Monday, July 30, 2018

Η μεγάλη ευθύνη

Του Χ. Γεωργούλα

Τρεις λέξεις βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη: ανάληψη ευθύνης και παραίτηση. Η συχνότητα με την οποία ακούγονται και η ένταση με την οποία απαιτούνται, δείχνουν ότι πρόκειται για την έκφραση μιας ισχυρής βούλησης ή της βούλησης των ισχυρών.
Είναι η γραμμή που, μέχρι στιγμής, θέλουν να επιβάλουν συγκεκριμένα κέντρα, όχι απαραίτητα αμιγώς πολιτικά. Και αξίζει να επισημάνουμε ότι τόσο η πρώτη δήλωση του κ. Μητσοτάκη (που μιλούσε για διαχρονική αδυναμία του κράτους, αλλά και για την ανάγκη ενότητας και αλληλεγγύης και όχι για την απόδοση ευθυνών αυτή την ώρα), όσο και η κίνησή του να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον πρωθυπουργό σηματοδοτούν μια διαφορετική τακτική. Ίσως και εξαιτίας της πεποίθησης ότι θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές.
Οι άλλοι, όμως, επιμένουν και αγωνιούν: ανάληψη ευθύνης και παραίτηση. Αν είναι και ολόκληρης της κυβέρνησης, ακόμα καλύτερα. Γιατί, άραγε, επιμένουν τόσο; Την απάντηση θα τη βρούμε, όταν διαπιστώσουμε ότι ο μύχιος αυτός πόθος τους να ξεμπλέκουν μ΄ αυτή την ασύμμετρη κυβέρνηση έχει εκδηλωθεί πάμπολλες φορές, από την επομένη των εκλογών του 2015 και κάθε φορά που πήγαινε να κλείσει μια αξιολόγηση, αλλά και σε κάθε άλλη ευκαιρία. Και τούτη τη φορά, τα δεκάδες ανθρώπινα θύματα είναι γι΄ αυτούς μια ακόμη ευκαιρία για να εκφράσουν την έμμονη επιθυμία τους. Τίποτε άλλο.

Αν όχι αυτή η κυβέρνηση, ποιος;
Υπερβολή που μαρτυράει εμπάθεια, θα σκεφτεί ίσως κάποιος. Ας το συζητήσουμε. Πόσες φορές μια «ανάληψη ευθύνης» έχει διορθώσει κάποια κακώς κείμενα; Τις πιο πολλές φορές, αν όχι πάντοτε, λειτουργεί σαν άφεση αμαρτιών. Πάντως, την κατάσταση που γέννησε την ευθύνη, δεν τη διορθώνει στο ελάχιστο. Είναι ο καλύτερος τρόπος για να μείνουν ως έχουν τα πράγματα. Το ίδιο και η «παραίτηση». Αυτή, μάλιστα, έχει και το «προσόν» ότι λειτουργεί εξιλεωτικά· και επειδή διαθέτει και συμβολική ισχύ, δεν αποκλείεται να βοηθάει τον παραιτούμενο και το κόμμα του να κερδίσουν πόντους στις εκλογές.
Αυτό δεν σημαίνει ότι κανείς πολιτικός δεν πρέπει να παραιτείται ή και να αποχωρεί από την πολιτική, όταν νιώθει να τον βαραίνει μια σοβαρή ευθύνη. Για τη συγκεκριμένη, πάντως, περίπτωση, το αίσθημα ευθύνης θα έπρεπε να υποχρεώσει τους υπουργούς, τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση στο σύνολό της να κάνουν στους επόμενους μήνες που μένουν από την τετραετία, όσα δεν έγιναν από άλλους επί τέσσερις δεκαετίες στο κρισιμότατο αυτό ζήτημα της προστασίας τόσο του δάσους όσο και της ζωής και της περιουσίας των πολιτών. Τουλάχιστον στο πεδίο της νομοθετικής θωράκισης και των θεσμών.

Ανάληψη μιας άλλης ευθύνης
Αν κάτι έχουμε καταλάβει αυτές τις μέρες από τον βομβαρδισμό των πληροφοριών, των εικόνων και των παντοειδών σχολίων, είναι ότι οι θάνατοι των συμπολιτών μας στο Μάτι είχαν προαναγγελθεί: ήταν βέβαιο ότι θα συμβούν, ήταν αβέβαιο πότε ακριβώς. Η συσσώρευση είκοσι χιλιάδων και πλέον ανθρώπων σε μια έκταση χωρίς πολεοδόμηση,χωρίς ρυμοτομία, χωρίς σχέδιο, χωρίς άδεια οικοδομής συχνά, χωρίς διέξοδο στη θάλασσα –αλλά μέσα στην καρδιά ενός πυκνού και εύφλευκτου πευκοδάσους– δεν μπορεί να χαρακτηριστεί απλώς ασύγγνωστη αμέλεια. Είναι ένα διαρκές έγκλημα δεκαετιών, που οι συνέπειές του χρειάστηκαν λίγα λεπτά για να φανούν. Αυτή την ευθύνη ποιος θα την αναλάβει; Ποιος θα τοποθετήσει πάλι την ιερότητα της ζωής λίγο πιο πάνω από την ιερότητα της ιδιοκτησίας;
Και μη νομίσετε ότι αυτό το ερώτημα αφορά κάποιους άλλους, ανύπαρκτους σήμερα, ή τους πολιτικούς κληρονόμους τους, που διέπρεψαν στην οικοδόμηση της πελατειακής σχέσης: εγώ θα κάνω τα στραβά μάτια κι εσύ θα με αναπαράγεις πολιτικά με τα μάτια κλειστά. Αφορά αυτούς που σήμερα κυβερνούν και ιδίως όσους μπορεί να σκέφτονται ότι με μια «ανάληψη ευθύνης» ή με μια παραίτηση μπορεί να βγουν από τη δύσκολη θέση.
Η δήλωση του κ. Μητσοτάκη, στην οποία αναφερθήκαμε στην αρχή, είχε κι ένα σημείο ενδιαφέρον. Μας καλούσε όλους να αφήσουμε τα εύκολα και να καταπιαστούμε με τα δύσκολα. Το εύκολο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η πολιτική κερδοσκοπία. Το δύσκολο είναι η ανατροπή μιας κατάστασης που μοιάζει αδύνατον να ανατραπεί, και δεν αφορά μόνο το Μάτι, αλλά δεκάδες «Μάτια» ανά την Ελλάδα.

Από τα εύκολα στα δύσκολα
Ας πιαστεί, λοιπόν, η κυβέρνηση από αυτή την αναφορά του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τα δύσκολα κι ας επιχειρήσει να τα κάνει εφικτά ζητώντας τη συναίνεσή του. Αλλά κι αν δεν την εξασφαλίσει, ας προχωρήσει χωρίς δισταγμούς –πράγμα που δεν έχει φανεί ότι κάνει μέχρι σήμερα :
• Θα διαχωρίσει με ισχυρά και απαραβίαστα θεσμικά τείχη τα δάση από τις περιοχές κατοικίας;
• Θα προστατέψει αποτελεσματικά τα δάση και τους πολίτες από την αυθαιρεσία της δόμησης μέσα στα δάση;
•Θα αναθεωρήσει τις ίδιες τις δικές της ρυθμίσεις για τις «οικιστικές πυκνώσεις» μέσα στα δάση, που προαναγγέλλουν τη γέννηση νέων «Ματιών»;
•Θα ρυμοτομήσει -πολεοδομήσει εκ βάθρων τα «Μάτια» της ελληνικής επικράτειας, σαν να μπαίνουν τώρα, αδόμητα στο σχέδιο πόλης;
• Θα μεταφέρει παράνομους οικισμούς από τα δάση σε άλλες, νόμιμες περιοχές κατοικίας;
•Θα σταματήσει άμεσα την επέκταση παράνομων οικισμών, που βρίσκονται σήμερα εν τη γενέσει τους, καταπατώντας κάθε έννοια νομιμότητας, δικαίου, και ασφάλειας;
• Θα επιβάλει ειδικό φόρο σε όσους πρόλαβαν σε περιοχές φιλέτα να βιάσουν τα αττικά δάση και σήμερα είναι δύσκολο νομικά να μεταφερθούν, ώστε να καταστεί ασύμφορη μακροπρόθεσμα η συνέχιση του βιασμού που έχουν διαπράξει;
Και άλλα, που μπορεί να προτείνουν αρμοδιότεροι και ειδικοί. Από αυτά θα κριθεί η κυβέρνηση, όχι από τα εύκολα. Και σ΄ αυτή τη βάση, την ουσιαστική, μπορεί να διεκδικήσει μια ηγεμονική θέση σε μια αντιπαράθεση, που πάει να στηθεί στα μέτρα εκείνων που θέλουν ν΄ αλλάξουν την κυβέρνηση, για να μην αλλάξει τίποτα. Αν δεν το τολμά σκεπτόμενη το εκλογικό κόστος, ας σκεφτεί επίσης ότι ευκολότερα χάνει τη μάχη, όποιος δεν την δίνει, γιατί φοβάται μην τη χάσει.

Πηγη: Η Εποχή

Saturday, June 30, 2018

Καβάλα στον Βουκεφάλα…

Σαρώνει (διαβάζω…) στις δημοσκοπήσεις η Νέα Δημοκρατία. Το κόμμα του κ. Μητσοτάκη, με αιχμή τη διαφωνία της στη συμφωνία των Πρεσπών κάνει την τελική επίθεση για την ανάληψη της εξουσίας. Αφήνοντας την άκρη το γεγονός ότι ΟΛΕΣ οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν αποδεχθεί τη σύνθετη ονομασία για την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, ο κ. Μητσοτάκης και η ΝΔ ανακαλύπτουν (;) την απορριπτική στάση και δηλώνουν ότι δεν θα ψηφίσουν την συμφωνία των Πρεσπών για «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας», όποτε αυτή φτάσει στην ελληνική βουλή.
Στην προσπάθειά του ο κ. Μητσοτάκης να γίνει πρωθυπουργός επενδύει στα ψυχωεθνικιστικά συναισθήματα μερίδας του ελληνικού λαού και συντάσσεται πίσω από το σχήμα: «Η κυβέρνηση τα έδωσε όλα στους Σκοπιανούς, είναι μια προδοτική συμφωνία». Θα αφήσω στην άκρη το γεγονός ότι οι Εθνικιστές του VMRO στην FYROM είναι αντίθετοι με την συμφωνία των Πρεσπών και ότι ο πρόεδρος Ιβανόφ παίζει όλα τα χαρτιά του για να σταματήσει τη συμφωνία. Αυτά έχουν γραφτεί κατ’ επανάληψη. Δεν θα σχολιάσω τα «αστεία» περί παράδοσης της γλώσσας και της εθνικότητας γιατί πραγματικά είναι αστείο να λες ότι είναι αλυτρωτικό το Macedonian/citizen of the Republic of North Macedonia (αντί του σημερινού σκέτο «Macedonian») και δεν είναι το «Northmacedonian»; Οσο για τη γλώσσα ξεκαθαρίζεται ότι η αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ «Macedonian language» ανήκει στην οικογένεια των Νότιων Σλαβικών γλωσσών και ότι διαχωρίζεται από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική-μακεδονική γλωσσική κληρονομιά. Αλλά είπα αυτά στην άκρη. Θα μείνω στο πολιτικό σχέδιο του κ. Μητσοτάκη (ή του κ. Σαμαρά άραγε;).

Η ακροδεξιά ατραπός…
Η υιοθέτηση ακροδεξιάς, εθνικιστικής ατζέντας από τη μεριά της ΝΔ, που θέλει να πλασάρεται ως η ευρωπαϊκή κεντροδεξιά, με αφορμή την αξιοπρεπέστατη κατά την άποψη μου συμφωνία για την επίλυση του Μακεδονικού βάζει το κόμμα του κ. Μητσοτάκη σε επικίνδυνους ατραπούς. Και αν ήταν να «χαθεί» η ΝΔ δεν θα με πείραζε και πολύ. Τα κόμματα έρχονται και παρέρχονται. Και κυρίως «ζουν» όταν εξυπηρετούν κοινωνικές ανάγκες. Το πρόβλημα είναι ότι η ακροδεξιά-εθνικιστική στροφή της ΝΔ δημιουργεί αντίστοιχο κλίμα στην ελληνική κοινωνία. Δίνει ζωτικό χώρο στους φασίστες και νομιμοποιεί την ακροδεξιά βία. Στα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία είδαμε τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής να κυκλοφορούν «άνετα» ανάμεσα στους διαδηλωτές και ο Μίκης Θεοδωράκης (μόνο θλίψη προκαλούν οι τοποθετήσεις του) να τους αποκαλεί… πατριώτες. Είδαμε οπαδούς του ΠΑΟΚ να καίνε την κατάληψη Libertatia στη Θεσσαλονίκη. Είδαμε να βεβηλώνεται το μνημείο του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος. Είδαμε να τραμπουκίζονται πλέον σε καθημερινή βάση πολίτες που προσέρχονται σε συζητήσεις για το Μακεδονικό, μετανάστες που αμέριμνοι περπατούν στο δρόμο, ενώ στη Θεσσαλονίκη μετά από κάθε συγκέντρωση για το Μακεδονικό εξαπολύεται πογκρόμ σε δρόμους και πλατείες. Ακούσαμε (από τύπους που βάζουν μέσον για να υπηρετήσουν τη θητεία τους δίπλα στη μαμά τους…) συνθήματα: «Στα όπλα, στα όπλα να πάρουμε τα … Σκόπια», αλλά και «Αλήτες, προδότες, πολιτικοί» (κλασσικό χρυσαυγιτικό σύνθημα), «Τσίπρα, προδότη, κομιτατζή η Μακεδονία είναι ελληνική». Φαντάζομαι ότι λιαν συντόμως το ρεπερτόριο των… πατριωτών θα ενισχυθεί με συνθήματα για «Εαμοβούλγαρους», «Εαμοσλαυους» κλπ
Η ακροδεξιά με αφορμή το Μακεδονικό και την «πολιτική» νομιμοποίηση της ΝΔ έχει (ξανα)βγει στο δρόμο και δείχνει το αποκρουστικό της πρόσωπο. Βέβαια η διαχείριση της εθνικιστικής ατζέντας δεν θα είναι καθόλου εύκολη για τον κ. Μητσοτάκη. Αρκεί να δει πως φυλλοροεί η κυβερνητική πλειοψηφία Σύριζα-Ανελ με βουλευτές του επίσης όψιμου μακεδονομάχου κ. Καμμένου να φεύγουν τρέχοντας μπας και σώσουν την βουλευτική τους έδρα.

