Το δίλημμα δεν είναι «περισσότερο κράτος» ή «λιγότερο κράτος» το δίλημμα είναι «διαφορετικό κράτος». Την άποψη αυτή προωθούν ο καθηγητής Οικονομικών στο Χάρβαρντ Φιλίπ Αγκιόν και η επί διδακτορία φοιτήτρια Αλεξαντρά Ρουλέ στις νέες προτάσεις τους για ένα καινούργιο σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο το οποίο θα συμβάλλει στην έξοδο της Γαλλίας από την τρέχουσα χρηματοπιστωτική κρίση. Μια κρίση που ενώ οδήγησε στην ριζική αμφισβήτηση των αγορών, δεν έπεισε τους πολίτες να επιδείξουν περισσότερη εμπιστοσύνη στο κράτος, κι ούτε έκανε πολλές από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να πάψουν να εκθειάζουν τους νόμους της αγοράς και τις αρχές της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Η παγκοσμιοποίηση του εμπορίου και των επενδύσεων ωστόσο και η επανάσταση στην πληροφορική αποτελούν δύο ανατροπές που σηματοδοτούν το τέλος του οικονομικού μοντέλου της τελευταίας τριαντακονταετίας.
Ποια είναι τα οδόσημα που, σύμφωνα με τους συγγραφείς, πρέπει να ακολουθήσουν οι κοινωνίες οι οποίες επιθυμούν να απεμπλακούν από τα σημερινά αδιέξοδα προς την κατεύθυνση ενός βιώσιμου οικονομικού μέλλοντος; Είναι τέσσερα: επένδυση στις ιδέες, καταπολέμηση της εργασιακής αβεβαιότητας, μεταρρύθμιση στη φορολογία και μείωση του ελλείμματος δημοκρατίας.
Συγκριτικά στοιχεία Ευρώπης και Αμερικής έδειξαν πως το 50% των καινοτομιών στις ΗΠΑ πηγάζει από επιχειρήσεις που έχουν λιγότερα από δέκα χρόνια ζωής ενώ στην Ευρώπη το 90% των καινοτομιών πηγάζει από επιχειρήσεις που έχουν περισσότερα από δέκα χρόνια ζωής. Τα τελευταία τριάντα χρόνια η πλάστιγγα έγειρε υπέρ των οριζόντιων πολιτικών οι οποίες, αντί να υποστηρίζουν τη μια ή την άλλη βιομηχανία, επιδιώκουν να βελτιώσουν το γενικό οικονομικό περιβάλλον μέσα στο οποίο λειτουργούν όλες οι επιχειρήσεις. Η δυναμική όμως άνοδος της Κίνας κατέδειξε την υπεροχή των κρατών που εφαρμόζουν μια συστηματική πολιτική παρεμβαίνοντας και στηρίζοντας τους κρίσιμους βιομηχανικούς τομείς. Παράλληλα η αποτυχία της Ελλάδας και της Ισπανίας έδειξε πως η πλήρης απουσία κρατικής παρέμβασης είναι δυνατόν να οδηγήσει σε εγχώριες μη εξαγώγιμες υπηρεσίες όπως η κατασκευή και η οικοδομή, να οδηγήσει δηλαδή σε κλάδους ιδιαίτερα ευάλωτους στην κρίση. Έτσι ενώ αναγνωρίζουν τη σημασία του ανταγωνισμού, οι συγγραφείς προκρίνουν μια βιομηχανική πολιτική με επαρκή σχεδιασμό, μια στοχευμένη κρατική βοήθεια στους κλάδους όπου ο ανταγωνισμός και η καινοτομία παίζουν ρόλο-κλειδί. Κι ακόμα μια στοχευμένη ενίσχυση του ανταγωνισμού στο εσωτερικό κάθε κλάδου αντί της επικέντρωσης σε μια επιχείρηση «πρωταθλητή».
