Friday, October 31, 2014

Τomas Ibañez: "Ο λαβύρινθος μιας ελευθεριακής πολιτικής εξουσίας"

Συλλογή κειμένων για την εξουσία, τη δημοκρατία, τον αναρχισμό. Πρόκειται για συλλογή κειμένων του ισπανού ακτιβιστή και φιλόσοφου Τόμας Ιμπάνιεθ, καθηγητή κοινωνικής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, που συμμετείχε στον αγώνα εναντίον της δικτατορίας του Φράνκο και υπήρξε πνευματικός πατέρας του πασίγνωστου πλέον συμβόλου του σύγχρονου αναρχισμού, δηλαδή του Α σε κύκλο, τα οποία καλύπτουν εξελίξεις, λογικές και πρακτικές του ελευθεριακού χώρου την τελευταία τριακονταετία. Αιρετική η σκέψη του Ιμπάνιεθ, που ο ίδιος εντάσσει τον εαυτό του στο ρεύμα του φιλοσοφικού σχετικισμού, καθώς προσπαθεί να ανανεώσει και να προσαρμόσει στο σήμερα βασικές ιδέες του κλασικού αναρχισμού, μη διστάζοντας να έρθει σε ρήξη και με κάποιες θεμελιώδεις από αυτές, όπως η άρνηση κάθε εξουσίας και η υιοθέτηση της επανάστασης ως απαραίτητου εργαλείου για μια ριζική κοινωνική αλλαγή. Με παρεμβάσεις που πάντοτε προκαλούν εντύπωση, ο Ιμπάνιεθ παραμένει ωστόσο πιστός στην αναρχία και τον αναρχισμό ισχυριζόμενος ότι «ακριβώς επειδή είναι μια από τις λίγες ιδεολογίες, αν όχι η μοναδική, που μπορεί να στρέψει στον εαυτό της ένα τέτοιο κριτικό βλέμμα, ο αναρχισμός θα συνεχίσει να εμπνέει τις πλέον ανατρεπτικές εξεγέρσεις».

Πηγή: Ο (ιστο)"Χωρος" της Ελευθεριακής Κουλτούρας

Tuesday, October 28, 2014

“Ελληνας, Εβραίος και αριστερός”

Όρθιος, τέταρτος από αριστερά, κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, το 1940-1941. Φωτογραφία από το blog Abravanel.
«Είναι η πρώτη φορά που παίρνω χαρτί και μολύβι [...] και ίσως τούτο είναι το τελευταίο μου γραφτό...Στο βιβλίο μου αυτό θέλω να διηγηθώ, με λίγα απλά λόγια, κομμάτια από την πολυτάραχη ζωή μου. Ζητώ συγγνώμη από τους αναγνώστες που, λόγω της περασμένης ηλικίας μου και του καιρού που πέρασε από τότε, δεν κρατώ στη μνήμη μου όλα τα ονόματα και τις ημερομηνίες. Δεν στέκομαι ιδιαίτερα σε γεγονότα υψίστης ιστορικής σημασίας, σαν και αυτά που γιορτάζουν στις μεγάλες επετείους και τις εθνικές εορτές, όπως οι νίκες του κόκκινου στρατού, των ανταρτών ανά την Ευρώπη και του ΕΛΑΣ, γιατί γι’ αυτά γράφτηκαν τόσα πολλά και θα γραφούν ακόμα περισσότερα από πολλούς άλλους. Θέλω να γράψω για την ιστορία μου στις τρεις ηπείρους, Ευρώπη, Αφρική και Ασία, και τις τέσσερις θάλασσες, Μεσόγειο, Ερυθρά, Μαύρη, Κασπία, και γι’ αυτά που έζησα και πέρασα στην κατοχή και στον εμφύλιο, όπου κινδύνεψε η ζωή μου τόσες φορές και παρ’ όλα αυτά επέζησα. Εκείνο που θέλω να τονίσω είναι πως αν με ρωτούσαν για τη ζωή μου και για τα όσα υπόφερα για το κόμμα και την ιδεολογία, θα έλεγα πως δεν μετάνιωσα και πως αν ξαναγεννιόμουνα την ίδια ζωή θα έστρωνα, τον ίδιο δρόμο θα ακολουθούσα». Μωυσής Μιχαήλ Μπουρλάς από το βιβλίο του "Έλληνας, Εβραίος και αριστερός"
Ο Μωυσής Μπουρλάς (στο κέντρο) μαζί με συνεξορίστους του στην Ικαρία.


Ο Μωυσής Μπουρλάς γεννήθηκε στο 1918 στο Κάιρο από Βολιώτη πατέρα και Χιώτισσα μητέρα. Ήταν το τέταρτο παιδί μιας πολυμελούς οικογένειας. Η οικογένεια Μπουρλά για οικονομικούς λόγους άφησε το Κάιρο και εγκαταστάθηκε αρχικά στη Νάουσα και μετέπειτα στη Θεσσαλονίκη.

Στα παιδικά του χρόνια ο Μωυσής Μπουρλάς βοηθούσε τον πατέρα του που ήταν αρτοποιός και όταν τέλειωσε το γυμνάσιο έγινε τορναδόρος. Το 1935 σε ηλικία 17 ετών εντάχθηκε στο αριστερό κίνημα (έγινε μέλος της ΟΚΝΕ) .

Η μαρτυρία του από τα γεγονότα του Μάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη: «Στις 9 του Μάη η φάλαγγα ξεκίνησε από την πλατεία Βαρδαρίου μέσω Κολόμβου με πλακάτ συνθήματα και μαγιάτικα τραγούδια. Ο όγκος, που όλο μεγάλωνε, κατευθύνονταν προς τις οδούς Βενιζέλου-Αριστοτέλους. Οι αρχές, φοβισμένες από τον όγκο των διαδηλωτών, παράταξαν στρατό, πεζικό, και με στρατιωτικά αυτοκίνητα κινούνταν πάνω κάτω, ενώ οι αστυνομικοί, όπως αργότερα διαπιστώθηκε, είχαν πιάσει τα γύρω μπαλκόνια στη διασταύρωση Εγνατίας και Βενιζέλου. Όπως φάνηκε ήταν οργανωμένη η επίθεσή τους, και με το πρόσχημα ότι οι απεργοί λιθοβόλησαν ένα στρατιωτικό αυτοκίνητο άρχισε το πιστολίδι από τα μπαλκόνια, που απ’ αυτό σκοτώθηκαν τα πέντε θύματα εκείνης της μέρας, ενώ ο στρατός πυροβολούσε στον αέρα ακούγοντας τις φωνές του κοσμάκη: «Αδέλφια, μη μας σκοτώνετε». Όπως αργότερα αποδείχτηκε, όλα τα τραύματα των νεκρών και τραυματιών προέρχονταν από ψηλά και όχι από κατά μέτωπο πυροβολισμούς.
Είχαμε περάσει την οδό Βενιζέλου και από τους πυροβολισμούς ο κοσμάκης άρχισε να διαλύεται, γιατί δεν ήξεραν ότι ο στρατός δεν ρίχνει στο ψαχνό. Εγώ και μερικοί ακόμα τρυπώσαμε στο ξενοδοχείο «Λίντο» και κατεβήκαμε μετά από μισή ώρα περίπου και οι δρόμοι ήταν σχεδόν κενοί. Εγώ, που έμενα τότε στη Συγγρού, γυρνώντας σπίτι ούτε κατάλαβα ότι από το κάτω ψαχνό του δεξιού αυτιού μου έτρεχε αίμα και μου είχε βάψει όλο το πουκάμισο -δεν το είχα προσέξει μες στην ταραχή- και όταν από το παράθυρο με είδαν οι αδερφές μου και η μητέρα μου βάλαν τα κλάματα, και μόνο όταν μπήκα στο σπίτι με ρώτησαν αν είμαι πληγωμένος. Τότε σάστισα, και όταν μου δείξαν τα αίματα στο πουκάμισο έβαλα το χέρι στο αυτί που είχε αρχίσει να με τσούζει.
Την επομένη, στις 10 Μαΐου, που έγινε η κηδεία των αδικοσκοτωμένων, ήταν πραγματική λαοθάλασσα. Αμέτρητοι ήταν οι συνοδεύοντες τις σορούς, τραγουδώντας το «Πέσατε θύματα αδέλφια εσείς». Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι κόσμο, τα μπαλκόνια γεμάτα, αλλά ούτε ένας χωροφύλακας ούτε στρατιώτης δεν φάνηκε ως το νεκροταφείο. Μετά την Καμάρα, κοντά στο Σιντριβάνι, δεν ξέρω πώς βρέθηκε ένας αξιωματικός μεταξύ του λαού, τον σήκωσαν στα χέρια φωνάζοντας «Ζήτω ο ελληνικός στρατός», και όντας ψηλά στα χέρια των διαδηλωτών είπε μερικά λόγια, ότι κι εγώ είμαι παιδί αυτού του λαού και ήρθα να συνοδέψω τα αδέλφια μας στην τελευταία τους κατοικία. Ποια ήταν η τύχη του αξιωματικού αυτού, δεν μάθαμε. Η Τούμπα έκανε την ίδια μέρα ξεχωριστή κηδεία, γιατί ένα από τα θύματα ήταν Τουμπιώτης. Δύο απ’ αυτούς ήταν Εβραίοι, ο ένας σύντροφός μου από την τριάδα μας στη νεολαία.[σ.σ.: την ΟΚΝΕ] Αργότερα, σε κομματικές συνελεύσεις ειπώθηκε από πολλούς συντρόφους ότι η 10η Μαΐου ήταν ημέρα που μπορούσε το κόμμα να πάρει την εξουσία στα χέρια του. Εγώ ήμουνα της γνώμης ότι δεν μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, εφόσον όλη η υπόλοιπη Ελλάδα ζούσε κάτω από καθεστώς αστυνομικό, και αν γινόταν κάτι τέτοιο, θα πνιγόταν η Θεσσαλονίκη στο αίμα».

Όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος υπηρέτησε στον ελληνικό στρατό και πολέμησε στο αλβανικό μέτωπο. Το 1943 και ενώ οι Ναζί εφάρμοζαν τα μέτρα κατά των Εβραίων που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα, ο Μ. Μπουρλάς εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ, όπου έδρασε με το όνομα «Βύρων». Το 1945 μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας συνελήφθη για την πολιτική του δράση και εξορίστηκε στον Αϊ Στράτη, στη Μακρόνησο και στην Ικαρία. Το 1951 χάρη στην ελληνο-ισραηλινή συμφωνία, μετανάστευσε στο Ισραήλ όπου συνέχισε τη δράση του μετέχοντας στο Κομμουνιστικό Κόμμα της χώρας, καθώς και στο εργατικό κίνημα. Στη διάρκεια της παραμονής του στο Ισραήλ απώλεσε την ελληνική ιθαγένεια. Έμεινε στο Ισραήλ μέχρι το 1967 και από εκεί μετανάστευσε στη Βουλγαρία και στη συνέχεια στη τότε Σοβιετική Ένωση όπου συνέχισε να εργάζεται ως τορναδόρος μέχρι το 1982 oπότε συνταξιοδοτήθηκε.

Στην Ελλάδα επέστρεψε ως παλιννοστών το 1990 σε ηλικία 72 ετών και από τότε ξεκίνησε ένα νέο αγώνα για την επιβίωση αλλά αποκτήσει ξανά την ελληνική ιθαγένεια που του είχε αφαιρεθεί. Μη έχοντας πόρους για να επιβιώσει έκανε διάφορες δουλειές και αρχικά εγκαταστάθηκε σε ένα μικρό δωμάτιο που του παραχώρησε η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια μετακόμισε στο γηροκομείο «Σαούλ Μοδιάνο» όπου ζει σήμερα. Μετά από πολύχρονο αγώνα κατάφερε το 1999 να αποκτήσει πάλι την ελληνική ιθαγένεια. Το 2000 εξέδωσε το βιβλίο του «Έλληνας, Εβραίος και αριστερός», το οποίο έγραψε με παρότρυνση της υπεύθυνης του γηροκομείου «Σαούλ Μοδιάνο», Βικτώρια Μπενουζίλιο και του ραβίνου Θεσσαλονίκης Ιτσχάκ Νταϊάν.