Μια ματιά στην Ευρώπη…
Όμως δεν είναι μόνο αυτό. Τα παιχνίδια με την ακροδεξιά είναι πολιτικά παιχνίδια με την «φωτιά». Θα πρότεινα στον κ. Μητσοτάκη και τους συμβούλους να (ξανα)ρίξουν μια ματιά στα τελευταία εκλογικά αποτελέσματα στην Γαλλία, την Ολλανδία, την Ιταλία. Εκεί θα έβλεπαν ότι όταν τα κόμματα της κεντροδεξιάς (τα λεγόμενα χριστιανοδημοκρατικά…) που επέλεξαν να υιοθετήσουν την ατζέντα των ακροδεξιών (με την γελοία δικαιολογία ότι έτσι θα μειώσουν τις δυνάμεις των φασιστών…) τα αποτελέσματα ήταν συντριπτικά σε βάρος τους. Η Λεπέν ξεπέρασε άνετα το κόμμα του Σαρκοζί, η Λέγκα του βορρά έκανε πάρτι με τον Μπερλουσκόνι, ενώ το νεοφασιστικό κόμμα της Ελευθερίας στην Ολλανδία είναι «εύκολα» στη δεύτερη θέση, αφήνοντας πίσω του τα χριστιανοδημοκρατικά κόμματα. Να τους θυμίσω το πάθημα του Κάμερον; Έδωσε χώρο στους ακραίους ευρωσκεπτικιστές με το δημοψήφισμα και τώρα η Βρετανία τρέχει και δεν φτάνει με το Brexit. Είναι πλέον ολοφάνερο. Η αντιμετώπιση της λαϊκίστικης ακροδεξιάς δεν μπορεί (και δεν πρέπει…) να γίνεται με την ενσωμάτωση των φασιστικών απόψεων στα φιλοευρωπαϊκά κόμματα. Η ακροδεξιά θέλει πολιτικό, κοινωνικό & πολιτιστικό ιδεολογικό μέτωπο. Θέλει πολιτικές «ανοιχτής κοινωνίας» και φιλίας με τις γειτονικές χώρες. Απ’ όλες τις εκδοχές του πολιτικού συστήματος. Κάθε απόπειρα «ενσωμάτωσης» ή «χαϊδέματος» (από την εποχή της Βαϊμάρης) έχει τραγικά αποτελέσματα. Τις περισσότερες φορές οι λαϊκιστές ψηφοφόροι επιλέγουν την αυθεντική έκφραση των ακροδεξιών-ρατσιστικών απόψεων. Με δυσάρεστα αποτελέσματα για τις κοινωνίες και την συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών.

Εν κατακλείδι
Η επιλογή του κ. Μητσοτάκη να… καβαλήσει τον Βουκεφάλα θεωρώντας ότι έτσι θα φτάσει πιο γρήγορα στην πρωθυπουργική καρέκλα φαίνεται να του αποδίδει δημοσκοπικά. Ο ίδιος και το κόμμα του φαίνεται να αδιαφορεί για τις επιπτώσεις που έχει στην ελληνική κοινωνία η ταύτιση της ΝΔ με τις πιο ακραίες εθνικιστικές απόψεις. Όμως πολύ φοβάμαι ότι μέχρι να φτάσουμε στις κάλπες (που είναι και οι πραγματικές εκλογές) οι φασιστικές καβαλίνες θα έχουν «λερώσει» πάρα πολύ τη κοινωνία και σ’ αυτό οι αριστεροί, προοδευτικοί πολίτες αυτής της χώρας δεν πρέπει να μείνουμε αμέτοχοι. Δεν πρέπει να αφήσουμε να «λιμνάσουν» τα φασιστικά βοθρολύματα στη κοινωνία μαςΝα μην δηλητηριαστεί ακόμα περισσότερο από το εθνικιστικό φαρμάκι…

ΥΓ1 Ούτε η ΕΡΕ στην πιο αντικομμουνιστική της περίοδο δεν πορεύθηκε σε εκλογές με αιχμή «εθνικό» θέμα.

ΥΓ2 Εντάξει τα λιγούρια της δεξιάς θέλουν να επιστρέψουν στην εξουσία (στις μίζες, τους διορισμούς, την εξυπηρέτηση ημετέρων…) με κάθε τρόπο. Αυτό έκαναν τόσα χρόνια, αυτό ξέρουν, αυτό θέλουν να κάνουν πάλι.

ΥΓ 3 Εκείνοι που το 1992 υπέγραφαν κείμενα υπερ της λύσης με σύνθετη ονομασία για την FYROM, που λοιδορήθηκαν, που τους έλεγαν προδότες και «γυφτοσκοπιανούς» πως μπορούν και δεν μιλάνε σήμερα;

ΥΓ4 Υπενθυμιζω ότι από το 1995 η γειτονική χώρα ονομάζεται με τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας: Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, поранешна Југословенска Република Македонија, Former Yugoslav Republic of Macedonia.

Tuesday, May 29, 2018

Δέκα χρόνια χωρίς τον Άγγελο Ελεφάντη

Ας οξύνει ο καθένας –έκαστος εφ ω ετάχθη- την κριτική του εκεί που βρίσκεται. Θα ενωθούν, πιστεύω, στο τέλος εκείνοι που θα ξεπεράσουν τη σημερινή ήττα των δυνάμεων του σοσιαλισμού, εκείνοι που αποτελεσματικά θα καταπολεμήσουν τους πάσης φύσεως καρεκλορήτορες του «Λαϊκού κινήματος». Άγγελος Ελεφάντης, 1983

Του Αγγελου Ελεφάντη

Η περίοδος είναι μεταβατική. Οι ανακατατάξεις στο πολιτικό σύστημα της χώρας δεν έχουν βρει ακόμα τις αποκρυσταλλωμένες τους μορφές, εκείνες που θα επικρατήσουν στη νέα δάση, ενόψει του 1992. Οι τάσεις ωστόσο είναι ευδιάκριτες. Ουσιαστικά τείνουμε σε ένα νέο δικομματικό σύστημα όπου από τη μια μεριά θα υπάρχει το υπό σοσιαλδημοκρατικοποίηση ΠΑΣΟΚ και η υπό σοσιαλδημοκρατικοποίηση Αριστερά σε αντιστοιχία με τις ευρωπαϊκές, ανατολικές και δυτικές, σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις. Από την άλλη η φιλελεύθερη συντηρητική παράταξη της ΝΔ με τους συμμάχους της.

[…]Η προγραμματική ομοιότητα των δυο μπλοκ θα αποτρέπει την πόλωση, θα επιτρέπει την εναλλαγή, θα διευκολύνει τη συνεργασία, θα καλλιεργεί τη συναίνεση. Αν η αντιπροσωπευτική δημοκρατία προϋποθέτει και συνεπάγεται κόμματα που είναι σε θέση να εκφράζουν όλη τη διαφορετικότητα και την πολυφωνία των κοινωνικών στρωμάτων και τάξεων, αλλά και τη θεσμοποιημένη σύγκρουση μεταξύ τους, η συναινετική δημοκρατία προς την οποία τείνουμε, ακριβώς επειδή απορρέει από τη συναίνεση, την ενσωμάτωση και την κοινωνική ειρήνευση και την υποβάθμιση των αντιπροσωπευτικών στρωμάτων (Βουλή, τοπική αυτοδιοίκηση, συνδικάτα κλπ) προϋποθέτει κόμματα και διαμορφώνει τα κόμματα της συναίνεσης, της ενσωμάτωσης, της κοινωνικής ειρήνευσης. Κόμματα «διαλόγου», δηλαδή, ενός διαλόγου όχι με την κοινωνία, γιατί από κει μπορεί να προκύψουν και κακοφωνίες∙ διαλόγου μεταξύ τους βέβαια, που αναγορεύει σε θεμελιώδη αν και άτυπο θεσμό, τα κομματικά και διακομματικά διευθυντήρια. Διευθυντήρια στηριγμένα σε ισχυρές κομματικές γραφειοκρατίες που προεκτείνονται μέσα στην κρατική γραφειοκρατία εγκαθιδρύοντας μια οργανική σχέση συμπληρωματικότητας και επιβάλλοντας μιαν υψηλού βαθμού πολιτική αδιαφάνεια. Κόμματα χωρίς λειτουργούσα βάση εξάλλου, αλλά με πειθήνια συναινούσα βάση. Αν η βάση δεν συναινεί και ενίοτε επιδεικνύει σημάδια απείθειας ή ρέπει προς υπερβολικές αξιώσεις που τις υπαγορεύουν το συντεχνιακό πνεύμα, η κοινωνική ανασφάλεια ή η συσσώρευση κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων, ο αυταρχισμός της δημοκρατίας αυτής είναι εδώ για να προλαβαίνει, να καταστέλλει και, προπάντων, να ενσωματώνει. Η εικόνα και η καλωδιωμένη ζωή θα διδάσκουν την ουσία του εκσυγχρονισμού. Από κάτω, ο από κάτω κόσμος, θα σιγοβράζει όπως πάντα. Θα χρειαστούν πολλές αντιφάσεις και αντιστάσεις ώστε το σιγοβράσιμο να γίνει βρασμός. Τίποτα δεν έρχεται μόνο του, τίποτε δεν είναι νομοτελειακό.

Χρειάστηκε μια ολόκληρη δεκαπενταετία για να φτάσουμε στο σημείο αυτό. Από την ηγεσία της Δεξιάς ως την ηγεμονία του ΠΑΣΟΚ και τη σημερινή αβέβαιη μεταξύ τους ισορροπία ο δρόμος ήταν μακρύς. Δρόμος γεμάτος προβλήματα που έμειναν άλυτα μεσοστρατίς και νέα που περιέπλεξαν ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Η Ελλάδα έζησε εφτά χρόνια διδκτατορίας, άλλα επτά κάτω από μιαν αφερέγγυα ΝΔ κι άλλα οκτώ χρόνια με οργανώτρια δύναμη τον πασοκικό λαϊκισμό. Ξεστρατισμένη μια ολόκληρη ζωή. Τέτοιο πλήγμα θα μπορούσε να τσακίσει ακόμη και τον διαυγέστερο και τον ανθεκτικότερο λαό∙ πολύ περισσότερο που αυτό το παρατεταμένο ξεστράτισμα γινόνταν σε μια εποχή που η κοινωνία μας άλλαζε ριζικά. Από φτωχή γίνεται πλούσια, από καθυστερημένη σύγχρονη, από απομονωμένη χώρα της καπιταλιστικής περιφέρειας κομπάζει κι αυτή στη χορεία της ευρωπαϊκής μητρόπολης.

Ωστόσο, την επιφάνεια της ευμάρειας συνόδευε η ιδεολογική ευτέλεια και η πολιτιστική αποπτώχευση, που χαράχτηκαν βαθιά στα κύτταρα της κοινωνία, τόσο ώστε να ξεχάσει τις καταβολές της, το δικό της τέλος πάντων τρόπο να υπάρχει, που, όσο κι αν αντιμετώπιζε τα προβλήματα με τα μέσα των κατ’οικονομία λύσεων, με μπαλώματα δηλαδή, δεν είχε παρά ταύτα την αίσθηση της ιδιαιτερότητας και της ιστορικότητάς της. Πριν από τη στρατιωτική δικτατορία, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, ο τόπος έβγαινε βασανιστικά από την μετεμφυλιοπολεμική τραγωδία και τη μετεμφυλιοπολεμική λευκή τρομοκρατία, ανίχνευε τους δρόμους μιας νέας πολιτικής, κοινωνικής και πολιτιστικής προοπτικής. Τα σημάδια της νέας ανθοφορίας ήταν πολλά. Η εθνικοφροσύνη, ως κυρίαρχη τότε ιδεολογία με αποπνικτικές πρακτικές, που καθοδηγούσε τα βήματα των νικητών του Εμφυλίου, χρεωκοπούσε σε όλα τα επίπεδα στη συνείδηση του κόσμου. Αυτή ήταν η μεγάλη νίκη της αριστεροδημοκρατικής παράταξης, όπου το βαθύ αίτημα του πολιτικού εκδημοκρατισμού συνόδευε και ενδυνάμωνε ένα βαθύ αίτημα του πολιτιστικής αναγέννησης. Το μαρτυράν η μουσική, το μυθιστόρημα, το θέατρο, ο κινηματογράφος, λόγιες και λαϊκές εκφράσεις που προδικτατορικά θα γνωρίζουν μια ελπιδοφόρα άνθιση. Ήρθαν ύστερα η σιωπή και οι βαθιές στρεβλώσεις της δικτατορίας.

Μεταδιδακτορικά ζήσαμε με κραυγές και συνθήματα. Επείσακτες ιδεολογίες καταχώνιασαν για τα καλά τα αυτόχθονα στοιχεία. Αν τα δεύτερα αντιπροσώπευαν το πνεύμα της αντίστασης που έλεγε ο Νίκος Σβορώνος, τα πρώτα είναι το πνεύμα της ευκολίας, του πανικού, που βιώνεται ως βασική νεοελληνική αρετή. «Να τη βρούμε», να η ιαχή. Ο δημοκρατικός κόσμος, καίγοντας τα φανάρια, πήρε το δρόμο για «το σοσιαλισμό στις 18» που του υπεδείκνυαν τα ανδρεοπαπανδρεϊκά λαϊκιστικά ιδεολογήματα πριν ακόμα κατοχυρώσει το δημοκρατικό θεσμό. Άρκεσαν τα πλαστικά σημαιάκια προς τούτο. Ο αριστερός κόσμος ακολουθούσε προσφέροντας αφυδατωμένες αναμνήσεις, αντάρτικα τραγούδια, απομνημονεύματα, λαϊκότροπες κατασκευές καθώς και τις τεχνικές του ιστορικού του σταλινισμού που τροφοδότησαν τον πασοκικό λαϊκισμό. Δεν πρόσφερε η Αριστερά σ’αυτή τη φάση την ιδεολογία της, τη σοσιαλιστική προοπτική. Ίσως γιατί δεν την είχε, ίσως γιατί είχε βαθιά αλλοιωθεί. Κάτω από τη λαϊκιστική ιδεολογία εκφυλίστηκε και αυτή. Χάθηκε έτσι το νόημα της αιματοκυλισμένης περιόδου 1940-’50, το νόημα μιας επανάστασης που χάθηκε, όπως έλεγε ο Θανάσης Χατζής. Οι κεντρώοι που την καταπολέμησαν, σε αγαστή συνεργασία με τους βασιλοδεξιούς, όταν επέστρεψαν στην εξουσία το 1981, οικειοποιήθηκαν και την εαμική και την αντιδικτατορική δράση. Αντάλλαξαν την απουσία και την ενοχή με τις συντάξεις στους αντιστασιακούς, οργανώνοντας εθνικές γιορτές στο Γοργοπόταμο και μετονομάζοντας τους δρόμους που έφεραν το όνομα «Ιωάννου Μεταξά» σε «Άρη Βελουχιώτη», «Εθνικής Αντίστασης» και «Ηρώων Πολυτεχνείου». Η Αντίσταση μεταβαπτιστηκε σε εθνική. Ήταν εύκολο το πέρασμα αυτό αφού εκμηδενίστηκε το αντιστασιακό πνεύμα της Αριστεράς, άλλης κοινωνικής και πολιτικής φοράς αυτό.