Καινοτομία σημαίνει αυξημένη κινητικότητα ανάμεσα στις ποικίλες επαγγελματικές δραστηριότητες κι ακόμα συνεπάγεται την δημιουργία αλλά και την κατάργηση επαγγελματικών κλάδων. Το ζητούμενο είναι να μην μετατραπεί η επιθυμία για καινοτομία σε κίνδυνο υποαπασχόλησης ή ανεργίας χωρίς την παράλληλη προσφορά ενός δικτύου ασφαλείας για τους εργαζόμενους. Διότι είναι μάταιο, υποστηρίζουν οι συγγραφείς, να προτρέπεις τα άτομα να καινοτομούν, όταν δεν είσαι δίπλα τους για να τα εξασφαλίζεις απέναντι στους κινδύνους που καλούνται να αναλάβουν. Επιθυμητό είναι λοιπόν ένα σύστημα «ευέλικτης ασφάλειας» κατά το πρότυπο της Δανίας. Ποια είναι η βασική φιλοσοφία του; Μελέτες έδειξαν πως σε χώρες όπως οι μεσογειακές όπου η εργασία προστατεύεται έντονα αλλά τα επιδόματα ανεργίας είναι χαμηλά, το αίσθημα ασφάλειας είναι επίσης χαμηλό. Υψηλότερο είναι αντιθέτως σε χώρες όπως η Δανία με υψηλά επιδόματα ανεργίας. Γι’ αυτό η πρόταση περιλαμβάνει μεγάλη ευελιξία στο καθεστώς προσλήψεων και απολύσεων μαζί με γενναιόδωρα επιδόματα ανεργίας. Άλλη μέθοδος προστασίας της εργασίας είναι η άσκηση εκ μέρους του κράτους μακροιοκονομικών αντικυκλικών πολιτικών – μιας φορολογικής πολιτικής δηλαδή που αυξάνει τα ελλείμματα σε περιόδους ύφεσης και τα ελαττώνει σε περιόδους ανάκαμψης και μιας νομισματικής πολιτικής που χαμηλώνει τα επιτόκια σε περιόδους κρίσης και τα αυξάνει όταν η οικονομία έχει πάρει μπρος. Οι περιορισμοί των κινδύνων αφορούν τέλος και την ανάληψη κρατικής παρέμβασης προκειμένου να στηριχθούν οι πράσινες καινοτομίες εις βάρος των ρυπογόνων τεχνολογιών.
Η επανεφεύρεση του κράτους-πρωταγωνιστή της καινοτομίας, προστάτη των πολιτών και εγγυητή της κοινωνικής ευημερίας, θέτει το ζήτημα των χρηματοοικονομικών μέσων που το κράτος θα έχει στη διάθεσή του. Απαιτείται επομένως η αναθεώρηση του φορολογικού συστήματος. Ζητούμενο είναι η εύρεση ενός τρόπου που θα εξασφαλίζει τον ακριβοδίκαιο τρόπο διανομής μετά τη φορολόγηση, ενώ παράλληλα θα διατηρεί τα κίνητρα για καινοτομία και αποταμίευση. Η μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ, οι μεγάλες φοροαπαλλαγές στις υπερωρίες και στον φόρο εισοδήματος από παραγωγικές επενδύσεις στις υπερπόντιες περιοχές που εφαρμόστηκαν στην Γαλλία είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθούν τα κρατικά έσοδα χωρίς να υπάρξουν αντίστοιχα αναπτυξιακά κίνητρα. Γι’ αυτό οι συγγραφείς προτείνουν την εφαρμογή ενός «δυαδικού» συστήματος σουηδικού ή φινλανδικού τύπου με έντονη προοδευτικότητα στη φορολόγηση εισοδημάτων από την εργασία, από τις κληρονομιές και τα έσοδα από τα ακίνητα, και μια φορολόγηση με σταθερούς συντελεστές για τα εισοδήματα από το κεφάλαιο.
Οι λόγοι που μια οικονομία της καινοτομίας δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς δημοκρατικούς θεσμούς είναι κατά τους συγγραφείς τρεις: Περισσότερη αποκέντρωση στη διακυβέρνηση μιας χώρας, ενός πανεπιστημίου, μιας επιχείρησης τονώνει τη δημιουργικότητα των ατόμων και ευνοεί την ανάδυση νέων παραδειγμάτων. Ένα πολιτικό σύστημα πιο δημοκρατικό είναι ένα σύστημα όπου τα λόμπυ ασκούν μικρότερη επιρροή στους κυβερνώντες. Περισσότερη δημοκρατία τέλος επιτρέπει να αποφεύγεται η μετατροπή στοχευμένων παρεμβατικών πολιτικών σε συμπεριφορές ευνοιοκρατίας και πελατειακών σχέσεων από μέρους των κυβερνήσεων που τις εφαρμόζουν.