«Ο Μωυσής Μπουρλάς είναι ένα παλικάρι, ένας λεβέντης, ένας ωραιότατος άνθρωπος με ωραιότατα ελληνικά. Στη Σοβιετική Ένωση δίδασκε ελληνικά. Η ζωή του ήταν ένας συνεχής αγώνας. Άλλοι θα τον ζήλευαν και άλλοι θα τον φοβούνταν. Κάθε τι που πέτυχε στη ζωή του το κέρδισε με μεγάλο αγώνα. Με εντυπωσίασε η καλοσύνη του για τους άλλους. Ακόμη στην ηλικία που είναι σήμερα προσπαθεί να βοηθήσει τους άλλους και εμπλέκεται ενεργά στην πολιτική και αν και δεν βλέπει και δεν ακούει καλά εξακολουθεί να είναι δυναμικός» επισήμανε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Βικτώρια Μπενουζίλιο.

Το βιβλίο «Έλληνας, Εβραίος και αριστερός» του Μωυσή Μιχαήλ Μπουρλά πρωτοεκδόθηκε το 2000 από τις εκδόσεις «Νησίδες».

Wednesday, October 15, 2014

Ανταπόδοση


Του Γιάννη Μακριδάκη

Από τα τέλη του 1941 μέχρι το καλοκαίρι του 1942 χιλιάδες Έλληνες κάτοικοι των νησιών του Αιγαίου αλλά και της ηπειρωτικής χώρας πέρασαν ως πρόσφυγες πολέμου στις τουρκικές ακτές. Ταξίδεψαν με κίνδυνο της ζωής τους, “παράνομα”, “λαθραία”, διαφεύγοντας των γερμανικών ακταιωρών, κωπηλατώντας όλη νύχτα μέσα σε μικρές βάρκες και καϊκια.

Πολλοί άφησαν την τελευταία τους πνοή στο θαλάσσιο στενό ανάμεσα στα νησιά και την Τουρκία. Άλλοι πάλι στο πέλαγος καθώς προωθούνταν από την Σμύρνη και τον Τσεσμέ στην Κύπρο, στοιβαγμένοι κατά διακοσαριές στα αμπάρια μεγαλύτερων τουρκικών καϊκιών.

Οι πολλοί βεβαίως έφτασαν στους προορισμούς τους. Κύπρος, Συρία, Λίβανος, Πηγές Μωυσέως, Αίγυπτος, μέχρι το Βελγικό Κονγκό έφτασαν οι Έλληνες μεσανατολίτες πρόσφυγες του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Τα γυναικόπαιδα οδηγήθηκαν σε προσφυγικούς καταυλισμούς όπου διέμειναν μέχρι τη λήξη του πολέμου, οι δε άντρες οδηγήθηκαν στην Αίγυπτο, όπου και κατετάγησαν στον ελληνικό στρατό μέσης ανατολής. Επάνδρωσαν το πεζικό, το ναυτικό, την αεροπορία, τον Ιερό Λόχο, πήραν μέρος στις μάχες του Ελ Αλαμέιν και άλλες, στα κονβόγια των πολεμικών και στις αποβάσεις, στους βομβαρδισμούς της Μάλτας, στο Ρίμινι, στις καταδρομικές επιδρομές στα ελληνικά νησιά ενάντια στους γερμανοΙταλούς κατακτητές.

Μετά απ’ όλα αυτά, μετα και από τα γεγονότα που ακολούθησαν στους κόλπους του ελληνικού στρατού, τους έκλεισαν και στα Σύρματα οι Άγγλοι ως κομμουνιστές και στασιαστές. Ασμάρα, Ντεκαμερέ. Ορεινή Αβυσινία. Δύο χρόνια εξόριστοι και έγκλειστοι οι Έλληνες πρόσφυγες στρατιώτες σε τόπους ξένους αφιλόξενους

Τα γυναικόπαιδα όλο αυτό το διάστημα διαβιούσαν στους προσφυγικούς καταυλισμούς

Το 1946 όσοι επέζησαν επέστρεψαν στην πατρίδα. Τους έβαλαν οι Άγγλοι στα λίμπερτυ και τους έστειλαν πίσω.

Το 1996, πενήντα χρόνια μετά πήρα τις συνεντεύξεις των Ελλήνων προσφύγων και έγραψα το βιβλίο Συρματένιοι Ξεσυρματένοι, ολοι.

Σήμερα οι βάρκες των προσφύγων ακολουθούν αντίθετη πορεία και έρχονται εδώ. 11.500 πρόσφυγες πολέμου ήρθαν στα ελληνικά νησιά το 2013 και 3.200 μέχρι στιγμής το 2014 μοναχά στη Χίο.

Προφανώς όσοι επιμένουν να μιλούν ακόμη για λαθρομετανάστες και υιοθετούν ακροδεξιές ρητορείες και πολιτικές είναι ανιστόρητοι, απαίδευτοι, αποκτηνωμένοι.

Στους σύγχρονους πρόσφυγες πολέμου που έρχονται στον τόπο μας οφείλουμε μοναχά να ανταποδώσουμε τα όσα οι πρόγονοί τους πρόσφεραν τότε στους δικούς μας προγόνους.

Επειδή δε η ζωή και η ιστορία κάνουν κύκλους και μάλιστα ολοένα και πιο σύντομους όσο πιο γρήγορα τρέχουν οι εποχές, οφείλουμε να τους φερθούμε ανθρώπινα και για έναν άλλον λόγο. Για να ανταποδώσουν και πάλι ύστερα οι ίδιοι ή οι απόγονοί τους την φιλοξενία αυτή στους δικούς μας απογόνους ή και σε εμάς.

Διότι το μέλλον έρχεται γοργά κατά πάνω μας. Και είναι ερεβώδες.

Πηγή: To Portal

Tuesday, October 14, 2014

Οταν η Εβραία Χάνα Αρεντ εξόργισε τους Εβραίους

Του Ηλια Μαγκλινη

Στις 29 Μαΐου του 1962, ο τότε πρόεδρος του Ισραήλ Γιτζάκ Μπεν Ζβι παρέλαβε την αίτηση απονομής χάριτος του αρχιναζί εγκληματία Αδόλφου Αϊχμαν. Ο τελευταίος δικαζόταν επί σειρά μηνών στην Ιερουσαλήμ και είχε βρεθεί ένοχος.

Οπως γράφει η Χάνα Αρεντ στο βιβλίο της «Ο Αϊχμαν στην Ιερουσαλήμ. Εκθεση για την κοινοτοπία του κακού» (εκδ. Νησίδες, μτφρ. Βασ. Τομανάς): «Ο πρόεδρος έλαβε και εκατοντάδες επιστολές και τηλεγραφήματα απ’ όλο τον κόσμο, που ζητούσαν επιείκεια· απ’ αυτά ξεχώριζαν οι εκκλήσεις της Κεντρικής Συνόδου Αμερικανών Ραββίνων, των εκπροσώπων του ανασυγκροτούμενου εβραϊσμού της χώρας, και μιας ομάδας καθηγητών του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ με επικεφαλής τον Μάρτιν Μπούμπερ, τον φιλόσοφο που είχε εξ αρχής εναντιωθεί στη δίκη και προσπαθούσε τώρα να πείσει τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπεν Γκουριόν, να μεσολαβήσει για επιείκεια.

»Ο κ. Μπεν Ζβι απέρριψε όλες τις αιτήσεις απονομής χάριτος στις 31 Μαΐου, δύο μέρες μετά την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου και έπειτα από λίγες ώρες, την ίδια μέρα -Πέμπτη- λίγο πριν τα μεσάνυχτα, ο Αϊχμαν απαγχονίστηκε, η σορός του αποτεφρώθηκε και η στάχτη του σκορπίστηκε στη Μεσόγειο, έξω από τα χωρικά ύδατα του Ισραήλ. [...] Η εκτέλεση έγινε σε λιγότερο από δύο ώρες από τη στιγμή που ο Αϊχμαν ενημερώθηκε για την απόρριψη της αίτησης απονομής χάριτος· δεν υπήρξε χρόνος ούτε καν για το τελευταίο γεύμα. [...]

»Ο Αντολφ Αϊχμαν ανέβηκε στην αγχόνη αξιοπρεπέστατα. Είχε ζητήσει προηγουμένως ένα μπουκάλι κρασί και είχε πιει το μισό. [...] Βάδισε τα τριάντα πέντε περίπου μέτρα από το κελί του ώς την αίθουσα των εκτελέσεων ήρεμος και στητός, με τα χέρια δεμένα πίσω του. [...] Οταν του έδωσαν να φορέσει τη μαύρη κουκούλα, είπε: “Δεν τη χρειάζομαι”. Είχε πλήρη έλεγχο του εαυτού του και μάλιστα ήταν απόλυτα ο εαυτός του».

Θυελλώδεις αντιδράσεις
Το αποστασιοποιημένο, ψυχρό ύφος της Αρεντ, το 1963, εξόργισε τη διεθνή κοινή γνώμη. Δεκαοκτώ μόλις χρόνια μετά τη λήξη του Ολοκαυτώματος, οι επιζώντες προσπαθούσαν ακόμα να επουλώσουν τις πληγές τους – στην ουσία, η μεγάλη συζήτηση γύρω από το Ολοκαύτωμα μόλις άρχιζε. Με την ανταπόκριση της Αρεντ, η συζήτηση αυτή φαίνεται πως ξεκινούσε με ένα βρόντο και με ένα λυγμό: τόσο σε πρώτη φάση, όταν οι ανταποκρίσεις της δημοσιεύθηκαν σε συνέχειες στο περιοδικό The New Yorker, αλλά και στη συνέχεια, όταν το υλικό αυτό κυκλοφόρησε σε βιβλίο, οι αντιδράσεις ήσαν θυελλώδεις και η αγέρωχη Αρεντ έφτασε στα πρόθυρα του νευρικού κλονισμού.

Στην κομβική αυτή στιγμή της ζωής της Αρεντ επικεντρώνεται η πλοκή της ταινίας «Χάνα Αρεντ», γερμανική παραγωγή, σε σκηνοθεσία της Μαργκαρέτε φον Τρότα, με πρωταγωνίστρια τη Γερμανίδα ηθοποιό Μπάρμπαρα Σούκοβα.

Η ταινία παρακολουθεί κατά πόδας την Αρεντ, διωγμένη Εβραία που κατέφυγε στις ΗΠΑ, καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο New School της Νέας Υόρκης, σταρ της φιλοσοφικής σκέψης του εικοστού αιώνα, από τη στιγμή που πληροφορείται τη σύλληψη του Αϊχμαν στην Αργεντινή, τη μετάβασή της στην Ιερουσαλήμ ως ανταποκρίτρια του New Yorker, τους προβληματισμούς που γεννιούνται μέσα της καθώς παρακολουθεί τη δίκη, έως τη δημοσίευση των ανταποκρίσεών της και τις θυελλώδεις αντιδράσεις που αυτές προκάλεσαν: φίλοι στενοί και αγαπημένοι τής γυρνούν την πλάτη για πάντα, η θέση της στο πανεπιστήμιο τίθεται σε αμφισβήτηση, άγνωστοι αποστέλλουν επιστολές μίσους. Μονάχα οι φοιτητές της φαίνονται να είναι έτοιμοι να υποδεχθούν τις απόψεις της. Μάταια η Αρεντ τονίζει ότι «το να προσπαθείς να κατανοήσεις δεν σημαίνει ότι συγχωρείς». Κάποια στιγμή, όταν νιώθει ότι σχεδόν όλοι την έχουν εγκαταλείψει, ξεσπάει σε λυγμούς.

Ξένισαν οι απόψεις της
Δεν ήταν όμως μόνο το ύφος της που ξένισε (όλοι περίμεναν μια πολεμική) αλλά κυρίως το ίδιο το περιεχόμενο των απόψεών της: ο τρόπος με τον οποίο επιρρίπτει ευθύνες σε εβραϊκά συμβούλια για τους χειρισμούς τους κατά τη διάρκεια των διώξεων και, πάνω απ’ όλα το ίδιο το πορτρέτο του Αϊχμαν που σκιαγραφεί. Η Αρεντ περίμενε να δει την ομολογία ενός θηρίου. Αντ’ αυτού είδε και άκουσε ένα ανθρωπάκι «σοκαριστικής μετριότητας», το οποίο αδυνατούσε να σκεφτεί αυτόνομα. «Τα ειδεχθέστερα εγκλήματα διαπράττονται από τιποτένιους ανθρώπους που αρνούνται την ίδια τους την ατομικότητα», ακούμε την Αρεντ να λέει στην ταινία, στο πλαίσιο του πασίγνωστου σήμερα σκεπτικού της γύρω από την «κοινοτοπία του κακού».