[…] Στα πρόθυρα του 1992 και του 1996, μέσα στην καρδιά της Ευρώπης και μεις, ζούμε χωρίς την αίσθηση της ταυτότητας και την επίγνωση της διαφοράς. […] Πολύ πριν από την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» καταστράφηκε στον τόπο μας η πίστη στο σοσιαλισμό, ό,τι πολυτιμότερο δηλαδή είχε φτιάξει η ιστορική Αριστερά για και με το λαϊκό κόσμο, παρά τις ήττες, τις στρεβλώσεις της και τους αναχρονισμούς της. Δεν ήταν το τείχος που γκρεμίστηκε στο Βερολίνο που γκρέμισε και την πίστη των αριστερών στο σοσιαλισμό. Οι κατεδαφίσεις είχαν προηγηθεί καθώς τα ανδρεοπαπανδρεϊκά ιδεολογήματα κατακτούσαν τον τόπο και τον κόσμο. Το ΠΑΣΟΚ παρέλαβε κόσμο δημοκρατικό και αριστερό, δεν τον έκανε ούτε πιο αριστερό ούτε πιο δημοκρατικό. Τον έκανε κυνικό. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη υπηρεσία του λαϊκισμού στο μεγάλο του αφέντη, τον αστισμό.

Στο πλαίσιο των πολιτικών και κοινωνικών ανακατατάξεων που κάλυψαν τη μακρά μεταπολιτευτική περίοδο η διεκδίκηση μεριδίου του λέοντος στην εθνοσωτήριο εξόντωση της δικτατορίας από επώνυμους και ανώνυμους, η ορμητική είσοδος των νεομικροαστών στο πολιτικό προσκήνιο που, αφού έδωσαν το παρτώον ακίνητο σε αντιπαροχή, τους έλαχε ο κλήρος στη συνέχεια να βάλουν τάξη σ’αυτόν τον τόπο χτίζοντας το ένα πάνω στο άλλο τα πανωσηκώματα, η παρατεταμένη κρίση της Αριστεράς που υποτονθόριζε για το «παραπέρα βάθεμα και πλάτεμα της δημοκρατίας», το ανεχόρταγο τέρας της καπιταλιστικής ανάπτυξης, η αχόρταγη βουλιμία για εξουσία μιας Δεξιάς που φύλαγε τις νέες ιδέες σε θαστερικά σαμσονάιτ, έκοψαν τις γέφυρες με όλες εκείνες τις ζωηφόρες ιστορικές αναφορές που έρχονταν από παλιότερες δοκιμασίες, πολτοποίησαν προθέσεις, διαθέσεις και διαθεσιμότητες. Τη λαχτάρα για μιαν αναγέννηση της ελληνικής κοινωνίας ροκάνισαν λαϊκότροπα είδωλα και νεοπαγείς φαντασιώσεις. Κι έτσι φτιάχτηκε το γενικό μπέρδεμα. Μπαίνοντας στη δημοκρατική φάση βρεθήκαμε από τη μια στιγμή στην άλλη φορτωμένοι του κόσμου τις αλλαγές και την αλλαγή του κόσμου, χωρίς μέτρα και κριτήρια, κι αρχίσαμε το ποδοβολητό μέσα στην περιδίνηση ενός αχαλίνωτου ακτιβισμού προς το πουθενά.

Τώρα, φυραίνουν όχι μόνο οι στατιστικές των οικονομικών μεγεθών αλλά, κυρίως, μέσα στη γενική αρρυθμία, παραδέρνει καθετί που εννοηματώνει τη συλλογική ζωή, καθετί που καθιστά την πολιτική συμμετοχή απόλαυση, πάθος, κίνδυνο, επικοινωνία δημιουργία. Καταναλώνουμε το απείκασμα του εαυτού μας, χορταίνουμε τις συνέπειες των ερήμην μας πολιτικών δρώμενων. Οι αιτίες είναι καλά κρυμμένες και τις σκεπάζουμε ακόμα περισσότερο γιατί η αυτογνωσία συνήθως αποκαλύπτεται σαν το τρομερό πρόσωπο της Μέδουσας.

Η μακρά μεταπολιτευτική περίοδος είχε τελικό αποτέλεσμα να χαθεί η πίστη των ανθρώπων στο σοσιαλισμό. Σε ετούτη τη νέα φάση οι αλλαγές θα πραγματοποιούνται κάτω από την ηγεμονία του νεοσυντηριτισμού. Γινόμαστε και μεις Ευρώπη. Άοπλος ο δημοκρατικός και αριστερός κόσμος βγήκε από τη δικτατορία, άοπλο το ρωμέικο «αποχουντοποιήθηκε» για να εξαχρειωθεί μέσα στον πασοκικό λαϊκισμό. Άοπλο μουλιάζει τώρα μέσα στο νέο συντηρητισμό.

Δεν ήταν νομοτέλεια αυτή η εξέλιξη∙ έτσι παίχθηκαν τα πράγματα.

Αποσπάσματα από το Επίμετρο του Άγγελος Ελεφάντης (1991), Στον αστερισμο του λαϊκισμού, Αθήνα: ο Πολίτης, σελ. 331-352.

Friday, May 18, 2018

Ο Μάης του ‘68 πέρα από τις Επετείους και τις Μνήμες

Συνέντευξη: Yavor Tarinski

Μετάφραση-Εισαγωγικό σημείωμα: Ιωάννα Μαραβελίδη

Η Kristin Ross έδωσε συνέντευξη για το Περιοδικό Βαβυλωνία, ανιχνεύοντας τα νοήματα και τη σημασία του Μάη του ‘68, μισόν αιώνα ακριβώς μετά το ξέσπασμά του. Μπορούν οι σημερινές κοινωνίες να πιάσουν το νήμα από εκεί ακριβώς που το άφησε εκείνος ο μακρινός Μάης; Ένας Μάης που έμελλε να γραφτεί ανεξίτηλα στην παγκόσμια ιστορία των κοινωνικών κινημάτων και που αποτελεί ως τις μέρες μας σημείο διαμάχης και διαφορετικών ερμηνειών μεταξύ κομματιών της Αριστεράς και της Αντιεξουσίας. Σε έναν άλλον Μάη, τον φετινό αυτή τη φορά, στο B-FEST, έχουμε τη μεγάλη χαρά να συνεχίσουμε δια ζώσης τον πολύ ενδιαφέροντα διάλογο που ανοίξαμε με την Kristin Ross καθώς η ίδια θα παρευρίσκεται στην Αθήνα, μεταξύ των ομιλητών του φεστιβάλ.

Η Kristin Ross είναι Αμερικανίδα, καθηγήτρια στο Παν/μιο της Νέας Υόρκης, επηρεασμένη σε μεγάλο βαθμό από τη Γαλλική Φιλοσοφική Σχολή. Ασχολείται εδώ και δεκαετίες με τα κοινωνικά κινήματα και τις αστικές εξεγέρσεις στη Γαλλία. Είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων μεταξύ των οποίων τα: “May ’68 and Its Afterlives”, “Communal Luxury: The Political Imaginary of the Paris Commune” και “The Emergence of Social Space: Rimbaud and the Paris Commune”.

Yavor Tarinski: Φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από τον εξεγερτικό Μάη του ’68, όταν η νεολαία του Παρισιού βγήκε στους δρόμους, αμφισβητώντας τις κυρίαρχες κοινωνικές ιεραρχίες και τους καθιερωμένους μύθους. Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, η σχέση που μπορεί να έχει αυτή η ημερομηνία με εμάς σήμερα;

Kristin Ross: Οι κατηγορίες που χρησιμοποιούνται συχνά, όπως η «παρισινή νεολαία» ή ακόμα και ο «Μάης του ‘68», αποτελούν επί της ουσίας κάποιες αφηγήσεις, τις οποίες προσπάθησα να αμφισβητήσω και να αποδομήσω στο βιβλίο μου Ο Μάης του ’68 και οι Μετέπειτα Ζωές του (May ’68 and Its Afterlives). Ίσως η συνεχιζόμενη χρήση αυτών των όρων να αποτυπώνει και την επιμονή για συγκεκριμένα σχήματα λόγου και εικόνες που εξυπηρετούν στην αντίληψη του κοντινού μας παρελθόντος. Δεν αντιλαμβάνομαι τη «νεολαία» ως το per se πολιτικό υποκείμενο του ’68, δεν βλέπω τα γεγονότα ως αυτά να έλαβαν χώρα βασικά στη γαλλική πρωτεύουσα· ακόμη και το σύνολο των πολιτικών εξεγέρσεων και των κοινωνικών αναταραχών παγκοσμίως, στο οποίο αναφερόμαστε όταν μιλάμε για το «’68», δεν περιοριζόταν μόνο στον μήνα Μάιο.

Επομένως, αν αυτό που ονομάζουμε «Μάης του ’68» φέρει οποιαδήποτε σχέση με εμάς σήμερα, τότε θα πρέπει να την ανιχνεύσουμε έξω από τα όρια της ερώτησης που μου θέσατε, κάτι που θα προσπαθήσω να κάνω και στην ομιλία μου στο B-fest: στη δυτική Γαλλία ίσως ή και στα περίχωρα του Τόκιο· στους καρπούς αναπάντεχων συναντήσεων πολύ διαφορετικών ειδών ανθρώπων –εργαζομένων και αγροτών, λόγου χάρη, ή Γάλλων φοιτητών και Αλγερινών μεταναστών– και στην πολιτική υποκειμενοποίηση που πυροδοτείται από αυτή τη συμπλοκή· στους σπουδαίους «περατεταμένους αγώνες», όπως αυτούς του Λαρζάκ και τoυ εργοστασίου της LIP στη Γαλλία που διαπέρασαν τη μακρά δεκαετία του ’60 (μία πολιτική ακολουθία που εκτείνεται κατά τη γνώμη μου από τα τέλη του ’50 ως τα μέσα του ’70) και αποκτά επομένως μία διάρκεια πολύ μεγαλύτερη από τον μήνα Μάιο.

Y.T.: Η περίοδος αυτή έχει θεωρηθεί από πολλούς ως καθοριστική στην εξέλιξη του επαναστατικού λέγειν και πράττειν. Από τη μία, διέψευσε την ιδέα ενός προκαθορισμένου επαναστατικού υποκειμένου, ήτοι την εργατική τάξη, ενώ από την άλλη αμφισβήτησε τα προνόμια και την ηγεσία των «πεφωτισμένων ειδικών» της επανάστασης, αντιπαραβάλλοντας ριζοσπαστικές μορφές άμεσης δημοκρατίας. Παρ’όλα αυτά, κάποιες φωνές της Αριστεράς είδαν ακριβώς αυτή τη δημοκρατική αποκέντρωση ως το βασικό αίτιο για την αποτυχία της εξέγερσης, αφού κράτησε μακριά τα κοινωνικά κινήματα της εποχής από την κατάληψη της κρατικής εξουσίας. Εσείς από την άλλη, φαίνεται πως διαφωνείτε με μία τέτοια αφήγηση. Τι ήταν τελικά αυτό που έκανε τα εξεγερτικά γεγονότα του Μάη του ’68 να αποτύχουν στην προσπάθειά τους να μετασχηματίσουν ριζικά την κοινωνία, αν δεχτούμε ότι «απέτυχαν»;

K.R.: Προσπαθώ να μην βάζω ποτέ τον εαυτό μου στη θέση του να «μετρήσει» την επιτυχία ή την αποτυχία μίας εξέγερσης ή ενός κοινωνικού κινήματος. Πιστεύω πως η λογική της αποτυχίας ή της επίτευξης μας απομακρύνει από τη μελέτη των παρελθοντικών κινημάτων και πως αποτελεί μία υπερβολικά επίμονη λογική. Θα δώσω ένα παράδειγμα: 2 χρόνια πριν, είχα μία συζήτηση με τον Αλαίν Μπαντιού, κατά τη διάρκεια της οποίας, ο ίδιος επέμενε για την αποτυχία της Παρισινής Κομμούνας. Μπήκα στον πειρασμό να τον ρωτήσω πώς θα έμοιαζε, κατά τη γνώμη του, μία επιτυχημένη Κομμούνα της εποχής εκείνης! Μου φαίνεται πάντα πολύ δύσκολο να ξεχωρίζω τι θεωρείται επιτυχημένο και τι αποτυχημένο. Υπάρχει μία αγγλική έκφραση: Πόσα χελιδόνια φέρνουν το καλοκαίρι;

Τα συμβάντα που με έχουν απασχολήσει –ο Μάης του ’68 και η Παρισινή Κομμούνα– είναι ο παράδεισος αυτών που εγώ αποκαλώ «ενοχλητικούς συνοδηγούς», αυτών δηλαδή των –μετά τα γεγονότα ειδικών– που παρερμηνεύουν τους ιστορικούς πρωταγωνιστές και φτιάχνουν έναν κατάλογο των λαθών τους. Γιατί οι κομμουνάροι δεν κατευθύνθηκαν στις Βερσαλλίες; Γιατί δεν οργανώθηκαν καλύτερα στρατιωτικά; Γιατί σπατάλησαν τον πολύτιμό τους χρόνο, καυγαβίζοντας στο Δημαρχείο του Παρισιού, το Οτέλ ντε Βιλ (υποθέτωντας, βεβαίως, πως γνώριζαν το επικείμενο τέλος που καθιστούσε τον χρόνο τους τόσο πολύτιμο); Γιατί δεν άρπαξαν τα χρήματα από την τράπεζα; Γιατί οι Γάλλοι εργάτες σταμάτησαν την απεργία τους, κατά τη διάρκεια του ’68;

Φαντάζει απίστευτη αυτή η ακλόνητη επιθυμία του είτε να δώσουμε ένα μάθημα στο παρελθόν, είτε να πάρουμε ένα μάθημα από τις παρελθοντικές «αποτυχίες» (που καταλήγει στο ίδιο πράγμα). Με τον Μπαντιού, προσπάθησα με αρκετούς τρόπους να αποφύγω το παιδαγωγικό παράδειγμα που υιοθετούσε ως προς το παρελθόν. Μίλησα για το πώς επιτεύχθηκε μία πραγματική αίσθηση απελευθέρωσης και δικτύου αλληλεγγύης για όσους έζησαν την Κομμούνα. Μίλησα για τις ιδέες που εκφράστηκαν, και μένει να τις αναλογιστούμε, ακριβώς από την ίδια τη δημιουργική φύση του συμβάντος. (Φυσικά οι δύο αυτές παρατηρήσεις ισχύουν και για το ’68). Παρ’ όλα αυτά, το Médiapart, το μέσο που φιλοξένησε τη συζήτησή μας, κυκλοφόρησε τελικώς τη συνέντευξη με τίτλο «Τα μαθήματα της Κομμούνας»!

