρόσωπα του χώρου φαίνονται εγκλωβισμένα σε μια τροχιά παρακμής που κινδυνεύει να εξελιχθεί σε αποσάθρωση. Ο κίνδυνος όμως δεν φαίνεται να κεντρίζει το ένστικτο αυτοσυντήρησης, πόσω μάλλον την επιθυμία ανάληψης ευρύτερων πρωτοβουλιών. Γιατί ο «τρίτος πόλος» δεν μπορεί να γίνει σαν οργανωτική συγκόλληση μηχανισμών, ούτε σαν διεύρυνση των υπαρχόντων κομμάτων με «συνεργαζόμενους». Δεν έχει νόημα κάθε κόμμα και κομματίδιο να φτιάχνει τη δική του «Κεντροαριστερά», ούτε σχήματα τύπου «ΠαΣοΚ και συνεργαζόμενοι», «ΔΗΜΑΡ και συνεργαζόμενοι».
Μπορεί η συγκρότηση του «τρίτου πόλου» να γίνει με όρους μαζικής πολιτικής διαδικασίας, με σεβασμό στις ευαισθησίες των υπαρχόντων σχηματισμών, αλλά με σαφή κοινή πρόθεση να παραχθεί κάτι νέο; Αυτό είναι το μόνο πολιτικό στοίχημα για τον χώρο. Αν όχι, τα άλλα θα τα αναλάβουν πράγματι ο Σαμαράς και ο Τσίπρας.

Πηγή: Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ

Friday, November 22, 2013

Σπύρος Λυκούδης: «Σε πολλά ζητήματα οι επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακραίες από πολιτική άποψη»

Κατά της συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ τάσσεται ο γραμματέας και βουλευτής της Δημοκρατικής Αριστεράς, Σπύρος Λυκούδης, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Εκτιμά μάλιστα ότι «σε πολλά ζητήματα οι επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακραίες από πολιτική άποψη». «Το πιστεύω απολύτως» τονίζει ο κ. Λυκούδης και προσθέτει: «Έζησα την περίοδο της δικής μας κρίσης, όταν η ανανεωτική του πλευρά έφυγε από το συνέδριο του Συνασπισμού, έχω ζήσει τις πολιτικές απόψεις και τις πλατφόρμες μέσα στις οποίες εκινείτο τότε ο Συνασπισμός και ο ΣΥΡΙΖΑ. Τότε, οι απόψεις ήταν πολύ πιο μετρημένες από τις σημερινές... Θεωρώ ότι σε πολλά ζητήματα είναι ακραίες οι επιλογές, ακραίες από πολιτική άποψη φυσικά».

Παρά τις διαφωνίες του με τις απόψεις της πλειοψηφίας στη ΔΗΜΑΡ, ενόψει του συνεδρίου του κόμματος, ο κ. Λυκούδης τονίζει κατηγορηματικά: «Κανένα πρόβλημα διάσπασης και κανένα πρόβλημα διχασμού στη Δημοκρατική Αριστερά. Υπάρχει μια συζήτηση, όπως σε όλα τα κόμματα της Αριστεράς, που γίνεται με έντονο τρόπο, είναι μια συζήτηση ζωντανή, υπάρχουν διαφωνίες, αμφισβητήσεις, αλλά είναι απολύτως βέβαιη, το επαναλαμβάνω απολύτως βέβαιη, η διατήρηση της ενότητας του κόμματός μας στο συνέδριο». Αναφερόμενος στις προτάσεις, που διατυπώνονται για την επάνοδο της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση, ο κ. Λυκούδης εκφράζει την αντίθεσή του. «Δεν συμφωνώ. Εγώ, που ήμουν πολύ επιφυλακτικός έως αρνητικός στην έξοδό μας από την κυβέρνηση, δεν είμαι τώρα υπέρ της επανόδου στην κυβέρνηση» σημειώνει.

Ολόκληρη η συνέντευξη του γραμματέα και βουλευτή της Δημοκρατικής Αριστεράς, Σπύρου Λυκούδη, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ έχει ως εξής:

ΕΡ: Κύριε Λυκούδη, διαβάσαμε με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον το άρθρο σας στην ιστοσελίδα σας, όπου λέτε ότι το κόμμα σας παρουσιάζει μια εικόνα που ούτε τα πρόσωπα, που την απαρτίζουν τιμά, ούτε την ιστορία της Αριστεράς. Πολύ σκληρές εκφράσεις...

ΑΠ: Καταρχήν, το άρθρο μου έχει προσωπικό ύφος, γιατί είναι στην ιστοσελίδα μου, δεν το έχω δώσει σε εφημερίδες. Έχει έναν χαρακτήρα πιο προσωπικό. Εμείς είμαστε σε μια φάση που οδεύουμε προς το συνέδριό μας, θα επιθυμούσα προσωπικά και πολιτικά η πορεία μας αυτές τις τελευταίες εβδομάδες προς το συνέδριο να είναι μια πορεία με χαμηλότερους τόνους από όλους. Δηλαδή, από την ώρα που θα πάμε στο Συνέδριο για να κουβεντιάσουμε ζητήματα και στρατηγικών συμμαχιών και προσανατολισμού, θα ήθελα όλες αυτές τις ημέρες να μη γίνεται διαγωνισμός απόψεων. Και επειδή γίνεται, θεωρώ ότι αυτό δεν τιμά ούτε την ιστορία μας ούτε τα στελέχη μας, όσα μπαίνουν με έναν τέτοιο τρόπο σε έναν δημόσιο διάλογο, από την ώρα που έρχεται συνέδριο και εκεί θα τα κουβεντιάσουμε όλα. Εγώ π.χ. που είχα σοβαρές ενστάσεις στις θέσεις που διατυπώθηκαν για το Συνέδριο του κόμματος και δεν ψήφισα κομμάτια απ' αυτές είμαι πιο μαζεμένος και σιωπηλός από αυτούς που τις έχουν ψηφίσει. Με αυτή την έννοια εξέφρασα την ένστασή μου.

ΕΡ: Κάνετε λόγο για δυσκαμψία στις προσκλήσεις διαλόγου. Η κ. Μπακογιάννη τόνισε ότι η ΔΗΜΑΡ πρέπει να μετάσχει εκ νέου στην κυβέρνηση. Τι λέτε εσείς;
ΑΠ: Εγώ δεν είμαι ένθερμος υποστηρικτής του μπες-βγες σε κυβερνήσεις. Εγώ υποστήριξα ότι έπρεπε να είμαστε πολύ πιο προσεκτικοί όταν βγήκαμε από την κυβέρνηση τον περασμένο Ιούνιο και έπρεπε να το δει αλλιώς. Από την ώρα που φύγαμε από την κυβέρνηση και μάλιστα διαμορφώσαμε μια πολιτική επιχειρηματολογία υπέρ αυτής της εξόδου και πάμε με αυτή την πολιτική επιχειρηματολογία στο συνέδριο του Δεκεμβρίου που λέει ότι καλά κάναμε και φύγαμε, νομίζω ότι δεν έχει ιδιαίτερο πολιτικό ενδιαφέρον, ούτε είναι πολιτικά κομψό να επανέλθουμε σήμερα σε μία κυβέρνηση που θεωρούμε ότι έχει λάθος πολιτικές. Δεν συμφωνώ. Εγώ, που ήμουν πολύ επιφυλακτικός έως αρνητικός στην έξοδό μας από την κυβέρνηση, δεν είμαι και τώρα υπέρ της επανόδου στην κυβέρνηση.

ΕΡ: Διανύοντας η Δημοκρατική Αριστερά την προσυνεδριακή περίοδο, βλέπουμε το θέμα των συνεργασιών συζητείται μονοπωλιακά στις οργανώσεις και να καθορίζει σχεδόν αποκλειστικά τον εσωκομματικό διάλογο.

ΑΠ: Και δεν θα το ήθελα καθόλου...

ΕΡ: Παρόλα αυτά το θέμα κυριαρχεί...

ΑΠ: Υπάρχει γιατί είναι θέμα, είναι πάρα πολύ βασικό. Αλλά όταν ένα κόμμα κάνει συνέδριο και συζητά ένα σωρό άλλα θέματα δεν είναι σωστό να επικεντρώνεται η συζήτηση γύρω από το αν υπάρξει νέα κυβέρνηση, ποια θα είναι αυτή και τι θα κάνουμε εμείς.

ΕΡ: Έχετε ταχθεί υπέρ της συνεργασίας με τις δυνάμεις του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού. Ενόψει των ευρωεκλογών και των τοπικών εκλογών βλέπετε ενδεχόμενο συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ;

ΑΠ: Ο χώρος του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού περιλαμβάνει τις ιστορικά διαμορφωμένες δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα. Αυτές εκφράζονταν για δεκαετίες από το ΠΑΣΟΚ και υπό αυτή την έννοια το ΠΑΣΟΚ χωράει σε αυτή τη συζήτηση. Γιατί αν θεωρήσουμε ότι το ΠΑΣΟΚ με τη σημερινή του πολιτική είναι ένας εταίρος στη συζήτηση, αρχίζουν να υπάρχουν πολλές επιφυλάξεις. Μπορεί αυτές οι επιφυλάξεις να είναι λιγότερες από εμένα, υπάρχουν όμως πολλές από άλλους και με αντικειμενική βάση. Υπάρχουν σύντροφοι που λένε -και δεν είναι μικρό αυτό το επιχείρημα- από τη στιγμή που έχει επιλέξει το ΠΑΣΟΚ να συμπράττει με την ΝΔ σε μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, έχει προβλήματα η πρόσκληση προς το ΠΑΣΟΚ να μετάσχει σε έναν τέτοιο διάλογο. Εγώ δεν είμαι απόλυτος σε αυτό το θέμα, αλλά αντιλαμβάνομαι ότι και αυτή είναι ισχυρή επιχειρηματολογία.

ΕΡ: Υπάρχει ενδεχόμενο συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ; Διάβασα ένα άρθρο του εκπροσώπου Τύπου της ΔΗΜΑΡ, του Α. Παπαδόπουλου, που κάνει λόγο για τον «χειρότερο ΣΥΡΙΖΑ» και θεωρεί ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει σήμερα τις πλέον ακραίες θέσεις από ποτέ. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
ΑΠ: Εγώ το πιστεύω απολύτως. Έζησα την περίοδο της δικής μας κρίσης, όταν η ανανεωτική του πλευρά έφυγε από το συνέδριο του Συνασπισμού, έχω ζήσει τις πολιτικές απόψεις και τις πλατφόρμες μέσα στις οποίες εκινείτο τότε ο Συνασπισμός και ο ΣΥΡΙΖΑ. Τότε οι απόψεις ήταν πολύ πιο μετρημένες από τις σημερινές...

ΕΡ: Θεωρείτε ακραίες πολιτικά, λοιπόν, τις απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ;

ΑΠ: Θεωρώ ότι σε πολλά ζητήματα είναι ακραίες οι επιλογές, ακραίες από πολιτική άποψη, φυσικά. Δηλαδή, η άποψη ότι δέχονται τις δανειακές συμβάσεις, αλλά σκίζουν τους όρους τους, τα μνημόνια, είναι μια ακραία διατύπωση.

ΕΡ: Κύριε Λυκούδη, είστε προσωπικός φίλος, ίσως ο στενότερος συνεργάτης του προέδρου της ΔΗΜΑΡ, Φώτη Κουβέλη. Με το χέρι στην καρδιά: Υπάρχει θέμα διάσπασης της ΔΗΜΑΡ στο συνέδριό της;

ΑΠ: Θα αστειεύεστε βέβαια. Κανένα πρόβλημα διάσπασης και κανένα πρόβλημα διχασμού στη Δημοκρατική Αριστερά. Υπάρχει μια συζήτηση, όπως σε όλα τα κόμματα της Αριστεράς, που γίνεται με έντονο τρόπο, είναι ζωντανή, υπάρχουν διαφωνίες, αμφισβητήσεις, αλλά είναι απολύτως βέβαιη, το επαναλαμβάνω απολύτως βέβαιη, η διατήρηση της ενότητας του κόμματός μας στο συνέδριο.

Wednesday, November 20, 2013

Η «προσώρας» πολιτική

Του Σπύρου Λυκούδη

Το κόμμα μας, η Δημοκρατική Αριστερά, παρουσιάζει εικόνα που ούτε τα πρόσωπα που την απαρτίζουν τιμά ούτε την ιστορία της Ανανεωτικής Αριστεράς. Αναφέρομαι στο παραλυτικό αποτέλεσμα που επιφέρουν από τη μια η δυσκαμψία μας στις προσκλήσεις διαλόγου που μας απευθύνονται και από την άλλη οι συνεχείς, αντικρουόμενες δηλώσεις στελεχών μας για το μείζον ζήτημα των στρατηγικών συμμαχιών.

Μόνο που, πλέον, δεν πρόκειται για ζήτημα στρατηγικής αλλά για ζήτημα ταυτότητας του κόμματος.

Η εικόνα που παρουσιάζουμε, του αθροίσματος προσώπων που καταθέτουν καθημερινά τον αυθορμητισμό τους μπροστά στα δημοσιογραφικά μικρόφωνα, είναι ένδειξη του προβλήματος.
Και η εικόνα στελεχών πρώτης γραμμής που ψήφισαν χθες στην Κεντρική Επιτροπή υπέρ της ανάληψης ηγετικού ρόλου από τη ΔΗΜΑΡ για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς (με τον τρόπο που προτείνουν οι Θέσεις), αλλά σήμερα προτείνουν συνεργασία με ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, η εικόνα κορυφαίων στελεχών που ώθησαν με συνοπτικές βεβαιότητες το κόμμα εκτός κυβέρνησης και σήμερα εισηγούνται την επιστροφή του, είναι η εξώφθαλμη απόδειξη του προβλήματος. Και είναι εικόνα οδυνηρή.