Μπορεί σήμερα όλα αυτά να μας φαίνονται δεδομένα, ακόμα και κοινότοπα (!), ωστόσο, η θεωρία της ακόμα προκαλεί αντιδράσεις. Οταν συναντήσαμε τον Απρίλιο του 2009 στην Ιερουσαλήμ τον Ισραηλινό συγγραφέα Ααρον Απελφελντ, επιζήσαντα του Ολοκαυτώματος, μας ξεκαθάρισε ότι διαφωνούσε με την Αρεντ και ότι το είχε πει και στην ίδια όταν γινόταν η δίκη. «Ζούμε σε έναν κόσμο όπου ισχύει η κοινοτοπία του καλού, όχι του κακού», μας είχε πει τότε ο Απελφελντ («Κ», 26.4.09). «Το κακό είναι που κάθε φορά εμφανίζεται με διαφορετικό πρόσωπο. Το καλό απλώς επαναλαμβάνεται σαν ένα κλισέ. Γι’ αυτό γοητευόμαστε απ’ το κακό και το μυστήριό του».

Παρά τη φροντισμένη παραγωγή και τις καλές ερμηνείες, η ταινία εξαντλείται σε έναν στείρο ακαδημαϊσμό, με τους σχοινοτενείς διαλόγους να αδυνατούν να μεταδώσουν στον θεατή την εξαιρετικά φορτισμένη ατμόσφαιρα της εποχής αλλά και το εσωτερικό δράμα της ίδιας της Αρεντ. Περισσότερο περνάει στον θεατή η πληροφορία, το γεγονός, παρά τα όσα κρύβονται πίσω και πέρα από αυτό. Απομένει έτσι το περιεχόμενο καθεαυτό για να κεντρίσει το ενδιαφέρον του θεατή, και φυσικά η ίδια η προσωπικότητα της Αρεντ.

Το κακό είναι μονάχα ακραίο
Προς το τέλος της ταινίας, ακούμε την Αρεντ να λέει: «Το μοναδικό μου σφάλμα είναι πως δεν τόνισα ότι το κακό δεν μπορεί να είναι ριζοσπαστικό. Το κακό ποτέ δεν είναι ριζοσπαστικό – μονάχα ακραίο. Ριζοσπαστικό και βαθύ μπορεί να είναι μόνο το καλό». Στις μέρες μας, με όλα όσα λέγονται περί άκρων, σκέφτεται κανείς ότι η συγκεκριμένη ταινία είναι μια χαμένη ευκαιρία, διότι κατά τα άλλα είναι αλλόκοτα επίκαιρη, θίγοντας αυτήν την ασημαντότητα του κακού: μπορεί ο Αϊχμαν να «ανέβηκε στην αγχόνη αξιοπρεπέστατα», ωστόσο, φωνάζοντας «Ζήτω η Γερμανία! Ζήτω η Αργεντινή! Ζήτω η Αυστρία! Δεν θα τις ξεχάσω!», «μπροστά στον θάνατο, βρήκε τη στερεότυπη έκφραση που χρησιμοποιείται στους επικήδειους. [...] Θαρρείς και συνόψιζε, αυτά τα τελευταία λεπτά, το μάθημα που μας είχε διδάξει η μακρόχρονη μαθητεία στην ανθρώπινη μοχθηρία – το μάθημα της φοβερής κοινοτοπίας του κακού, που ξεπερνά τη γλώσσα και τη σκέψη».

Monday, October 13, 2014

Η επιστροφή της αριστεράς

Του Λουτσιανο Κανφορα
Η ιστορία του χριστιανισμού και του νεότερου κομουνισμού είχαν πολλές αναλογίες. Ο χριστιανισμός αναδύθηκε στη Γαλιλαία ως ένα ριζοσπαστικό κίνημα, σε πλήρη αντιπαράθεση με τις αξίες του κοινωνικού περίγυρου και του κυρίαρχου κόσμου. Όταν πέρασε τα σύνορα της Γαλιλαίας και, χάρη στον Παύλο της Ταρσού, επέλεξε τον δρόμο της «ανάμειξης» με την εξωτερική πραγματικότητα, μέσα σε διάστημα τριών αιώνων, ανεξάρτητα από τις προθέσεις του επανιδρυτή του (ο οποίος ήταν ο Παύλος), είχε ήδη μετατραπεί σε κάτι διαφορετικό: έμοιαζε ήδη αρκετά στον πάλαι ποτέ ανταγωνιστή του. Είχε γίνει σχεδόν μια αυτοκρατορία μέσα στην αυτοκρατορία. Στο τέλος, ήταν αυτός που παρέμεινε όρθιος, τη στιγμή που η αυτοκρατορία θρυμματιζόταν σαν παλιός σοβάς.

Όμως, η αφομοίωση από τον ανταγωνιστή δεν ήταν μόνο πολιτική, υπήρξε πολύ πιο βαθιά, στο ίδιο το επίπεδο της θρησκείας. Οι δύο μορφές της αφομοίωσης αλληλοτροφοδοτούνταν. Πράγματι, ο χριστιανισμός, από μια άποψη ελληνοποιήθηκε και διαποτίστηκε (τουλάχιστον στις υψηλότερες τάξεις των οπαδών του), από την στωική φιλοσοφία, ενώ η λαϊκή βάση του έγινε παγανιστική: πήρε από τον παγανισμό, κι από το τελετουργικό που τον πλαισίωνε ως «λαϊκή θρησκεία» σχεδόν όλα όσα μπορούσε να πάρει: ο πολυθεϊσμός αναγεννήθηκε μέσω της λατρείας των αγίων, επανεμφανίστηκε η τριαδική θεότητα, ξανάρχισαν οι χρησμοί, μεσουράνησαν οι μάγοι-θεραπευτές, θριάμβευσε εκ νέου η αισχρή μεγαλοπρέπεια των τελετών. Μιμούμενος συνεχώς, ολοένα και περισσότερο, το μακραίωνο παρελθόν της προϋπάρχουσας θρησκευτικότητας, ο χριστιανισμός εξασφάλισε ένα μακραίωνο μέλλον. Που διαρκεί ακόμα. Ως αντάλλαγμα, από τον αυθεντικό και αρχικό χριστιανισμό δεν έμεινε σχεδόν τίποτα. (Κι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η εκκλησία δεν ευνοεί καθόλου την ανάγνωση των βιβλίων που γράφτηκαν κατά την εποχή των απαρχών, δηλαδή των Ευαγγελίων και της Αποκάλυψης).

Ανάλογη υπήρξε η πορεία του κομουνισμού, από την τραγική του πρώτη εμφάνιση, με την Κομούνα του 1871, έως τη μεταμόρφωση των έσχατων ελίτ του καταρρέοντος «υπαρκτού σοσιαλισμού» σε νέες ολιγαρχίες του παλινορθωμένου καπιταλισμού. Μπορούμε να παρατηρήσουμε τη διαδικασία της βαθμιαίας αφομοίωσης του πάλαι ποτέ ανταγωνιστή -εν είδη ενός μικρού κεφαλαίου σε ένα μεγάλο εγχειρίδιο- στη συγκεκριμένη περίπτωση του ιταλικού κομουνισμού και των διαδοχικών του μεταμορφώσεων, μέχρι την τελευταία και (ίσως) οριστική του, σε «Δημοκρατικό Κόμμα». Είναι μάταιο να επικαλούμαστε υποθετικές στιγμές ρήξης. Είναι η συνέχεια των προσώπων που μας επιβεβαιώνει ότι δεν πρόκειται για ρήξη αλλά για μια κλιμακωτή διαδικασία.

Στην περίπτωση του κομουνισμού του εικοστού αιώνα η διαδικασία ήταν πολύ πιο γρήγορη από τη μετάβαση από τον Παύλο της Ταρσού στον Μέγα Θεοδόσιο. Όλα συνέβησαν, εξαιτίας της ταχύτητας, που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες ιστορικές διαδικασίες, μέσα σε λιγότερο από έναν αιώνα. Κι αυτό έκανε ακόμα πιο προφανή και ξεκάθαρη την πορεία των πραγμάτων.

Σε παρόμοια συμπεράσματα θα μπορούσαμε να φτάσουμε αν εξετάζαμε την πορεία της πρώην «Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας» προς τον καπιταλισμό και την αγορά, με την διαφορά ότι, σε αυτή την περίπτωση, το βάρος της παράδοσης δεν την ώθησε στην κατεύθυνση των κοινοβουλευτικών μορφών διαχείρισης της εξουσίας (όπως συνηθίζουν οι δυτικές ελίτ), αλλά στην κατεύθυνση των συγκεκριμένων αυταρχικών μορφών που υπήρξαν ίδιον της ιστορίας της Κίνας.

Στην πραγματικότητα, η περίπτωση της Ιταλίας είναι ενδιαφέρουσα γιατί στη χώρα μας, κατά τη διάρκεια του εικοστού αιώνα, έγινε επίσης (και ίσως, κυρίως) η επονομαζόμενη «φασιστική επανάσταση». Κι αυτή, μετά την ήττα της, παρήγαγε ένα φαινόμενο παραπλήσιο με αυτό που περιγράψαμε παραπάνω. Η αφομοίωση και η προσχώρηση στο μοντέλο της κοινοβουλευτικής διαχείρισης και του καπιταλισμού χωρίς φτιασιδώματα (χωρίς πια κορπορατιβισμό, δίχως «τρίτο δρόμο»), συνέβη με δύο τρόπους και σε δύο φάσεις. Η πρώτη φάση ήταν στον μεταπόλεμο, η δεύτερη μετά το 1989. Μετά την ήττα, το μεγαλύτερο μέρος των ιταλών που είχαν στηρίξει τον φασισμό (απέραντες μάζες), πέρασαν, και αναγνώρισαν πράγματι τον εαυτό τους, υπό την αιγίδα της εκκλησίας, στο καθολικό κόμμα [Χριστιανική Δημοκρατία]. Η προσχώρηση ήταν πλήρης, αστραπιαία και ειλικρινής, τόσο πολύ που προκάλεσε σε πολλούς παρατηρητές το ερώτημα: μα, τελικά, οι φασίστες ποιοι ήταν;

Μετά από δεκαετίες, αφού τελείωσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός και η Χριστιανική Δημοκρατία, ένα μεγάλο μέρος των Ιταλών μετριοπαθών, οι οποίοι αναγνωρίζονταν στη Χριστιανική Δημοκρατία, ξαναβρέθηκε στο πρώην νεοφασιστικό κόμμα. Το οποίο -και στη συγκεκριμένη περίπτωση, επίσης, με την ηγεσία του να είναι η φυσική συνέχεια της προηγούμενης- ανακηρύχθηκε, με γοργά βήματα, «πιστό στις αξίες της Δύσης» και «δημοκρατικό» (υπό την επικρατούσα πλέον, αν και διεστραμμένη, έννοια της κοινοβουλευτικής διαχείρισης της εξουσίας από τις κυρίαρχες ελίτ). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Μπερλουσκόνι (και με το δίκιο του) να μπορεί να ισχυριστεί ότι είχε λάχει σ' αυτόν να παίξει τον ρόλο και της αριστεράς, πέρα από αυτόν του κέντρου και της δεξιάς. Η reductio ad unum είναι ένα από τα αποτελέσματα των διαδικασιών που έχουμε περιγράψει παραπάνω: οι ηγέτες του Δημοκρατικού Κόμματος, άλλωστε, δεν επαναλαμβάνουν διαρκώς ότι «στα βασικά συμφωνούμε όλοι και πρέπει να συμφωνούμε όλοι»; Από την άλλη μεριά, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι, με το τέχνασμα του «τρίτου δρόμου», ήδη ο φασισμός διεκδικούσε να είναι ταυτόχρονα και αριστερά και δεξιά.