Αυτό που φαίνεται είναι, νομίζω, το πόσο πολύ η προοδευτική σκέψη της χειραφέτησης λειτουργεί ακόμη σαν να υπάρχουν κάποιοι κοινοί προσυμφωνημένοι στόχοι, που μένουν να επιτευχθούν, και σαν να μπορούν αυτοί οι στόχοι να οριστούν επακριβώς και να εκτιμηθούν αντικειμενικά ως επιτυχημένοι ή αποτυχημένοι, σύμφωνα με τετριμμένες νόρμες ή κριτήρια του 2018. Νομίζω πως οι άνθρωποι απολαμβάνουν να βρίσκονται στη θέση του να καταδεικνύουν μετά από ένα γεγονός τι ήταν δυνατό, αδύνατο, πρόωρο, καθυστερημένο, ξεπερασμένο ή μη ρεαλιστικό στην κάθε χρονική στιγμή. Αυτό όμως που χάνεται, όταν κάποιος υιοθετεί μια τέτοια στάση, είναι κάθε αίσθηση πειραματικής διάστασης της πολιτικής.

Για να καταφέρω να αφουγκραστώ την Κομμούνα ή αυτά που έλαβαν χώρα σε αρκετά μέρη το ’68, ως εργαστήρια πολιτικής εφευρετικότητας, και να δω τις δυνατότητες που τέθηκαν σε κίνηση, όταν καθημερινοί άνθρωποι εργάστηκαν από κοινού για να διαχειριστούν τις κοινές τους υποθέσεις, χρειάστηκε να αποδεσμευτώ εντελώς από κάθε ίχνος αυτού του είδους της λογικής του «ισολογισμού», την οποία περιγράφω.

Y.T.: Στο βιβλίο σας Ο Μάης του ’68 και οι Μετέπειτα Ζωές του, αναφέρετε πως οι ανώνυμοι αγωνιστές, που δραστηριοποιούνταν στην καθημερινή και από τα κάτω πολιτική των γειτονιών, αντικαταστάθηκαν στην «επίσημη» μνήμη από τους αρχηγούς και τους εκπροσώπους που εμφανίστηκαν αργότερα. Ένα παρόμοιο μοτίβο παρατηρείτε και σε μία άλλη επαναστατική στιγμή στο βιβλίο σας Η Κοινοτική Πολυτέλεια: Το Πολιτικό Φαντασιακό της Παρισινής Κομμούνας (Communal Luxury: The Political Imaginary of the Paris Commune). Γιατί συμβαίνει αυτό και πώς θα μπορούσαν οι καταπιεσμένοι να ξαναδιεκδικήσουν την ιστορία τους;

K.R.: Γράφω το κάθε βιβλίο μου προκειμένου αυτό να παρέμβει σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, άρχισα να σκέφτομαι το ’68 και τον τρόπο με τον οποίο αυτό μνημονεύται, συζητιέται, ευτελίζεται και ξεχνιέται με τα χρόνια. Η αιτία του έντονου ενδιαφέροντός μου τότε, με αυτό το ερώτημα, δεν είχε να κάνει σε τίποτα με μία επέτειο ή ακόμη μία τεχνητή ημέρα μνήμης.

Αντιθέτως, αυτό που με παρακίνησε ήταν ο τρόπος με τον οποίο οι εργατικές απεργίες του 1995 στη Γαλλία, που ακολουθήθηκαν από τις πορείες κατά της παγκοσμιοποίησης στο Σιάτλ και τη Γένοβα, ενέπνευσαν νέες εκδηλώσεις πολιτικής έκφρασης στη Γαλλία και αλλού, και νέες μορφές ενός σθεναρού αντικαπιταλισμού, μετά από τη μακρά αδράνεια του ’80. Ήταν αυτό το αναζωογονητικό πολιτικό μομέντουμ που με οδήγησε στη συγγραφή της ιστορίας μου για τις μετέπειτα ζωές του Μάη. Τα εργατικά κινήματα είχαν απομακρύνει ένα αίσθημα λήθης, αν όχι ασημαντότητας, που είχε παγιωθεί για την περίοδο γύρω από το ’68, και ένιωσα την ανάγκη να δείξω τον τρόπο με τον οποίο τα γεγονότα, όσα δηλαδή συνέβησαν συγκεκριμένα σε ένα εκπληκτικά ευρύ φάσμα καθημερινών ανθρώπων σε όλη τη Γαλλία, δεν είχαν απλά αποτραβηχτεί από τη δημόσια προβολή αλλά στην πραγματικότητα είχαν ενεργώς ‘εξαφανιστεί’ πίσω από τείχη μεγαλόπρεπων αφηρημένων εννοιών, ξεπερασμένων κλισέ και αστήριχτων επικλήσεων. Η επανεμφάνιση του εργατικού κινήματος το ’90 ταρακούνησε την ασάφεια γύρω από το ’60, που πήγαζε από όλες τις εικόνες και εκφράσεις που είχαν τεθεί στη Γαλλία και αλλού από έναν συνδυασμό δυνάμεων -τα μίντια, τον θεσμό του εορτασμού της επετείου και τους πρώην αριστεριστές (gauchistes) που ‘μεταλλάχθηκαν’ σύμφωνα με τις επιταγές της αγοράς.

Εκείνη την περίοδο, λίγα μόνο πρόσωπα -όπως ο Bernard Henri-Levy, ο Andre Glucksmann, ο Bernard Kouchner, ο Daniel Cohn-Bendit και ο Alain Finkielkraut- ήταν ορατά και μόνο οι φωνές τους ακούγονταν στον αέρα, εξιστορώντας αυτό που θεωρούνταν ως η επίσημη γνώμη του κινήματος. Αυτοί οι αυτοανακηρυγμένοι και αναγορευμένοι από τα μίντια εκπρόσωποι (έχουμε αντίστοιχους και στις Η.Π.Α.), εκ των οποίων όλοι θα μπορούσαν να αποποιηθούν ξανά και ξανά με το παραμικρό τα νεανικά τους λάθη, είναι αυτοί που στο βιβλίο μου αποκαλώ ως «λειτουργούς της επίσημης μνήμης».

Οι εργατικές απεργίες του χειμώνα του 1995, δεν κατάφεραν μόνο να αναγκάσουν την κυβέρνηση σε υποχώρηση στο θέμα των αλλαγών των συντάξεων για τους δημόσιους υπαλλήλους αλλά και απέσπασαν τον έλεγχο της μνήμης του ’68 από τους επίσημους εκπροσώπους, υπενθυμίζοντας στους ανθρώπους κάτι που όλες οι συνδυασμένες δυνάμεις της λήθης, συμπεριλαμβανομένης και αυτής που παρατηρούμε σήμερα ως ένα είδος αμερικανοποίησης της μνήμης του γαλλικού Μάη, φρόντισαν να τους κάνουν να ξεχάσουν: ότι ο Μάης του ’68 αποτέλεσε το μεγαλύτερο και μαζικότερο κίνημα στη σύγχρονη γαλλική ιστορία, η πιο σημαντική απεργία στην ιστορία του γαλλικού εργατικού κινήματος και η μόνη «γενικευμένη» εξέγερση που βίωσαν οι δυτικές, υπεραναπτυγμένες χώρες από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά.

Σε κάθε μαζικό πολιτικό κίνημα από τα Αριστερά, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος του να συμβεί αυτό που αποκαλώ «προσωποποίηση» -η διαδικασία αυτή όπου οι άνθρωποι που εμπλέκονται σε ένα οριζόντιο κοινωνικό κίνημα μαζικής κλίμακας χωρίς αρχηγούς, επιτρέπουν στις δυνάμεις της τάξης ή στα μίντια να περιορίσουν την «αντιπροσώπευση του κινήματος» και την αναφορά του σε αυτό, σε λίγες μόνο κεντρικές προσωπικότητες. Αυτή, όμως, η μονοπώληση της μνήμης ενός συμβάντος από επίσημους εκπροσώπους δεν συνέβη στην πραγματικότητα τόσο πολύ στην Κομμούνα, όσο το ’68. Μετά από ό,τι συνέβη, πολλοί κομμουνάροι έπεσαν νεκροί στο τέλος της «Ματωμένης Εβδομάδας», οι επιζώντες διασκορπίστηκαν στην Ευρώπη, ακόμα και στις Η.Π.Α.. Παρ’όλη τη λογοκρισία από την πλευρά της γαλλικής κυβέρνησης, οι επιζώντες μπορούσαν να δημοσιεύσουν τα απομνημονεύματα και τις καταγραφές τους, κυρίως στην Ελβετία.

Οι ιστορικοί που γράφουν στον απόηχο της Κομμούνας τείνουν, φυσικά, να εστιάζουν την προσοχή τους στις ίδιες προσωπικότητες: για παράδειγμα στην Louise Michel ή στον Gustave Courbet. Στη σκέψη μου για τις ιστορικές διεργασίες, βρίσκω πως είναι πάντα ενδιαφέρον να τοποθετώ αυτού του είδους τους άνδρες και γυναίκες, που «ηγούνται», σε δεύτερο πλάνο -ακόμη κι αν είναι μόνο για να δούμε το τι καθίσταται πλέον ορατό.


Y.T.: Στο βιβλίο σας Η Ανάδυση του Κοινωνικού Χώρου: Ο Ρεμπώ και η Παρισινή Κομμούνα (TheEmergence of Social Space: Rimbaud and the Paris Commune) περιγράφετε πως η Κομμούνα δεν αποτέλεσε μόνο έναν ξεσηκωμό ενάντια στις πράξεις της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας αλλά, ίσως πάνω απ’ όλα, μία εξέγερση ενάντια στις βαθιές μορφές της κοινωνικής οργάνωσης. Για παράδειγμα, ένα στοιχείο που δείχνει να είναι κοινό στην Παρισινή Κομμούνα και στον Μάη του ’68 είναι η σφοδρή επιθυμία των από τα κάτω για τη διάλυση των γραφειοκρατικά επιβαλλόμενων κοινωνικών ρόλων και ταυτοτήτων. Μπορούμε να σκιαγραφήσουμε τέτοιες και άλλες ομοιότητες μεταξύ των δύο αυτών αστικών επαναστατικών εμπειριών;

K.R.: Ναι, πιστεύω πως οι βαθιές μορφές της κοινωνικής οργάνωσης δέχτηκαν επίθεση και στις δύο αυτές στιγμές. Καλλιτέχνες και τεχνίτες στην Κομμούνα κατάφεραν να διαλύσουν, στη ρίζα της, την κεντρική ιεραρχία της καλλιτεχνικής παραγωγής του 19ου αιώνα -την ιεραρχία που προσέφερε στους «καλύτερους» των καλλιτεχνών (γλύπτες και ζωγράφους) τεράστια οικονομικά προνόμια, κύρος και ασφάλεια ως προς τους καλλιτέχνες της διακόσμησης, τους τεχνίτες και τους μάστορες. Και απ΄την άλλη, το ’68 μπορεί κι αυτό να ειδωθεί ως μία μαζική κρίση του φονξιοναλισμού -οι φοιτητές δεν λειτουργούν πια ως φοιτητές, οι αγρότες σταματούν να καλλιεργούν και οι εργάτες σταματούν να δουλεύουν.

Υπάρχει μία ωραία φράση του Maurice Blanchot, μεταξύ άλλων, που συνοψίζει την κατάσταση με αρκετή ακρίβεια. Η ιδιαίτερη δύναμη του Μάη, έγραψε, προήλθε από το γεγονός ότι «σε αυτή την επονομαζόμενη φοιτητική δράση, οι φοιτητές δεν έδρασαν ποτέ ως φοιτητές αλλά ως φανερωτές μιας ολικής κρίσης, ως αγγελιοφόροι μιας δύναμης της ρήξης που έθεσε υπό ερώτηση το καθεστώς, το Κράτος, την κοινωνία». Το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για τους αγρότες της εποχής -έδρασαν ως αγρότες αλλά και ως πολλά παραπάνω απ’ ό,τι μόνο ως αγρότες· σκεφτόντουσαν την κατάστασή τους και το ερώτημα της γεωργίας με τρόπο πολιτικό, όχι απλά κοινωνιολογικό.


Y.T.: Το 1988, γράψατε πως αν δεν επιτρέπεται στους εργάτες να μεταβάλλουν τον χώρο και χρόνο που τους αντιστοιχεί, τότε η επανάσταση δεν συνίσταται στην αλλαγή της νομικής μορφής που κατανέμει τον χώρο και τον χρόνο, αλλά στο να μεταβληθεί συνολικά η ίδια η φύση του χώρου και του χρόνου. Τέτοια χαρακτηριστικά παρατηρήθηκαν και στον Μάη του ’68 και στην Κομμούνα. Βλέπετε να υπάρχουν παρόμοιες επαναστατικές προοπτικές στη σύγχρονη εποχή όπου η πολιτική απάθεια, ο άκριτος καταναλωτισμός και ο γενικευμένος κυνισμός φαίνεται να κυριαρχούν;

K.R.: Ο Μάης του ’68 δεν έχει, κατά τη γνώμη μου, κανένα ενδιαφέρον παραμόνο εάν μπορεί να σχηματοποιήσει το υπάρχον και να ρίξει φως στην τρέχουσα κατάσταση. Αν δεν το κάνει αυτό, τότε θα έχουμε δίκιο να τον στείλουμε στον κάδο των αχρήστων. Όπως τοποθετήθηκαν και μία ομάδα ριζοσπαστών ιστορικών στον απόηχο του ’68, «Σκέψου το παρελθόν πολιτικά για να σκεφτείς το παρόν ιστορικά». Το μήνυμά τους ήταν μια διττή επίθεση. Πρώτον: σκέψου το παρόν ως σύγκρουση αλλά και ως κάτι που μπορεί να αλλάξει. Δεύτερον: η ιστορία είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, για να αφεθεί στους ιστορικούς.

Κάθε ανάλυση ενός ιστορικού γεγονότος, και ειδικά της περιόδου του ’60, εκφράζει και μία κριτική της τωρινής κατάστασης. Όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με μία προσπάθεια του να ερμηνεύσουμε τη δεκαετία του ’60, θα πρέπει να αναρωτιόμαστε τι είναι αυτό που διεκδικείται στο παρόν, ποιο είναι αυτό που προστατεύεται σήμερα. Αυτές είναι οι ερωτήσεις, με τις οποίες σκοπεύω να ασχοληθώ στην ομιλία μου στην Αθήνα.


*Η παρούσα συνέντευξη δημοσιεύεται στο καινούργιο τεύχος της Βαβυλωνίας #20.