Την πολυτέλεια να παραβλέψουμε την κατάσταση δεν την έχουμε και, εξάλλου, δεν την δικαιούμαστε.

Διανύοντας προσυνεδριακή περίοδο, το θέμα των συνεργασιών συζητείται μονοπωλιακά στις οργανώσεις μας, επικαθορίζει τον εσωκομματικό διάλογο. Το δημοσιογραφικό και πολιτικό ενδιαφέρον επικεντρώνεται αποκλειστικά στο θέμα αυτό. Οι Θέσεις του Συνεδρίου μας και κάθε πολιτική πρωτοβουλία ουσιαστικά ακυρώνονται από τη συζήτηση αυτή.

Αρκεί να συγκρίνει κανείς τη μερίδα που καταλαμβάνουν στο δημόσιο διάλογο, απ΄τη μια μεριά οι δυο πολιτικές πρωτοβουλίες μας, για την καθιέρωση της Απλής Αναλογικής και για το πολιτικό χρήμα, και απ΄την άλλη μία και μόνο δήλωση που προτείνει είτε επάνοδο στην κυβέρνηση, είτε συνεργασία με ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ ή ό,τι άλλο σκεφτεί ένα στέλεχός μας.

Όπως γνωρίζετε, δεν συμφώνησα με το χρόνο, τον τρόπο και την αφορμή της αποχώρησής μας από την κυβέρνηση. Έκτοτε δεν συνδιαμορφώνω μεν την πολιτική γραμμή του κόμματος, εξακολουθώ όμως να προειδοποιώ για την πολιτική και επικοινωνιακή μετέπειτα πορεία μας και τα αδιέξοδα στα οποία οδηγούμαστε.

Ωστόσο στο ερώτημα της επανόδου της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση ΔΕΝ τοποθετούμαι. Μάλλον είμαι και ο μόνος που σιωπά. Διότι συναισθάνομαι ότι καραδοκεί ένας κίνδυνος για το κόμμα μας, ο κίνδυνος της γελοιοποίησης. Πολλοί τον παραβλέπουν, κάποιοι δεν τον συναισθάνονται καν, αλλά είναι υπαρκτός.

Οι δημοσκοπήσεις για το κόμμα μας, 5 μήνες τώρα, είναι σαφείς. Τα προβλήματα είναι ολοδικά μας, εμείς τα διαμορφώσαμε,εμείς τα συντηρούμε. Άλλοτε αποφεύγοντας την ουσία της συζήτησης, άλλοτε παρουσιάζοντας εικόνα πολιτικής Βαβέλ, κι άλλοτε διαμορφώνοντας στρατηγική μέρα τη μέρα.

Θα τα συζητήσουμε όλα στο συνέδριό μας.
Ναι, αλλά απαραίτητη προϋπόθεση είναι να φτάσουμε στο συνέδριο ως κόμμα και όχι ως ευρετήριο διαθέσιμων συνεργασιών.

Στην προσυνεδριακή διαδικασία εμφανίζονται πολλά προβλήματα.
Θεσμικής, λειτουργικής φύσεως αλλά και σεβασμού των απόψεων και των προσώπων που δεν συμμετέχουν στην κυρίαρχη άποψη.
Τα ερμηνεύω περισσότερο ως αδυναμίες χαρακτήρα, ως μια άλλη πολιτική συμπεριφορά που επενδύει περισσότερο σε φοβίες
που καλλιεργούνται παρά στη μακρόπνοη πολιτική. Ωστόσο αυτό το αξιολογώ ως επιγενόμενο της βασικής αδυναμίας, του πρωτεύοντος ζητήματος.

Το πρωτεύον, η βάση των προβλημάτων είναι η ουσία της πολιτικής μας. Ποιοι είμαστε και τι προσδοκούμε για το κόμμα μας. Κι επειδή με τις παλινωδίες, τους αυθορμητισμούς και την «προσώρας» πολιτική χάνουν κι οι λέξεις το νόημά τους, θα επιχειρήσω να συμπυκνώσω στην καταληκτική παράγραφο αυτού του σημειώματος τις σκέψεις μου.

Η Δημοκρατική Αριστερά έχει μέλλον, αν κοιτάζει στο μέλλον.

Αν, δηλαδή, επιχειρήσει να λειτουργήσει ως καταλύτης στο πεδίο της ανασυγκρότησης του χώρου του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού, της Κεντροαριστεράς, με επιδίωξη την πολιτική και ηθική ηγεμονία των απόψεων και των προσώπων της. Κι αυτό θα το πετύχει μόνο συνειδητοποιώντας και εγκαταλείποντας την πολιτική αγοραφοβία.

Saturday, November 16, 2013

Φοβάμαι

Φοβάμαι τους ανθρώπους που εφτά χρόνια

έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι

και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου–

βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας

«Δώστε τη χούντα στο λαό».

Φοβάμαι τους ανθρώπους

που με καταλερωμένη τη φωλιά

πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.

Φοβάμαι τους ανθρώπους

που σου 'κλειναν την πόρτα

μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια

και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο

να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.

Φοβάμαι τους ανθρώπους

που γέμιζαν τις ταβέρνες

και τα 'σπαζαν στα μπουζούκια

κάθε βράδυ

και τώρα τα ξανασπάζουν

όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη

και έχουν και «απόψεις».

Φοβάμαι τους ανθρώπους

που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν

και τώρα σε λοιδορούν

γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.

Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.

Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.

Μανώλης Αναγνωστάκης

Το ποίημα «Φοβάμαι» γράφτηκε τον Νοέμβρη του 1983 και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αυγή.

Thursday, November 14, 2013

Το παράλληλο σύμπαν είναι εδώ

Του Περικλή Δημητρολόπουλου

Ο πιο γρήγορος τρόπος για να εκθέσει την ασημαντότητά του κάποιος που έχει περάσει η μπογιά του είναι να επιμένει ότι είναι σημαντικός. Είναι μια διαπίστωση που έκανε η αρθρογράφος της Γκάρντιαν Μπρόνγουιν Κλιουν διαβάζοντας ένα κύριο άρθρο της Οστράλιαν, στο οποίο η εφημερίδα προέβαλε τον ισχυρισμό ότι το twitter είναι η καταστροφή των δημοσιογράφων και ότι συμβάλλει στην παρακμή της δημοσιογραφίας. Σύμφωνα με τον συντάκτη του άρθρου, το twitter αποτελεί κάποιου είδους «παράλληλο μιντιακό σύμπαν». Ξεχειλίζει από ναρκισσισμό και προσφέρει ελάχιστα στην πραγματική ενημέρωση. Τελικά, συνιστά κίνδυνο για το ίδιο το ρεπορτάζ. 
Η βρετανίδα αρθρογράφος ανησυχεί για το γεγονός ότι αυτοί οι ισχυρισμοί προβάλλονται από τη μεγαλύτερη εφημερίδα της Αυστραλίας. Πότε έγιναν οι αυστραλοί δημοσιογράφοι σύγχρονοι λουδίτες για να φοβούνται ότι οι νέες τεχνολογίες θα τους φάνε τη δουλειά; Γιατί δεν βλέπουν τα σόσιαλ μίντια ως χρήσιμο εργαλείο για το επάγγελμά τους, αλλά ως απειλή που θα τους εξαφανίσει από το πρόσωπο της Γης; 
Ενδεχομένως τα ερωτήματα αυτά να αφορούν περισσότερο την περιοχή της Ωκεανίας και το λιγότερο ή περισσότερο παράλληλο σύμπαν της. Η ιστορία αυτή, όμως, μας υπενθυμίζει μερικά πράγματα που μας είναι εξαιρετικά οικεία. Το ένα είναι ότι η δημοσιογραφία απειλείται πολύ περισσότερο από φορείς της εξουσίας που εμφανίζουν έντονα συμπτώματα δυσανεξίας απέναντί της. Το δεύτερο είναι ότι κινδυνεύει κυρίως από τους ίδιους τους δημοσιογράφους. Ή, μάλλον, από εκείνους τους δημοσιογράφους που θεωρούν δευτερεύουσας σημασίας την προάσπιση της ελευθερίας της έκφρασης, κλείνουν τα αυτιά τους στις επιθέσεις που δέχονται συνάδελφοί τους για τη δουλειά τους, αδιαφορούν για τους βαρείς χαρακτηρισμούς και τις απειλές και δεν έχουν να πουν τίποτε για τις υποδείξεις και την έρπουσα απαίτηση για συμμόρφωση. 
Ολα αυτά συμβαίνουν πολύ μακριά από τη Βρετανία και ακόμη πιο μακριά από την Αυστραλία. Δυστυχώς, όμως, συμβαίνουν πολύ κοντά σε εμάς. Για την ακρίβεια, συμβαίνουν μέσα στο ίδιο μας το σπίτι. Είναι θλιβερό να ξεσκονίζει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Συντακτών τον Κώδικα Επαγγελματικής, Ηθικής και Κοινωνικής Ευθύνης για να υποδείξει στον σκιτσογράφο των ΝΕΩΝ Δημήτρη Χαντζόπουλο πώς να κάνει τη δουλειά του και να μην επαναστατεί από τη λογοκριτική διάθεση ενός κόμματος και την ασυγκράτητη επιθετικότητα του επίσημου οργάνου της προπαγάνδας του. Είναι ανησυχητικό να λειτουργεί ένα συνδικαλιστικό όργανο σαν ιερατείο δεοντολογίας, είναι ενοχλητική η επιλεκτική ευαισθησία του και σκανδαλώδες να συμμετέχει στο λιντσάρισμα ενός μέλους του. 
Ολα αυτά θα φαίνονταν τουλάχιστον παράξενα στη βρετανίδα αρθρογράφο και στους αυστραλούς λουδίτες. Αλλά όχι σε εμάς. Γιατί στην πραγματικότητα το παράλληλο σύμπαν είναι εδώ.

Πηγή: Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ

Saturday, November 9, 2013

Λάουρα Μπολντρίνι: «Μια άλλη Ευρώπη είναι εφικτή»

Της Ευρυδίκης Μπέρση

«Τη δεύτερη ημέρα που πάτησα το πόδι μου στη Βουλή μου πρότειναν να γίνω πρόεδρος», είπε. «Νόμιζα ότι έκαναν πλάκα». Η 52χρονη Μπολντρίνι λέει ότι η επιλογή της και η τοποθέτηση του σταυροφόρου κατά της μαφίας, εισαγγελέα Πιέτρο Γκράσο, στην προεδρία της Γερουσίας μπορεί να θεωρηθεί ως απάντηση των παραδοσιακών κομμάτων στις επικρίσεις του Κινήματος 5 Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο. Η πρόεδρος της ιταλικής Βουλής υποστηρίζει ότι οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου πρέπει να ενωθούν γύρω από το αίτημα των αναπτυξιακών μέτρων και τονίζει ότι η αλλαγή στρατηγικής της Ευρώπης αποτελεί επείγουσα προτεραιότητα, ώστε να μη σημάνουν οι ευρωεκλογές «το τέλος του ευρωπαϊκού ονείρου».

– Ζητάτε τη δημιουργία «κοινού μετώπου» του Νότου για την καταπολέμηση της ανεργίας. Πώς θα γίνει αυτό;
– Τα υφεσιακά μέτρα από μόνα τους δεν λειτουργούν. Ισως έχει έρθει η ώρα να συμπληρώσουμε τη λιτότητα με μέτρα τόνωσης της ανάπτυξης. Χώρες που βρίσκονται πάνω-κάτω στην ίδια θέση πρέπει να υψώσουν από κοινού τη φωνή τους, προτείνοντας συγκεκριμένα μέτρα. Πρέπει να επενδύσουμε στην απασχόληση των νέων, τη μείωση της φορολογίας όσων δημιουργούν θέσεις εργασίας, οι τράπεζες πρέπει να χρηματοδοτήσουν τις νέες εταιρείες ανθρώπων με καλές ιδέες. Μια άλλη Ευρώπη είναι εφικτή. Πρέπει να επαναδιατυπώσουμε το πολιτικό όραμα της Ευρώπης αν πρόκειται να εμποδίσουμε την επιτυχία αντιευρωπαϊκών, εξτρεμιστικών, ξενοφοβικών κομμάτων στις ευρωεκλογές. Υπάρχει ένα δημοκρατικό σπρεντ που δεν το λαμβάνουμε υπόψη, κοιτάμε μόνο το σπρεντ των ομολόγων.

– Εχετε δοκιμάσει να τα πείτε αυτά στους δανειστές;
– Η πρώτη επίσημη επίσκεψή μου είναι τώρα στην Αθήνα. To επέλεξα γιατί έχουμε πολλά κοινά, ξεκινώντας από τις κυβερνήσεις συνασπισμού που και στις δύο χώρες αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα. Επίσης μοιραζόμαστε τα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης και μας απασχολεί η ισορροπία ανάμεσα στον έλεγχο των συνόρων και στα θεμελιώδη δικαιώματα. Ολη η Ευρώπη πρέπει να εμπλακεί στο θέμα αυτό, χρηματοδοτώντας και το κόστος αλλά κι εμείς πρέπει να είμαστε έτοιμοι να παραχωρήσουμε λίγη κυριαρχία στην Ευρώπη. Καμία χώρα δεν θέλει να παραχωρήσει εξουσίες, αλλά όλες παραπονιούνται ότι η Ευρώπη δεν λύνει τα προβλήματα. Επαναλαμβάνω ότι πολλά θα εξαρτηθούν από το πώς θα ψηφίσουμε. Γιατί αν ψηφίσουμε αντιευρωπαϊκά κόμματα, θα είναι το τέλος ενός ονείρου. Κανείς δεν πρέπει να αδιαφορεί για το τι συμβαίνει εκτός των συνόρων γιατί αργά ή γρήγορα θα τον επηρεάσει.