Σε αυτό το σημείο γεννάται το ερώτημα που προκαλεί απέραντο πόνο στους, λίγους, πραγματικά ηθικούς ανθρώπους που έζησαν την πολιτική του τελευταίου μισού του εικοστού αιώνα -για παράδειγμα, στην Ροσάνα Ροσάντα (στο πρόσφατο δοκίμιό της, Μεταξύ δύο '89)-: άρα, ήταν όλα μάταια; Από την «Επί του όρους ομιλία» έως την πτώση της Βαστίλης, από τον Κόκκινο Οκτώβρη έως την Μεγάλη Πορεία, από τις «Θέσεις» του Λούθηρου έως την απελευθέρωση της Σαϊγκόν ή της Κούβας (του πρώην «μπουρδέλου της αμερικάνικης αυτοκρατορίας», κατά τα ένδοξα χρόνια του αδιαμφισβήτητου «ελεύθερου κόσμου»), κι ούτω καθεξής; Όλα λοιπόν επιστρέφουν κάθε φορά στο σημείο εκκίνησης, και είναι μια άχρηστη παρηγοριά να επαναλαμβάνουμε το «και όμως κινείται»; Πιστεύω πως όχι.

Η ιστορία προχωράει σπειροειδώς. Δίνει την εντύπωση ότι επιστρέφει πίσω ακόμα κι όταν, βασανιστικά, προχωρά. Αλλά αυτό δεν το κάνει για να χαροποιεί τους φιλοσόφους, ούτε επειδή διαθέτει μια εσωτερική (και, ποιος ξέρει γιατί, προοδευτική) λογική, όπως πίστευαν -από διαφορετικές οδούς- ο Σπινόζα κι ο Μαρξ. Προχωρά έτσι διότι κινείται αέναα από την διατρητική ανισότητα: η οποία καταλήγει σωματικά ανυπόφορη - γι' αυτούς που βρίσκονται στην «λάθος» πλευρά, εννοείται. Ακριβώς από αυτή την διατρητική δυσανεξία γεννιέται η αέναη κίνηση της ιστορίας: μια κίνηση χαοτική, άτακτη, που καταστρέφει είδωλα και νομενκλατούρες, αλλά που είναι, πάντοτε, κίνηση. Κάτι που δεν σημαίνει, πάντα, πρόοδος.

Πάντα θα υπάρχει κάποιος που θα φαντάζεται ότι γνωρίζει την κατεύθυνση και την διεύθυνση αυτής της κίνησης, που, μάλιστα, θα φαντάζεται ότι μπορεί να την «κυβερνήσει» και να την «κατευθύνει». Εμείς δεν μπορούμε να προβλέψουμε ποιοι νέοι μύθοι και ποιες νέες λέξεις, στους καιρούς που θα 'ρθουν, θα προταθούν, για άλλη μια φορά, ως ερμηνευτές ή ακόμα κι ως πιλότοιαυτής της κίνησης. Μπορούμε μόνο να φανταστούμε ότι κι αυτοί δεν θα αντέξουν για πολύ: απέναντι, προπάντων, σε μια ταχύτατη και ασταμάτητη τεχνολογική μετάλλαξη, η οποία κλονίζει γρήγορα κάθε βεβαιότητα.

Η ελευθερία είναι ένα διαλείπον ιδεώδες -παρατήρησε ο Τοκβίλ, αναλογιζόμενος ξανά τον τραγικό «κύκλο» 1789/93-, η ισότητα, αντίθετα, είναι μια ανάγκη η οποία ξαναπαρουσιάζεται διαρκώς, όπως η πείνα. Με αυτό τον τρόπο, ο Τοκβίλ φτάνει πολύ κοντά στην ανακάλυψη της πρωτογενούς ώθησης, του primus movens της ιστορικής κίνησης. Η ανικανότητα των ερμηνευτών (κοινωνικοί επιστήμονες, προφήτες κτλ) απέναντί της μπορεί να εκφραστεί καλά από τον Διάλογο, του Λεοπάρντι, μεταξύ της Φύσης και του Ισλανδού:i ιδίως εκεί που η φύση ρωτά τον κακόμοιρο ισλανδό, από πού κι ως πού του δημιουργήθηκε η πεποίθηση ότι ο κόσμος «φτιάχτηκε για χάρη σας».

Πηγή: Ενθέματα Αυγής (Μετάφραση: Μάσσιμο Κατσούλο, Πέτρος-Ιωσήφ Στανγκανέλλης)

Sunday, October 12, 2014

Περί εθνικής συνεννόησης ο λόγος....

Όπως ήταν αναμενόμενο η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου πήρε ψήφο εμπιστοσύνης και μαζί κέρδισε χρόνο, αφενός για να παζαρέψει με τη τρόικα κάποιες ελαφρύνσεις (ενόψει και του προϋπολογισμού) και αφετέρου να συνεχίσει το… σαφάρι για τον μαγικό αριθμό των 180 βουλευτών για την εκλογή νέου Προέδρου Δημοκρατίας.
Είναι φανερό ότι η διαδικασία της ψήφου εμπιστοσύνης έγινε για να «σφίξουν τα λουριά» στις κοινοβουλευτικές ομάδες ΝΔ-ΠαΣοΚ και φυσικά για να δοθεί σήμα σ’ όσους επιθυμούν να ψηφίσουν τον Φεβρουάριο πρόεδρο δημοκρατίας να ανοίξουν τα χαρτιά τους. Και το είδαμε αυτό. Βουλευτές που καταψήφισαν τη κυβέρνηση «έλεγαν» ότι θα ψηφίσουν θετικά προκειμένου να εκλεγεί πρόεδρος της δημοκρατίας, δλδ να παραμείνει μέχρι το 2016 η κυβέρνηση που καταψήφισαν τη Παρασκευή το βράδυ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και σ’ αυτή τη διαδικασία επέλεξε την συνολική αντιπαράθεση επιμένοντας στην άποψη «εκλογές εδώ και τώρα». Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης από τη ΔΕΘ και μετά καταθέτει συνεχώς τις προτάσεις του για την «κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ», και αντί τα κόμματα της κυβέρνησης να απαντούν σ’ αυτές τις προτάσεις ερωτούν μονότονα: «Που θα βρει ο ΣΥΡΙΖΑ τα χρήματα για την υλοποίηση του κυβερνητικού προγράμματος…».

Όμως από την τριήμερη συζήτηση στη βουλή αναδείχθηκε και κάτι άλλο. ΝΔ+ΠαΣοΚ μιλούν για εθνική ανάγκη συναίνεσης στην εκλογή του νέου προέδρου δημοκρατίας και ψέγουν τον ΣΥΡΙΖΑ που θέλει να χρησιμοποιήσει την εκλογή του προέδρου για να προκαλέσει εθνικές εκλογές. Άραγε θέλουν πραγματικά εθνική συνεννόηση Σαμαράς –Βενιζέλος; Θα μου επιτρέψετε να έχω πολλές αμφιβολίες καθώς οι δημόσιες τοποθετήσεις τους (γιατί από αυτές κρίνονται οι πολιτικοί….) φανερώνουν ακριβώς το αντίθετο.

Για διαβάστε. «Όποιος απόψε άκουσε τον κ. Τσίπρα, γνωρίζει πια τη ματαιότητα κάθε συνεννόησης μαζί του… Και με μια προσωπική έπαρση μικρού Ναπολέοντα, δημοκρατικά αποκρουστική στον καθένα, θεώρησε εξωνημένους, θεώρησε αργυρώνητους τους βουλευτές που θα ήθελαν να ψηφίσουν τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Πρόκειται περί πολιτικής αθλιότητας και είναι ντροπή να ακούγονται τέτοιες λέξεις...» (Αντώνης Σαμαράς 10-10-14).

«Κοιτάξτε κ. Τσίπρα, παρεΐτσα οι συνιστώσες σας με την τρομοκρατία μπορεί να κάνουν, αλλά την Ελληνική Βουλή και τους βουλευτές δεν τους τρομοκρατείτε, κ. Τσίπρα». (πάλι Α. Σαμαράς 10-10-14). Εθνική ομοψυχία με τους «φίλους» των τρομοκρατών γίνεται κύριε Πρωθυπουργέ; Γίνεται από την μια να καλείται τον ΣΥΡΙΖΑ να συναινέσει στην εκλογή προέδρου της δημοκρατίας και από την άλλη να τον κατηγορείται: «Η λαχτάρα σας να αποτύχει ό,τι προσπάθησε μέχρι τώρα η χώρα, είναι πασιφανής! Η αντιπολίτευση αγωνιά μήπως… πετύχει η Ελλάδα»; Λυπάμαι κύριε Σαμαρά αλλά δεν γίνεται…

Όσο για τον κύριο Βενιζέλο (που η ελεύθερη, δημοσκοπική, πτώση του ΠαΣοΚ του προκαλεί πλέον φανερό πανικό…) δεν κράτησε ούτε τα προσχήματα: «…Ο κ. Τσίπρας προηγουμένως, από το Βήμα της Βουλής, ούτε λίγο ούτε πολύ, με τρόπο δημοκρατικά και θεσμικά προκλητικό, πρωτοφανή και αδιανόητο, υπονόμευσε ανοικτά και απροκάλυπτα το εθνικό συμφέρον, υπονόμευσε τη διαπραγματευτική θέση της χώρας, στην τελική φάση της πορείας εξόδου από το μνημόνιο, την τρόικα και την κρίση. Θέλησε να παρεμποδίσει την Κυβέρνηση να συνάψει την οριστική συμφωνία εξόδου, σε σχέση με το χρέος και με την επιστροφή της χώρας στην ομαλότητα, γιατί προφανώς ενοχλείται βαθιά από την ιδέα ότι χάνει το παιχνίδι του, το μνημόνιο και την τρόικα. Έβλαψε συνειδητά το εθνικό συμφέρον, ενώπιον και των θεσμικών πιστωτών και των αγορών. Έβλαψε τον Έλληνα, τις προοπτικές του, τον άνεργο και κάθε επιχείρηση. Έβλαψε τα πάντα. Την εθνική οικονομία και την εθνική υπόθεση» (10-10-14). Φυσικά ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ δεν έχει κανένα πρόβλημα τη Παρασκευή να υποστηρίζει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το «απόλυτο κακό» για τη χώρα (καθώς σύμφωνα με τον Β.Β. «Έβλαψε συνειδητά το εθνικό συμφέρον») και την… Δευτέρα (προκειμένου να μείνει στην κυβερνητική εξουσία…) να ψηφίσει μαζί του για να εκλεγεί πρόεδρος.

Κατά την άποψη μου Σαμαράς + Βενιζέλος δεν ενδιαφέρονται για εθνική συνεννόηση, είναι υποκριτικό το κάλεσμα τους, ενδιαφέρονται για την παραμονή στην κυβερνητική εξουσία. Όποιος θέλει να βρει κοινό τόπο με τους «αντιπάλους» προχωρά σε κινήσεις καλής θέλησης, δεν βάζει τον Μάκη Βορίδη να εκφωνήσει λόγο χωρίζοντας τους Έλληνες σε «καλούς» που ψηφίζουν ΝΔ-ΠαΣοΚ (θα τρίζουν τα κόκκαλα του Αβερωφ μεταξύ μας…) και σε «κακούς» που ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ… Δεν επιτρέπει στον Βενιζέλο παραληρώντας να λέει: «Εκβιάζετε συνειδήσεις ταπεινώνετε θεσμούς, πλήττετε το συμφέρον της χώρας. Φοβάστε την έξοδο από την κρίση. Δεν έχετε στρατηγική, δεν έχετε συμμάχους, δεν έχετε προοπτική». Εδώ, βέβαια, ισχύει το «…κοίτα ποιος μιλάει…»!