Thursday, May 3, 2018

Μαρούλια

Tου Μιχάλη Μητσού 

Δεν είναι η πρώτη φορά. Ο ταλαντούχος συνάδελφος έχει ασχοληθεί και στο παρελθόν με αυτή την εφημερίδα. Της έχει επιτεθεί, την έχει ειρωνευτεί, την έχει λοιδορήσει, την έχει κατηγορήσει ότι «αναζητεί πελάτες ανάμεσα στα πιο καθυστερημένα, αγριεμένα από την κρίση στρώματα της ελληνικής κοινωνίας». Εχει προαναγγείλει με άγριο ενθουσιασμό το τέλος της. Δεν του βγήκε.
Αλλά τότε ήταν ένας απλός αρθρογράφος. Και στο όνομα της ελευθερίας της έκφρασης μπορούσε να λέει ό,τι θέλει, να χρησιμοποιεί όποιο λεκτικό σχήμα του φαινόταν χαριτωμένο: για τον «Κούλη», τον Στουρνάρα «που δεν είναι στουρνάρι αλλά αντιδραστικός πολιτικός», τα λασπο-ΜΜΕσα και τα ΜαριΝΕΑ. Εδώ μιλούσε μετά την καταστροφή του Τσερνόμπιλ για «αντισοβιετικό νέφος», βεβαιώνοντας ότι μπορούμε να τρώμε άφοβα μαρούλια, και θα δίσταζε να μας καλέσει να στηρίξουμε «την πρώτη κυβέρνηση που προσπαθεί να κερδίσει όσο γίνεται περισσότερα για το καλό της χώρας», αφού όλα δεν τα κέρδισαν «ούτε ο Λένιν ούτε ο Φιντέλ ούτε ο Χο Τσι Μινχ»;
Τώρα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ο Θανάσης Καρτερός είναι διευθυντής του γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού. Αυτά που γράφει λοιπόν έχουν θεσμική βαρύτητα, έστω κι αν πρόκειται για αναρτήσεις στο Facebook. Το μέτωπο δεν είναι πλέον μεταξύ ενός εμμονικού δημοσιογράφου και ενός ενοχλητικού επιχειρηματία, αλλά μεταξύ του επίσημου εκπροσώπου του Πρωθυπουργού και ενός ιστορικού δημοσιογραφικού ομίλου.
Δεν πρόκειται να υπερασπιστώ εδώ τον εκδότη, όπως δεν «ξελαρυγγιάστηκα» ποτέ για τον προηγούμενο. Δεν είναι αυτή η δουλειά μου, δεν «εκπροσωπώ» και δεν με «εκπροσωπεί» κανείς. Δεν έχουν ανάγκη υπεράσπισης ούτε οι συνάδελφοί μου, εκτίθενται κάθε μέρα υπεύθυνα και επώνυμα απέναντι στους μοναδικούς τους κριτές, τους αναγνώστες. Ενα έχει σημασία αυτή τη στιγμή: να πληροφορηθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι πολίτες ότι μετά τον κυβερνητικό εκπρόσωπο που μας χαρακτήρισε «σκουπιδότοπο», ήρθε ο πρωθυπουργικός εκπρόσωπος να μας χαρακτηρίσει «συστοιχία χημικού και βιολογικού πολέμου», «πυροβολαρχία θανάτου» και «νεκρές ψυχές». Εμάς, τους εργαζομένους, όχι τον εκδότη.
Πώς απαντάς σε ένα παραλήρημα; Με ακόμη χειρότερες ύβρεις; Με κοινοτοπίες ακόμη πιο γελοίες από τις δύο Ελλάδες που συγκρούονται ή τη γυναίκα που παραμονεύει να τη βιάσει ο «πρώτος τυχόν τυχοδιώχτης»; Οχι. Η μόνη απάντηση στη χυδαιότητα, απ' όπου κι αν προέρχεται, ήταν, είναι και θα είναι η δουλειά μας.
Σε ένα δικαιώθηκε ο Καρτερός: όταν έγραψε κάποτε ότι «θα έπρεπε τη μοίρα των ΜΜΕ να την καθορίζουν η ιστορία τους, τα ονόματα που υπέγραψαν κατά καιρούς τις στήλες τους, ο ρόλος τους στις δύσκολες περιόδους, η ποιότητά τους». Surprise, αυτό ακριβώς συνέβη. Και συνέβη κόντρα στη θέληση, στις μηχανορραφίες και στις ίντριγκες των επίδοξων Λένιν, Φιντέλ και Χο Τσι Μινχ. Γιατί όταν εκείνοι υμνούσαν τη Σοβιετική Ενωση και έτρωγαν μολυσμένα μαρούλια, εμείς ρουφούσαμε τη σοφία ενός Καραπαναγιώτη.

Πηγή: Εφημερίδα Τα Νέα

Sunday, March 25, 2018

1821:Μύθος, θρύλος και αλήθεια

Για το 1821, στο ντέφι: Νίκος Ψυρούκης, Βασίλης Σφυρόερας, Βασίλης Παναγιωτόπουλος (φωτο Στ. Ελληνιάδης)
Του Νίκου Ψυρούκη

Τo ’21 είναι για μένα ένα πολύ σύνθετο και περίπλοκο φαινόμενο. Δεν είναι απλό. Υπήρξε η πρωταρχική γραμμή, ας πούμε, του Παπαρρηγόπουλου, που το ’βλεπε σαν μια εξέλιξη της εθνικής ιδέας. Μετά ήρθε ο Κορδάτος που χτύπησε, με την κοινωνική σημασία της επανάστασης, την πιο πάνω γραμμή, για να δείξει ότι η επανάσταση είχε κοινωνικό χαρακτήρα, σαν αντίβαρο. Και το ίδιο το ’21 είναι και κοινωνική επανάσταση, γιατί πήγε να βγάλει απ’ την Οθωμανική φεουδαρχία τον Ελληνισμό, και εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση γιατί έβγαζε τους υπόδουλους από τον ξένο ζυγό, από την εθνική καταπίεση. Πάντοτε επιμένω ότι το έθνος είναι ένας παράγοντας που δεν μπορούμε να τον αγνοήσουμε. Αν τον αγνοήσουμε παραμορφώνονται τα πράγματα, γιατί έθνος και κοινωνική πραγματικότητα εφάπτονται και οριζόντια και κάθετα. Δηλαδή, και η γλώσσα και τα ήθη και τα έθιμα κ.λπ. αποτελούν κοινωνική πραγματικότητα. Δεν ξέρω μετά από είκοσι χιλιάδες χρόνια, αλλά στην εποχή που ζούμε, η ανθρωπότητα είναι χωρισμένη σε έθνη. Λοιπόν, όταν δεν μπορείς να αναπτύξεις ελεύθερα τη γλώσσα σου, δεν μπορείς να αναπτύξεις ελεύθερα τα ήθη και τα έθιμά σου, τον πολιτισμό σου, τότε δεν μπορείς και ελεύθερα να σκεφτείς, αισθάνεσαι καταπίεση, δεν μπορείς και κοινωνικά να απελευθερωθείς. Το ένα είναι δεμένο με το άλλο πολύ σφικτά.

Το 1821, ήταν, λοιπόν, και κοινωνική και εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση. Και εντάσσεται μέσα στο μεγάλο αυτό σύνολο των επαναστάσεων του 19ου αιώνα και είναι ένας απ’ τους πιο σημαντικούς σταθμούς. Γιατί σπάει την Ιερά Συμμαχία, τουλάχιστον στην Ευρώπη∙ δεν μιλάω για Λατινική Αμερική γιατί έχουμε και στη Λατινική Αμερική εκείνη την περίοδο κινήματα εθνικής ανεξαρτησίας και τα λοιπά, αλλά για να βγάλουν τους λαούς της απευθείας από τον αποικιακό ζυγό. Το 1821 φέρει τεράστια αναστάτωση στην εξέλιξη του Ανατολικού ζητήματος, που είναι η διείσδυση της αποικιοκρατίας σ’ αυτό το χώρο, και από την άλλη πάει να δημιουργήσει ένα κράτος, με πρωταγωνιστές το ελληνικό έθνος και την ελληνική αστική τάξη. Η αστικοποίηση που γίνεται στην Ευρώπη, στην Ελλάδα γίνεται εκτός Ελλάδας. Αυτό είναι γνωστό και το λέμε όλοι. Δηλαδή, δεν δημιουργήθηκε το άστυ εδώ, και έχουμε τους φωτισμένους αστούς μας στις παροικίες που έρχονται προς τα εδώ και φέρνουν τις αστικοδημοκρατικές ιδέες προς ένα λαό που είναι σχεδόν αγροτικός. Γι’ αυτό είναι και αγροτικός πόλεμος το ’21.

Έτσι, το 1821 εντάσσεται και στον προβληματισμό των αγροτικών πολέμων. Δεν είναι, δηλαδή, το ’21 ένα φαινόμενο, ένα γεγονός σαν αυτό της Γαλλίας όπου ο αστισμός αναπτύχθηκε εσωτερικά. Στη Γαλλία υπήρχε το πρόβλημα της πολιτικής εξουσίας της νέας αστικής τάξης και της εξάλειψης των φεουδαρχών από την πολιτική εξουσία. Εδώ είχαμε να συντρίψουμε τον Οθωμανό φεουδάρχη, να αντιμετωπίσουμε την αποικιοκρατική διείσδυση των μεγάλων αποικιοκρατικών δυνάμεων, να κάνουμε κοινωνικό μετασχηματισμό και να αστικοποιηθούμε εκ των υστέρων.
Γη και ελευθερία
Κοινός στόχος των εξεγερμένων είναι, των μεν χωρικών, απ’ τη μια μεριά να πάρουν τη γη, απ’ την άλλη να διώξουν τον άπιστο κατακτητή. Αυτό είναι το εθνικό τους. Κοινός στόχος των αστών μας ήταν να δημιουργήσουν ένα σύγχρονο αστικό κράτος, με εθνική χροιά. Αλλά επειδή οι ίδιοι μεγάλωσαν και ανατράφηκαν σε μεγάλα αστικά κέντρα του εξωτερικού, είναι και φορείς εξωτερικών επιδράσεων. Δηλαδή, έχουμε, κάτι που βγαίνει μετά: τους αγγλόφιλους, τους γαλλόφιλους, τους ρωσόφιλους κ.λπ. Γιατί συνδέονται με διάφορα συμφέροντα αυτοί οι άνθρωποι.

Τώρα, τι έμεινε κατά τη γνώμη μου σαν μύθος. Έμεινε σαν μύθος, μέσα στην αγροτιά, όλοι αυτοί οι ωραίοι τύποι, όπως τους εμφανίζει η λαϊκή παράδοση. Από κοντά δεν τους έζησε κανένας μας για να έχει προσωπική γνώμη. Γεγονός είναι ότι πάλεψαν για τη λευτεριά. Έμεινε σαν παράδοση ο αγώνας για την ελευθερία, που είναι πολύ βασικό πράγμα για τον άνθρωπο. Γιατί νομίζω ότι η κοινωνία κινείται από την ανάγκη που έχει ο άνθρωπος για τη λευτεριά του, είτε απέναντι στη φύση είτε απέναντι στην κοινωνία την ίδια που τον έφτιαξε. Αυτό τον κινάει. Δεν τον κινάει τίποτ’ άλλο. Και έμειναν και αρνητικές παραδόσεις και δημιουργήθηκαν και αρνητικοί μύθοι. Ο μύθος των προστάτιδων δυνάμεων. Δεν είναι μόνο θετικοί οι μύθοι.

Από την άλλη ήθελα να πω, σαν πρώτη επαφή του ζητήματος, η απομυθοποίηση νομίζω ότι είναι νιχελισμός. Ο μύθος είναι ο μόνος τομέας όπου ο λαός –ακόμα, δεν ξέρω αργότερα τι θα κάνει– δεν έχει όρια στην ελευθερία της φαντασίας του. Στον τομέα αυτό είναι ακόμα ελεύθερος. Οι ήρωες της επανάστασης είναι αυτοί που ζουν μέσα στον κόσμο. Δηλαδή, ο μύθος των ηρώων αυτών, είναι οι παραστάσεις που ζουν μέσα στον κόσμο. Είναι ο Διάκος, ο Παπαφλέσσας, ο Κολοκοτρώνης, έτσι όπως τους φαντάζεται ο λαός. Θέλει να φαντάζεται ωραίο τον Κολοκοτρώνη, δεν μπορεί να τον εμποδίσει κανένας. Δεν μπορείς να του καταστρέφεις αυτή την ικανότητα που έχει… Δηλαδή, δεν μπορείς να του την καταστρέφεις ό,τι και να κάνεις. Γιατί το έχει ανάγκη. Κι εκεί μπορεί ελεύθερα να φανταστεί. Βέβαια, με την αστικοποίηση της Ελλάδας, ιδιαίτερα μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και την υποχώρηση του αγροτικού κόσμου, είναι επόμενο να υποχωρεί ο μύθος του ’21. Μα δεν χάνεται. Η ανάγκη της ελευθερία δεν ξεριζώνεται.

(αποσπάσματα από πολύωρη συζήτηση μεταξύ των ιστορικών Βασίλη Σφυρόερα, Βασίλη Παναγιωτόπουλου και Νίκου Ψυρούκη, στα γραφεία του περιοδικού, με ερωτήσεις του Γιώργη Έξαρχου και του Στέλιου Ελληνιάδη, ντέφι, τ. 14)

Πηγή: Δρόμος της Αριστεράς

Friday, March 23, 2018

Αυτά που έλεγεν ο Ρήγας*

Συντάκτης: Ευτύχης Μπιτσάκης

Βούλγαροι κι Αρβανίτες και Σέρβοι και Ρωμιοί...(από τον Θούριο)


Περίπου διακόσια χρόνια μετά τον θάνατο του Ρήγα (1753-1798) και τον Θούριο, κήρυγμα για μια Βαλκανική Ομοσπονδία, οι εθνικισμοί οξύνονται στα Βαλκάνια. Πολυεθνικά κράτη, όπως η Γιουγκοσλαβία, βομβαρδίζονται και διαλύονται σε νέα «κράτη» στα οποία μάχονται διαφορετικές εθνότητες, ενώ οι Αμερικανοί εγκαθιστούν μια τεράστια πολεμική βάση στο Κόσοβο, όπου κυριαρχεί η φτώχεια και συνεχίζεται ο εμφύλιος.

Και στα καθ’ ημάς: Η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, η ΠΓΔΜ, αυτοπροσδιορίζεται ως συνέχεια της αρχαίας Μακεδονίας. Θεωρεί ομοεθνή τον Μέγα Αλέξανδρο και του στήνει ανδριάντα. Ονομάζει δρόμους, πλατείες και αεροδρόμια με ελληνικά ονόματα.

Πρώτο ερώτημα: Τι γλώσσα μιλούσαν στο βασίλειο της Αρχαίας Μακεδονίας; Και ο Αριστοτέλης, δάσκαλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, συνομιλούσε με τον μαθητή σε κάποια σλαβική γλώσσα; Τα προηγούμενα είναι και φαίνονται γελοία. Αλλά αποτελούν στοιχεία της κρατικής προπαγάνδας και του λαϊκού φαντασιακού.

Το βασίλειο της Μακεδονίας εκτεινόταν σε πολύ ευρύτερη περιοχή απ’ ό,τι η σημερινή ελληνική Μακεδονία. Οι Μακεδόνες ήταν Ελληνες και μιλούσαν ελληνικά. Οι νοτιότεροι Ελληνες τους θεωρούσαν βαρβάρους, χωρίς να αμφισβητούν το γεγονός ότι ήταν και αυτοί Ελληνες.

