Monday, October 29, 2007

Η 28η Οκτωβρίου


Του Νίκου ΣΒΟΡΩΝΟΥ

Είναι δύσκολο, πολύ δύσκολο, για έναν ιστορικό να συνθέσει και ν' απαγγείλει πανηγυρικούς λόγους. Η φυσική του κίνηση είναι η ανάλυση, πολιτική και κοινωνική, ενός σημαντικού γεγονότος και των άμεσων ή έμμεσων συνεπειών του. Κινδυνεύει έτσι να μεταβάλει μια εθνική συγκέντρωση, που αποσκοπεί στη διαιώνιση της ιστορικής μνήμης μιας μεγάλης και πολυσήμαντης στιγμής για τον ελληνισμό, σε συνάντηση επιστημονικού ιστορικού συνεδρίου. Θα προσπαθήσω στη σύντομη αυτή ομιλία που η ελληνική κοινότητα του Παρισιού μου έκανε την τιμή να μου ζητήσει, να μη σας κουράσω με λεπτομερειακές αναλύσεις.

Ύστερα από τη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση του 1821, σε καμία άλλη στιγμή της νεότερης ιστορίας, η παρουσία του ελληνικού λαού στην ευρωπαϊκή πράξη δεν βεβαιώνεται με τέτοια ενέργεια και δύναμη, όσο στον τελευταίο πόλεμο. Σε μια στιγμή όπου μεγάλες χώρες της Ευρώπης γονατίζουν, η μία ύστερα από την άλλη, κάτω από τα ραγδαία πλήγματα των χιτλερικών ορδών, η αντίσταση των Ελλήνων εναντίον των φασιστικών δυνάμεων υψώθηκε από τους υπεύθυνους κριτές του τελευταίου πολέμου στη σημασία ενός συμβόλου. Σε μια στιγμή μάλιστα που ο κοινός κίνδυνος και η κοινή μοίρα μπροστά στον θάνατο έδινε στους λόγους των ανθρώπων βαθύτερη ειλικρίνεια….

Ο ελληνικός λαός και τα στρατευμένα παιδιά του, αναλαμβάνοντας ολόψυχα, ομόθυμα (εδώ οι εξαιρέσεις είναι ελάχιστες) και ανυστερόβουλα τον άνισο αγώνα διαισθάνονταν ότι η διάρκειά του και οι προεκτάσεις του ήταν απροσδιόριστες για την Ελλάδα και ότι το περιεχόμενό του υπερέβαινε κατά πολύ τη σημασία ενός απλού πολιτικού γεγονότος.
Ο ιστορικός του μέλλοντος, που με τη βοήθεια της προοπτικής του χρόνου θα θεωρήσει με μεγαλύτερη σαφήνεια τις μεγάλες ενότητες της νεότερης ελληνικής ιστορίας, θα δείξει νομίζω, ότι η 28η Οκτωβρίου 1940 αποτελεί τομή χαρακτηριστική που σημαίνει το τέλος μιας ολόκληρης περιόδου, που αρχίζει από το 1909, και την απαρχή μιας καινούργιας περιόδου.

Είναι, πράγματι, βαρύ λάθος και παραχάραξη της εθνικής μας ιστορίας, αν επιμένουμε να αγνοούμε ότι το πραγματικό νόημα στην περίοδο που αρχίζει με τον Οκτώβρη του '40, και συνεχίζεται στα κατοχικά και μετακατοχικά χρόνια είναι, για την τεράστια πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ενιαίο και έχει διπλό χαρακτήρα, εθνικό μαζί και κοινωνικοπολιτικό: απόκρουση της εξωτερικής απειλής εναντίον της εθνικής ακεραιότητας και μαζί αντίσταση εναντίον κάθε φασιστικής απειλής και η εξασφάλιση για την Ελλάδα μιας ανεξάρτητης από οποιαδήποτε εξωτερική επέμβαση δημοκρατικής πολιτικής και κοινωνικής ζωής.
Αυτόν τον διπλό χαρακτήρα είχε ο αλβανικός πόλεμος, τον ίδιο χαρακτήρα και η συνέχειά του, το αντιστασιακό ελληνικό κίνημα, ένα από τα βαθύτερα της Ευρώπης.
Οι ιδιαίτερες συνθήκες της Ελλάδας, έκαναν ώστε το μεγαλειώδες αυτό αντιστασιακό κίνημα να μην μπορέσει να διατηρήσει την αρχική του ενότητα και να διασπαστεί στην Ελλάδα και έξω από την Ελλάδα, σε αντιμαχόμενες αντιστασιακές οργανώσεις -ΕΑΜ, ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ- που έφτασαν ως τον εμφύλιο πόλεμο.