Εν κατακλείδι
Δυστυχώς το κυβερνητικό δίδυμο ΝΔ-ΠαΣοΚ έχει επιλέξει την ακραία πόλωση, παρουσιάζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ ως τον… Βελζεβούλ, με στόχο τα συντηρητικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Αν μάλιστα δεν είχαν ψηφίσει τον ΕΝΦΙΑ μπορεί και να χρησιμοποιούσαν το… επιχείρημα ότι οι κομμουνιστές (του ΣΥΡΙΖΑ….) θα μας πάρουν τα σπίτια. Αν τα κόμματα της κυβέρνησης έδειχναν με πράξεις ότι θέλουν την εθνική συνεννόηση θα δημιουργούσαν πραγματικό πρόβλημα στον ΣΥΡΙΖΑ και πιθανότατα θα έβαζαν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη διαδικασία να συζητήσει το ενδεχόμενο ανεύρεσης προσώπου κοινής αποδοχής για τη θέση του προέδρου. Όμως η ακραία πολωτική στάση Σαμαρά-Βενιζέλου αποκαλύπτει ότι η εκλογή του ΠτΔ δεν γίνεται στο όνομα της «πολιτικής σταθερότητας», αλλά για να διασωθεί η κυβέρνηση τους και ουσιαστικά να δοθεί πολιτική άφεση αμαρτιών στη ΝΔ και στο ΠαΣοΚ, που είναι οι αποκλειστικοί υπεύθυνοι για την οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική κρίση των τελευταίων χρόνων. Πιθανότατα αυτό «βολεύει» και τον ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολιτευτική του πρακτική, όμως η ακραία πόλωση κλείνει το δρόμο σε άλλες μετριοπαθείς πολιτικές απόψεις, πέρα από τον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, που ενδεχομένως θα εξέταζαν εντός συναινετικού πολιτικού πλαισίου με τη συμμετοχή όλων των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου, την επεξεργασία ενός εθνικού σχεδίου διαχείρισης της μεταμνημονιακής εποχής. Αντί γι αυτό ΝΔ-ΠαΣοΚ υιοθετούν το (πολιτικό…) δόγμα Μπους (Τζούνιορ) «…. όποιος δεν είναι μαζί μου είναι εχθρός μου». Και γι αυτή την επιλογή τους θα κριθούν από τους πολίτες…

Townes Van Zandt: Ενας μυστικός μουσικός ήρωας

Του Γιάννη Πετρίδη

Είναι συνηθισμένο φαινόμενο να ανακαλύπτουν οι μουσικόφιλοι, με καθυστέρηση, καλλιτέχνες που έμειναν στο περιθώριο για χρόνια και πέρασαν απαρατήρητοι, για να δικαιωθούν όμως μετά τον θάνατό τους και να εκτιμηθεί το έργο τους στη σωστή του διάσταση.

Ενας από αυτούς είναι ο τραγουδιστής και ποιητής Townes Van Zandt, που πέθανε την Πρωτοχρονιά του 1997, σε ηλικία 52 ετών - πρωτοχρονιά είχε πεθάνει και ο Hank Williams, τραγουδιστής που ο Van Zandt τον είχε πρότυπο.

Συχνά έκανε αστεία σχόλια για τον θάνατο και αρκετά χρόνια πριν πεθάνει, το 1972, είχε κυκλοφορήσει το άλμπουμ The Late Great Townes Van Zandt, ενώ περισσότερα από τα τραγούδια του αναφέρονται στον θάνατο απ' ό,τι στη ζωή. Το πρώτο σοβαρό τραγούδι του, μάλιστα, είχε τον τίτλο Waiting Around Το Die (Περιμένοντας να πεθάνω).

Δύσκολος χαρακτήρας, όπως και τα τραγούδια του, ο Van Zandt όσο ζούσε ήταν περισσότερο γνωστός ως μεγάλος πότης και χρήστης ναρκωτικών, σε βαθμό που τις περισσότερες φορές που εμφανιζόταν κάπου, δεν θυμόταν τα λόγια των τραγουδιών του.

Ο Townes Van Zandt γεννήθηκε στο Τέξας στις 7 Μαρτίου του 1944 (θα γινόταν φέτος 70 ετών) και από μικρός θαύμαζε τον Hank Williams και άρχισε να γράφει τραγούδια ακριβώς επειδή έγραφε και ο Hank.

Τα τραγούδια αυτά τα παρουσίαζε σε στενό κύκλο φίλων της μουσικής φολκ σε όλη την Αμερική και με τη βοήθεια του θαυμαστή του Kevin Eggers κυκλοφόρησε το πρώτο του άλμπουμ σε μικρή ανεξάρτητη εταιρεία που δημιούργησε ο Eggers ειδικά γι' αυτόν.

Οσο ζούσε, ο Townes Van Zandt είχε χαρακτηριστεί ποιοτικός καλλιτέχνης, που ποτέ όμως δεν γνώρισε την επιτυχία με ένα τραγούδι του ή κάποιο από τα πολλά άλμπουμ που κυκλοφόρησε, σπάνια μάλιστα τα περισσότερα από αυτά έμεναν σε κυκλοφορία για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το 1983 ο Willie Nelson και ο Merle Haggard, που είναι δύο από τα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής κάντρι, ηχογράφησαν το τραγούδι του Pancho and Lefty, που έγινε μεγάλη επιτυχία, αλλά αυτό δεν άλλαξε καθόλου τις συνήθειες και τη συμπεριφορά του, η οποία παρέμεινε χαμηλών τόνων.

Η παρακολούθηση του σόου τού Ed Sullivan με τον Elvis Presley, τον Οκτώβριο του 1956, ήταν η αιτία που έκανε τον Van Zandt, όπως άλλωστε και πολλούς άλλους νεαρούς της εποχής, να ασχοληθούν με τη μουσική. Το σόου το παρακολούθησε με την αδελφή του και δύο φίλες της, που έκαναν σαν τρελές για τον Elvis και έβαλαν τον 12χρονο μετέπειτα τραγουδιστή να σκεφθεί πώς θα μπορούσαν να είναι οι σχέσεις του με τα κορίτσια αν γινόταν τραγουδιστής.

Το ενδιαφέρον του για τη μουσική οδήγησε τον πατέρα του να του κάνει τα Χριστούγεννα της ίδιας χρονιάς δώρο την πρώτη του κιθάρα, με την υπόσχεση ότι το πρώτο τραγούδι που θα μάθαινε θα ήταν η επιτυχία της εποχής από τον Bobby Helms, Fraulein.

Μεγαλώνοντας, παράλληλα με τις σπουδές του, ασχολούνταν με τη μουσική παίζοντας σε μικρά κλαμπ από το 1965, μαζί με ονόματα όπως οι Lightning Hopkins, Doc Watson και Jerry Jeff Walker και το 1967 ακολούθησε το κύμα των συνθέτων τραγουδιστών που άρχισε να κυριαρχεί και έγινε επαγγελματίας μουσικός.

Εκτός από τραγουδιστές, όπως οι Bob Dylan, Phil Ochs και Lightning Hopkins, σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της καριέρας του έπαιξαν ποιητές, όπως ο Shakespeare και ο Αμερικανός Robert Frost, τον οποίο ανέφερε ως τη βασικότερη επιρροή του. Από την άλλη πλευρά, αναγνώριζε βέβαια ότι καλλιτέχνες, όπως οι μεγάλοι του μπλουζ ή το ίνδαλμά του Hank Williams, ποτέ δεν θα είχαν επαφή με την ποίηση.

Στην περίοδο 1968-1973 κατάφερε να κυκλοφορήσει πέντε άλμπουμ, στα οποία υπάρχουν τραγούδια, όπως τα Το Live Is Το Fly, Pancho and Lefty, For The Sake Of The Song και Tecumseh Valley, που τον βοήθησαν να αποκτήσει αρκετούς φίλους, κυρίως όμως στους μουσικούς κύκλους.

Τα άλμπουμ του έπαιρναν πολύ καλές κριτικές, αλλά σπάνια το κοινό, που παρακολουθούσε τις λιγοστές σχετικά εμφανίσεις του, όταν αποφάσισε να αφήσει την απομόνωσή του στην εξοχή του Νάσβιλ, όπου ζούσε, ξεπερνούσε τα 50 άτομα στους χώρους όπου εμφανιζόταν.

Ο Van Zandt, που σε νεαρή ηλικία είχε διαγνωστεί με κατάθλιψη, σπάνια μιλούσε και περνούσε τον περισσότερο χρόνο του παρέα μόνο με την κιθάρα του, παραμένοντας ένας αινιγματικός χαρακτήρας για τους φίλους του.

Ομως, χάρη στα τραγούδια του ήταν ιδιαίτερα αγαπητός σε άλλους καλλιτέχνες, όπως ο Bob Dylan, που είχε εκφράσει την επιθυμία να συνεργαστεί μαζί του στη δεκαετία του '80, για να του δείξει την εκτίμησή του, αλλά τελικά ο δύσκολος ως χαρακτήρας Van Zandt δεν δέχτηκε, γιατί δεν ήθελε να συνεργαστεί με κάποιον τόσο διάσημο όπως ήταν ο Dylan. Αντιθέτως, συνεργάστηκε με το συγκρότημα των Cowboy Junkies, με τους οποίους έκανε περιοδεία σε ΗΠΑ και Καναδά στις αρχές του 1990 και στη συνέχεια έγραψε γι' αυτή την εμπειρία του το Cowboy Junkies Lament, στο οποίο αναφέρεται σε όλα τα τότε μέλη του συγκροτήματος.

Ο γνωστός τραγουδιστής της κάντρι Steve Earle συχνά έλεγε ότι ο Van Zandt ήταν ανώτερος του Dylan και ονόμασε προς τιμήν του μάλιστα τον μεγαλύτερο γιο του Justin Townes Earl. Αλλοι καλλιτέχνες που ανέφεραν ότι η μουσική του τους επηρέασε, είναι οι Neil Young, Emmylou Harris, John Prine, Lyle Lovett, Scott Avert, από τους Avert Brothers, Devendra Banhart, Norah Jones, Garth Brooks κ.ά.

Ο Steve Shelley των Sonic Youth το 1996 τον προσέγγισε και του ζήτησε να ηχογραφήσει ένα άλμπουμ σε μια εταιρεία που είχε δημιουργήσει με φίλους του, αλλά το άλμπουμ δεν ολοκληρώθηκε. Τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς ο Van Zandt σκόνταψε και έπεσε σε σκάλες κοντά στο σπίτι του, με επακόλουθο τον σοβαρό τραυματισμό του σε διάφορα σημεία του σώματός του.

Η λανθασμένη θεραπευτική φαρμακευτική αγωγή σε συνδυασμό με τη χρήση ναρκωτικών του δημιούργησαν μάλλον την καρδιακή αρρυθμία που τον οδήγησε τελικά στον θάνατο.

Ενας μυστικός ήρωας για πολλούς φίλους της μουσικής εδώ και πολλά χρόνια, ο Townes Van Zandt έγραφε τραγούδια που ίσως παραήταν καλά για να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των ραδιοφωνικών σταθμών και να του χαρίσουν τη φήμη όσο ήταν ζωντανός.

Ο ίδιος δεν απέρριπτε την επιτυχία, έλεγε μάλιστα ότι για να πάει ένα τραγούδι μέσα στα 10 πρώτα είναι σχεδόν σίγουρο ότι είναι αξιόλογο, απλώς δεν ένιωθε την ανάγκη να προσπαθήσει να πετύχει κάτι ανάλογο και θα επιθυμούσε, αν αυτό κάποτε συνέβαινε, να γινόταν με τους δικούς του όρους, δηλαδή να αποδεχόταν το κοινό τα τραγούδια του στη μορφή που τους είχε δώσει όταν τα έγραφε.

Τραγούδια όπως τα Snow Don't Fall, For The Shake Of The Song, Lungs, Το Live Is Το Fly, που και ο ίδιος ξεχώριζε από τις συνθέσεις του, σίγουρα κερδίζουν περισσότερους φίλους στο πέρασμα του χρόνου κάνοντας πιο γνωστό το ταλέντο του.

Μετά τον θάνατό του, οι αδελφοί Coen χρησιμοποίησαν τη διασκευή του στο Dead Flowers των Rolling Stones στην ταινία τους The Big Lebowski (1998), την ίδια χρονιά η Julie Rodgers τραγούδησε το If Ι Need You στην ταινία Stepmom, το ίδιο τραγούδι ακούστηκε με τον ίδιο στο Crazy Heart (2009). Ενώ συχνά χρησιμοποιήθηκαν τραγούδια του σε τηλεοπτικές σειρές, όπως Six Feet Under, Lost.

Το 2006 προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ Be Here Το Love Me, που αναφέρεται στη ζωή του, και αργότερα κυκλοφόρησαν και δύο βιογραφίες του.

Πηγή: Από τις 4 στις 5

Friday, October 10, 2014

Λουτσιάνα Καστελίνα: "Σας αφηγούμαι τον δικό μου Μπερλινγκουέρ"

Συνέντευξη στον Εμιλιάνο Σμπαράλια (Μετάφραση Τόνια Τσίτσοβιτς)

Η πρώην βουλευτίνα και γνωστή δημοσιογράφος θυμάται, τριάντα χρόνια μετά το θάνατό του, τον γραμματέα του ΙΚΚ. Δημοσιεύουμε ένα απόσπασμα μιας συνέντευξης που περιέχεται στο βιβλίο “Ideario di Berlinguer, passioni e parole di un leader scomodo” (ΣτΜ Ιδέες του Μπερλινγκουέρ, πάθη και λόγια ενός άβολου ηγέτη), εκδόσεις Nova Delphi).