Πού βρέθηκαν λοιπόν οι Σλάβοι, κάτοικοι της σημερινής ΠΓΔΜ, η οποία αποτελεί τμήμα της Ιστορικής Μακεδονίας; Οι Σλάβοι άρχισαν να εποικίζουν μακεδονικά εδάφη κατά τον έκτο, έβδομο και όγδοο αιώνα. Προχωρώντας προς Νότο, έφτασαν μέχρι την Πελοπόννησο, εκχριστιανίστηκαν, αφομοιώθηκαν γλωσσικά, άφησαν όμως τα σημάδια τους σε Ηπειρο, Δυτική Ελλάδα και Πελοπόννησο: Ζαγοροχώρια, Ζαγορά (πίσω από το βουνό), Στάρα Ζαγορά (παλιά αγορά) κ.λπ. κ.λπ.

Η γεωγραφικά ενιαία Μακεδονία ήταν μωσαϊκό από λαούς Ελληνες, Σλάβους, Αλβανούς, Σαρακατσαναίους, Βλάχους, Εβραίους κ.λπ. Η ενιαία Μακεδονία διαιρέθηκε το 1912-1913 σε τρία μέρη: Το μεγαλύτερο αποτέλεσε τη σημερινή ελληνική Μακεδονία, ένα άλλο τμήμα αποτέλεσε τη γιουγκοσλαβική και το μικρότερο ενσωματώθηκε στη Βουλγαρία.

Στη «μακεδονική σαλάτα» συγκροτήθηκαν έθνη-κράτη και άρχισαν εθνικοί ανταγωνισμοί. Οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν αντέδρασαν για το όνομα «Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας», επειδή δεν επρόκειτο για ανεξάρτητο «μακεδονικό κράτος». Αλλά τι είδους μόρφωμα ήταν η ΠΓΔΜ; Τι είδους εθνότητα συγκροτούσε ο πληθυσμός της;

Τι γλώσσα μιλούσαν; Είχαν δική τους γλώσσα; Η πλειοψηφία των κατοίκων ήταν Σλάβοι. Υπήρχε και μια ισχυρή μειοψηφία Αλβανών. Και ως προς τη γλώσσα, κατά τους ειδικούς, αλλά και κατά τον γνώστη Ευάγγελο Αβέρωφ, «στα Σκόπια ομιλείται η μακεδονική γλώσσα, η οποία έχει και γραμματική και συντακτικό». Η Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας είχε συνεπώς συγκροτημένη γλώσσα. Οχι όμως τη μακεδονική, αλλά μια γλώσσα που ανήκε στην οικογένεια των σλαβικών γλωσσών.

Πρώτα κατάτμηση της ιστορικής-ενιαίας Μακεδονίας. Ακολούθησε η διάλυση της πολυεθνικής Γιουγκοσλαβίας, με τους βομβαρδισμούς και με τα χημικά, και η δημιουργία ανεξάρτητων κρατών. Αλλά τα νέα κράτη πρέπει να συγκροτήσουν μια «μυθολογία» για την καταγωγή τους, για τη γεωγραφία τους, για την πολιτισμική τους παράδοση, για τα πολεμικά κλέη τους. Η ΠΓΔΜ συγκρότησε και αυτή τη «μυθολογία» της, θεμέλιο του εθνικισμού και του «αλυτρωτισμού» της. Αλλά οι βασικές θέσεις της «μυθολογίας» της δεν έχουν σχέση με την ιστορική αλήθεια.

Και οι Ελληνες; Φανατισμός των λαϊκών στρωμάτων από την κρατική και την προπαγάνδα των ΜΜΕ. Αλλά μόνον αυτό; Διαπρεπείς προσωπικότητες από τον χώρο του πολιτισμού (Ελύτης, Μερκούρη, Τσάτσος, Γεωργάκης, Μάνεσης, Αρβελέρ) δημοσίευσαν το 1992 ανοιχτή επιστολή προς την ΕΟΚ, όπου δήλωναν: «Η ψυχή μας είναι το όνομά μας». Δηλώσεις, προπαγάνδα, συλλαλητήρια, ένας νέος εθνικισμός, μίγμα πατριωτισμού και ενός κυρίαρχου ρεύματος δεξιού και ακροδεξιού φανατισμού.

Μέχρι και ο γιος του αρχιβασανιστή της Μακρονήσου, Σκαλούμπακα, τόλμησε να ταυτίσει την ακροδεξιά, ρατσιστική προπαγάνδα με την ατυχή αλλά πατριωτική ομιλία του Μίκη Θεοδωράκη. Συλλαλητήριο στην Αθήνα. Συλλαλητήρια στη Θεσσαλονίκη και συνθήματα όπως: Η Μακεδονία είναι Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι Μακεδονία. Επίσης: Ελλάδα σημαίνει ορθοδοξία. Κατά την προπαγάνδα, η ύπαρξη της ΠΓΔΜ σημαίνει εθνική καταστροφή, εθνική ταπείνωση κ.λπ.

Φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Σαράντα χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, αναγνώρισαν την ύπαρξη γλώσσας της ΠΓΔΜ. Εν τω μεταξύ περίπου εκατό χώρες αναγνώρισαν την ΠΓΔΜ ως Μακεδονία χωρίς άλλο προσδιορισμό. Και ο χορός καλά κρατεί!

Και τώρα τι; Σλάβοι είχαν εποικίσει μέρος της εσωτερικής Μακεδονίας. Εχουν το δικαίωμα να ζήσουν στη νέα πατρίδα τους. Να οργανώσουν τη ζωή τους και να αναπτύξουν τον δικό τους πολιτισμό. Και το όνομα, το οποίο έχει καταστεί αίτιο ατέλειωτων διχογνωμιών; Προτάσεις: Βόρεια Μακεδονία, Σλαβική Μακεδονία (και οι συμπατριώτες Αλβανοί;), Γιουγκοσλαβική Μακεδονία του Βορρά, Μακεδονία του Βαρδάρη, Δημοκρατία της Μακεδονίας.

Κυρίαρχη είναι η άποψη του ονόματος με γεωγραφικό προσδιορισμό. Κάποτε θα λυθεί το πρόβλημα. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Δεύτερο πρόβλημα: η αλλαγή του Συντάγματος, ώστε να μην τροφοδοτεί τον αλυτρωτισμό. Ομως μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές (7 Μαρτίου) ο πρωθυπουργός γειτονικής χώρας αρνείται την αλλαγή του Συντάγματος.

Είναι αυτονόητο ότι η οποιαδήποτε συμφωνία δεν πρέπει να είναι ετεροβαρής. (Στην περίφημη αγορά, γίνεται ανταλλαγή ισοδυνάμων.) Υπόθεση πρώτη: Αλλάζουν ονόματα δρόμοι, πλατείες, απομακρύνονται αγάλματα, σταματάει η προπαγάνδα. Αλλά σ’ αυτή την περίπτωση, η Ελλάδα παραιτείται από το βέτο. Η γειτονική χώρα γίνεται μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ.

Ανταλλαγή ισοδυνάμων; Είχαμε απολαύσει τα «κέρδη» από την Ε.Ε., τώρα θα έχουμε και την «προστασία» του ΝΑΤΟ από τον Βορρά. Υπόθεση δεύτερη: Τα προηγούμενα, συν την αλλαγή του Συντάγματος. Η γειτονική Δημοκρατία δεν χάνει τίποτα ουσιαστικό, μπαίνει στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ, και εμείς συμβάλλουμε στην επέκταση των δύο φιλάνθρωπων οργανισμών στη γειτονιά μας. Επιπλέον, προσφέρουμε επιχειρήματα στους εθνικιστές μας, στους υπερπατριώτες και στους χουντικούς.

Αλλά το πρόβλημα δεν είναι μόνο πρόβλημα Ελλάδας-ΠΓΔΜ. Οι Αμερικανοί είναι αμέτοχοι; Ας θυμίσουμε τα έργα τους: Αφγανιστάν, Λιβύη, Συρία, Μέση Ανατολή, διάλυση της Γιουγκοσλαβίας κ.λπ. Στρατηγική που αποβλέπει στην παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ. Δίπλα στο Κόσοβο δεν θα ήταν επιθυμητό να υπάρξει και δεύτερο εξαρτημένο κράτος και δεύτερη αμερικανική βάση;

Αδιέξοδο; Ας θυμηθούμε τον Ρήγα: Πολιτική αμοιβαίου σεβασμού των λαών της Βαλκανικής. Συνεργασία ισότιμη και αμοιβαία επωφελής. Στην πορεία του χρόνου, προσπάθεια για προοδευτικές κυβερνήσεις. Σήμερα δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για ισότιμη συνεργασία των λαών της Βαλκανικής. Πολύ περισσότερο για τη δημιουργία της Ενωσης των Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών της Χερσονήσου.

Αλλά η Ιστορία δεν έχει τελειώσει. Ας αρχίσουμε από το ελάχιστο, αγωνιζόμενοι ταυτόχρονα για μια Βαλκανική ειρήνης, δημοκρατίας και σοσιαλισμού.

Και μια προσωπική εμπειρία. Το 1948 βρέθηκα κρατούμενος στη Γυάρο, στο διαμέρισμα των ανηλίκων. Στη Γυάρο υπήρχαν πολλοί Σλαβομακεδόνες: ενήλικοι και ανήλικοι. Οι ίδιοι ονόμαζαν τους εαυτούς τους Μακεδόνες.

Μακεδόνες ονομάζονταν και σύμφωνα με την καθοδήγηση. Δεν χώνευα αυτή τη διαστρέβλωση της Ιστορίας. Υποστήριζα συνεπώς ότι οι αγαθοί, πράοι και ευγενείς συγκρατούμενοί μας, οι σύντροφοί μας ήταν Σλαβομακεδόνες. Συνέπειες της παραφωνίας; Τώρα μιλάμε για σήμερα και για το μέλλον.

*Το άρθρο αυτό περιλαμβάνεται στο τεύχος 124 του περιοδικού «Ουτοπία», που θα κυκλοφορήσει τον Απρίλιο. Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών

Tuesday, March 20, 2018

Grexit… τώρα!


Ακολουθώντας τη (λανθασμένη…) πεπατημένη των προκατόχων του ο υφυπουργός αθλητισμού Γιώργος Βασιλειάδης προχώρησε στην διακοπή του ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος, μετά τα θλιβερά επεισόδια στο γήπεδο της Τούμπας, όπου ο Ιβάν Σαββίδης επιτέθηκε στον διαιτητή του ΠΑΟΚ – ΑΕΚ Κομίνη με το περίστροφο σε κοινή θέα. Και όμως μόλις πριν από έναν χρόνο ο προκάτοχός του, Σταύρος Κοντονής, είχε διακόψει δυο φορές το πρωτάθλημα, ενώ παλαιότερα και ο υφυπουργός αθλητισμού της κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ κ. Ανδριανός είχε διακόψει και αυτός δυο φορές τα ποδοσφαιρικά πρωταθλήματα. Αποτέλεσμα; Μηδέν. Οι «διακοπές» δεν εμπόδισαν ούτε παλαιότερα τους χουλιγκάνους να κάνουν «τα δικά τους» σε διάφορα γήπεδα, ούτε βέβαια «παράγοντες-επενδυτές» να εισβάλουν στους αγωνιστικούς χώρους.

Αποτυχημένη συνταγή

Το ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο είναι βαριά «άρρωστο», δεν μιλάμε για «κρυολόγημα». Τόσο βαριά που συχνά πυκνά αυτή αρρώστια μεταδίδεται, μέσω «παραγόντων-επενδυτών» και οπαδικών στρατών, σ’ άλλα αθλήματα όπως το μπάσκετ, το βόλεϊ ακόμα και το χάντμπολ.
Διαφωνώ με τη διακοπή του πρωταθλήματος γιατί είναι μια αποτυχημένη συνταγή. Πέρυσι το πρωτάθλημα «σταμάτησε» δυο φορές αλλά στον τελικό του κυπέλλου στο Βόλο, ΠΑΟΚ-ΑΕΚ, οι χουλιγκάνοι μαχαιρώθηκαν στις πεζογέφυρες. Λοιπόν αρχικά περίμενα την εφαρμογή των νόμων, του Κανονισμού Αγώνων Ποδοσφαίρου. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Θα ήταν σαφέστατο μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις. Θα ήθελα άμεσο εντοπισμό των υπεύθυνων για τα επεισόδια (κάτι που είδαμε όλοι μέσα από την τηλεοπτική κάμερα), απόδοση ευθυνών όμως και στην αστυνομία για πλημμελή έλεγχο (δεν είναι δυνατόν να μπαίνει ένοπλος ο ιδιοκτήτης της ΠΑΕ μέσα στον αγωνιστικό χώρο συνοδεία «φουσκωτών») και τιμωρία φυσικά στην ΠΑΕ με «κλείσιμο» της έδρας για να «πονέσει» χρηματικά. Δυστυχώς, επαναλαμβάνω, ο Γιώργος Βασιλειάδης ακολούθησε την πεπατημένη και προχώρησε στη διακοπή του πρωταθλήματος και φοβάμαι ότι αυτό έγινε γιατί η κυβέρνηση δεν έχει εναλλακτικό σχέδιο αντιμετώπισης των φαινομένων βίας και διαφθοράς στο ποδόσφαιρο. Είναι εύκολο όταν είσαι αντιπολίτευση να καταγγέλλεις (κάτι που έτρεξε να κάνει και η ΝΔ) όμως όταν έχεις εσύ την ευθύνη διακυβέρνησης πρέπει να έχεις σχέδιο και προτάσεις για άμεση εφαρμογή. Και σχέδιο, δυστυχώς, δεν βλέπω…

Επιχειρηματική ασπίδα

Το κομβικό πρόβλημα του ελληνικού επαγγελματικού ποδοσφαίρου είναι οι «παράγοντες» του. Ο κ. Σαββίδης που την περασμένη Κυριακή έμπαινε «ως ταύρος σε υαλοπωλείο» στη Τούμπα πριν από μερικά χρόνια δήλωνε: «Δεν μπορώ να καταλάβω πώς είναι δυνατόν, έχοντας την ευθύνη για το πιο δημοφιλές άθλημα στη χώρα και σ’ όλο τον κόσμο, να αφήνεις το ποδόσφαιρο, που υποτίθεται ότι αγαπάς, να κατρακυλά όχι μόνο στις συνειδήσεις των φιλάθλων, αλλά και στην ευρωπαϊκή κατάταξη, να χάνει την υπόληψή του, να γίνεται εθνική ντροπή;» (16/5/ 2016). Ο κ. Μαρινάκης που είχε επιτεθεί στον Τζιμπρίλ Σισέ μιλάει για «πολιτική επίθεση στον Ολυμπιακό» και ο κ. Μελισσανίδης προβάλλεται ως εξυγιαντής. Και όμως όλοι γνωρίζουμε ότι οι περισσότεροι χρησιμοποιούν το ποδόσφαιρο ως επιχειρηματική ασπίδα με τους «ισχυρότερους» (βλέπε ΠΟΚ+ΠΑΟΚ) να έχουν βρει στα ευρωπαϊκά κύπελλα μια (πολύ) καλή πηγή εσόδων. Εκεί βρίσκεται, κατά τη γνώμη μου, η «αχίλλειος πτέρνα» του παραγοντισμού στην Ελλάδα. Το μόνο που θα τους «πονέσει» είναι το Grexit! Τρία (ή και περισσότερα) χρόνια εκτός Ευρωπαϊκών διοργανώσεων. Έξωση από την Ευρώπη σημαίνει ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο επιστρέφει στα… βαλκανικά κυβικά του. Στο πραγματικό του μέγεθος δηλαδή. Τέλος οι ομάδες με 10 ξένους στην 11αδα. Τέλος οι «απίθανοι» ξένοι προπονητές. Ευρωπαϊκή «έξωση» σημαίνει ότι «αναγκαστικά» οι ομάδες θα στραφούν στην εγχώρια «παραγωγή». Στην αναζήτηση ταλέντων από τις ομάδες της γειτονιάς, της πόλης, του χωριού. Σημαίνει ότι όσοι αποφασίσουν να ασχοληθούν με το ποδόσφαιρο θα έχουν (σε μεγάλο βαθμό…) μόνο αθλητικό κίνητρο. Το κλείσιμο των ποδοσφαιρικών συνόρων όμως θα βάλει το ελληνικό ποδόσφαιρο στη φυσική του διάσταση. Έστω και «βίαια»…
Ο Αλέξης Τσίπρας υποστηρίζει ότι δεν τον ενδιαφέρει το πολιτικό κόστος, «… αυτή η ιστορία θα τελειώσει και όλοι θα βρεθούν προ των ευθυνών τους», έλεγε στους στενούς του συνεργάτες. Ας τολμήσει λοιπόν να βάλει το «μαχαίρι στο κόκκαλο».