– Αυτή η διαπίστωση δεν αφορά μόνο την Eυρωπαϊκή Eνωση.
– Αφορά και τη Συρία, την Ερυθραία, τη Σομαλία. Εμείς στην Ευρώπη θέλουμε να σταματήσουμε την εισροή ανθρώπων, να βγάλουμε το ναυτικό να περιπολεί στη Μεσόγειο. Πιστεύουμε πραγματικά ότι είναι λύση αυτή; Αν δεν κοιτάξουμε τους λόγους για τους οποίους νέοι άνθρωποι παίζουν ρώσικη ρουλέτα στη θάλασσα, δεν θα πετύχουμε τίποτα. Πρέπει να επενδύσουμε περισσότερο πολιτικό κεφάλαιο στις χώρες από τις οποίες οι άνθρωποι εξαναγκάζονται να φύγουν. Από την Ερυθραία ο κόσμος φεύγει γιατί τους παίρνουν στον στρατό στα 17 και τους κρατάνε ώς τα 50, άνδρες και γυναίκες. Ο δικτάτορας Αφεβέκι πιστεύει ότι ακόμη βρίσκεται σε πόλεμο με την Αιθιοπία επειδή η Αιθιοπία δεν αναγνωρίζει το ψήφισμα του ΟΗΕ για μία λωρίδα γης. Υπάρχει χώρος για πολιτικές και διπλωματικές διαπραγματεύσεις. Στη Σομαλία επικρατεί 20 χρόνια χάος. Μια ολόκληρη γενιά Σομαλών ζει στο Τατάβε, το στρατόπεδο προσφύγων στα σύνορα της Κένυας, που έχει πληθυσμό 500.000 ανθρώπους και είναι η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Κένυας, μετά το Ναϊρόμπι και τη Μομπάσα. Γιατί θεωρούμε σκάνδαλο αν ένας πρόσφυγας προσπαθήσει να φθάσει στην Ευρώπη; To 85% των προσφύγων παραμένει στον νότο.

– Τι μπορεί να γίνει, πιο συγκεκριμένα;
– Πρέπει να δούμε τις χώρες - ενδιάμεσους σταθμούς, π.χ. τη Λιβύη, που συχνά είναι πολύ επικίνδυνες για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Αν στόχος μας είναι να σώσουμε ανθρώπινες ζωές πρέπει να προσφέρουμε εναλλακτικές. Υπάρχει το πρόγραμμα του ΟΗΕ για την επανεγκατάσταση, που ελέγχει τι συμβαίνει στις ενδιάμεσες χώρες, βλέπει ποιοι χρειάζονται προστασία και τους στέλνει στις χώρες που συμφωνούν να τους δεχθούν. Αυτοί οι άνθρωποι δεν χρειάζεται να μπουν σε σαπιοκάραβα. Πέρυσι στις 27 χώρες της Ε.Ε. μετεγκαταστάθηκαν κατ’ αυτό τον τρόπο μόλις 4.000 άνθρωποι. Οι ΗΠΑ από μόνες τους πήραν 70.000. Θα μπορούσε επίσης να δοθεί η δυνατότητα σε όσους θέλουν να υποβάλουν τα χαρτιά τους στις ενδιάμεσες χώρες. Αντί γι’ αυτό λειτουργεί ένα κύκλωμα στο οποίο πληρώνουν πάρα πολλά χρήματα, ρισκάρουν τη ζωή τους, χιλιάδες πεθαίνουν κάθε χρόνο και η κατάσταση δεν λύνεται.

– Το αντεπιχείρημα είναι ότι έτσι ενθαρρύνονται οι αφίξεις.
– Οχι. Γιατί οι άνθρωποι δεν θέλουν να φύγουν μακριά από το σπίτι τους. Το 85% των ανθρώπων μένει κοντά, ελπίζοντας να επιστρέψει στο σπίτι του το ταχύτερο δυνατό. Κοιτάξτε τη Συρία. Υπάρχουν 6 εκατ. εσωτερικοί πρόσφυγες, 2,5 εκατ. πρόσφυγες σε γειτονικές χώρες. Κοιτάξτε πόσοι Σύροι φθάνουν στην Ευρώπη. Ελάχιστοι. Και το επιχειρούν τώρα, όχι στην αρχή, επειδή απελπίστηκαν που ο πόλεμος συνεχίζεται για τρίτη χρονιά. Εχουμε τη φοβία ότι όλοι θέλουν να έρθουν στην Ευρώπη. Δεν θα συνέβαινε αυτό αν υπήρχε κανονική πολιτική για τους μετανάστες. Πολλοί υποβάλλουν αιτήσεις ασύλου γιατί δεν υπάρχει νόμιμο κανάλι μετανάστευσης.

Πηγή: Εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Friday, November 8, 2013

Δημοσιογραφία, ΜΑΤ και καφέ λάτε

Του Μιχάλη Μητσού

Υπάρχουν πολλοί που μόλις ξυπνούν βάζουν τηλεόραση. Εγώ, πάλι, βάζω ραδιόφωνο. Εκεί άκουσα χθες στις επτά το πρωί την είδηση για την εισβολή των ΜΑΤ στο Ραδιομέγαρο. Το ρεπορτάζ ήταν πλούσιο. Ο παρουσιαστής του ενός σταθμού, αφού μίλησε σε έντονο ύφος με την εκπρόσωπο των απολυμένων, εκθείασε τον καταπληκτικό καφέ λάτε που κάνει μια συγκεκριμένη αλυσίδα καφέ της Αθήνας. Οι παρουσιαστές του άλλου σταθμού, αφού σχολίασαν τα γεγονότα, μας διαβεβαίωσαν ότι το πρόγραμμα μιας συγκεκριμένης εταιρείας τηλεπικοινωνιών παρουσιάζει χωρίς αμφιβολία τα περισσότερα πλεονεκτήματα σε σχέση με όλα τα άλλα.  
Μα είναι συμβατή η δημοσιογραφία με τη διαφήμιση; Φοβάμαι ότι το ερώτημα αυτό πρέπει να το αφήσουμε για μια άλλη φορά. Γιατί το ερώτημα της χθεσινής ημέρας είναι άλλο: μα είναι συμβατή η δημοσιογραφία με τα ΜΑΤ; Η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι αρνητική. Η χθεσινή αστυνομική επιχείρηση στην Αγία Παρασκευή ήρθε να σφραγίσει μια περιπέτεια που άρχισε πριν από πέντε μήνες με το αιφνίδιο κλείσιμο της ΕΡΤ και συνεχίστηκε με μια σειρά αστοχιών, προχειροτήτων, αλλά και προσωπικών θυσιών από ανθρώπους που επιμένουν να βάζουν την ενημέρωση πάνω από τα πολιτικά παιχνίδια. Στο διάστημα αυτό υπήρξαν δύο παράλληλες τηλεοπτικές εκπομπές. Η μία από τους καταληψίες του Ραδιομεγάρου, στους οποίους πρέπει να αναγνωριστεί ότι εργάστηκαν αφιλοκερδώς, προφύλαξαν τα πανάκριβα μηχανήματα και κράτησαν τον χώρο καθαρό. Η άλλη από τους νομίμως προσληφθέντες, οι οποίοι εργάζονταν σε δύσκολες συνθήκες και είχαν να αντιμετωπίσουν επιπλέον τις κατηγορίες πρώην συναδέλφων τους ότι πρόδωσαν τον κοινό αγώνα.
Η πρώτη είχε ημερομηνία λήξεως. Το μέλλον της δεύτερης είναι το μεγάλο στοίχημα της κυβέρνησης. Χθες ακούστηκαν και γράφτηκαν απίθανα πράγματα από ανθρώπους που θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικοί. Αλλοι μίλησαν για χούντες και Μεταξάδες, άλλοι συνέκριναν τον εαυτό τους με τον Γρηγόρη Λαμπράκη, κάποιοι εντρύφησαν όπως συνήθως σε σενάρια συνωμοσίας, ο εκπρόσωπος της Χρυσής Αυγής χαρακτήρισε την κυβέρνηση παράνομη και ο ΣΥΡΙΖΑ άδραξε την ευκαιρία για να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας. Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, έκπληκτα για άλλη μια φορά, επισήμαναν ότι η μοναδική χώρα της ΕΕ που έκλεισε την ίδια τη δημόσια τηλεόρασή της έστειλε τις δυνάμεις της τάξης για να αποκαταστήσουν τη λειτουργία της. Τότε, ο Σαμαράς ήθελε να στείλει το μήνυμα στους δανειστές ότι έχει τα κότσια να κάνει απολύσεις. Τώρα, θέλει να τους δείξει ότι είναι αποφασισμένος να βάλει τάξη στο Δημόσιο. Μάλλον δεν τους έπεισε ούτε τη μία φορά ούτε την άλλη. Το στοίχημα έτσι κι αλλιώς είναι άλλο: να αποκτήσει επιτέλους η Ελλάδα μια ανεξάρτητη, πολυφωνική, ανταγωνιστική και πάνω απ' όλα ενδιαφέρουσα δημόσια τηλεόραση. Κι αυτό, η κυβέρνηση δεν το χρωστά στους δανειστές, αλλά στους έλληνες πολίτες.

Πηγή: Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ

Thursday, November 7, 2013

Iστορία δύο πόλεων


Της Ξένιας Κουναλάκη

​​O Μπιλ ντε Μπλάζιο είναι ο πρώτος Δημοκρατικός δήμαρχος της Νέας Υόρκης εδώ και είκοσι χρόνια. Η οικογένειά του από μόνη της συνιστά την επιτομή της πολιτικής ορθότητας και συμπυκνώνει την προοδευτική ιδεολογία του, με την οποία απέσπασε το εντυπωσιακό ποσοστό του (73%): η γυναίκα του είναι Αφροαμερικανίδα, πρώην λεσβία και ακτιβίστρια, τα παιδιά του μιγαδάκια, που φοιτούν σε δημόσια σχολεία της πόλης, ο ίδιος φιλοδοξεί να ανατρέψει τη σκληρή πολιτική του νόμου και της τάξης των προκατόχων του και να εγκαινιάσει μία αριστερή στροφή στον Δήμο της Νέας Υόρκης.

Ισως το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της προεκλογικής του εκστρατείας ήταν η απόρριψη της αστυνομικής πρακτικής του stop and frisk, κάτι σαν την ημέτερη «εξακρίβωση στοιχείων και σωματική έρευνα» για όπλα ή ναρκωτικά. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το 2011 η αστυνομία της πόλης (NYPD) σταμάτησε στον δρόμο 684.000 ανθρώπους, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων ήταν Αφροαμερικανοί και Ισπανόφωνοι. Ακόμη και οι εσωκομματικοί αντίπαλοι είχαν αρχικά ταχθεί υπέρ της αντιδραστικής πολιτικής που στοχοποιεί τους περαστικούς με βάση φυλετικά χαρακτηριστικά, αλλά ομοσπονδιακό δικαστήριο απεφάνθη μέσα στο καλοκαίρι ότι η πρακτική της NYPD παραβιάζει θεμελιώδη συνταγματικά δικαιώματα των πολιτών, δικαιώνοντας τον Ντε Μπλάζιο.

Η ρήξη που επιχειρεί ο Ντε Μπλάζιο με το παρελθόν είναι τεράστια και αυτό απηχείται στις σπασμωδικές αντιδράσεις του απερχόμενου δημάρχου και μεγιστάνα Μάικλ Μπλούμπεργκ. Λίγες μέρες πριν από τις εκλογές ο τελευταίος κατηγόρησε τον Ντε Μπλάζιο ότι εκμεταλλεύεται την οικογένειά του για ψηφοθηρία, χαρακτηρίζοντας, μάλιστα, «ρατσιστική» αυτήν τη στρατηγική. Παράλληλα του απέδωσε την πρόθεση να οδηγήσει τη Νέα Υόρκη σε ταξικό πόλεμο, εξαιτίας της επιμονής του Ντε Μπλάζιο στην καταπολέμηση των οικονομικών ανισοτήτων. «Πίσω στην ΕΣΣΔ» ήταν ο χθεσινός περίλυπος τίτλος του ταμπλόιντ «Νew York Post», αναφορά σε ένα ταξίδι που είχε κάνει στα νιάτα του ο Ντε Μπλάζιο στη Σοβιετική Ενωση.

Η μεγαλύτερη πρόκληση για τον νέο δήμαρχο είναι να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ της ελίτ του Μανχάταν και του 46% της πόλης, που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. «Η ιστορία δύο πόλεων», συνήθιζε να λέει και χθες, υποσχέθηκε ότι θα συσπειρώσει τις δύο αυτές παράλληλες κοινωνίες. Η ελπιδοφόρος εκλογή του ίσως αποτελέσει πηγή έμπνευσης για την επικείμενη αναμέτρηση στον Δήμο της Αθήνας. Πολλά προβλήματα είναι κοινά (τεράστιος αριθμός δημοτικών υπαλλήλων, στενότητα προϋπολογισμού, διχασμός της κοινωνίας, τεράστιες οικονομικές ανισότητες μεταξύ διαφορετικών συνοικιών, αστυνόμευση), οι υποψήφιοι δήμαρχοι αξίζει να μελετήσουν τις λύσεις που πρότεινε.