Τι άνθρωπος ήταν, κατά τη γνώμη σου;
Ο Μπερλινγκουέρ ήταν πολύ αυστηρός στο χαρακτήρα, ήταν πολύ κλειστός, και πολύ σαρδηνός από αυτή την άποψη... Και μετά, στον καημενούλη, έπειτα από την απόπειρα ενάντια στον Τολιάτι το 1948, του είχαν δώσει σωματοφύλακες, όπως είχαν όλα τα μέλη της ηγεσίας του κόμματος. Μόνο που το να έχεις σωματοφύλακα στα πενήντα είναι ένα ζήτημα, να τον έχεις στα εικοσιπέντε φυσικά είναι διαφορετικό, σου σημαδεύει τη ζωή, χάνεις την ελευθερία σου, την ελευθερία κινήσεων, το να κάνεις παρέα με τους άλλους της ηλικίας σου, μου φαίνεται ξεκάθαρο: υπάρχει πάντα κάποιος πίσω σου που σε ελέγχει... Αυτό επιδείνωσε τον κλειστό του χαρακτήρα... Κι έπειτα αυτοί ήταν ιδιαίτεροι καιροί: για παράδειγμα, εκείνος εφεύρε ότι ένα από τα ιδανικά της Κομμουνιστικής Νεολαίας έπρεπε να είναι η Αγία Μαρία Γκορέτι, μόνο αυτό σου λέω. Εσύ ξέρεις ποια ήταν η Αγία Μαρία Γκορέτι, ή την ξέραμε μόνο εμείς, τα μέλη της Κομμουνιστικής Νεολαίας εκείνης της εποχής; (γελάει)

Την ιστορία της γνωρίζω.
Μαρία Γκορέτι: αγία και μάρτυρας για να μην αφήσει να την βιάσουν... Εν ολίγοις, υπήρχε αυτή η ηθικολογία, ένας πολύ ισχυρός πουριτανισμός, που ήταν όμως της εποχής εκείνης, όλου του κόμματος. Εξάλλου, πιστεύω ότι εκείνα τα πρώτα χρόνια ο Μπερλινγκουέρ επικεντρώθηκε πολύ στην οικοδόμηση του άλλου κόσμου. Ξέρεις, το 1948 η Ιταλία χωρίστηκε στα δύο με έναν πολύ σκληρό τρόπο, και μάλιστα πολύ βίαιο: ο κομμουνιστικός κόσμος από τη μια και οι χριστιανοδημοκράτες από την άλλη. (…) Άρα εκείνος τόνισε πολύ αυτό το στοιχείο: αρκεί να σκεφτούμε τα γήπεδα, το ποδοσφαιράκι... Την αποκαλούσαν η Κομμουνιστική Νεολαία με τα ποδοσφαιράκια, αυτή ήταν η ονομασία που της είχαν κολλήσει. Λάβε υπόψη σου ότι η κομμουνιστική νεολαία, ακόμη και για όλο τον καιρό που ο Μπερλινγκουέρ υπήρξε γραμματέας, αποτελούνταν από 2% φοιτητών, από 45-50% αγροτών, κολλήγων, και τέλος από λίγους εργάτες, επειδή τα εργοστάσια δεν προσλάμβαναν ακόμη κομμουνιστές εργάτες, κι έπειτα δεν υπήρχε ακόμη η οικονομική έκρηξη.(…) Η Χριστιανική Δημοκρατία είχε τηρήσει στη δεύτερη μεταπολεμική περίοδο μια κάποια αμφισημία, υπό την έννοια δηλαδή ενός καθολικού αντικαπιταλιστικού κόμματος, επειδή εκείνο τον καιρό υπήρχε μια καθολική αντικαπιταλιστική κουλτούρα. Λοιπόν, θέλω να πω ότι ο Μπερλινγκουέρ δεν αντιλήφθηκε και δεν κατανόησε αυτή την ευαίσθητη και αποφασιστική φάση, από την ανησυχία του να κρατήσει σταθερές κάποιες θέσεις, χωρίς να προσφέρει ένα διαφορετικό χώρο.

Μετά μπήκε αμέσως στην ηγεσία του κόμματος...
Και μετά υπήρξε δύσκολη περίπτωση. Το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα στα τέλη της δεκαετίας του πενήντα και σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του εξήντα ήταν διχασμένος μεταξύ της πτέρυγας του Αμέντολα και της πτέρυγας του Ινγκράο, αυτή ήταν η διαλεκτική των δύο πτερύγων του κόμματος: αυτοί που ακολουθούσαν τον Αμέντολα πρότειναν μια ανάλυση της ιταλικής κοινωνίας ως μιας ακόμη καθυστερημένης κοινωνίας, όπου συνεπώς χρειαζόταν ακόμη να γίνει η δημοκρατική και αστική επανάσταση, άρα μια θέση ακόμη πολύ προσεκτική. Η πτέρυγα του Ινγκράο αντίθετα πίστευε ότι ήμασταν σε μια κοινωνία ανεπτυγμένου καπιταλισμού, όπου υπήρχαν ήδη όλες οι αντιθέσεις του ώριμου καπιταλισμού που συνυφαίνονταν με εκείνες της καθυστερημένης Ιταλίας. Μα για τον Ινγκράο ήμασταν πλέον στον κόσμο του καταναλωτισμού, και με μια εργατική τάξη που είχε αλλάξει, επειδή εκείνα ήταν τα χρόνια της μεγάλης, πώς να την πούμε, της μεγάλης «εργατικής συνάθροισης». Αυτή ήταν η διαλεκτική εκείνου του καιρού του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Μια απόμακρη μορφή

Και ο Μπερλινγκουέρ πώς συμπεριφέρθηκε πολιτικά σ’ αυτή τη φάση;Ο Μπερλινγκουέρ ήταν στη μέση, και ήταν μια μορφή πολύ απόμακρη. Όμως, αυτός ήταν ένας από τους λόγους που έγινε αναπληρωτής γραμματέας, όταν ο Λουίτζι Λόνγκο αρρώστησε, και τέλος γραμματέας: ακριβώς επειδή ήταν μια μορφή κατά κάποιον τρόπο μη ακραία, όπως ο Αμέντολα από τη μια πλευρά και ο Ινγκράο από την άλλη.

Αν δεν κάνω λάθος, μετά από λίγο καιρό ήρθε και η διαγραφή σας από το κόμμα.Ναι, ήταν εκείνη την εποχή. Ο Μπερλινγκουέρ, όμως, ήταν μαζί μας, πώς να το πω, σε διάλογο. Μας παρακαλούσε μέχρι την τελευταία στιγμή να μην επιμένουμε στην ιδέα να δημιουργήσουμε το περιοδικό «il Manifesto», επειδή ανησυχούσε ότι θα μπορούσε να εμφανιστεί μια ανάλογη κατάσταση που θα δημιουργούσαν οι φιλοσοβιετικοί, που ήταν ακόμη δυνατοί μέσα στο κόμμα, πράγμα που εκείνος ασφαλώς δεν ήθελε. (…)

Εσείς δεν συμφωνούσατε...Πήραμε αμέσως μια κριτική θέση. Μπορούμε να πούμε ότι ο Μπερλινγκουέρ αποφάσισε να παίξει ένα χαρτί, κατά τη γνώμη μου χαμένο, επειδή ένα ζήτημα ήταν η σχέση με τον καθολικό κόσμο, άλλο η σχέση με τη Χριστιανική Δημοκρατία: δύο πραγματικότητες πολύ διαφορετικές μεταξύ τους. Όμως το εξαιρετικό γεγονός συνέβη την εποχή του σεισμού στην Ιρπίνια, το 1980. Την προηγούμενη χρονιά είχαν γίνει εκλογές και το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε χάσει πολλές ψήφους σε σχέση με το 1976, πληρώνοντας το αντίτιμο γι’ αυτές τις θέσεις του. Τότε ο Μπελινγκουέρ μετάνιωσε, διαμόρφωσε μια κριτική σκέψη για εκείνη τη φάση, καθώς και για τα κινήματα, για το ’68, για το οποίο εκείνος είχε πάρει μια πολύ άκαμπτη θέση, επειδή τα κινήματα ήταν «ανακατωσούρικα», μακριά από μια συγκεκριμένη ηθική: υπήρχε μια πραγματική ασυμφωνία χαρακτήρων, πώς να το πω, σε θέματα συμπεριφοράς. Εν ολίγοις, από το 1980 στοχάστηκε βαθιά και άλλαξε άποψη σχετικά με αυτά τα ζητήματα, και οι «στροφές» του υπό αυτή την έννοια ήταν αρκετές.

Ποιες;Πρώτα, η επίσκεψή του στη Fiat. Η Fiat το 1980 στην ουσία καταλήφθηκε από τους εργάτες, στον τελευταίο αγώνα ενάντια στην αναδιάρθρωση, και ο Μπερλινγκουέρ έκανε μια κίνηση που δεν άρεσε καθόλου στο υπόλοιπο ΙΚΚ. Πάει μόνος του στη Fiat και λέει στους εργάτες: «Να ξέρετε πως ό, τι κι αν κάνετε είμαι μαζί σας». Αυτή η κίνησή του υπέστη μεγάλη κριτική, μια κίνηση υπέρ ενός αγώνα που θεωρούνταν τώρα πια ακραίος, χαμένος, και ούτω καθεξής. Η άλλη στροφή ήταν τη δεύτερη φορά που ο Μπερλινγκουέρ μίλησε για λιτότητα, έπειτα από την περίφημη ομιλία του στο Θέατρο Ελιζέο της Ρώμης τον Γενάρη του 1977. Ήταν μια ομιλία που δεν δέχτηκε καλή υποδοχή, γιατί κατηγορήθηκε ότι ήταν υπέρ της λιτότητας. Δεν ήταν όμως καθόλου μια ομιλία υπέρ της λιτότητας, γιατί αντίθετα έπιανε τελικά τα οικολογικά θέματα. Εμείς στο «Manifesto» υπήρξαμε οι πρώτοι που μιλήσαμε για ζητήματα οικολογίας και περιβάλλοντος, κι αυτή ήταν μια ομιλία που αναφερόταν σ’ ένα διαφορετικό μοντέλο κοινωνίας, ενάντια στον καταναλωτισμό και τη σπατάλη. Συνεπώς, ήταν ένα από τα πρώτα ανοίγματα απέναντι σ’ αυτό που τα κινήματα σ’ εκείνη την περίοδο προωθούσαν πολιτικά, και αντίθετα το προσέλαβαν ως μια ομιλία «θρησκόληπτου», που ζητούσε μόνο θυσίες. Πρέπει επίσης να υπογραμμίσω ότι ήταν μια κριτική που του απεύθυναν τα ίδια τα κινήματα, που δεν κατάλαβαν ότι επρόκειτο για ένα άνοιγμα προς τα δικά τους θέματα. Έπειτα υπήρξε η ομιλία για την κρίση της δημοκρατίας, εξαιτίας της οποίας κατηγορήθηκε και σ’ αυτή την περίπτωση ότι ήταν ηθικολόγος, «συντηρητικός», κι από πάνω αντι- Κράξι. Αντίθετα ήταν μια ομιλία για τη διαφθορά όχι μόνο των κομμάτων, αλλά ολόκληρου του δημοκρατικού συστήματος, και απευθυνόταν και στον δικό μας κόσμο. Υπήρξαν επομένως αυτά τα τρία πολύ δυνατά σημεία, δυνατά και πολεμικά: η υπεράσπιση των εργατών της Fiat, η λιτότητα, η κρίση της δημοκρατίας. Τότε άρχισε μια πολύ έντονη συζήτηση, πολύ σκληρή ακόμη και στο εσωτερικό του κόμματος, που αφορούσε κυρίως τη συμμαχία ή όχι με τον Κράξι.