Υ.Γ. Η φωτογραφία με τον Αντελίνο Βιεϊρίνια να αρνείται στον έξαλλο Ιβαν Σαββίδη να αποχωρήσει ο ΠΑΟΚ από το γήπεδο θα πρέπει να αποτελέσει τη βάση για την μεγάλη αλλαγή που χρειάζεται το ελληνικό ποδόσφαιρο.

Πηγη: Η Εποχή

Monday, February 26, 2018

“Δεν υπάρχει ούριος άνεμος για όποιον δεν ξέρει πού πηγαίνει”

Του Μπάμπη Δρακόπουλου
(Από την απολογία του για παραβίαση του Α.Ν. 509, στο 5μελές Εφετείο, Γενάρης 1973)
Θεμελιώδης στρατηγικός σκοπός του ΚΚΕ εσωτ. είναι η ανατροπή της παρούσας δικτατορικής κυβέρνησης και η αποκατάσταση και διασφάλιση της δημοκρατίας. Γιατί χωρίς τη δημοκρατία δεν είναι δυνατόν να συντελεστεί καμιά πραγματική πρόοδος της χώρας. Γι’ αυτό, όλη μας η δραστηριότητα, πολιτική, οργανωτική, ιδεολογική αυτό το σκοπό υπηρετεί.

Όλες οι κατακτήσεις του λαού είναι αποτέλεσμα της πάλης
Όλες οι πολιτισμένες χώρες, μικρές και μεγάλες, αναπτύχθηκαν με την κινητοποίηση του λαϊκού παράγοντα, με την πάλη των αντίθετων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, που αποτελεί ισχυρό μοχλό προόδου, που κινεί τον τροχό της ιστορίας. Όλες οι μεγάλες και μικρές δημοκρατικές κατακτήσεις, για τις οποίες υπερηφανεύονται οι δημοκρατικές χώρες και όλες οι κατακτήσεις των εργαζομένων είναι αποτέλεσμα λαϊκών κινητοποιήσεων, οικονομικών, πολιτικών και ιδεολογικών αγώνων. Η ίδια η γέννηση του ελεύθερου νεοελληνικού κράτους και η πορεία του προς τη δημοκρατία είναι αποτέλεσμα σκληρών αγώνων κι άπειρων θυσιών. Είναι αποτέλεσμα πολλών «αταξιών». Η Ελληνική Επανάσταση του ’21 ήταν ένα πλήγμα στην έννοια της ησυχίας και της τάξης που είχε εγκαθιδρύσει η Ιερά Συμμαχία στον ευρωπαϊκό χώρο. Ήταν μια μεγάλη αταξία και ένα χωρίς προηγούμενο χάος. Όμως χάρη σ’ αυτήν την αταξία και σ’ αυτό το χάος υπάρχουμε σήμερα σαν ελεύθερο έθνος.
Η αναζήτηση αυτή της ελευθερίας, σ’ όλες τις διαστάσεις, βρήκε την έκφρασή της στη λογοτεχνία μας. Το δημοτικό μας τραγούδι κι έπειτα όλοι οι μεγάλοι ποιητές του Έθνους την ελευθερία και τη δημοκρατία με την πιο πλατιά και ουσιαστική έννοια δόξασαν στο έργο τους. Ποτέ την τυραννία.

Για τη δημοκρατική αναγέννηση της χώρας
Από την πλευρά μας υποστηρίζουμε πως η πολιτική δημοκρατία πρέπει να διευρυνθεί και να επεκταθεί στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα, να συνδυασθεί δηλαδή με την οικονομική και κοινωνική δημοκρατία, με την ανεξαρτησία, με την εξασφάλιση των όρων για μια ολόπλευρη ανάπτυξη της χώρας προς όφελος του λαού. Αυτό είναι το αίτημα των καιρών, το αίτημα σήμερα όλων των εργατικών και πραγματικά σοσιαλιστικών δυνάμεων των καπιταλιστικών χωρών της Ευρώπης.
Πρόκειται, για μια βαθειά μεταβολή, για μια επανάσταση δημοκρατικού - αντιμονοπωλιακού - αντιιμπεριαλιστικού χαρακτήρα με κατεύθυνση το σοσιαλισμό που πιστεύουμε πως θα οδηγήσει στη δημοκρατική αναγέννηση της χώρας και θ’ ανοίξει το δρόμο στο σοσιαλισμό. Προϋποθέτει την άνοδο στην εξουσία των αντιμονοπωλιακών δυνάμεων με τη μορφή μιας πλατιάς συμμαχίας της εργατικής τάξης, που είναι η πρωτοπόρα δύναμη αυτής της αλλαγής, με την εργαζόμενη αγροτιά, τη διανόηση και τα άλλα μεσαία στρώματα, ακόμα και με τμήματα της μη μονοπωλιακής αστικής τάξης, δηλαδή τις άλλες κοινωνικές δυνάμεις που έχουν συμφέρον και ενδιαφέρονται γι’ αυτήν.

Κατοχύρωση, διεύρυνση και βάθεμα της δημοκρατίας
Στη δημοκρατία προς την οποία αποβλέπει το πρόγραμμά μας όχι μόνο δεν θα περιοριστούν, αλλά αντίθετα θα επεκταθούν και θα γίνουν πιο ουσιαστικά τα δημοκρατικά δικαιώματα και οι λαϊκές ελευθερίες. Στην περίοδο της Δημοκρατικής Αναγέννησης θα διατηρηθούν όλες οι δημοκρατικές ελευθερίες και τα ατομικά δικαιώματα που κατάκτησε ο λαός μας μέσα από πολύχρονους αγώνες στη διάρκεια της νεώτερης ιστορίας του. Από την συνοικία, τον Δήμο, την επιχείρηση, το Ίδρυμα, ως την κεντρική εξουσία, σ’ όλους τους τομείς: πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό - και παράλληλα την άσκηση του λαϊκού ελέγχου σ’ όλες τις δημόσιες λειτουργίες. Θα προσπαθήσει, μ’ ένα λόγο, να εξασφαλίσει την έμμεση και άμεση συμμετοχή του λαού στην διεύθυνση της κοινωνίας και του κράτους. Θα αποκλεισθεί κάθε παρέμβαση του κράτους, άμεση είτε έμμεση, στην πνευματική και καλλιτεχνική δημιουργία.
Το κράτος δεν θα έχει επίσημη κρατική φιλοσοφική κοσμοθεωρία. Ακόμη, θα είναι χωρισμένο από τα κόμματα που θα συμμετέχουν στην οικοδόμηση της νέας κοινωνίας.
Γενική τάση θα είναι η μεταβίβαση όλο και περισσότερης εξουσίας προς τα όργανα που βρίσκονται πιο κοντά στο λαό και ελέγχονται πιο άμεσα απ’ αυτόν. Η έννοια της αυτοδιοίκησης, όχι μόνο στο γεωγραφικό επίπεδο, αλλά και στο επίπεδο των οικονομικών μονάδων που έχουν περάσει στο δημόσιο τομέα και των συνεταιριστικών, στο πλαίσιο των γενικών κατευθύνσεων που με την έγκριση του λαού χαράζει η κεντρική δημοκρατική εξουσία, μετατρέπεται σε μια γενικότερη καθοδηγητική αρχή στην ανάπτυξη της δημοκρατίας, που η επέκταση της εφαρμογής της συμβαδίζει με τις προόδους και τα βήματα προς τα μπρος που σημειώνονται στον τομέα των κοινωνικών σχέσεων.

Στο δρόμο του σοσιαλισμού
Αναμφισβήτητα η μεταβολή που θα σημειωθεί με τη Δημοκρατική Αναγέννηση της χώρας ανοίγει το δρόμο για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της που είναι για μας η φυσιολογική συνέχεια, η κατάληξη και η προοπτική της. Ο σοσιαλισμός είναι το σύστημα εκείνο στο οποίο κοινωνικοποιούνται τα βασικά μέσα παραγωγής και διανομής, καταργείται η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της δημοκρατίας σε βάθος και τη σταθερή πορεία για την πνευματική και ηθική απελευθέρωση του ανθρώπου.
Ο σοσιαλισμός στη χώρα μας θα είναι ένας Ελληνικός Σοσιαλισμός, βαθειά ριζωμένος στο εθνικό έδαφος. Ο δρόμος γι’ αυτόν δεν θα χαραχτεί μόνο από το ΚΚΕ (αν και εμείς έχουμε τις απόψεις μας και τις προτάσεις μας γι’ αυτόν), αλλά και από τις άλλες δυνάμεις που προσβλέπουν προς τη σοσιαλιστική αλλαγή, με την πλατειά συμμετοχή των εργαζομένων της χώρας μας. Θα πάρουμε υπόψη μας την πείρα από την ως τώρα οικοδόμηση του σοσιαλισμού, καθώς και των προσπαθειών για ανοίγματα προς το σοσιαλισμό στις διάφορες χώρες, τόσο τη θετική όσο και την αρνητική.
Κάθε βήμα παραπέρα προς την κοινωνικοποίηση των βασικών μέσων παραγωγής, κάθε βήμα προς τη σοσιαλιστική ανάπλαση της κοινωνίας θα συμβαδίζει με τη διεύρυνση και το βάθεμα της πολιτικής και οικονομικής δημοκρατίας. Η οικονομική ανάπτυξη παύει να γίνεται αυτοσκοπός που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των λίγων, αλλά μέσο για την ευτυχία του ανθρώπου. Ο Σοσιαλιστικός Ανθρωπισμός, θ’ αρχίσει ως η διαδικασία της απελευθέρωσης του ανθρώπου από τους καταναγκασμούς και τις μεγάλες ιστορικές αλλοτριώσεις, της πνευματικής και ηθικής απολύτρωσης.
Δεν επιδιώκουμε την επιβολή δικτατορίας οποιασδήποτε μορφής. Το καθεστώς στο οποίο αποβλέπει το πρόγραμμά μας είναι ο αντίποδας της δικτατορίας. Είναι ένα γνήσιο δημοκρατικό καθεστώς, όπου η δημοκρατία θα αποκτήσει το αληθινό της νόημα με κατάληξη ένα δημοκρατικό σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο στη διάρκεια του οποίου το κράτος θα γίνει κράτος όλου του εργαζόμενου λαού, όπου ο ίδιος θα ασκεί την εξουσία.

Η πορεία προς τη δημοκρατική αναγέννηση και οι δυνάμεις της αλλαγής στη χώρα μας
Επιδιώκουμε να πραγματοποιήσουμε τους σκοπούς αυτούς όχι με την ένοπλη βία, αλλά με δημοκρατικές μέθοδες, μέσω της ανάπτυξης των λαϊκών αγώνων για συγκεκριμένους πολιτικούς και κοινωνικούς στόχους στο πλαίσιο των δημοκρατικών θεσμών, μέσω της πλατειάς οργάνωσης του λαού, με την κατάκτηση της πλειοψηφίας του λαού στο πρόγραμμα του κόμματος.
Το πρόβλημα όμως είναι αν υπάρχουν οι δυνατότητες σήμερα μιας τέτοιας δημοκρατικής πορείας στη χώρα μας. Δεν πιστεύαμε ανέκαθεν στη δυνατότητα μιας τέτοιας πορείας, αν και η άνοδος στην εξουσία από το δημοκρατικό δρόμο ήταν πάντα ευκταία και επιθυμητή από τους θεμελιωτές της Μαρξιστικής θεωρίας και απ’ τον Λένιν.
Οι αντιδημοκρατικές και μιλιταριστικές τάσεις του σύγχρονου μονοπωλιακού κράτους διογκώνουν τις λαϊκές αντιδράσεις και το μέτωπο των δυνάμεων που ζητάνε αλλαγή πλάι στην εργατική τάξη. Πλαταίνουν έτσι οι πολιτικές δυνάμεις της σοσιαλιστικής αλλαγής. Οι εξελίξεις αυτές ανοίγουν πρόσθετες δυνατότητες στη διεύρυνση και αποτελεσματικότητα του μετώπου των δυνάμεων που παλεύουν με επικεφαλής την εργατική τάξη για μια ριζική αλλαγή του συστήματος, παρά το ότι παράλληλα ορθώνουν νέες δυσκολίες στο δημοκρατικό δρόμο.
Αυτές οι αλλαγές επέβαλαν επίσης την ανανέωση και τον πλουτισμό της Μαρξιστικής θεωρίας και πρακτικής, την υπερνίκηση του δογματισμού και των γραφειοκρατικών παραμορφώσεων, που ζημίωναν πάρα πολύ το διεθνές εργατικό κίνημα στις σοσιαλιστικές χώρες και τα Κομμουνιστικά Κόμματα από την περίοδο του Στάλιν. Όπως επίσης έκαναν αναγκαία την ενίσχυση της δημοκρατικής διάστασης του σοσιαλισμού που είχε παραμορφωθεί, και την αναζήτηση σε κάθε χώρα από την εργατική τάξη και το κόμμα της του δικού της εθνικού δρόμου για το σοσιαλισμό.