Πηγή: Εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Wednesday, November 6, 2013

Απλά μαθήματα ιταλικών...


Άρθρο στην Μεταρρύθμιση

Δυστυχώς όλα δείχνουν ότι ο χώρος της Ανανεωτικής Αριστεράς, που εκφράζει κομματικά η Δημοκρατική Αριστερά, θα λειτουργήσει «αυτοκτονικά» και θα χαθεί (για μια ακόμη φορά...) η ευκαιρία για την συνεργασία των δυνάμεων του προοδευτικού, μεταρρυθμιστικού χώρου. Στην τελευταία συνεδρίαση της κεντρικής επιτροπής της ΔΗΜΑΡ από τον σύντροφο πρόεδρο και αρκετά στελέχη της πλειοψηφίας ακούστηκε έντονα το κομματικοπατριωτικό «η ΔΗΜΑΡ δεν ρευστοποιείται...», ως απάντηση στο ερώτημα: «Γιατί αρνιόμαστε το κάλεσμα των 58». Πιστεύω ότι οι εξελίξεις στα ευρωπαϊκά πολιτικά πράγματα πρέπει να μας ενδιαφέρουν γι’ αυτό θέλω να κάνω μια μικρή αναδρομή στην ιστορία για τις αντίστοιχες προσπάθειες συνεργασίας της Ιταλικής Κεντροαριστεράς.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 το πολιτικό σκηνικό στην Ιταλία είναι κάτι παραπάνω από προβληματικό. Το θρυλικό Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα έχει μετεξελιχθεί, η Χριστιανοδημοκρατία έχει διαλυθεί, η δεξιά είναι στα χέρια του καναλάρχη Σίλβιο Μπερλουσκόνι και ο Μπετίνο Κράξι φυγόδικος εκτός Ιταλίας. Στις εκλογές του 1994 απέναντι στον Μπερλουσκόνι δημιουργήθηκε η «Συμμαχία των Προοδευτικών» στην οποία συμμετείχαν τα δυο κόμματα που προήλθαν από την διάλυση του Ιταλικού κομμουνιστικού Κόμματος, δλδ το Δημοκρατικό Κόμμα της Αριστεράς & η Κομμουνιστική Επανίδρυση, το Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, η Ομοσπονδία των Πράσινων, η Δημοκρατική Συμμαχία, το Δίκτυο κ.α. Η «Συμμαχία των Προοδευτικών» ηττήθηκε στις εκλογές από τον Μπερλουσκόνι καθώς πήρε 32,81%. Η κυβέρνηση του «Καβαλιέρε» δεν άντεξε, «έπεσε» τον Δεκέμβριο του 1994 και η Ιταλία κυβερνήθηκε για ένα χρόνο από τεχνοκράτες με επικεφαλής τον Λαμπέρντο Ντίνι. Το 1996 η κυβέρνηση Ντίνι «έπεσε» και ο ίδιος δημιούργησε ένα κεντρώο φιλελεύθερο κόμμα την Ιταλική ανανέωση το οποίο μαζί το Δημοκρατικό Κόμμα της Αριστεράς, το Ιταλικό Λαϊκό Κόμμα (Χριστιανοδημοκράτες), την Ομοσπονδία των Πράσινων, τους Ιταλούς Σοσιαλιστές (συνέχεια του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος του Κράξι) και τη Σοσιαλφιλελεύθερη Δημοκρατική Ένωση συγκρότησαν την πολιτική συμμαχία «Ελιά» την οποίαν στήριξαν κριτικά η Κομμουνιστική Επανίδρυση (το 30% του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος που δεν συμμετείχαν στην ίδρυση του Δημοκρατικού Κόμματος της Αριστεράς), το ιστορικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, το Δίκτυο και το Κόμμα του Νοτίου Λαϊκού Τυρόλου. Επικεφαλής μπαίνει ο Ρομάνο Πρόντι και στις εκλογές του Μαίου 1996 η «Ελιά» παίρνει 42,2% και βγαίνει πρώτη, αλλά δεν έχει τη πλειοψηφία στη βουλή, όπου στηρίζεται στην Κομμουνιστική Επανίδρυση. Η κυβέρνηση του Πρόντι θα αντέξει δυο χρόνια. Στη συνέχεια θα γίνει πρωθυπουργός ο Ντ’ Αλέμα για δυο χρόνια και ο Αμάτο για ένα.

Η αποχώρηση του Πρόντι
Στις εκλογές του 2001 ο Ρομάνο Πρόντι βρίσκεται στη Κομισιόν και επικεφαλής τίθεται ο Φρατζίσκο Ρουτέλι, ένας φιλελεύθερος πράσινος. Στην «Ελιά» μετέχουν οι Δημοκράτες της Αριστεράς, η Μαργαρίτα, το Κόμμα των Ιταλών Κομμουνιστών, οι Ιταλοί Δημοκράτες Σοσιαλιστές, η Ομοσπονδία των Πράσινων, η Δημοκρατική Ένωση για την Ευρώπη. Η «Ελιά» παίρνει 35,08%, ο Μπερλουσκόνι θριαμβεύει με 49,56%. Παρ’α τη βαριά ήττα η συμμαχία δεν διαλύεται και τρία χρόνια μετά στις ευρωεκλογές του 2004 η «Ελιά» (ως Ενωση για την Ελιά) με τη συμμετοχή των Δημοκρατών της Αριστεράς, τη «Μαργαρίτα», τους Ιταλούς Δημοκράτες Σοσιαλιστές και το Ευρωπαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κίνημα παίρνει 31.1%

Από την «Ελιά» στην «Ενωση»
Η ανάγκη να αντιμετωπισθεί ο «Μπερλουσκονισμός» οδηγεί της δυνάμεις της «Ελιάς», οι οποίες όλα αυτά τα χρόνια διατηρούν την ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΤΟΥΣ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ, να προσεγγίσουν τη «Κομμουνιστική Επανίδρυση». Έτσι δημιουργείται η «Ένωση» (L’ Unione) στην οποία μετέχουν: Δημοκράτες της Αριστεράς, «Μαργαρίτα», Κομμουνιστική Επανίδρυση, Κόμμα Ιταλών κομμουνιστών, Ιταλία των Αξιών, Ιταλοί Σοσιαλδημοκράτες. Ενώ μετά από λίγο καιρό στην «Ένωση» εντάχθηκαν οι Ιταλοί Ριζοσπάστες του Πανέλα και το Κόμμα Σοσιαλιστική Ενότητα που δημιούργησε ο γιος του Κράξι Μπόμπο. Η «Ενωση» στις εκλογές του 2006 παίρνει 49,8% και αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της Ιταλίας την οποία θα «κρατήσει» μέχρι το 2008.

Από τις Συμμαχίες στο ενιαίο κόμμα
Παράλληλα μεταξύ 19 και 21 Απριλίου 2007 πραγματοποιήθηκε το τέταρτο και τελευταίο συνέδριο των Δημοκρατικών της Αριστεράς. Στις ψηφοφορίες οι προτάσεις είναι τρεις:

1) Για το Δημοκρατικό Κόμμα ( που τελικά παίρνει 75,5%), του Πιέρο Φασίνο που προτάσει την ενοποίηση με την «Μαργαρίτα» και την ίδρυση του Δημοκρατικού Κόμματος

2) Αριστερά για έναν ευρωπαϊκό σοσιαλισμό (που παίρνει 15,1%) του Φάμπιο Μούσι (ο οποίος στη συνέχεια αποχώρησε και δημιούργησε τη Δημοκρατική Αριστερά), ο οποίος ήταν αντίθετος στη δημιουργία του «Δημοκρατικού Κόμματος».

3) Νέο κόμμα Δημοκρατικό - Σοσιαλιστικό (που πήρε 9,4%), τάση η οποία ήθελε ρητή σύνδεση με τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές.
Τις ίδιες μέρες το συνέδριο της «Μαργαρίτας» του Φρατζέσκο Ρουτέλι με μεγάλη πλειοψηφία αποφάσισε την συμμετοχή του κόμματος στην ίδρυση του «Δημοκρατικού κόμματος».

Η πρώτη επίσημη προς το σχηματισμό του νέου κόμματος έγινε 23 Μαΐου του 2007 με το διορισμό οργανωτικής επιτροπής, ενώ στις 31 Ιουλίου, το Εθνικό Συντονιστικό ανακοινώνει τις υποψηφιότητες για τη θέση του Εθνικού Γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος: Μ. Αντινόλφι, Ρόσι Μπίντι, Πιερ Γκαρόφκσι, Τζάκομπο Σετίνι, Ενρίκο Λέττα (ο σημερινός πρωθυπουργός) και Βάλτερ Βελτρόνι. Τη Κυριακή 14 Οκτωβρίου γίνονται οι εκλογές και γραμματέας αναδεικνύεται ο Βάλτερ Βελτρόνι με 75,82%.

Το Σάββατο, 27 Οκτωβρίου του 2007 πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνεδρίαση της Συντακτικής Συνέλευσης του Δημοκρατικού Κόμματος στο Μιλάνο με τη συμμετοχή 2.858 αντιπροσώπων. Ο Ρομάνο Πρόντι εξελέγη ο πρώτος Πρόεδρος της Συνέλευσης στην οποία επισημοποιήθηκε η εκλογή του Βελτρόνι στη θέση του Εθνικού Γραμματέα. Το μεγάλο κόμμα της Ιταλικής Κεντροαριστεράς ήταν πλέον γεγονός.

Μερικά χρήσιμα συμπεράσματα...
Λοιπόν μεσολάβησαν 13 ολόκληρα χρόνια από την ημέρα που οι κεντροαριστερές δυνάμεις της Ιταλίας δημιούργησαν την «Συμμαχία των Προοδευτικών» ως ανάχωμα στον «Μπερλουσκονισμό» μέχρι την ίδρυση του ενιαίου Δημοκρατικού κόμματος. Χρειάστηκε παραπάνω από μια δεκαετία και τρία τουλάχιστον συμμαχικά σχήματα («Προοδευτικών», «Ελιά» και «Ένωση») για να «γεννηθεί» (όχι χωρίς προβλήματα και αποχωρήσεις...) το μεγάλο κεντροαριστερό κόμμα, το «Δημοκρατικό Κόμμα». Μεσολάβησαν νίκες, ήττες, διασπάσεις, αποχωρήσεις, επαναπροσεγγίσεις και φυσικά μια μεγάλη προσπάθεια οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς να κυβερνήσουν την Ιταλία με ευθύνη, αλληλεγγύη και κοινωνική δικαιοσύνη. Δεν το κατάφεραν πάντα, αλλά τουλάχιστον προσπάθησαν και ευτυχώς προσπαθούν ακόμα.
Στη πολιτική (όπως και στη ζωή...) δεν υπάρχει παρθενογένεση. Όλοι από κάπου ερχόμαστε. Το ζήτημα είναι που πάμε και φυσικά με ποιους θα πάμε. Η επίπονη και συνάμα τόσο όμορφη ιστορία των προσπαθειών για ενότητα & συνεργασία της Ιταλικής Κεντροαριστεράς θεωρώ ότι πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα για τα εν ελλάδι πολιτικά πράγματα. Η προσπάθεια για την συνεργασία των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων που έχει ξεκινήσει με την πρωτοβουλία των 58 πρέπει να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί. Δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα αν ανταλλάξουμε ιδέες και απόψεις με ανθρώπους που μας ενώνει κοινή αγωνία για το μέλλον της χώρας, το μέλλον των παιδιών μας.

Οι σύντροφοι μας στην Ιταλία τόλμησαν να συνεργαστούν με το κόμμα του υπόδικου Μπετίνο Κράξι, με τους νεοκομμουνιστές της Επανίδρυσης, αλλά και τους «δεξιούς» Χριστιανοδημοκράτες. Δεν φοβήθηκαν γιατί είχαν εμπιστοσύνη στις ιδέες τους και κυρίως γιατί είχαν την «βαριά» κληρονομιά του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και του μεγάλου Ενρίκο Μπερλιγκουέρ ο οποίος είχε την πολιτική διορατικότητα (σε μια εποχή που τα κομμουνιστικά κόμματα διαγκωνιζόντουσαν πιο έχει το μεγαλύτερο... σφυροδρέπανο) να υποστηρίζει μεταξύ άλλων: «Να γιατί εμείς μιλάμε όχι για μια “αριστερή εναλλακτική λύση”, άλλα για μια “δημοκρατική εναλλακτική λύση”, δηλαδή για την πολιτική προοπτική της συνεργασίας και της συνεννόησης των λαϊκών δυνάμεων, κομμουνιστικής και σοσιαλιστικής έμπνευσης, με τις λαϊκές δυνάμεις, καθολικής έμπνευσης, χωρίς βέβαια να εξαιρούνται και άλλοι, δημοκρατικοί πολιτικοί σχηματισμοί».
Με εμπιστοσύνη στην ιστορία της ελληνικής ανανεωτικής αριστεράς και με πολιτική παρακαταθήκη τη δράση των δυνάμεων του δημοκρατικού σοσιαλισμού μπορούμε και πρέπει να συμβάλουμε στην ενότητα των δυνάμεων της κεντροαριστεράς.