Είχε όλα τα δίκια του κόσμου
Αν δούμε τι συνέβη μετά, μπορούμε να πούμε ότι είχε δει μακριά.Σου απαντάω με την αφήγηση ενός πρόσφατου επεισοδίου. Πριν από λίγο καιρό έγινε η παρουσίαση ενός βιβλίου του Πάολο Φράνκι για τον Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, που έλαβε χώρα με μεγάλη επισημότητα στο Κοινοβούλιο, στην οποία συμμετείχε ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Σ’ εκείνη την περίπτωση παρενέβη ο Νταλέμα, κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης για εκείνα τα χρόνια, λέγοντας: «Ναι, ναι, αλλά προσοχή, γιατί για ένα πράγμα είχε δίκιο ο Μπερλινγκουέρ και ο Ναπολιτάνο άδικο: Ο Ναπολιτάνο δεν είχε αντιληφθεί, ενώ ο Μπερλινγκουέρ το είχε, ότι το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Κράξι είχε υποστεί μια ανθρωπολογική μετάλλαξη». Στη συνέχεια ανέβηκε στο βήμα ο Εουτζένιο Σκάλφαρι και πρόσθεσε: «Ο Μπερλινγκουέρ είχε καταλάβει ότι το Σοσιαλιστικό Κόμμα είχε υποστεί μια ανθρωπολογική μετάλλαξη, αλλά δεν μπορούσε ακόμη να καταλάβει ότι σοσιαλιστές του Κράξι είχαν γίνει μια πραγματική συμμορία». Θυμάμαι ότι η παρέμβαση του Σκάλφαρι προκάλεσε μεγάλο θόρυβο εκείνες τις μέρες».

Μια τελευταία ερώτηση, θα έλεγα αναπόφευκτη, παρόλο που η ιστορία δεν φτιάχνεται με τα «αν». Μα αν η ιστορία του Μόρο είχε διαφορετική εξέλιξη;Μα ξέρεις, κατά τη γνώμη μου η ιστορία σε κάθε περίπτωση δεν θα μπορούσε να πάει διαφορετικά, γιατί η Χριστιανική Δημοκρατία εκπροσωπούσε ακριβώς εκείνο το μπλοκ συμφερόντων. Βέβαια, με τον Μόρο θα είχαν βρεθεί ανοίγματα, αλλά μετά σε ένα υποθετικό μέλλον θα είχε παρεμβληθεί και το δικό του άνοιγμα στο κίνημα της ειρήνης, η πρόταση του "τρίτου δρόμου", και όλα τα διεθνή ζητήματα, όπως για παράδειγμα η πρότασή του για τον Ευρωκομμουνισμό, που τη βρήκαμε πολύ ενδιαφέρουσα, αλλά που έδυσε σύντομα, όχι ασφαλώς εξαιτίας του. Όταν όμως ο Μπερλινγκουέρ αρχίζει να μιλάει για ‘τρίτο δρόμο’, ακριβώς πάνω σε μια καινούρια ευαίσθητη στιγμή του ψυχρού πολέμου, στην αρχή της δεκαετίας του ογδόντα (με τους πυραύλους στο Κομίζο και τα λοιπά), σημαίνει ότι μιλάει και για ρήξη της στενής συμμαχίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, πράγμα που η Χριστιανική Δημοκρατία δεν θα μπορούσε να κάνει ποτέ. (…) Με τον ‘τρίτο δρόμο’ ο Μπερλινγκουέρ προτείνει κάτι που εκείνη τη στιγμή έγινε παταγωδώς μη αποδεκτό από την κομμουνιστική ηγετική ομάδα. Και σ’ αυτή την περίπτωση, με το να αρνηθεί τη σοσιαλδημοκρατική οπτική, κατά τη γνώμη μου είχε όλα τα δίκια του κόσμου με το μέρος του. Φθάνει να κοιτάξουμε γύρω μας.

Πηγή: Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ

Thursday, October 9, 2014

Οι πολιτικές δυνάμεις που θα οδηγήσουν τη χώρα στο μέλλον είναι υπό διαμόρφωση

Του Σπύρου Λυκούδη*

Βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη φάση του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής. Νομίζω ότι η κυβέρνηση, ιδιαίτερα μετά τον τελευταίο ανασχηματισμό εμφάνισε έντονα κόπωσης και σημάδια επιστροφής στο γνωστό ένοχο δρόμο ενός ιδιότυπου λαϊκισμού και κάποιων γνωστών από το παρελθόν μεθόδων. Κατά την εκτίμησή μου φαίνεται ότι έχει εξαντλήσει τα πολιτικά της αποθέματα και είναι εγκλωβισμένη σε αδιέξοδες επιλογές. Σε μια ύστατη κίνηση απεγκλωβισμού της, ζητά από τη βουλή, στη βάση ενός συγκεκριμένου πλάνου πολιτικών κινήσεων έως και την εκλογή του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, ψήφο εμπιστοσύνης. Χωρίς όμως να αναφέρεται στην ουσία των πολιτικών για το μέλλον. Χωρίς να κάνει αυτοκριτική για λανθασμένες επιλογές. Χωρίς να λέει τι θα διορθώσει. Ουσιαστικά μέσα από την κίνηση αυτή κυρίως επιδιώκει να αμβλύνει την έντονη αμφισβήτηση που έχουν οι ηγεσίες και των δύο κομμάτων από τους βουλευτές τους και να πάρει μια ανάσα μέχρι την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Όμως σε μια τέτοια ψηφοφορία, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν μπορείς να απαιτείς και την ψήφο όσων άλλων δημοκρατικών, προοδευτικών βουλευτών, νομίζω ότι είμαι ένας από αυτούς, ανησυχούν για την πορεία της χώρας, θέλουν την σταθερότητα και επιδιώκουν τη μέγιστη συναίνεση και συνεννόηση αλλά παράλληλα, δεν θέλουν να ταυτιστούν με την Κυβέρνηση που κατά τη γνώμη τους δεν έχει σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων των καιρών.

Θα ψηφίσω όχι στην πρόταση για ψήφο εμπιστοσύνης γιατί δε θέλω να προστεθώ στην υποστηρικτική προς την κυβέρνηση πλειοψηφία. Η ψήφος μου αυτό μόνο το περιεχόμενο έχει. Η κυβερνητική πλειοψηφία έχει την ισχύ να αποδείξει την συνοχή της. Ας στηριχτεί σε αυτήν.

Η χώρα πράγματι βρίσκεται σε μια κρίσιμη φάση, ίσως σοβαρότερη και από το 2010 που ουσιαστικά χρεοκόπησε και υποχρεώθηκε να ενταχθεί στο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Από τότε πέρασαν τέσσερα δύσκολα χρόνια με θυσίες και προσπάθειες των πολιτών, με λανθασμένες επιλογές των Κυβερνώντων, με υπαναχωρήσεις σε συντεχνιακές διεκδικήσεις και με καθυστερήσεις σε ώριμες μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η χώρα μας. Παραταύτα με υλοποίηση έστω και ενός μέρους του προγράμματος προσαρμογής, κατάφερε η χώρα να μειώσει τις κρατικές σπατάλες και να αντιμετωπίσει σε ένα βαθμό τα μεγάλα ελλείμματα.

Αρκούν αυτά για οποιοδήποτε πανηγύρι;

Όχι βεβαίως. Παραμένουν ανοιχτά μεγάλα θέματα, όπως ένα βιώσιμο συνταξιοδοτικό και ασφαλιστικό σύστημα, ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, η μεταρρύθμιση του Κράτους και των θεσμών του και κυρίως η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και το νέο βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο που έχει ανάγκη ο τόπος.

Και το ερώτημα είναι το εξής. Ποιος θα οδηγήσει τη χώρα στη μετα-μνημονιακή εποχή, για να χρησιμοποιήσω και εγώ έναν όρο που τόσο αρέσει σ΄αυτούς που θα σκίσουν το μνημόνιο μόλις αναλάβουν, είτε σ’ αυτούς που το σκίζουν σελίδα – σελίδα πάνω από δύο χρόνια τώρα αφού όπως υποστηρίζουν οσονούπω θα πάψει να υπάρχει, υποτιμώντας τις ήδη υπάρχουσες δεσμεύσεις που βαραίνουν το μέλλον μας.

Όχι, δεν μπορεί να το κάνει αυτό η παρούσα Κυβέρνηση. Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι έχει χάσει την πραγματική, την αληθινή πέρα από ψηφοφορίες, συνοχή των κοινοβουλευτικών ομάδων που την στηρίζουν, αλλά και της κοινωνίας, πέρα από τις αγορές και τους εταίρους μας. Αλλά κυρίως γιατί δεν μπορεί να σηκώσει αυτό το φορτίο των μεγάλων διαρθρωτικών αλλαγών που έχει ανάγκη η χώρα. Δηλαδή η λύση είναι οι εκλογές; Όχι βεβαίως, οι πρόωρες εκλογές δεν είναι η λύση στην φάση αυτήν.

Οι εκλογές όπως δείχνουν τα στοιχεία όλων των δημοσκοπήσεων δεν θα δώσουν λύση. Ίσως να περιπλέξουν το πρόβλημα ακόμη περισσότερο. Οι πολιτικές δυνάμεις που θα οδηγήσουν τη χώρα στο μέλλον είναι υπό διαμόρφωση. Οι παρούσες πολιτικές δυνάμεις δεν έχουν την δυναμική που απαιτείται για τη νέα αρχή και δεν έχουν πείσει την κοινωνία ότι μπορούν να σηκώσουν από μόνες τους το μεγάλο πολιτικό βάρος που απαιτούν οι αλλαγές που χρειάζονται να γίνουν στη χώρα.

Νομίζω πως πρέπει να τολμήσουμε σε άλλη κατεύθυνση.

Στη μεταβατική αυτή φάση χρειαζόμαστε πολιτική σταθερότητα, μέσα από μια νέα συμφωνία των βασικών πολιτικών δυνάμεων της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης, για μια νέα Κυβέρνηση Ειδικού Σκοπού που θα στηριχθεί από την παρούσα Βουλή. Μια συμφωνία η οποία θα εξαντλήσει τον εναπομείναντα χρόνο ως την άνοιξη του 2016 και θα περιέχει τα κρίσιμα θέματα που έχουμε στην ατζέντα του επόμενου διαστήματος, προς αντιμετώπιση. Διαπραγμάτευση για το χρέος, εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλαγές στον εκλογικό νόμο και στο Σύνταγμα. Είναι τρεις άξονες θεμάτων που καμιά δύναμη από μόνη της δεν μπορεί, αλλά και δεν πρέπει να επιδιώξει να τα αντιμετωπίσει. Είναι θέματα κρίσιμης εθνικής σημασίας που από μόνα τους, και αν ακόμη δεν είχαμε την πολυπλοκότητα αυτής της περιόδου, απαιτούν σημαντικά αυξημένες πλειοψηφίες για την αντιμετώπισή τους.

Από αυτήν την συμφωνία, αν υπάρξει που το εύχομαι, κατά τη γνώμη μου θα ωφεληθεί ο τόπος τα μέγιστα, και θα αποφευχθούν άσκοπες εκλογικές αναμετρήσεις, κατά τη γνώμη μου πάνω από μία, χωρίς αποτέλεσμα και με άγνωστες επιπτώσεις.

Έστω και αυτή την ώρα οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας ας δείξουν την ωριμότητα τους.

*Ομιλία για την ψήφο εμπιστοσύνης 9/10/2014

Tuesday, October 7, 2014

Townes Van Zandt - Lungs (True Detective Soundtrack)

Χαμένοι στα οράματα

Της Ολγας Σελλά

Αρκετοί από όσους/ες μετείχαν στο συνέδριο της Δημοκρατικής Αριστεράς που ολοκληρώθηκε χθες, είχαν αφήσει τη σφραγίδα τους σε παλαιότερες εκδοχές και συλλογικές εκφράσεις του χώρου της λεγόμενης Ανανεωτικής Αριστεράς. Μια σφραγίδα που δήλωνε διαφορετικό ήθος τόσο στην πολιτική συμπεριφορά όσο και στη στάση ζωής και τις πολιτισμικές επιλογές και κατευθύνσεις.

Αν κοιτάξει κανείς τους τίτλους των χθεσινών εφημερίδων και αν διαβάσει τα αναλυτικότατα ρεπορτάζ ιντριγκολογίας και φραξιολογίας που επικράτησε στις διαδικασίες του συνεδρίου, θα διαπιστώσει, περίλυπος, ότι αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι μοιάζουν σαν να μην είναι εκείνοι (ή μάλλον ένα μικρό, πολύ μικρό τμήμα τους) που έδωσαν πολιτικές και κοινωνικές μάχες για όσα σήμερα μοιάζουν αυτονόητα (π.χ. για τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας που για πρώτη φορά υποστήριξαν αριστεροί, για την ψήφο στα 18, για την ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στα κοινά είτε αυτά τα κοινά ήταν ο επαγγελματικός στίβος είτε ο πολιτικός, για την αποδοχή της διαφορετικότητας σε ρεύματα τέχνης ή προσωπικών επιλογών).

