Ο χώρος της ανανεωτικής αριστεράς στην Ελλάδα, όπως καθορίστηκε κυρίως μέσα από την αμφισβήτηση της εκδοχής της αριστεράς που εκφράζει το ΚΚΕ, είναι χώρος πολυδύναμος, πολυσυλλεκτικός, δραστήριος και αναγνωρίσιμος στην κοινωνία. Ταυτόχρονα όμως είναι χώρος πολιτικά αδύναμος. Έχει πολλές φορές καταφέρει να καθορίσει τη θεματολογία της κοινωνικής και πολιτικής συζήτησης (πρόσφατα με το θέμα των stages, παλαιότερα με θέματα οικολογίας, το ζήτημα των ιδιωτικών Πανεπιστημίων κ.ά.), δεν έχει όμως καταφέρει να αποκτήσει σημαντική επιρροή, είτε κομματική (μετρημένη δηλαδή ως εκλογική δύναμη) είτε ευρύτερα πολιτική (μετρημένη ως «επιβολή» πολιτικών αποφάσεων). Η παρατήρηση αυτή φυσικά δεν είναι καινούργια, αντικατοπτρίζει όμως ένα σημαντικό πρόβλημα, το οποίο νομίζω πως όλο και πιο συχνά έρχεται στην επιφάνεια και μεταφέρεται με ένταση εντός του ΣΥΡΙΖΑ και του ΣΥΝ. Πού αρχίζει και πού τελειώνει η κομματική δυναμική αυτού του χώρου και στο κάτω - κάτω είναι απαραίτητο να έχει ισχυρή κομματική παρουσία;
Στον χώρο της ανανεωτικής αριστεράς, το φορτίο της πολιτικής ανάλυσης και δράσης μοιράζεται εξίσου στον πολίτη και στις συλλογικές δομές. Κάθε στέλεχος (και κατʼ επέκταση κάθε πολίτης σε μια μελλοντική κοινωνία) όχι μόνο ενθαρρύνεται, αλλά επιβάλλεται, να διαμορφώνει την προσωπική του άποψη για τα κοινά και να προτείνει νέες προσεγγίσεις, λύσεις και προβληματισμούς. Το κράτος μάλιστα (θα) οφείλει να του παρέχει όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις ώστε να τον στηρίζει σε αυτήν την πολιτική/ κοινωνική δράση, δηλαδή παιδεία, υγεία, εργασιακή ασφάλεια, θεσμικό πλαίσιο. Ταυτόχρονα, αυτός ο νοητικά ενεργός πολίτης οφείλει να συμμετέχει στη συλλογική δόμηση της κοινωνίας, να αποδέχεται τις συλλογικές αποφάσεις και να τις υπηρετεί, προσπαθώντας να τις βελτιώσει. Αυτή η αναζητούμενη ισορροπία μεταξύ της ατομικής ελευθερίας και δράσης και της ταυτόχρονης ένταξης σε ευρείες συλλογικότητες, είναι που διαχωρίζει σαφώς τον συγκεκριμένο χώρο από τις άλλες πολιτικές δυνάμεις. Η κομμουνιστική αριστερά μεταφέρει το βάρος στις συλλογικότητες οι οποίες μάλιστα σταδιακά υποχωρούν μπροστά σε μια ευρεία κρατική οντότητα, ενώ τα κόμματα που έχουν αποδεχθεί το υφιστάμενο σύστημα (σοσιαλδημοκρατία και φιλελεύθερη ή συντηρητική δεξιά) στρέφονται στο άτομο και στη δυναμική δικαιοσύνη του ελεύθερου ανταγωνισμού.
Η διακριτή αυτή αντίληψη της ανανεωτικής αριστεράς είναι και το μόνο πολιτικά καθαρό σημείο της, το στίγμα της. Είναι ο λόγος που σταθερά βρίσκει απήχηση στην κοινωνία και εξηγεί γιατί ένας μικρός πολιτικός χώρος πολύ συχνά εξάγει πολιτική σκέψη και ιδέες και γιατί πολλές φορές εμπνέει ευρύτερα κομμάτια της κοινωνίας. Πέρα όμως από αυτό το ιδεολογικό στίγμα, τα πράγματα γίνονται θολά. Το ίδιο το προτέρημα γίνεται μειονέκτημα, η επιδίωξη ισορροπίας γίνεται πηγή σημαντικών αντιφάσεων. Πώς θα μπορεί ο ενεργός πολίτης να στηρίζει τις συλλογικές αποφάσεις, ενώ ταυτόχρονα θα τις αμφισβητεί; Πώς θα μπορέσει μια συλλογικότητα να προχωρήσει σε δράσεις, σεβόμενη ταυτόχρονα την αμφισβήτησή της από τα μέλη της; Αυτά δεν είναι τα ζητήματα που έχουν φέρει τον ΣΥΝ στη θέση που είναι σήμερα;
Ποια είναι τα παραδείγματα απτής πολιτικής δράσης που προήλθαν από τον χώρο της ανανεωτικής αριστεράς τα τελευταία χρόνια; Μοιράζονται σε δύο κυρίως κατηγορίες: πρώτον στη συμμετοχή σε κινηματικές συλλογικότητες (διάφορα fora, όπως η πρωτοβουλία της Γένοβα και το κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση), οι οποίες όμως αποτέλεσαν απλώς ευρύτερους χώρους συνάντησης, παρά δομές άμεσης παρέμβασης και διαμόρφωσης πολιτικών, και δεύτερον στη συμμετοχή στελεχών της σε επιτελικές και κυβερνητικές θέσεις του ΠΑΣΟΚ, σε μια προσπάθεια να περάσουν τις ιδεολογικές επεξεργασίες τους στη δοκιμασία της εφαρμογής.