Δεν πρόκειται να επιχειρήσω εδώ τη βαθύτερη εξήγηση του φαινομένου ούτε τη δύσκολη κατανομή ευθυνών. Θα θυμίσω απλώς ότι η περίοδος για την οποία μιλάμε εδώ αρχίζει σε μια, έστω και φαινομενική, αντίφαση: Μια χώρα με φιλοφασιστικό καθεστώς παίρνει μέρος στο πλευρό των αντιφασιστικών δυνάμεων, στον αγώνα τους εναντίον του φασισμού. Εδώ ίσως βρίσκεται η βάση της εξήγησης της διάσπασης: Η πολιτική ζωή, που είχε σταματήσει στη διάρκεια της δικτατορίας του '36-'40, αντανακλώντας τον επιταχυνόμενο ρυθμό της κοινωνικής εξέλιξης της χώρας, ξαναρχίζει δεμένη αξεδιάλυτα με την εθνική αντίσταση.

Το εθνικό ζήτημα τίθεται βέβαια ακόμη. Το πρόβλημα της Κύπρου αποτελεί μια από τις κυριότερες εκφράσεις του. Οι τουρκικές απειλές, αντιπερισπασμοί των τουρκικών κυβερνήσεων που είναι ανίκανες να λύσουν τα εσωτερικά τους οξύτατα κοινωνικά προβλήματα, μας φέρνουν πίσω σε άλλες εποχές, στον 19ο και στις αρχές του 20ού αιώνα.
Για την Ελλάδα όμως, ο χαρακτήρας του εθνικού προβλήματος είναι διαφορετικός από τις παλιές εθνικές εκδηλώσεις, που παρ' όλη τη γνησιότητά τους καταντούσαν απλοί εσωτερικοί αντιπερισπασμοί ή περιβεβλημένοι με την αχλύ της Μεγάλης Ιδέας, κατέληγαν συχνά σε οδυνηρές περιπέτειες και χώριζαν τον ελληνισμό. Το πρόβλημα της Κύπρου και η αντιμετώπιση των τουρκικών απειλών γίνονται σήμερα σημεία επαφής ολόκληρου του ελληνισμού, υπεράνω πολιτικών ή κοινωνικών αντιθέσεων, και δείχνουν την ωριμότητα και την ψυχραιμία ενός λαού στην αντιμετώπιση των εθνικών του ζητημάτων.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία, που ελλιπέστατα και ελλειπτικά και με πολλά κενά διατυπώθηκαν, συγκλίνουν σ' ένα κοινό αποτέλεσμα και δημιουργούν ένα καινούργιο πνευματικό και πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα.

Τα κύρια χαρακτηριστικά του είναι η ανάπτυξη ενός πνεύματος ανεξαρτησίας, που επεκτείνεται στην πολιτική και πολιτισμική ζωή, κι ενός γνήσιου πατριωτισμού που δεν μοιάζει καθόλου με τις αλλοπρόσαλλες και πολλές φορές θεατρικές εκδηλώσεις ενός Περικλή Γιαννόπουλου, ή με την αποκλειστικότητα και τη στενότητα του ορίζοντα ενός Ίωνα Δραγούμη, παρ' όλη την ειλικρίνεια και την ευγένεια που χαρακτηρίζει τη σκέψη του. Γιατί βέβαια, δεν μπορεί να γίνει λόγος εδώ για τις άδειες και ύποπτες κραυγές της Ελλάδας των "Ελλήνων Χριστιανών", για τις οποίες ο μεγάλος μας Σεφέρης έχει γράψει τους γνωστούς στίχους στους οποίους δίνει την επιγραφή:
Από βλακεία
Ελλάς~ πυρ! Ελλήνων πυρ~ Χριστιανών~ πυρ!
Τρεις λέξεις νεκρές.
Γιατί τις σκοτώσατε;

Οι στίχοι γράφτηκαν το 1968 (Τετράδιο Γυμνασμάτων Β' σ. 103).
Με άλλα λόγια, βρισκόμαστε για άλλη μια φορά στην Ελλάδα σε μια προσπάθεια πνευματικής αναθεώρησης. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάθε φορά που το έθνος βρίσκεται σε μια κρίσιμη στιγμή της ιστορίας του αισθάνεται την ανάγκη να μελετήσει τον εαυτό του, την ανάγκη ενός "γνώθι εαυτόν" και οι στιγμές αυτές συμπίπτουν με μια γενική τάση προς αναγέννηση, με μια άνοδο κι ένα νέο ξεκίνημα.
Κάθε νεοελληνικό ξεκίνημα συνδέεται με την ανασκόπηση της ιστορίας μας και την ενδοσκόπησή μας. Τέτοια ήταν η ώρα του '21, τέτοια είναι η ώρα του 1900-1920. Τέτοια είναι η σημερινή μας ιστορική στιγμή.