Sunday, November 3, 2013

Γιάννης Βούλγαρης: «Το δίπολο Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να εκπροσωπήσει μεγάλο μέρος της κοινωνίας»

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον Δημήτρη Κουκλουμπέρη Εφημερίδα των Συντακτών

• Στο επικαιροποιημένο βιβλίο σας για τη Μεταπολίτευση αναφέρετε ότι αυτή η περίοδος «απαιτεί μια σφαιρικότερη προσέγγιση ώστε να ερμηνευτούν οι επιτυχίες και οι αποτυχίες της, η εσωτερική της δυναμική και οι αντιφάσεις της». Ωστόσο, από πολλές πλευρές η Μεταπολίτευση έχει δαιμονοποιηθεί.

Οι ψυχολογικοί μηχανισμοί της «δαιμονοποίησης» είναι ευδιάκριτοι. Η διάψευση και η απότομη πτώση των εντυπωσιακών επιπέδων ευημερίας που πέτυχε η μεταπολιτευτική Ελλάδα 1974-2009, προκάλεσε τη συνολική και άκριτη απόρριψή της. Αυτό όμως είναι σαν να κρίναμε μια σύνθετη περίοδο όπως εκείνη του Τρικούπη, αποκλειστικά υπό το πρίσμα της χρεοκοπίας του 1893-97. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι η «δαιμονοποίηση» θα είναι μια πρόσκαιρη αποτίμηση που θα αλλάξει στο προσεχές μέλλον, αν δεν έχει αρχίσει ήδη να αλλάζει. Προσωπικά υπογραμμίζω ότι η αντιφατική δυναμική της μεταπολιτευτικής Ελλάδας προκάλεσε ένα χάσμα μεταξύ ιδιωτικού πλουτισμού και δημόσιας «φτώχειας», εννοώ την αδυναμία παραγωγής «δημόσιων αγαθών», όπως η αποτελεσματικότητα του κράτους, η υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος από την πολιορκία της ατομιστικής και συντεχνιακής ιδιοτέλειας. Σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται να θυμόμαστε ότι η «δαιμονοποίηση» της μεταπολιτευτικής περιόδου περιλαμβάνει και τη λοιδορία του μεταπολιτευτικού «δημοκρατικού κεκτημένου». Έτσι αφέθηκε ελεύθερο το πεδίο στη νεοναζιστική επέλαση και σε κάθε είδους αντικοινοβουλευτικές αντιλήψεις.

• Ανδρέας Παπανδρέου: ο αναμορφωτής της μεταπολιτευτικής Ελλάδας ή «ολετήρας της δημοκρατικής παράταξης»;

Ούτε αναμορφωτής ούτε ολετήρας. Η χαμένη ευκαιρία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, θα έλεγα εξίσου επιγραμματικά. Η χαμένη ευκαιρία ενός λαϊκού εκσυγχρονισμού. Η συνένωση εκσυγχρονισμού και λαϊκότητας θα συμπαρέσυρε, θα άλλαζε τις βαθιές δομές και νοοτροπίες της Ελλάδας. Θα είχε οδηγήσει σε ένα ιστορικό ποιοτικό άλμα την Ελλάδα.

• Αν η πενταετία Κώστα Καραμανλή ήταν «η μοιραία πενταετία», όπως είναι ο τίτλος ενός άλλου βιβλίου σας, η διετία Γιώργου Παπανδρέου πώς μπορεί να χαρακτηριστεί;

Θα πρέπει να βρούμε έναν όρο που να συνθέτει πολύ περισσότερα γεγονότα. Τη δημαγωγία ενός κόμματος όταν είναι αντιπολίτευση, που μεταφράζεται σε προγραμματικό αλαλούμ όταν γίνεται κυβέρνηση. Ιδιαίτερα επίκαιρη θα έλεγα υπόμνηση. Την ανεπάρκεια να καταλάβεις την κρισιμότητα της κατάστασης. Την πλήρη αδυναμία του κράτους ως συνόλου να διαπραγματευτεί με τους δανειστές στη βάση ενός δικού του εθνικού σχεδίου. Την αναποφασιστικότητα στην εκτέλεση των μεταρρυθμίσεων. Την έξαλλη και ανεύθυνη συμπεριφορά των αντιπολιτεύσεων. Τα λάθη του Μνημονίου και την απαράδεκτα μυωπική αντίδραση της Ε.Ε. στην κρίση της ευρωζώνης. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η διαχείριση της περιόδου που άνοιξε στη χώρα μας από την παγκόσμια κρίση του 2008 έως σήμερα, δείχνει μια ιστορική αποτυχία του όλου ελληνικού πολιτικού συστήματος, μνημονιακού και αντιμνημονιακού. Με άλλους όρους και άλλη κατάληξη, τέτοια αποτυχία είχαμε να δούμε απ’ το 1965-1967.

• Πώς βλέπετε να εξελίσσεται η πρωτοβουλία για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς; Στις ευρωεκλογές είναι εφικτό να έχει συσταθεί ο νέος φορέας;

Η έκκληση των «58» είχε αναμφισβήτητα ευρεία απήχηση, διακομματική θα έλεγα, καθώς από τα δημοσκοπικά στοιχεία φαίνεται ότι βρίσκει ανταπόκριση στο ΠΑΣΟΚ, αλλά και στη ΔΗΜΑΡ και στον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι προφανές ότι μεγάλο μέρος των πολιτών εξακολουθεί να αισθάνεται ένα κενό αντιπροσώπευσης. Ομως, χρειάζεται η διορατικότητα και η αποφασιστικότητα των ενδιαφερομένων κομμάτων και συλλογικοτήτων, ώστε η διαπίστωση του κενού να γίνει νέα ενεργή αντιπροσώπευση. Ναι, στις ευρωεκλογές είναι εφικτό να υπάρξει ψηφοδέλτιο και πρόγραμμα που να εκφράζει ευρύτερες δυνάμεις του κεντροαριστερού και φιλελεύθερου χώρου. Κατά τη γνώμη μου, όμως, ο σχεδιασμός των ευρωεκλογών θα πρέπει να μην είναι το όριο αλλά ενδιάμεσο βήμα, ενταγμένο σε έναν ευρύτερο ορίζοντα που να φτάνει ως τις επόμενες εθνικές εκλογές. Εχω την εντύπωση ότι ο πολιτικός χρόνος θα τρέξει με δραματική ταχύτητα.

• Μπορεί ένα νέο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο, με δεδομένο ότι έχει ήδη δημιουργηθεί το δίπολο Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ;

Ο όρος «σοσιαλδημοκρατικό» περιέχεται αλλά δεν εξαντλεί την ιδεολογική–πολιτική φυσιογνωμία του χώρου που αναφερόμαστε. Ούτε βεβαίως περιγράφει τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτά όμως είναι άλλη συζήτηση. Ναι, πιστεύω όχι μόνο ότι υπάρχει χώρος, αλλά υπάρχει αίτημα και ανάγκη συγκρότησης ενός τρίτου πόλου. Το νέο κομματικό σύστημα δεν έχει παγιωθεί, οι πολίτες δεν έχουν ακόμα ταυτιστεί με τα κόμματα που ψήφισαν, το δίπολο Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να εκπροσωπήσει μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας και, επιπλέον, ο μεταξύ τους κομματικός ανταγωνισμός αναπαράγει ήδη απελπιστικά όλα τα «τερτίπια» του παρελθόντος. Θέλω να το τονίσω με έμφαση. Υπάρχει σοβαρό ποσοστό πολιτών που ταυτίζεται ιστορικά, ιδεολογικά, πολιτικά με μια πλουραλιστική, φιλοευρωπαϊκή, προοδευτική δημοκρατική παράταξη, πολύ περισσότερο από ό,τι με τα κόμματα που κινούνται στον χώρο της. Αυτή η ταυτότητα της παράταξης είναι σήμερα πιο έντονη από την ταυτότητα των κομμάτων. Αυτή την παραταξιακή ταυτότητα κινητοποιεί η έκκληση των «58», και γι’ αυτό έχει ανταπόκριση.

• Γιατί στο κείμενο των «58» χαρακτηρίζετε τον ΣΥΡΙΖΑ «νεοκομμουνιστικό μόρφωμα»; Σας έχουν καταλογίσει ότι δεν τηρείτε ίσες αποστάσεις με την αξιωματική αντιπολίτευση στην παρέμβασή σας, σε αντίθεση με τη Ν.Δ. και τις πολιτικές της...

Δεν ξέρω πού είδατε τον χαρακτηρισμό «νεοκομμουνιστικό μόρφωμα» για τον ΣΥΡΙΖΑ. Οχι, πάντως, στο κείμενο των «58», απλούστατα γιατί δεν υπάρχει. Αυτό που υπάρχει είναι η οριοθέτηση του τρίτου πόλου με τη φράση «ούτε Δεξιά, ούτε νεοκομμουνιστική αριστερά». Και οι δύο είναι όροι ιδεολογικοί και όχι ονόματα κομμάτων. Επί της ουσίας τώρα. Στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν δυνάμεις, περισσότερες είναι αλήθεια στην εκλογική του βάση παρά στο στελεχικό δυναμικό, που κινούνται στο πλαίσιο του δημοκρατικού σοσιαλισμού και του προοδευτικού ευρωπαϊσμού. Η δημιουργία μιας υπολογίσιμης Κεντροαριστεράς θα ενίσχυε αυτές τις δυνάμεις και θα έδινε ειρμό στην επιδίωξη της ηγεσίας Τσίπρα να μετασχηματίσει τον ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα εξουσίας. Αλλιώς, η «προσαρμογή» θα έχει τη σφραγίδα του οπορτουνισμού και της προγραμματικής σύγχυσης που προοιωνίζεται μια καταστροφική διακυβέρνηση. Δεν μπορεί π.χ. η προοπτική των συμμαχιών να είναι ο Καμμένος. Πέρα όμως από τον ΣΥΡΙΖΑ, η συγκρότηση ενός ισχυρότερου τρίτου πόλου θα ενισχύσει και τις κεντροδεξιές φιλελεύθερες δυνάμεις στο εσωτερικό τη Ν.Δ. που σήμερα περιθωριοποιούνται λόγω του βάρους της Ακροδεξιάς. Μιλώντας με όρους στρατηγικής, δηλαδή απλώνοντας τη ματιά πέρα από τις έκτακτες εθνικές συνθήκες που γεννά η ανάγκη παραμονής στην ευρωζώνη, η συγκρότηση της δημοκρατικής προοδευτικής παράταξης αποτελεί την καλύτερη απάντηση στο ενδεχόμενο μιας δεξιάς ηγεμονίας.

• Αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα ή όχι για τη σύσταση ενιαίου κεντροαριστερού κόμματος η συγκυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με την Κεντροδεξιά;

Τις πολιτικές συγκυρίες δεν τις επιλέγεις. Δρας μέσα σε αυτές. Σήμερα κανείς δεν έχει συμφέρον από την πολιτική αστάθεια και νέες εκλογές. Ούτε η Ελλάδα, ούτε η κυβέρνηση, αλλά ούτε και οι αριστερές αντιπολιτεύσεις. Το ΠΑΣΟΚ κατεξοχήν υφίσταται σήμερα την πρέσα των έκτακτων συνθηκών. Γι’ αυτό όμως πιστεύω ότι πρέπει να αντιστρέψει το πρόβλημά του. Εχει έναν επιπλέον λόγο να επιταχύνει την εμπλοκή του σε μια ανασυγκρότηση του χώρου, ενταγμένη στην προοπτική των εθνικών εκλογών, με συστηματική προσπάθεια ανάδειξης νέων ανθρώπων. Θα έλεγα «όλοι μαζί, και με το ΠΑΣΟΚ, πέρα από το ΠΑΣΟΚ». Αυτή είναι η άποψή μου, αυστηρά προσωπική, και προφανώς δεν εκφράζει το σύνολο των «58».

Saturday, November 2, 2013

Σπύρος Λυκούδης: "Να ξαναδούμε τα ζητήματα"

Ομιλία του Γραμματέα της ΔΗΜΑΡ Σπύρου Λυκούδη στην Κ.Ε._2.11.2013
Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Καταρχήν, πριν μπω στα θέματα των Θέσεων,

1) Αυτή την περίοδο λέγονται και γράφονται σε ρεπορτάζ στις εφημερίδες διάφορα πράγματα που αφορούν σε μένα. Αναδιατυπώνονται απόψεις δικές μου μέσα όμως από την κρίση, την εκτίμηση ή τη φαντασία του δημοσιογράφου που τα υπογράφει. Δεν κακίζω κανέναν, άλλωστε βασικά δεν είναι δημοσιεύματα αρνητικά για μένα, απλώς κάποια από αυτά παράγουν αρνητική εικόνα για την συνοχή του κόμματος.

Θα σας πω, λοιπόν, για να κλείσω αυτό το θέμα και να μην ξανασχοληθώ με ό,τι κι αν γράφεται. Εγώ έχω σχέση με όσα εγώ λέω και γράφω (και όσα έχω πει ή έχω γράψει τα υποστηρίζω απολύτως) και όχι με όσα γράφει ο οποιοσδήποτε ότι λέω ή σκέφτομαι.

2) Είμαστε σε διαδικασία συνεδρίου, σε κορυφαία, δηλαδή, διαδικασία κομματική. Τώρα όχι απλώς δικαιούμαστε να μιλάμε καθαρά και ανοιχτά αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να το κάνουμε. Όποιος κρύβεται πίσω από οποιαδήποτε σκοπιμότητα και δεν μιλάει στο Συνέδριο ή μιλάει καλυμμένα, αυτός κάνει κακό στο κόμμα.