Σε επίπεδο κομματικής παρουσίας, δύο ήταν τα κομβικά σημεία: η δημιουργία του Συνασπισμού και μετά του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΝ αποτέλεσε καρπό της ιδεολογικής συνάφειας των στελεχών που τον δημιούργησαν, αλλά κυρίως της κοινής πολιτικής τους καταγωγής, καθώς και συνέχεια υφιστάμενων πολιτικών δομών και μηχανισμών. Σε γενικές γραμμές όμως, ο ΣΥΝ δεν κατάφερε να επεξεργαστεί τη δυναμικότητα και πολυφωνία της ανανεωτικής αριστεράς και να τη μετουσιώσει σε συγκεκριμένες πολιτικές προτάσεις. Μάλλον χρόνο με τον χρόνο η πολιτική ανάλυση έγινε πιο γενική (για να χωράει τις συνεχώς αναπτυσσόμενες και μεταβαλλόμενες αναλύσεις των στελεχών) και πιο αντιφατική. Το στίγμα του ΣΥΝ, όσον αφορά σημαντικά θέματα, όπως η πολιτική αντιμετώπιση της Ε.Ε. ή ακόμα και το ζήτημα της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, έγινε πιό θολό.
Ο ΣΥΝ δεν κατάφερε να δείξει πώς η ισορροπία μεταξύ ατομικής και συλλογικής δράσης μπορεί να γίνει κοινωνική πραγματικότητα. Απλώς επιβεβαίωσε πως το πρόβλημα είναι πραγματικό, ενώ ταυτόχρονα αποτέλεσε ένα καλό βήμα από το οποίο τα στελέχη του να διατυπώνουν δημόσια τις απόψεις τους. Και τα δύο θετικά από άποψη πολιτικής επεξεργασίας, αδιάφορα όμως από άποψη πολιτικής δράσης και παρέμβασης. Οι δύο πτυχές της πολιτικής πρακτικής των στελεχών του ΣΥΝ (η συμμετοχή σε κινηματικές διαδικασίες ή η σταδιακή ένταξη στους μηχανισμούς άσκησης της εξουσίας) δεν είναι τυχαίες. Αντανακλούν τις σημαντικές διαφορές των δύο κύριων συνιστωσών τού κόμματος σε σχέση με την κατεύθυνση της πολιτικής δράσης. Πρέπει να βάλουμε τα χέρια μας στη φωτιά της πραγματικής άσκησης εξουσίας, σε μια προσπάθεια να την εμπλουτίσουμε, ακόμη και εάν απωλέσουμε σημαντικά στοιχεία της πολιτικής μας ανάλυσης, ή πρέπει να επιδιώξουμε τη συνεύρεση με μεγαλύτερες μάζες, ακόμη και εάν ο τελικός στόχος θολώσει υπερβολικά ούτως ώστε να μας χωρέσει όλους;
Τα κοινοβουλευτικά αντανακλαστικά του χώρου, αλλά και η πίστη στην αναγκαιότητα δημιουργίας νέων συλλογικοτήτων, οδήγησαν στον σχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ανέβασε την εκλογική εκπροσώπηση της ανανεωτικής αριστεράς σε ποσοστά άνω του 4%. Φαίνεται όμως πως η εξασφάλιση της κοινοβουλευτικής επιβίωσης έδωσε στον πολυτασικό χαρακτήρα του χώρου τέτοιους βαθμούς ελευθερίας που έθρεψαν φυγόκεντρες δυνάμεις. Εάν το εκλογικό μέτρο ήταν στο 4%, ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν πολύ πιο συντεταγμένος. Εάν ήταν στο 5%, το άνοιγμα προς τους οικολόγους θα ήταν πολύ πιο δυναμικό. Εάν το μέτρο ήταν στο 2%, θα είχαμε 2-3 χωριστούς κομματικούς σχηματισμούς. Η προσαρμογή στις απαιτήσεις του εκλογικού μέτρου φανερώνει την πολιτική ευελιξία του χώρου, είναι όμως αυτό αρκετό;