Από τότε έχουν περάσει πολλά χρόνια, οι τότε νέοι έχουν περάσει τα 50, έχουν κάνει τους αναμενόμενους ή λιγότερο αναμενόμενους συμβιβασμούς στις κοινωνικές τους συμπεριφορές. Φαινόταν όμως ότι είχαν κρατήσει πολλά από τα όνειρα των νεανικών τους χρόνων παίρνοντας το βάρος και το ρίσκο της ίδρυσης της ΔΗΜΑΡ, παίρνοντας το ακόμα μεγαλύτερο βάρος και ρίσκο να μετάσχουν στην τρικομματική κυβέρνηση, δηλώνοντας και μ’ αυτόν τον τρόπο ότι ακριβώς ήταν πολλά και σημαντικά όσα εξακολουθούσαν να τους χωρίζουν από τη λεγόμενη παραδοσιακή ή «αυθεντική» αριστερά.

Και τις προηγούμενες τρεις μέρες (ή μάλλον μετά τις ευρωεκλογές) αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι τα γκρέμισαν όλα.

«Συνέδριο τραγέλαφος», «Ο Κουβέλης αγνόησε την Κ.Ο.», «Πρόεδρος μεν, λαβωμένος δε» ήταν μερικοί από τους τίτλους των χθεσινών εφημερίδων. Και αν τα άρθρα του Τύπου προσπάθησαν να μεταφέρουν, κατά το δυνατόν, τα γεγονότα, τα σχόλια στα social media ξεχείλιζαν από πικρία και ειρωνεία. Από πρώην, πληγωμένους και οργισμένους.

Οι οποίοι εξακολουθούν να επιμένουν στα όνειρα και τα οράματα που υπερασπίστηκαν πολλά χρόνια και πεισματικά να πιστεύουν ότι, ειδικά σήμερα, αυτή η ίδια στάση στην πολιτική και στη ζωή μπορεί να επαναφέρει αξίες που καθόλου καλά δεν στέκουν στη θέση τους, να εδραιώσει τον πολιτικό πολιτισμό που κοντεύει να μεταναστεύσει από αυτή τη χώρα, και να ασκήσει πολιτική που θα έχει τόλμη, φαντασία, αλλά και υπευθυνότητα και ήθος.

Πού βρίσκονται σήμερα όλοι αυτοί; Ισως να μετρώνται στο μεγάλο ποσοστό που λείπει πλέον από τη ΔΗΜΑΡ ή και να υπάρχουν και σ’ εκείνο το «Δεν ξέρω/Δεν απαντώ». Ισως και σε άλλους πολιτικούς σχηματισμούς. Πάντως υπάρχουν.

Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Monday, October 6, 2014

Σύγχρονος Πατριωτισμός

Του Αλέξανδρου Μαλλιά

Με Ενοχλεί
Με ενοχλεί το μονοπώλιο του πατριωτισμού.

Με ενοχλεί η αποστροφή που νιώθουν ορισμένοι όταν ακούν τη λέξη.

Με ενοχλεί η ταύτισή του με τον εθνικισμό.

Με ενοχλεί ότι για κάποιους ακούω, σήμερα ακόμη, τις λέξεις «έχω ερωτηματικά».

Πέρασε ή δεν πέρασε ακόμη η εποχή της «εθνικοφροσύνης»;

Μα την αλήθεια, από ποιον να ζητήσω το πιστοποιητικό σήμερα;

Άλλο πατριωτισμός και άλλο κομματικός οπαδισμός.

Αυτόν τον οπαδισμό αναζητούν να επιβάλλουν. Γιατι έτσι η υποταγή είναι ευκολότερη. Η υποταγή στο κόμμα.

Πατριωτισμός – Εθνικισμός
Για ορισμένους η ταύτιση με τον εθνικισμό είναι συνειδητή, σκόπιμη και ηθελημένη.

Για κάποιους είναι αποτέλεσμα σύγχυσης. Για τους πολλούς, όμως, είναι μια αδόκιμη ταύτιση.

Σε μια εποχή μάλιστα που χρειάζεται περισσότερο από κάθε άλλη φορά να τον ερμηνεύσουμε και να τον οριοθετήσουμε. Όχι μόνο να τον ερμηνεύσουμε, αλλά να τον αγκαλιάσουμε. Να τον πιστέψουμε.

Εντός συνόρων και χωρίς τη αυτή τη φορά να κοιτάμε αναγκαστικά τους άλλους προς ανατολάς η προς βορρά για να αυτοπροσδιορισθούμε σαν πατριώτες.

Σήμερα νιώθω την ανάγκη να προσπαθάσω να εξηγάσω γιατί ο πατριώτης-πολίτης είναι ο αναγκαίος, ο απαραίτητος πολίτης στη σημερινή Ελλάδα.

Ναι, ο σύγχρονος πατριωτισμός χρειάζεται περισσσότερο από ποτέ στη χάρα που γέννησε τη λέξη, την έννοια.

Στη χώρα όμως, όπου ακόμη και σήμερα, ο πατριωτισμός ταυτίζεται βέβηλα με τον εθνικισμό.

Ο σύγχρονος Αισχύλος
Διαβάζω ξανά τους Πέρσες.

Το μεγαλείο της Δημοκρατίας των ελεύθερων πολιτών, απέναντι στις μυριάδες των ανελεύθερων Περσών.

Οι Έλληνες δεν είχαν «επώνυμους». Κανένας, μα κανένας στρατηγός τους δεν μνημονεύεται. Ούτε καν ο Θεμιστοκλής.

Ατέλειωτα όμως τα ονόματα στρατηγών και αυλικών και συμβούλων του Ξέρξη. Όλοι χάθηκαν.

Νιώθω όμως σήμερα ότι το κορυφαίο έργο του Αισχύλου, η μητέρα όλων των τραγωδιών για μένα, αφορά μόνο στους Έλληνες.

Νικητές και ηττημένοι είναι μόνο οι Έλληνες.

Ο αγγελιοφόρος εξηγεί την ήττα. Μιλά για τον κομπασμό, τη χλιδή και την έπαρση. Το λάθος.

Μιλά για εκείνους που έκαναν λάθη στον σχεδιασμό του μακρινού τους ταξιδιού, που ανοίχτηκαν έξω από τα νερά τους. Για εκείνους που τόλμησαν να τα βάλουν με τα στοιχεία της φύσης και τον θεό με τη ζεύξη του Ελλησπόντου.

Για τον σημερινό Αισχύλο ναι, είμαι σίγουρος δεν υπάρχουν πια Πέρσες.

Είμαστε μόνοι μας απέναντι στη συνείδησή μας.

Αλήθεια, ο σύγχρονος Αισχύλος τι λόγια θα έβαζε σήμερα στο στόμα του Αγγελιοφόρου, όταν φέρνει εκείνος τα άσχημα νέα στη βασίλισσα Ατόσσα;

Αλήθεια, πού είναι σήμερα ο Ξέρξης για να αναλάβει τις ευθύνες του;

Ο Αισχύλος δεν θα μπορούσε να διανοηθεί τον υπαίτιο της καταστροφής και της συμφοράς να εμφανίζεται με έπαρση ή να προσπαθεί να δικαιολογηθεί.

Στη σκηνή εμφανίζεται κουρελιασμένος, ψυχικά και σωματικά. Χωρίς βέλη. Με άδεια τη φαρέτρα.

Ένας ταπεινωμένος βασιλιάς. Ένας ταπεινωμένος ηγέτης.

Δεν τόλμησε ο Ξέρξης να πει «οι άλλοι φταίνε» ή «αισθάνομαι δικαιωμένος».

Έπαρση, παραίσθηση της δύναμης, αλαζονεία, απληστία, πνεύμα υποταγμένο και όχι ελεύθερον.

Αυτό τιμωρήθηκε στην τραγωδία του Αισχύλου.

Δημοκρατία και πατρίδα
Η Δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει αν όλοι δεν νιώθουν ελεύθεροι, ίσοι και υπεύθυνοι.

Δεν είναι απλά το πολιτικό σύστημα που στηρίζεται στις ελεύθερες εκλογές και στην λειτουργία πολλών κομμάτων.

Δημοκρατία σημαίνει ο καθένας να νιώθει, να πιστεύει, ότι μπορεί μόνος του, με την ψήφο του, με την ελευθερία της επιλογής του, να αλλάξει την πορεία της πατρίδας του.

Να άλλη μια λέξη που τόσο ταλαιπωρήθηκε αυτά τα χρόνια. Πόσοι δεν ομιλούν στο όνομά της και πόσοι δεν τηνχρησιμοποιούν καταχρηστικά;

Ένα ρητορικό ερώτημα: αν όλα αυτά γίνονται σήμερα για την σωτηρία της Πατρίδας, τότε τι έγινε και τι δεν έγινε για να μη xρειάζεται σάμερα να τη σώσουμε;

O Πέρσης Ξέρξης ανέλαβε την ευθύνη. Ο Έλληνας Ξέρξης; Δηλαδή εσύ, εγώ, ο άλλος, οι άλλοι;

«Έχουμε δικαιωθεί από τις εξελίξεις».

Ναι, επιστρέφουμε δικαιωμένοι. Είχαμε σχέδιο. Η εκστρατεία έγινε βάσει σχεδίου.

Άλλοι οι υπαίτιοι για τη συμφορά. Όλοι οι άλλοι εκτός απο μένα, εκτός από μας.

Πατριώτης δεν είναι μόνο αυτός που είναι έτοιμος και πρόθυμος να σώσει.

Είναι πιο πολύ αυτός που δρα, που ενεργεί για να μην έχει η Πατρίδα του ανάγκη να σωθεί.

Ναι, αυτός δικαιώνεται. Ποιος είναι; Πού πολέμησε; Ποιον νίκησε στη δική του Σαλαμίνα; Αυτόν περιμένω να ακούσω από τον Αγγελιοφόρο.

Ο σημερινός πατριωτισμός
Δεν έχω ορισμό. Δυσκολεύομαι να τον περιγράψω.

Γράφω τις σκέψεις μου, έτσι όπως μου έρχονται. Να πώς θα ήθελα να τον αναγνωρίσω και να τον χαιρετίσω:

Η ανάληψη της ευθύνης για εκεί που βρεθήκαμε.

Σήμερα, τώρα, όχι πριν 2.500 χρόνια. Ναι, τότε ήσαν πατριώτες. Με τους δικούς τους όρους και τους δικούς τους όρκους.

Δεν αρκεί να γιορτάζουμε τη Σαλαμίνα και τον Μαραθώνα.

Η πρόταξη του συλλογικού συμφέροντος αντί του προσωπικού, του παραταξιακού, του κομματικού.

Δημοκρατία των ίσων ευκαιριών στην παιδεία, στην υγεία, στην εργασία, στη ζωή.

Δημοκρατία των ίσων ευκαιριών στη Δικαιοσύνη, απέναντι στο νόμο και στις συνέπειές του, στην εφαρμογή του.

Δημοκρατία των αρίστων και όχι των αρεστών.

Πιστεύει κανείς σήμερα ότι αυτή την Δημοκρατία την έχουμε η ότι έστω θα την κατακτήσουμε;

Πιστεύω στον πατριωτισμό της δύσκολης μάχης. Τον πατριωτισμό που αναγνωρίζει τα λάθη του και χρησιμοποιεί την αλήθεια για να τα διορθώσει.

Με ενοχλεί τώρα περισσότερο από ποτέ να ακούω τόσα άδεια λόγια περί Πατρίδας.

Μα εκείνοι λένε ότι δικαιώθηκαν. Και εμείς οι πολλοί ότι θα δικαιωθούμε.

Αυτός είναι ο πατριωτισμός της πλειοδοσίας των ολίγων.

Αυτός κυριαρχεί και σήμερα.

Να γιατί συνεχίζω να αναζητώ το σύγχρονο πατριωτισμό. Εντός των συνόρων.

Τον αναζητώ σε μια κοινωνία ελεύθερων να σκεφθούν, να αποφασίσουν και να δράσουν πολιτών.

Τον αναζητώ στην κοινωνία του υπεύθυνου πολίτη, του πολίτη που λογοδοτεί και απαιτεί να λογοδοτούν και εκείνοι.

Τον αναζητώ σε εκείνους που παρεμβάλλονται μεταξύ του πολίτη και των Θεσμών. Σε εκείνους που με αντιπροσωπεύουν, χωρίς να με εκπροσωπούν.