Από αυτή την ελεύθερη ανταλλαγή απόψεων, το κόμμα όχι μόνο δεν κινδυνεύει αλλά θα βγει πιο δυνατό.

Είμαι απολύτως βέβαιος ότι κανένας διχασμός δεν θα υπάρξει και ούτε ίχνος κινδύνου για τη συνοχή του κόμματος.

Αποκρούστε και απομονώστε, λοιπόν, οποιονδήποτε φανατικό ή ανόητο προσπαθεί να σας φοβίσει επικαλούμενος διασπάσεις, σχέδια, συνωμοσίες κατά του προέδρου κ.τλ.

Αυτά είναι τα όπλα όσων δεν έχουν ούτε άποψη, ούτε πολιτική κρίση, ούτε επιχειρηματολογία και το μόνο που ξέρουν είναι μια πολιτική συκοφαντία με ρίζες στο σκοτεινό παρελθόν της Αριστεράς.

Το κόμμα θα μείνει απολύτως ενωμένο αλλά ζωντανό. Δεν θα το κάνουν μουγκό οι φοβισμένοι.

3) Στηρίζω τον Πρόεδρο, στηρίζω τον Φώτη.

Όχι μόνο για το αυτονόητο, για λόγους δηλαδή προσωπικούς, συναισθηματικούς.

Τον στηρίζω για λόγους πολιτικούς, επειδή είναι κεφάλαιο για το κόμμα και τον τόπο. Η δική μου στήριξη έχει δικό της χαρακτήρα, γιατί τον στηρίζω με τις απόψεις μου και όρθιος.

Τώρα μπαίνω στις Θέσεις. Έχω τώρα πια πολλά χρόνια στην Αριστερά. Έχω κάνει πολλά συνέδρια, τα περισσότερα δύσκολα.

Η εμπειρία μου λέει πως όλα θα πάνε καλά. Μια μόνο προϋπόθεση: Ψυχραιμία.

Το 2005, το Φλεβάρη, ο Γιώργος Παπανδρέου έκανε άλλη μια από τις συνήθεις πασοκικές προτάσεις διαλόγου και συνεργασίας προς τον τότε ΣΥΝ. Ο ΣΥΝ αρνήθηκε κι όταν, μερικές μέρες αργότερα, με ρώτησε η Βούλα Κεχαγιά γι΄αυτό (ΤΑ ΝΕΑ _20 ερωτήσεις_ 1.2.2005) απάντησα:

«Ο ΣΥΝ έχει κακοπάθει στο παρελθόν από «προτάσεις διαλόγου» που είχαν στόχο την αφαίμαξή του. ‘Έτσι εξηγούνται και δικαιολογούνται οι άμυνές του απέναντι στο ΠΑΣΟΚ.

Όμως η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση. Με αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στις ιδέες του, ο ΣΥΝ να αποδείξει ότι είναι το κατ’ εξοχήν κόμμα του διαλόγου. Γιατί ο ΣΥΝ έχει αύριο, αν κοιτάξει στο αύριο. Η στροφή προς τα πίσω δεν είναι «αριστερή».

Αυτό λέω και τώρα, στη ΔΗΜΑΡ, στο κόμμα μου.

Στην ίδια δημοσιογράφο και εφημερίδα (Τα ΝΕΑ_12.1.2009), όταν το Γενάρη του 2009 με ρώτησε πάλι το γνωστό, επαναλαμβανόμενο ερώτημα, αν τίθεται θέμα συνεργασίας του ΣΥΝ με το ΠΑΣΟΚ, απάντησα:

«Η μόνη στρατηγική που δίνει ελπίδες στους πολίτες και προοπτική στη χώρα είναι η προγραμματική σύγκλιση και συνεργασία των ευρύτερων δυνάμεων του δημοκρατικού σοσιαλισμού». Αυτό λέω και τώρα σε σας.

Αυτά πίστευα σύντροφοι, αυτά πιστεύω και τώρα.

Και δεν τα επινόησα εγώ, είναι το πολιτισμικό και πολιτικό στίγμα της Ανανεωτικής Αριστεράς, η κουλτούρα διαλόγου, οι συνεργασίες, η προσέγγιση της πολιτικής και των ευκαιριών με θετική διάθεση, η λογική επεξεργασία των προτάσεων.

Δεν ήταν και δεν είναι η δική μας Αριστερά ετεροκαθοριζόμενη και φοβισμένη. Είναι αυτόφωτη, τολμηρή, με λόγο αλήθειας, κι ας είναι δυσάρεστος.

Και με εσωκομματική δημοκρατία.

Όταν οι άλλοι εξέλεγαν δια βοής αρχηγό, εμείς είχαμε τάσεις θεσμοθετημένες. Γι’ αυτό δεν διανοήθηκα ποτέ ότι άνθρωποι της ανανεωτικής αριστεράς, στο δικό μας κόμμα, θα επιχειρούσαν τακτικές σιωπητηρίου ή θα εφεύρισκαν θεωρίες συνωμοσίας και εσωτερικούς εχθρούς. Δεν διανοούμαι και σήμερα, που όλα αυτά φτάνουν στ΄ αυτιά μου, ότι υπάρχει έστω και ένας ανόητος εδώ μέσα, τόσο ανόητος που να θεωρεί αντίπαλο το Λυκούδη, ή- το άκουσα κι αυτό-υπηρέτη άλλων σχεδίων.

Όσοι επιθυμείτε, συντρόφισσες και σύντροφοι, και αντέχετε να παραμείνετε στην Ανανεωτική Αριστερά αυτό να αποκρούετε πρώτο. Την παραχάραξη του πολιτικού της ήθους, τη σπίλωση του πολιτικού πολιτισμού μας. Με παρηγορεί βέβαια το γεγονός ότι οι ψίθυροι και η λασπολογία προέρχονται κυρίως από συντρόφους που γνώρισαν μεγάλοι τον πολιτισμό της Ανανεωτικής Αριστεράς. Αλλά με ανησυχεί πολύ το ότι δεν έχουν ακόμη εγκλιματιστεί.

Λοιπόν, σύντροφοι, να εξηγηθούμε καθαρά. Εγώ επιμένω στις απόψεις και την στρατηγική, που είχαμε απ΄ τη γέννησή μας.

Μ΄ αυτήν την αντίληψη περί συνεργασιών και συνευθύνης για τη σταθεροποίηση της χώρας πορευόμασταν όλοι μαζί μέχρι τον Ιούνιο. Επί τη βάσει αυτής ήμασταν πρόθυμοι να συνεργαστούμε αμέσως μετά τις εκλογές του περυσινού Μαΐου με τον ΣΥΡΙΖΑ, αυτός δεν ήθελε, επί τη βάσει αυτής της αναγνώρισης της ανάγκης συνεργασιών, μπήκαμε στην κυβέρνηση.

Και μετά τις δεύτερες, του Ιουνίου, δεν ήταν βέβαια η αποδοχή του Σαμαρά και του Βενιζέλου που μας οδήγησε στη συγκυβέρνηση. Ήταν η ανάληψη της ευθύνης που μας αναλογούσε, να δώσουμε λύση στο κυβερνητικό πρόβλημα της χώρας, να εδραιώσουμε τη θέση μας στην Ευρωζώνη και να αποτελέσουμε ανάχωμα στην θύελλα.

Και τα καταφέραμε. Και θα τα καταφέρναμε ακόμη περισσότερο αν είχαμε τόλμη, επιμονή και υπομονή παραπάνω.

Τι δεν ξέραμε, συντρόφισσες και σύντροφοι, τον Ιούνιο του 2012 για τον Σαμαρά και το Βενιζέλο, που το μάθαμε τον Ιούνιο του 2013; Δεν ξέραμε από ποιες μήτρες πολιτικές προέρχονται; Τους χαρακτήρες, τις αμαρτίες που κουβαλούν; Ή είχαμε κάποιο λόγο να πιστεύουμε πως η συνεργασία θα ήταν εύκολη ή ότι θα είχαμε το πάνω χέρι; Εμείς δε λέγαμε, ξανά και ξανά, ότι στη χώρα μας δεν υπάρχουν κουλτούρα και θεσμοί συνεργασιών; Εμείς δε λέγαμε πως, παρά τις μικρές μας δυνάμεις, ο λαός ωφελήθηκε από την παρουσία της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση;

Προσωπικά είμαι απολύτως βέβαιος γι΄αυτό. Προσφέραμε στον τόπο, με τη συμμετοχή μας στην κυβέρνηση, πολύ περισσότερα απ΄όσα αναλογούσαν στο εκλογικό μας μπόι.

Για να δούμε πώς αντιμετωπίζουν οι Θέσεις το ζήτημα αυτό αλλά και τα υπόλοιπα.

Το κείμενο των Θέσεων είναι η αποθέωση των αντιφάσεων. Δεν φταίνε οι συγγραφείς. Η σημερινή πολιτική μας είναι αντιφατική, γι΄ αυτό και κάθε σελίδα του κειμένου αμφισβητεί κρίσεις της προηγούμενης σελίδας.

Περιγράφουμε στις πρώτες σελίδες την περίοδο της συγκυβέρνησης ως περίπου κόλαση για την κοινωνία, και αμέσως μετά δεχόμαστε ότι αυτή η φάση κράτησε τη χώρα στο Ευρώ την αναχρηματοδότησε και την έσωσε από τη χρεοκοπία.

­­­­­­­­­­­­Στην σελίδα 4 του κειμένου των θέσεων αναγνωρίζουμε μια ανεκτή συμπόρευση με τη ΝΔ στην α΄φάση, («Η Νέα Δημοκρατία λειτούργησε στην πρώτη φάση στη βάση της κοινής προσπάθειας για την επίτευξη συμφωνίας για παραμονή στο ευρώ και συνέχιση της χρηματοδότησης») αλλά την κατηγορούμε ότι «δεν έδωσε βάθος στη στρατηγική της επαναδιαπραγμάτευσης».

Αναρωτιέμαι, με δεδομένη τη σαφή ανακοίνωση του Γιούρογκρουπ το Δεκέμβρη του 2012, περί επανεξέτασης μετά την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος στις αρχές του 2014, με τις γερμανικές εκλογές προ των πυλών, τι εννοούμε με τις λέξεις «βάθος στη στρατηγική διαπραγμάτευσης» και σε ποιο χρόνο αναφερόμαστε. Διότι στις θέσεις μας λίγο παρακάτω, στη σελ. 14, αναγνωρίζουμε ότι ο συμφωνημένος χρόνος της επαναδιαπραγμάτευσης, θα είναι το 2014, αναφέροντας «μετά τη λήψη των οριστικών αποφάσεων για το χρέος θα δημιουργηθούν νέα θετικά δεδομένα.»

Έρχομαι παρακάτω σε μια αποστροφή των θέσεων, η οποία θεωρώ ότι είναι το Βατερλώ της λογικής. Προσπαθώντας να εξηγήσουμε τα ανεξήγητα, δυναμιτίζουμε την αξιοπιστία μας.

Το ΠΑΣΟΚ, λέμε μετά την πρώτη φάση «στο όνομα της πολιτικής σταθερότητας υιοθέτησε τη λογική ενός κυβερνητισμού που ακύρωνε τη δημιουργία ενός δυνάμει προοδευτικού πόλου στα πλαίσια της συγκυβέρνησης». Έτσι ακριβώς γράφει.

Θεωρούμε δηλαδή Α) ότι μπορούσε να δημιουργηθεί ένας προοδευτικός πόλος μαζί του και όσο συνυπήρχαμε στην κυβέρνηση Β) ότι το ΠΑΣΟΚ ακύρωσε τη δυνατότητα της δημιουργίας του προοδευτικού πόλου.

Με ποιες πράξεις ακυρώθηκε και πώς, σύντροφοι;

Τέλη Μαΐου, καταθέσαμε το αντιρατσιστικό του Ρουπακιώτη. Παρά το ότι είχε ήδη καταθέσει προ μηνών δικό του αντιρατσιστικό, το ΠΑΣΟΚ συντάχθηκε μαζί μας, χωρίς αστερίσκους, πίσω από την πρωτοβουλία Ρουπακιώτη- Κουβέλη.

Και τι μας έλεγε τότε ο ΣΥΡΙΖΑ; Φέρτε το, θα το ψηφίσω κι εγώ. Και τι έκανε μόλις το φέραμε; Έφερε κι εκείνος ένα, για να σιγουρέψει το αδιέξοδο!

Να θυμίσω ότι μαζί με το ΠΑΣΟΚ, οι δυο κοινοβουλευτικές ομάδες και ηγεσίες καταθέσαμε 15 μέρες μετά το αντιρατσιστικό, μέσα Ιουνίου, την ακύρωση της ΠΝΠ για την ΕΡΤ; Το ΠΑΣΟΚ, για δεύτερη φορά μέσα σε 20 μέρες, συντάχθηκε πίσω από τις πρωτοβουλίες Κουβέλη.

Αποδοχή ή όχι της υπεροχής μας;

Καμιά σημασία δεν έχει τι κάνει σήμερα μ΄αυτό το θέμα, αφού έχει παραμείνει στην κυβέρνηση χωρίς εμάς. Και δεν είναι πολύ γενναίο να λέμε «για να δούμε τώρα τι θα κάνει το ΠΑΣΟΚ με την ΠΝΠ, θα την ψηφίσει;» όταν εμείς έχουμε την άνεση να πράξουμε όπως θέλουμε αφού είμαστε εκτός Κυβέρνησης..