Οι κοινωνικές δυνάμεις της αλλαγής
Κύριες κοινωνικές δυνάμεις μιας τέτοιας αναγεννητικής προσπάθειας στη χώρα μας θεωρούμε ότι είναι η εργατική τάξη, με την ευρύτερη έννοια που της δίνουμε σήμερα, οι αγρότες, η διανόηση (σπουδαστές - διανοούμενοι), οι βιοτέχνες και επαγγελματίες, σε συνεργασία με το μικρό και μεσαίο κεφάλαιο, δηλαδή όλα τα μη μονοπωλιακά στρώματα, η καταπληκτική πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας. Αναμφισβήτητα, η συμμαχία των εργαζομένων της πόλης και του χωριού με τους εργαζόμενους του πνεύματος θα αποτελούσε το θεμέλιο αυτής της μεγάλης εθνικής συμμαχίας. Η συμμαχία αυτή με τη μορφή της συνεργασίας των πολιτικών δυνάμεων που εκφράζουν τα συμφέροντα και τη θέληση των στρωμάτων αυτών, θα μπορούσε, αν ανέβαινε στην εξουσία, να αλλάξει την όψη της χώρας και τη ζωή του λαού μας, εφαρμόζοντας ένα τολμηρό πρόγραμμα μιας δημοκρατικής αντιμονοπωλιακής ανάπτυξης.
Αλλά και μέχρι να κερδίσει τη λαϊκή πλειοψηφία, η πολιτική αυτή συνεργασία των αντιμονοπωλιακών δυνάμεων θα μπορούσε να αποσπάσει δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, να γίνει ένας ισχυρός μοχλός προόδου προς τα μπρος, αλλά και να αποτελέσει ένα ισχυρό φραγμό στις δυνάμεις της οπισθοδρόμησης που θα επιδιώκουν να οδηγήσουν τη χώρα σ’ ένα αντιδημοκρατικό δρόμο.
Η πορεία αυτή δεν αποτελεί ουτοπική κατεύθυνση. Από την πλευρά μας επιθυμούμε το δρόμο και το πρόγραμμα για τη δημοκρατική ανανέωση της χώρας να τον χαράξουμε και να τον επεξεργαστούμε μαζί μ’ όλες τις δυνάμεις που έχουν έναν παραπλήσιο προσανατολισμό. Για μας είναι σημείο των καιρών και ελπιδοφόρο μήνυμα για το μέλλον το γεγονός ότι κι άλλες δυνάμεις, εκτός της Μαρξιστικής Αριστεράς, ενδιαφέρονται σήμερα για ένα πρόγραμμα πολιτικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων με σοσιαλιστική προοπτική.
Οι πιο στέρεες προϋποθέσεις γι’ αυτή τη συνεργασία δημιουργούνται σήμερα με τη σφυρηλάτηση αγωνιστικών δεσμών στη διάρκεια της Αντίστασης. Δημιουργούνται βάσιμες ελπίδες ότι αυτή τη φορά θα βγει αληθινή η μεγαλόπρεπη ευχή και προτροπή που εξέφρασε κάποτε ο Κωστής Παλαμάς για τον τόπο μας σε μια άλλη περίοδο εθνικής ανάτασης, γεμάτης ελπίδες και προσδοκίες: “Να γίνουν αδέλφια τα όνειρα και τα έργα”.
Αποβλέπουμε, πράγματι, σε ένα βαθύ μετασχηματισμό του σημερινού κοινωνικού καθεστώτος και την αντικατάστασή του από ένα δημοκρατικότερο, ορθολογικότερο, δικαιότερο και ανθρωπινότερο καθεστώς, σε μια επανάσταση με την έννοια μιας ποιοτικής αλλαγής του σημερινού στάτους κβο, αλλά επιδιώκουμε η αλλαγή αυτή να γίνει σύμφωνα με τη θέληση του λαού με δημοκρατικά μέσα. Βεβαίως, η επικράτηση αυτού του δημοκρατικού δρόμου προς τις αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα προϋποθέτε σεβασμό απ’ όλους της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας. Γιατί στην περίπτωση που μια πολιτική ή στρατιωτική ομάδα θα επιχειρούσε να επιβάλλει τη θέλησή της στην πλειοψηφία του λαού με τη βία, όπως γίνεται σήμερα, τότε η αντίσταση στη βία, και αν χρειαστεί η προσφυγή στη βία, αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα του λαού, κατακυρωμένο στη διεθνή συνείδηση και ακόμα ιερή υποχρέωση για κάθε λαό που θέλει να ζήσει και να δημιουργήσει, που για να εκπληρωθεί προϋποθέτει ανάλογη οργάνωση και προετοιμασία των εργατικών και δημοκρατικών δυνάμεων της χώρας. Εμείς, πάντως, μένουμε σταθερά προσηλωμένοι στην επιδίωξη μιας δημοκρατικής πορείας για την επίτευξη των αλλαγών που έχει ανάγκη η χώρα.

Η θέση μας απέναντι στις σοσιαλιστικές χώρες
Η Επανάσταση του Οκτώβρη αποτέλεσε ένα άλμα της ανθρωπότητας προς τα μπρος, το πιο μεγάλο στην Ιστορία της. Ωστόσο, οι δυσμενείς συνθήκες είχαν σαν αποτέλεσμα να παρουσιαστούν σοβαρές δυσκολίες και αντιφάσεις στην ανάπτυξη αυτών των χωρών και δημιούργησαν ευνοϊκό έδαφος για την εμφάνιση και ανάπτυξη αντιδημοκρατικών μεθόδων τόσο στη λειτουργία του κόμματος όσο και στην άσκηση της κρατικής εξουσίας. Πέρα από τα μέτρα που ήταν αναγκαία για την εξουδετέρωση της αντίδρασης και των αντεπαναστατικών στοιχείων, σημειώθηκαν σοβαρές παρεκκλίσεις από τον Μαρξισμό και γραφειοκρατικές παραμορφώσεις από την περίοδο του Στάλιν που δεν δικαιολογούνταν από τις αντικειμενικές εξελίξεις και συνθήκες.
Σήμερα μπαίνουμε σε μια νέα φάση όπου ο σοσιαλισμός, οικοδομούμενος σε κάθε χώρα με βάση τις δικές της ανάγκες και ιδιομορφίες, θα δείξει όλες τις δυνατότητες που κρύβει για να αναπτύξει ταυτοχρόνως τις σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις, το βιοτικό επίπεδο του λαού και τον ηθικοπνευματικό πολιτισμό της χώρας σε νέα ύψη και ταυτόχρονα να προβάλει σ’ όλο της το βάθος τη δημοκρατική του διάσταση και το ανθρώπινο πρόσωπό του. Υλοποίηση μιας τέτοιας κατεύθυνσης στάθηκε ο δρόμος που χάραζε το Κ.Κ. Τσεχοσλοβακίας μ’ επικεφαλής τον Ντούμπτσεκ.

Εξωτερικές οικονομικές σχέσεις
Η οικονομική θέση της Ελλάδας είναι σήμερα σε πρώτη γραμμή στην Ευρώπη και στα Βαλκάνια. Η σύνδεσή της με την ΕΟΚ 10 χρόνια ύστερα από τη συμφωνία σύνδεσης του 1962 προς την οποία αντιταχτήκαμε είναι σήμερα μία πραγματικότητα, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι σήμερα η ΕΟΚ είναι όργανο των Ευρωπαϊκών μονοπωλίων και ότι με τη συμφωνία αυτή δεν εξασφαλίστηκαν τα συμφέροντα της χώρας μας. Η τυχόν ανατροπή της σήμερα θα ζημίωνε τα συμφέροντα της χώρας.
Το ΚΚΕ εσωτ. αντιλαμβάνεται τις διαδικασίες προς ευρύτερες ενότητες και ολοκληρώσεις σαν στοιχείο που πρέπει να οδηγεί όχι στην οργάνωση κλειστών και ανταγωνιστικών περιοχών που κυριαρχούνται από τα μονοπώλια και τις μεγαλύτερες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αλλά στην όλο και μεγαλύτερη ενότητα και συνεργασία ανάμεσα σε ισότιμα και ανεξάρτητα έθνη προς όφελος των εργαζομένων, προς όφελος των λαών. Αποβλέπει σε μια ενωμένη σοσιαλιστική Ευρώπη.
Είμαστε οπαδοί της αρχής της ειρηνικής συνύπαρξης κρατών με διαφορετικά κοινωνικά συστήματα. Αλλά είμαστε αντίθετοι στην ερμηνεία αυτής της αρχής προς την κατεύθυνση τις αποκρυστάλλωσης του στάτους κβο. Είμαστε αντίθετοι στην ιδέα των ζωνών επιρροής. Σαν έθνος ανήκουμε στον εαυτό μας, και εμείς μόνο καθορίζουμε την τύχη μας.

Παιδεία και πολιτισμός
Αξιόλογη είναι η συμβολή του κόμματός μας και γενικότερα της Μαρξιστικής Αριστεράς και των αριστερών πνευματικών ανθρώπων στην πνευματική και πολιτιστική ανάπτυξη του τόπου μας. Όλοι αυτοί, ο καθένας με τον τρόπο του, εμπνεύστηκαν από τη Μαρξιστική - Λενινιστική θεωρία και από τους μεγάλους κοινωνικούς, πολιτικούς και εθνικούς αγώνες, από το αριστερό λαϊκό κίνημα, που κύριος φορέας τους και οργανωτής τους στάθηκε το Κόμμα μας. Χωρίς την προσφορά των αριστερών πνευματικών ανθρώπων η φιλοσοφία, η παιδεία, η τέχνη θα ήταν στον τόπο μας πολύ φτωχότερες.

Οι βαθύτερες αιτίες της διάσπασης
Η κατάλυση της δημοκρατίας από τα πραξικόπημα της 21ης Απριλίου και η ανεπάρκεια που έδειξε το Κόμμα μας στην αντιμετώπισή του και στην ορθή αντιμετώπιση των νέων προβλημάτων που ορθώνονταν στον ελληνικό χώρο αποτέλεσαν έναν καταλύτη που επιτάχυνε την εσωτερική του κρίση. Η βαθύτερο αιτία της διάσπασης, που έγινε το 1968 μέσα στο ΚΚΕ και σε όλο το χώρο της ελληνικής Μαρξιστικής Αριστεράς, βρίσκεται στο γεγονός ότι το κόμμα αυτό με την τότε πολιτική του κατεύθυνση, το θεωρητικό του οπλισμό, τις οργανωτικές του δομές και τη μεθοδολογία του δεν ήταν σε θέση να ανταποκριθεί στα νέα μεγάλα καθήκοντα και τις τεράστιες απαιτήσεις.
Η αντικειμενική αυτή τάση προσδιόρισε την ιστορική απαίτηση να ανανεωθεί σε βάθος το κόμμα της εργατικής τάξης και όλη η Μαρξιστική Αριστερά στη χώρα μας για να γίνει ικανό να ανταποκριθεί στα νέα του ιστορικά καθήκοντα. Έκφραση της ιστορικής αυτής απαίτησης να υπάρξει ένα ανανεωτικό κίνημα μέσα στο χώρο της Αριστεράς είναι το έργο που έχει αναλάβει το ΚΚΕ εσωτ. μαζί με τις άλλες ανανεωτικές δυνάμεις της Αριστεράς για τη δημιουργία μιας νέας και αποτελεσματικής συλλογικής θέλησης, ενός ζωντανού πολιτικού οργανισμού των εργαζομένων. Η προσωνυμία Εσωτερικό που πηγαία και αυθόρμητα μετά τη διάσπαση δόθηκε στο Κόμμα μας από τους κομμουνιστές, τους αριστερούς, τους εργαζόμενους της χώρας μας, αλλά γενικότερα την κοινή γνώμη, είναι ενδεικτική του τι αντιπροσωπεύει και για τα βασικά χαρακτηριστικά του.
Με την ελεύθερη διακίνηση και διαπάλη των ιδεών, κάθετα (από πάνω προς τα κάτω και αντίστροφα) και οριζόντια μέσα στο Κόμμα και με την παραδοχή της πολυμορφίας των απόψεων, όπως επίσης με την αρχή της υποχρεωτικότητας για όλους των δημοκρατικά παρμένων αποφάσεων. Στηρίζεται σε μια σύγχρονη αντίληψη του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού που κατά τον Γκράμσι αναζητάει στην ενότητα στη διαφορά και στην ποικιλομορφία και στις αντιθέσεις των απόψεων το κοινό που τις ενώνει. Ο Δημοκρατικός Συγκεντρωτισμός είναι για μας όχι μια στατική αλλά εξελισσόμενη έννοια, που σήμερα απαιτεί να ενισχυθεί η δημοκρατική του διάσταση. Ακόμα, η ενότητα και η λειτουργία του Κόμματός μας στηρίζεται σε μια συνεχή πάλη κατά των γραφειοκρατικών τάσεων και στον ουσιαστικό έλεγχο όχι μόνο από τα πάνω αλλά κι από τα κάτω. Στην ανάδειξη της ηγεσίας από τη βάση του Κόμματος.
Υπερνικήσαμε από καιρό την παλιά αντίληψη για τον καθοδηγητικό ρόλο του Κόμματος σε μια συμμαχία αριστερών και δημοκρατικών δυνάμεων και γενικότερα στις σχέσεις του με τα άλλα συναλλαζόμενα κόμματα και ομάδες. Ο καθοδηγητικός ρόλος του Κόμματος δεν είναι για μας ούτε δοσμένος, ούτε επιβάλλεται. Αποβλέπουμε σε μια πρωτοποριακή συμβολή που είναι μια ευγενική επιδίωξη που απορρέει από τον ιστορικό ρόλο της εργατικής τάξης, στη σοσιαλιστική ανάπλαση της κοινωνίας. Προσπαθούμε όμως να την εκπληρώσουμε μόνο με τις ορθές προτάσεις μας και με τη δράση μας στις πρώτες γραμμές του εργατικού και δημοκρατικού κινήματος.
Το Κόμμα μας, το ΚΚΕ εσωτ. παραμένοντας πάντα κόμμα της εργατικής τάξης και όλων των εργαζομένων δεν ξεχνά τα νέα στρώματα που μπαίνουν σήμερα στο χώρο της εργατικής τάξης, συμπλέκονται με το βιομηχανικό πυρήνα του και τον περιβάλλουν, τα στρώματα της σπουδάζουσας νεολαίας και των διανοουμένων.

Μόνο μια τέτοια δράση μπορεί να αξιοποιήσει τις αντιθέσεις του δικτατορικού καθεστώτος, όλες τις ευνοϊκές εσωτερικές και διεθνείς συνθήκες που υπάρχουν σήμερα και θα διαμορφώνονται κάθε φορά στην πορεία του αγώνα. Μόνο μια τέτοια συνειδητή και σκόπιμη δράση μπορεί να αξιοποιήσει τον ούριο άνεμο της ιστορίας για να οδηγήσει το καράβι της χώρας μας στο ποθητό λιμάνι της δημοκρατίας. Γιατί όπως λέγει και ο Σενέκας: “Δεν υπάρχει ούριος άνεμος για όποιον δεν ξέρει πού πηγαίνει”.

Πηγή: Αναγνώσεις (Κυριακάτικη Αυγή)