Ο τελευταίος πόλεμος ανάγκασε τους Έλληνες για πρώτη φορά στην ιστορία τους ν' αναμετρηθούν με ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο, είτε σαν σύμμαχοι είτε σαν αντίπαλοι. Στο αναμέτρημα αυτό οι αρετές του λαού μας τονίστηκαν πιο καθαρά.
Η αντίστασή του εναντίον κατακτητών με πολιτισμό ανώτερο από τον δικό μας, τους έδωσε για πρώτη φορά στη νεοελληνική ιστορία μια τέτοια αυτοπεποίθηση. Έτσι και τώρα ξαναπαρουσιάστηκε η ίδια ανάγκη αυτοανάλυσης και αυτογνωσίας. Μα αυτή τη φορά περισσότερο βαθιά και ριζική.
Ο ελληνισμός δεν θέλει μονάχα, όπως ήταν το κύριο αίτημα των παλαιότερων τάσεων, ν' ανακαλύψει την ιστορική του συνέχεια, θέλει ακόμη να δει τι ο ίδιος τυχόν δημιούργησε και τι είναι ικανός να δημιουργήσει~ όχι μόνο να δει τα στοιχεία που τον δένουν με το παρελθόν, αλλά και ποια είναι τα στοιχεία που τον ξεχωρίζουν από το παρελθόν και του προετοιμάζουν το μέλλον. Τι είναι το καινούργιο, το καθαρά νεοελληνικό δημιούργημα.
Εκείνο που ζητάμε σήμερα είναι να ξεχωρίσουμε την αυτοτελή μας ύπαρξη, ξεχωρίζοντάς την από τις προηγούμενες μορφές της ιστορικής ύπαρξης του λαού μας.
Η μελέτη της παράδοσης θα μας βοηθήσει να δούμε τι χρωστάει το σημερινό ελληνικό έθνος στην κλασική Ελλάδα, στο Βυζάντιο, στη Δύση, αλλά και τι ζει μέσα του από τους πολιτιστικούς αυτούς σχηματισμούς. Όχι για να ταυτιστεί μαζί τους, ή με τον καθένα χωριστά απ' όλα αυτά τα πολιτισμικά συγκροτήματα ή μ' ένα τεχνητό εκλεκτικό και επομένως συμβατικό σχήμα που είναι έξω από την πραγματικότητα και τη ζωή, αλλά ίσα ίσα για να διαχωριστεί απ' όλα αυτά και να γνωρίσει τα καινούργια ζωντανά σπέρματα που οι σημερινοί Έλληνες κλείνουν μέσα τους και ν' αναπτύξει έτσι δική του αυτοτελή ζωή.

Το ιδανικό, που οι θαρραλέες έστω κι αν ακόμη αδέξιες προσπάθειες προβάλλουν σήμερα στους Έλληνες, είναι να φτάσουμε σε έναν ελληνισμό που δεν θα έχει ανάγκη ούτε να ταυτιστεί με μια μερίδα του πολιτισμένου κόσμου για να διαλυθεί μέσα σ' αυτή την ταύτιση σαν μια μικρή πνευματική επαρχία, χωρίς αυτοτέλεια φωνής, ούτε να επιχειρεί να σβήσει τον άλλο κόσμο, κλείνοντας τα μάτια και μένοντας με την ψευδαίσθηση ότι καταφάσκει έτσι τον εαυτό του. Σ' έναν ελληνισμό που, μένοντας γερά στον ξερό και καθαρό βράχο του, ν' αντικρίζει με θάρρος και αυτοπεποίθηση, σαν έθνος υγιές, τον κόσμο φιλικό.
Η 28 Οκτωβρίου 1940 σημειώνει την είσοδο του ελληνισμού στην ανδρική του υπεύθυνη ηλικία.

Ομιλία στη συγκέντρωση της Ελληνικής Κοινότητας Παρισίων και Περιχώρων, στις 27 Οκτωβρίου 1979, στο Hotel Lutetia 47 brd, Raspail, Paris. Δημοσιεύθηκε στα ΑΝΑΛΕΚΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ και ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑΣ εκδ. Θεμέλιο, 1982. Δημοσιεύθηκε στην Κυριακάτικη ΑΥΓΗ 28/10/2007. Ολόκληρο το κείμενο ΕΔΩ


2 comments:

Anonymous said...

Τώρα, μπορείς να βγάλεις άκρη για το τί πιστεύουν εκεί μέσα;
Ο Σβορώνος, αξιοσέβαστος καθ' όλα, αλλά έχει ξεπεραστεί επιστημονικά και αντικειμενικά (όχι ως σκέψη βέβαια). Εν τούτοις, το εθνικό ζήτημα όπως το έθετε τότε, εν πολλοίς ισχύει και σήμερα. Σε χώρες με εξαρτημένη θέση στον ιμπεριαλισμό, εξ αντικειμένου ισχύει.
Όμως, εγώ τί να καταλάβω τώρα;ς όλη την προηγούμενη βδομάδα μας πήραν τα αυτιά με τις παρελάσεις. Τώρα, πετάνε το κείμενο αυτό...δεν μπορώ να δω τη σύνδεση.

Κόκκινη Πιπεριά said...

Σύντροφε Ερυθρε είναι άβυσσος η ψυχή των Συριζαίων και των συνασπισμένων. Μάλλον τα κείμενα του Σβορώνου τα βάζουν για... ξεκάρφωμα. Δυστυχώς...