Συνεχίζω υπενθυμίζοντας σύντροφοι και τη φράση που αποδόθηκε στον Βενιζέλο εκείνη την περίοδο «ό,τι πει ο Κουβέλης». Να υπενθυμίσω επίσης και το κλίμα στην τελευταία σύσκεψη του ηγετικού επιτελείου μας, στην τελευταία στην οποία συμμετείχα εγώ, το πρωί πριν την τελευταία συνάντηση των 3 αρχηγών στο Μαξίμου.

Αυτήν την Πέμπτη του περασμένου Ιουνίου, θυμάστε σύντροφοι, τη βεβαιότητα όλων σας, πλην εμού, πως ο Βενιζέλος ό,τι κι αν πούμε, θα ακολουθήσει; Και ότι ο Σαμαράς θα μας τα δώσει όλα; Έχει κάνει, έστω κι ένας αυτοκριτική για εκείνο το τραγικό πρωινό της Πέμπτης και να παραδεχτεί «ναι, έπεσα έξω στις εκτιμήσεις μου».

Στα μέσα Μαΐου ο Φώτης δήλωνε (14 Μαΐου): «Οι θετικές παραδοχές της Κομισιόν για τη δημοσιονομική προσαρμογή σε συνδυασμό με την έγκριση της ευρωζώνης για την καταβολή διπλής δόσης ύψους 7,5 δις ευρώ επιβεβαιώνουν ότι η χώρα αρχίζει να βρίσκεται σε σταθερή πορεία εξόδου από την κρίση. ……Οι επόμενοι στόχοι της κυβέρνησης πρέπει να είναι η ανάπτυξη και η προστασία των στρωμάτων εκείνων που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση. Όχι με λόγια, αλλά με πράξεις».

Μπορείτε να φανταστείτε, τι θα συνέβαινε στο Κοινοβούλιο, αν παραμέναμε στην κυβέρνηση για 2-3 μήνες ακόμα; Θα στριμώχναμε το Σαμαρά. Απ΄ τη μια εκείνος κι απ΄ την άλλη όλοι οι άλλοι. Αλλά θα στριμώχναμε και τον ΣΥΡΙΖΑ και υπό μία έννοια θα τον βοηθούσαμε, θα ‘λεγα.

Διότι ήταν η στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να επιλέξει ανάμεσα στην επαναστατική ρητορική του δρόμου και στη στροφή σε θεσμικές, κοινοβουλευτικές συνεργασίες.

Δεν είμαι σίγουρος τι θα επέλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ, είμαι όμως σίγουρος ότι είχαμε ένα καλό χαρτί και πήγαμε πάσο. Γι΄αυτό δεν δικαιούμαστε, όσο και να μην γουστάρουμε το ΠΑΣΟΚ, να φορτώνουμε εδώ κι εκεί και τα δικά μας λάθη.

Και όποιος θέλει να ψιθυρίζει δεξιά αριστερά διάφορες κακοήθειες, ας έρθει να μου πει τι κερδίσαμε (εκτός από την ησυχία μας) κι εμείς και ο λαός μας, όταν φύγαμε, όπως φύγαμε από την κυβέρνηση.

Χάσαμε τα 2/3 της εκλογικής μας δύναμης μέσα σε 2 εβδομάδες, και εδώ και 4 μήνες μειώνεται κάθετα η επιρροή μας, σας το ξαναλέω, όχι επειδή γενικώς αποχωρήσαμε από την Κυβέρνηση, αλλά επειδή το κάναμε, με λάθος τρόπο, σε λάθος χρόνο και για λάθος αφορμή.

Τον λάθος χρόνο και τον λάθος τρόπο σάς τον εξήγησα παραπάνω. Τη λάθος αφορμή την αποδεικνύει το γεγονός ότι η λέξη ΕΡΤ δεν βρίσκεται ούτε σαν αναφορά στο κείμενο των θέσεων. Σαν να θέλουμε να ξεχαστεί κι από μας κι απ΄ την Ιστορία.

Ή μήπως δεν ήταν η ΕΡΤ η αφορμή; Ούτε καν η σταδιακή διολίσθηση της ΝΔ σε εθνικιστικά κ.ά που λέμε στις θέσεις; Διότι τότε θα φεύγαμε στο αντιρατσιστικό.

Εγκαταλείψαμε την προσπάθεια ακριβώς τη στιγμή που άρχιζε να μορφοποιείται με καλές προϋποθέσεις, με τον καλύτερο για μας τρόπο, εν τοις πράγμασι, η δημιουργία του προοδευτικού πόλου. Με τη ΔΗΜΑΡ στα χείλη όλου του κόσμου και τον Κουβέλη αδιαμφισβήτητο ηγέτη. Τα ξεχνάτε;

Δεν είναι όμως τελικά η αποχώρηση το ζήτημα. Γι΄ αυτό εγώ δεν έμεινα σ΄ αυτό το θέμα παρά μόνο με τρεις φράσεις κριτικής τον Ιούνιο.

Αυτό που ακολούθησε όμως την αποχώρηση ήταν χειρότερο.

Αμέσως μετά, αφού επιλέξαμε να εγκαταλείψουμε το προκεχωρημένο φυλάκιο, επιδοθήκαμε σε πανικόβλητο πόλεμο ανακοινώσεων στα μετόπισθεν.

Επιλέξαμε, σε πέντε ώρες, να γκρεμίσουμε ό,τι χτίζαμε κάθε μέρα επί ένα χρόνο. Τώρα ξέρουμε εκ πείρας αυτό που ήταν εντελώς σαφές και εκ των προτέρων.

Η αποχώρησή μας από την κυβέρνηση όπως έγινε δεν έβλαψε τη ΝΔ, το ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ ή το ΚΚΕ. Μόνο εμάς.

Η γραμμή που ακολουθούμε έκτοτε, πολιτικά είναι αμφίθυμη και επικοινωνιακά ενοχική και δυσδιάκριτη. Αναποτελεσματική. Κι αυτό, όσοι μας ψήφισαν τον Ιούνιο του 2012, δεν μας το συγχωρούν.

Υπάρχει κανείς, είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί μαζί μου, που πιστεύει ότι η ΔΗΜΑΡ κέρδισε κάτι από την τακτική αυτή; Κέρδισαν βέβαια την ισορροπία τους όσοι εξ ημών λένε «ουφ, ανακουφίστηκα με την έξοδο» αλλά η ανακούφιση, και συγγνώμη δηλαδή, δεν είναι πολιτική.

Θα μου πείτε δεν πειράζει, παροδικό το κακό, θα΄ ρθουν άλλοι πολίτες, άλλες συλλογικότητες κοντά μας… Από πού, σύντροφοι; Πότε; Και γιατί σε μας;

Έχουμε μπροστά μας ευρωεκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ προχωράει με τον αέρα του λαϊκισμού και το αυξημένο κύρος της υποψηφιότητας Τσίπρα.

Η ΝΔ θα παίξει το χαρτί της αποφασιστικότητας, των μεταρρυθμίσεων, της σταθεροποίησης της χώρας εντός ευρωζώνης και ό,τι άλλο θετικό προκύψει – αν προκύψει- την άνοιξη στα θέματα ελάφρυνσης του χρέους, μαζί με την αβάντα της ελληνικής προεδρίας. Κάτι θα τα πιστωθεί και το ΠΑΣΟΚ. Και ο Βενιζέλος, ενδεχομένως να πιστωθεί στον δημοκρατικό κόσμο και ο ίδιος μια επιτυχία σ΄ένα αγκάθι που μας βασανίζει χρόνια, το Μακεδονικό.

Ίσως πιστωθεί και κάτι άλλο. Ότι συνδιαλέγεται, ότι αντέχει το κυβερνητικό φορτίο.

Δεν θα πάει βέβαια μακριά το ΠΑΣΟΚ, γιατί ο κόσμος δεν το τιμά με εμπιστοσύνη. Αλλά με μας τι θα γίνει;

Δείτε τι συνέβη με την πρωτοβουλία των 58. Επί 10 μήνες συζητούσαμε με πολλούς από εκείνους, πρόσωπα και συλλογικότητες, που αποδέχθηκαν αμέσως την πρόσκληση. Επί 10 μήνες μαζί τους συζητούσαμε. Και δεν αποφασίζαμε. Για ποιους και πότε αποφασίσαμε αμέσως, σε ώρες; Για τον Λοβέρδο και τον Καστανίδη, όταν έπρεπε βιαστικά να παρουσιάσουμε κάτι..

Καλά κάναμε, ευπρόσδεκτοι λέω εγώ, αλλά… Δεν υπάρχει ένα «αλλά», σύντροφοι;

Όλοι αυτοί με τους οποίους συζητούσαμε επί 10 μήνες ήσαν άνθρωποι του Βενιζέλου; Γι΄ αυτό καλωσόρισαν την πρόσκληση των 58;

Προφανώς όχι, γιατί οι πόρτες του ΠΑΣΟΚ ήταν ανοιχτές, τα προσκλητήρια συνεχή αλλά δεν προσέρχονταν οι προσκεκλημένοι. Διότι, όπως κι εμείς, έτσι κι εκείνοι έχουν επιφυλάξεις για τον Βενιζέλο, δεν θέλουν να μοιραστούν τις αμαρτίες του ΠΑΣΟΚ, απορρίπτουν το «όλοι μαζί πασοκ».

Γιατί η συζήτησή μας με τον κόσμο αυτόν δεν προχωρούσε; Δεν μας θεωρούσαν τους πιο αξιόπιστους συνεργάτες για την Κεντροαριστερά, το ιδανικό άφθαρτο όχημα ανασύνταξης του χώρου; Δεν μας έδιναν την εμπιστοσύνη τους; Γιατί γυρίζαμε την πλάτη;

Γιατί δεν ξέραμε, λέω εγώ, ακριβώς τι θέλαμε, συντρόφισσες και σύντροφοι! Και θα σας φέρω κι άλλα παραδείγματα.

Είχαμε στο τσεπάκι μας τη θετική διάθεση των σοσιαλιστών δημοκρατών και τη στήριξή τους για τη ΔΗΜΑΡ από πέρυσι. Κι όχι μόνο.

Ακόμη κι ο οικολόγος κον Μπετίτ, όταν ήρθε στην Ελλάδα πέρυσι, δήλωσε πως το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα είναι ο Κουβέλης.

Ο Κουβέλης της τόλμης και της αυτοπεποίθησης, προσθέτω εγώ.

Πόσες φορές είδε ο Πρόεδρος την ηγεσία του SD;

3 φορές, 5 συναντήσεις, σε 10 μήνες.

4.6.2012 στις Βρυξέλλες συναντάται με Σουλτς και Σβόμποντα.

29. 10. 2012 συναντάται με Σβόμποντα στη Βουλή και

18.4.2013 ξανασυντάται με Σουλτς και Σβόμποντα στις Βρυξέλλες.

Συνομιλούμε, λοιπόν, με την ηγεσία των ευρωπαίων σοσιαλιστών δημοκρατών, μας διαβεβαιώνουν για τη στήριξή τους και τη διάθεση συνεργασίας από τη μεριά τους. Εμείς αδρανούμε! Στο συρτάρι ο φάκελος επί 1,5 χρόνο τώρα! Δεν βρήκαμε χρόνο να συζητήσουμε σε ποια πολιτική ομάδα του ευρωκοινοβουλίου θα υποβάλουμε αίτημα ως παρατηρητές και, αν μας αρέσει κι όταν εκλέξουμε ευρωβουλευτές, να συνεργαστούμε.

Θα μου πείτε, δεν δικαιούμαστε, βρε Σπύρο, να είμαστε αναποφάσιστοι;

Ναι, δικαίωμα στην σκέψη και στην αμφιβολία έχουμε. Δικαίωμα στην αδράνεια δεν έχουμε. Αν χρειάζομαι 5 ώρες για ν΄ αποφασίσω αν θα μπω ή αν θα φύγω από την κυβέρνηση κι ενάμιση χρόνο να αποφασίσω με ποια ευρωπαϊκή πολιτική οικογένεια συγγενεύω, τότε έχω δυσεπίλυτο πρόβλημα ταυτότητας και στρατηγικής. Αν χρειάζομαι 10 μήνες για να αποφασίσω αν μου ταιριάζει ο Μπένος, ο Γιαννίτσης,ο Μόσιαλος, η Διαμαντοπούλου, αλλά αποφασίζω σε 2 μέρες ότι μου ταιριάζουν κάποιοι άλλοι, και καλά κάναμε ξαναλέω, έχουμε πάλι πρόβλημα. Ταυτότητας και προσανατολισμού.

Έρχομαι τώρα σε μια άλλη αμαρτωλή λεπτομέρεια των σχεδίων που εξυφαίνουν εναντίον μας οι … απανταχού εχθροί της ΔΗΜΑΡ.

Πολλοί σύντροφοι θεωρούν την πρόσκληση των 58 αντίπαλο σχέδιο.

Όχι, σύντροφοι, η ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς δεν είναι αντίπαλο σχέδιο. Είναι το δικό μας σχέδιο. Από χρόνια πολλά. Από τα χρόνια που ασφυκτιούσαμε στο Συνασπισμό με τους ναρκισσιστές της επανάστασης.