Η σοβαρή πολιτική παρουσία, συνδικαλιστική παρέμβαση και κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της αριστεράς εξαρτάται από την ύπαρξη ενός στέρεου κομματικού μηχανισμού. Δεν σημαίνει πως αυτός ο μηχανισμός θα παράγει πολιτική, πρέπει όμως να υπάρχει για να στηρίζει τις πολιτικές επεξεργασίες και τις αποφάσεις. Στην παρούσα περίοδο, η ελάχιστη κατανόηση μεταξύ των τάσεων εντός του ΣΥΝ φαίνεται πως έχει χαθεί. Κάθε ομάδα κινείται θεωρώντας πως αυτή αποτελεί τη στέρεη βάση του χώρου, εκβιάζοντας τους άλλους με το ενδεχόμενο της αποχώρησής της. Αποχώρηση προς τα πού; Προς τη διαφύλαξη της ιδεολογικής καθαρότητας, δηλαδή προς μια κατεύθυνση που όλοι έχουν κατά διαστήματα απορρίψει;
Ο μόνος λόγος ύπαρξης ενός κομματικού φορέα από τα σπλάχνα της ανανεωτικής αριστεράς είναι η προσπάθεια μετουσίωσης του κοινωνικού μοντέλου που λίγο ώς πολύ επεξεργάζονται οι διαφορετικές συνιστώσες (η ισορρόπηση της ατομικής ελευθερίας με τον έλεγχο της ιδιοκτησίας και της κοινωνικής δόμησης από ευρείες συλλογικότητες) σε πραγματική εναλλακτική πρόταση. Η ιστορία εξελίσσεται και πιστεύω πως πλέον ο μόνος πολιτικός φορέας που μπορεί να εξυπηρετήσει αυτόν τον σκοπό είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό δεν σημαίνει πως ο ΣΥΝ πρέπει να διαλυθεί. Πρέπει όμως να αποδεχθεί πως η φυγή προς τα μπρος σημαίνει αποδοχή της ανάγκης πιο σφιχτού συντονισμού με άλλες κοινωνικές δυνάμεις. Κάθε περαιτέρω υποχώρηση και συμβιβασμός με στόχο απλώς και μόνο την επιβίωση του ΣΥΝ αποδυναμώνει την κομματική παρουσία του χώρου της ανανεωτικής αριστεράς και απομακρύνει την πιθανότητα μετουσίωσης της πολιτικής ανάλυσης σε δυναμική παρέμβαση στην κοινωνία.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα δε μπορούσαμε να φανταστούμε το ΣΥΡΙΖΑ χωρίς τον ΣΥΝ, πλέον πιστεύω πως δεν νοείται ΣΥΝ έξω από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το στοίχημα είναι να βρεθεί το μοντέλο λειτουργίας του ΣΥΡΙΖΑ το οποίο θα αποτυπώνει στον μικρόκοσμο της ανανεωτικής αριστεράς την οργάνωση της κοινωνίας που αυτή η αριστερά οραματίζεται. Εάν αυτό προχωρήσει, τότε υπάρχει η πιθανότητα ο ΣΥΡΙΖΑ να δώσει όραμα και ελπίδα σε περισσότερους πολίτες. Υπάρχει περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ να αποτελέσει αξιόπιστο συνομιλητή της κομμουνιστικής αριστεράς ή της όποιας εναπομείνασας σοσιαλιστικής αριστεράς και συνεπώς να λειτουργήσει σαν μοχλός ανάπτυξης μιας εναλλακτικής προοπτικής για την κοινωνία.
Αλλιώς, ο χώρος της ανανεωτικής αριστεράς θα παραμείνει ένας χώρος ανταλλαγής ιδεών, ένας επωαστήρας πολιτικών επεξεργασιών και μια δεξαμενή στελεχών που δεν μπορούν να χωρέσουν σε όμορους χώρους. Θα παραμείνει όμως και ένας πολιτικός χώρος με αδρή ταυτότητα, με νεφελώδεις στόχους και συνεπώς ανασταλτικός ως προς την όποια προσπάθεια ανατροπής της ισχύουσας κοινωνικής κατάστασης, της παγιωμένης ανισομέρειας αγαθών, υπηρεσιών και ευκαιριών.
* Ο Ηλίας Καζάνης είναι βιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Cambridge
Πηγή: Εφημερίδα Η ΑΥΓΗ
Πηγή: Εφημερίδα Η ΑΥΓΗ
No comments:
Post a Comment