Υποστηρίξτε ότι η πρωτοβουλία των 58, που εντάσσεται ολοφάνερα στην ίδια στρατηγική με τη δική μας, δεν μας αρέσει γιατί περιλαμβάνει το ΠΑΣΟΚ. Μάλιστα, αυτό έχει λογική! Αλλά η επαναλαμβανόμενη καραμέλα για το αντίπαλο σχέδιο πού κολλάει;

Εκτός αν οι λέξεις πολιτικό στρατηγικό σχέδιο, έχουν χάσει για κάποιους το νόημά τους.

Αντίπαλο σχέδιο, συντρόφισσες και σύντροφοι, είναι αυτό που οδηγεί σε ασφυξίες τη ΔΗΜΑΡ. Αντίπαλο σχέδιο είναι αυτό που οδηγεί σε αδιέξοδα, σε αναγκαστικούς μονόδρομους και ήττες. Εμείς είχαμε μέχρι πρόσφατα σχέδιο και σαφές, που δεν αναπτύσσονταν μόνο στις δηλώσεις μας και στις αποφάσεις του κόμματος. Προέκυπτε καθαρά από το λόγο και τις επαφές του Προέδρου..

Βέβαια δεν υπηρετήθηκε πάντα με τόλμη και αυτοπεποίθηση. Στην πράξη υπερίσχυσε πολλές φορές η αποφυγή της συζήτησης, της ευθύνης να πάρουμε θέση, της ευθύνης δέσμευσης.

Αυτή όμως τη συζήτηση περί συνεργασίας, τη σύμπραξή μας εντός κυβέρνησης, τις επαφές του Προέδρου με τους σοσιαλιστές, διανοήθηκε κανείς ποτέ να τις αποκαλέσει αντίπαλο σχέδιο; Γιατί, τώρα, που πλησιάζουν οι ευρωεκλογές και το ζήτημα τίθεται από κάποιους, έτσι όπως βρε αδελφέ πιστεύουν, θεωρήθηκε τέτοιο;

Να λέμε «δεν μας αρέσει», εντάξει. Η αθλιότητα ότι υπηρετούν σχέδιο διάλυσης της ΔΗΜΑΡ από πού προκύπτει; Μήπως, κάπως έτσι, οποιαδήποτε συζήτηση συνεργασιών στο μέλλον υπάρχει κίνδυνος να αποτελεί σχέδιο διάλυσης της ΔΗΜΑΡ, αν δεν μας αρέσει;

Ας δούμε τώρα ποιο λέμε πως είναι το τωρινό δικό μας σχέδιο για την Κεντροαριστερά.

Αφού, μεθοδικά, σιωπηλά στην αρχή και δια της παραλείψεως, στεντορείως και δια της πράξεως στη συνέχεια, κλωτσήσαμε όλες τις ευκαιρίες διαλόγου και συνεννόησης και απομακρύναμε τις μεταρρυθμιστικές συλλογικότητες που προέκυψαν από τη διάσπαση του ΠΑΣΟΚ,

Αφού απορρίψαμε πρόσφατα όχι μόνο τη δυνατότητα αλλά και την πιθανότητα, θέτοντας ως προϋπόθεση διαλόγου με το ΠΑΣΟΚ - διαλόγου επαναλαμβάνω, όχι συνεργασίας- αυτήν που επί 1 χρόνο έθετε και ο ΣΥΡΙΖΑ προς εμάς: να εγκαταλείψει την κυβέρνηση,

(Αλήθεια, αναρωτιέμαι αν εγκατέλειπε αύριο το ΠΑΣΟΚ την κυβέρνηση ανταποκρινόμενο στην άποψή μας, με τις εκλογές που θα προέκυπταν και τις οποίες κατά κόρον διακηρύσσουμε ότι δεν θέλουμε, τι θα γινόταν; Ή αν κι αυτό ξεπερνιόταν δια μαγείας, το ΠΑΣΟΚ εκτός κυβέρνησης θα ήταν τότε μαζί μας στο δημοκρατικό μέτωπο; Και οι αμαρτίες του; Ξεπλένονται;

Επαναλαμβάνω: είμαστε η αποθέωση των αντιφάσεων.)

Τώρα, ήσυχα και ταπεινά, διολισθαίνουν οι θέσεις μας σε κορυφαία ζητήματα, όπως η ανάγκη της ισχυρής διαπραγμάτευσης και τα εργαλεία μείωσης του χρέους. Φτάσαμε να εκδώσουμε Δελτία Τύπου 20 μέρες πριν τις γερμανικές εκλογές ζητώντας από τον Σαμαρά ισχυρή διαπραγμάτευση άλλης συμφωνίας !

Όσο συμμετείχαμε στην κυβέρνηση, δε ζητούσαμε αναδιάρθρωση του χρέους του επίσημου τομέα, περιστασιακά λέγαμε ελάφρυνση του χρέους με μείωση επιτοκίων, με αφαίρεση των 50 δις για την ανακεφαλαιοποίηση κ.λπ. Και δεν μιλούσαμε για αναδιάρθρωση, διότι υπήρχε το χρηματοδοτικό κενό 14-16 και διότι αναγνωρίζαμε τη δυσκολία των εταίρων, στα κοινοβούλιά τους κυρίως, να περάσουν την αναδιάρθρωση του χρέους του επίσημου τομέα. Χειριζόμαστε με προσοχή αυτή τη λεπτή θέση κι όχι με τους μαξιμαλισμούς και το λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ.

Πότε μπαίνουμε στο παιχνίδι της διολίσθησης; Τον Αύγουστο! 18 Αυγούστου αρχίζει μια βιομηχανία έκδοσης Δελτίων Τύπου με θέμα τη βιωσιμότητα του χρέους.

Ξέρετε πόσα Δελτία Τύπου εκδώσαμε μόνο μ΄αυτό το θέμα τον Αύγουστο;

Από 18-26 Αυγούστου εκδώσαμε 6 Δελτία Τύπου (18, 19, 21, 22, 24 και 26 Αυγούστου) επαναλαμβάνοντας με άλλες λέξεις τα ίδια πράγματα. Δείτε τα στην ιστοσελίδα του κόμματος.

20 μέρες πριν τις γερμανικές εκλογές, σε φάση διακοπών, εμείς εκδίδαμε Δελτία Τύπου, για να διατυπώσουμε τις απόψεις μας για τη μείωση του χρέους.

Στην πραγματικότητα αλλάζαμε λεξιλόγιο, το προσαρμόζαμε, λανσάραμε άλλο λεξιλόγιο.

Στην αρχή, στις 18, κάνουμε τη βουτιά στα παγωμένα νερά, λέγοντας τη λέξη αναδιάρθρωση (Η αναδιάρθρωση του χρέους και η μείωση των επιβαρύνσεων του στον κρατικό προϋπολογισμό είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνει αυτό βιώσιμο, γεγονός που θα έχει πολλαπλές θετικές επιπτώσεις). Στις 24 Αυγούστου ζητούμε «την περικοπή μέρους του χρέους και την ελάφρυνση των όρων αποπληρωμής του». Στις 26 πια, μαξιμαλιστικά ζητούμε όλα τα πιθανά εργαλεία : «η ελάφρυνση των επιβαρύνσεων του χρέους με περικοπή μέρους του, χρονική μετακύλιση των ομολόγων, μείωση των επιτοκίων….».

Ωστόσο ακόμη λέμε «περικοπή μέρους του». Όχι «περικοπή του μεγαλύτερου μέρους του», όπως λέει ο ΣΥΡΙΖΑ. Και τον Οκτώβρη κάνουμε την έκπληξη: Τι ζητούμε στις θέσεις του συνεδρίου; «Ουσιαστική μείωση του χρέους και των επιβαρύνσεων του, με συμβολή στην κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού και στη δημιουργία προϋποθέσεων ανάπτυξης.» Διαφέρει η έκφραση «το μεγαλύτερο μέρος του χρέους» από την «ουσιαστική μείωση»;

Και θα μου πείτε, και δικαίως, γιατί, είναι κακό πράγμα η απομείωση του χρέους μας; Όχι, βέβαια σύντροφοι, κι εγώ επιθυμώ πολύ να μας χαρίσουν το μεγαλύτερο μέρος του χρέους, κι από πάνω να συμβάλουν και στην κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού και στη δημιουργία προϋποθέσεων ανάπτυξης.

Είμαι μάλιστα απολύτως βέβαιος ότι το θέλει κι ο Σαμαράς, κι ο Βενιζέλος και όλοι, οι απανταχού Έλληνες, Πορτογάλοι, Ιταλοί, Ισπανοί και Γάλλοι. Αλλά στην πολιτική δεν καταγράφουμε τις επιθυμίες, αλλά ολοκληρωμένες θέσεις, επεξεργασίες. Αλλιώς, ποια είναι η διαφορά από τις λαϊκίστικες, ανεφάρμοστες, μαξιμαλιστικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ;

Σύντροφοι μου, με όλες αυτές τις υπενθυμίσεις, θέλω να σας πω ότι λίγο με νοιάζει τελικά αν υπάρχει, αν έχουμε σχέδιο, ή, απλώς, αν το σχέδιό μας είναι αδιέξοδο. Άλλο φοβάμαι.

Θα σας πω ότι μέσα στην αντιφατικότητά μας διολισθαίνουμε προς άλλες πλευρές και με όρους «αριστερού προσήμου». Εμείς ήμασταν, ως Ανανεωτική Αριστερά, θεσμικοί, υπερασπιστές των νόμων. Θα σας έλεγα μάλιστα πως σ΄ ένα κράτος σαν το δικό μας, αποενοχοποιημένης μικρό και μεγάλο-ανομίας, η υπεράσπιση των νόμων και η τήρησή τους είναι πιο αριστερή θέση και επαναστατική κι από την λεγόμενη πολιτική ανυπακοή. Θέλετε παράδειγμα διολίσθησης;

Στην προσπάθειά μας να ξεχάσουμε την ΕΡΤ που δεν αναφέρουμε στις θέσεις του συνεδρίου, ξεχάσαμε κι αυτή την παράδοσή μας.

Τρεις μήνες τώρα επιβάλαμε εμπάργκο στη Δημόσια τηλεόραση, που γεννήθηκε με ψηφισμένο νόμο και αποτελεί ψηφισμένο και επίσημο φορέα. Δεν τον αναγνωρίζουμε, λέμε, μέχρι να συζητηθεί η πρότασή μας για ακύρωση της ανάγκης που τον γέννησε. Σύμφωνοι, πείτε μου τώρα πού θα πάει αυτή η ιστορία; Τι προτείνουμε τελικά;

Τελειώνω, συντρόφισσες και σύντροφοι, πιο προσωπικά, γιατί λίγο πολύ όλοι γνωστοί είμαστε εδώ μέσα. Δεν είμαστε δα και τόσοι πολλοί.

Αντιλαμβάνομαι ότι πολλοί σύντροφοι, ξεχνώντας τις μαύρες σελίδες της αριστερής ιστορίας, εκπονούν θεωρίες συνομωσίας και εφευρίσκουν προδότες και εχθρούς του κόμματος, με το βλέμμα στραμμένο, κυρίως, στους συσχετισμούς της επόμενης ΚΕ, μετά το συνέδριο.

Αλλά, σύντροφοι, αν δεν περπατήσει το μαγαζί, οι συσχετισμοί είναι αδιάφοροι.

Συντρόφισσες και σύντροφοι, εκπλήξαμε δυσάρεστα τον κόσμο μας, πηγαινοερχόμαστε κατά τη γνώμη μου, έχουμε μια γραμμή με πολλά προβλήματα κι ένα προφίλ αμφίθυμο, χωρίς διακριτό στίγμα.

Στην πολιτική, εκείνοι που αλλάζουν άποψη και στάση οφείλουν να εξηγήσουν γιατί και να πείσουν ότι η αλλαγή δεν συνιστά αδιέξοδο σχέδιο ή σχέδιο άρρητο.

Γιατί και ένα σχέδιο άρρητο, κι εννοώ ένα σχέδιο διαμορφούμενης αλλά μη ομολογημένης πορείας σύγκλισης με τον ΣΥΡΙΖΑ, αυτό που σαφώς σκέφτονται κάποιοι, οδηγεί το κόμμα μας ακριβώς στο ίδιο σημείο: σε καταναγκαστικές επιλογές επιβίωσης λίγο πριν ή μετά τις εκλογές.

Και η επιβίωση, συνήθως, αφορά στα πρόσωπα, όχι στις ιδέες.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Την επιλογή πρέπει να την κάνουμε τώρα. Διότι, αν φτάσουμε στο συνέδριο με ένα ευχολόγιο 100 σελίδων και μόνο αποκλεισμούς και αρνήσεις στη φαρέτρα μας, η Δημοκρατική Αριστερά που ιδρύσαμε θα έχει αλλάξει.

Και μαζί της και η Ανανεωτική Αριστερά, στην οποία επένδυσε ο λαός μας και για την οποία τρέφουν προσδοκίες οι δημοκρατικοί πολίτες που δε βολεύονται με το πελατειακό και διεφθαρμένο παρελθόν.

Κάνω έκκληση, να ξαναδούμε τα ζητήματα.

Προσωπικά δεν αισθάνομαι καθόλου έτοιμος να παραδώσω τα κλειδιά της λογικής, του ήθους και της ιστορίας της Ανανεωτικής Αριστεράς, της Δημοκρατικής Αριστεράς ούτε στο Βενιζέλο, ούτε στον Τσίπρα. Αλλά ούτε και να τα κρεμάσω στον τοίχο. Θέλω να συνεχίσω στο δρόμο που χαράξαμε όλοι μαζί πριν 3 χρόνια. Με τη ΔΗΜΑΡ, όπως την έχω στο νου και στην καρδιά μου.