Κινητήρια ιδέα του Φιλίπ Αγκιόν και της Αλεξαντρά Ρουλέ είναι πως ανεξάρτητα από τον τομέα παρέμβασης - παιδεία, έρευνα, υγεία, υποστήριξη μικρομεσαίων επιχειρήσεων, βιομηχανική πολιτική, ευέλικτη ασφάλεια ή περιβαλλοντική πολιτική- η συνδρομή του κράτους πρέπει να εξασφαλίζει μια στρατηγική διακυβέρνηση: διακυβέρνηση ως προς τον τρόπο που το κράτος παρέχει τη βοήθειά του, αλλά και ως προς τη διακυβέρνηση των θεσμών και των τομέων δραστηριοτήτων που ευεργετούνται από το δημόσιο χρήμα (σχολεία, πανεπιστήμια, βιομηχανικοί κλάδοι). Η δημοκρατία, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και η αξιολόγηση των δημόσιων πολιτικών οφείλουν να διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ποια είναι τα οδόσημα που, σύμφωνα με τους συγγραφείς, πρέπει να ακολουθήσουν οι κοινωνίες οι οποίες επιθυμούν να απεμπλακούν από τα σημερινά αδιέξοδα προς την κατεύθυνση ενός βιώσιμου οικονομικού μέλλοντος; Είναι τέσσερα: επένδυση στις ιδέες, καταπολέμηση της εργασιακής αβεβαιότητας, μεταρρύθμιση στη φορολογία και μείωση του ελλείμματος δημοκρατίας.
Συγκριτικά στοιχεία Ευρώπης και Αμερικής έδειξαν πως το 50% των καινοτομιών στις ΗΠΑ πηγάζει από επιχειρήσεις που έχουν λιγότερα από δέκα χρόνια ζωής ενώ στην Ευρώπη το 90% των καινοτομιών πηγάζει από επιχειρήσεις που έχουν περισσότερα από δέκα χρόνια ζωής. Τα τελευταία τριάντα χρόνια η πλάστιγγα έγειρε υπέρ των οριζόντιων πολιτικών οι οποίες, αντί να υποστηρίζουν τη μια ή την άλλη βιομηχανία, επιδιώκουν να βελτιώσουν το γενικό οικονομικό περιβάλλον μέσα στο οποίο λειτουργούν όλες οι επιχειρήσεις. Η δυναμική όμως άνοδος της Κίνας κατέδειξε την υπεροχή των κρατών που εφαρμόζουν μια συστηματική πολιτική παρεμβαίνοντας και στηρίζοντας τους κρίσιμους βιομηχανικούς τομείς. Παράλληλα η αποτυχία της Ελλάδας και της Ισπανίας έδειξε πως η πλήρης απουσία κρατικής παρέμβασης είναι δυνατόν να οδηγήσει σε εγχώριες μη εξαγώγιμες υπηρεσίες όπως η κατασκευή και η οικοδομή, να οδηγήσει δηλαδή σε κλάδους ιδιαίτερα ευάλωτους στην κρίση. Έτσι ενώ αναγνωρίζουν τη σημασία του ανταγωνισμού, οι συγγραφείς προκρίνουν μια βιομηχανική πολιτική με επαρκή σχεδιασμό, μια στοχευμένη κρατική βοήθεια στους κλάδους όπου ο ανταγωνισμός και η καινοτομία παίζουν ρόλο-κλειδί. Κι ακόμα μια στοχευμένη ενίσχυση του ανταγωνισμού στο εσωτερικό κάθε κλάδου αντί της επικέντρωσης σε μια επιχείρηση «πρωταθλητή».
Καινοτομία σημαίνει αυξημένη κινητικότητα ανάμεσα στις ποικίλες επαγγελματικές δραστηριότητες κι ακόμα συνεπάγεται την δημιουργία αλλά και την κατάργηση επαγγελματικών κλάδων. Το ζητούμενο είναι να μην μετατραπεί η επιθυμία για καινοτομία σε κίνδυνο υποαπασχόλησης ή ανεργίας χωρίς την παράλληλη προσφορά ενός δικτύου ασφαλείας για τους εργαζόμενους. Διότι είναι μάταιο, υποστηρίζουν οι συγγραφείς, να προτρέπεις τα άτομα να καινοτομούν, όταν δεν είσαι δίπλα τους για να τα εξασφαλίζεις απέναντι στους κινδύνους που καλούνται να αναλάβουν. Επιθυμητό είναι λοιπόν ένα σύστημα «ευέλικτης ασφάλειας» κατά το πρότυπο της Δανίας. Ποια είναι η βασική φιλοσοφία του; Μελέτες έδειξαν πως σε χώρες όπως οι μεσογειακές όπου η εργασία προστατεύεται έντονα αλλά τα επιδόματα ανεργίας είναι χαμηλά, το αίσθημα ασφάλειας είναι επίσης χαμηλό. Υψηλότερο είναι αντιθέτως σε χώρες όπως η Δανία με υψηλά επιδόματα ανεργίας. Γι’ αυτό η πρόταση περιλαμβάνει μεγάλη ευελιξία στο καθεστώς προσλήψεων και απολύσεων μαζί με γενναιόδωρα επιδόματα ανεργίας. Άλλη μέθοδος προστασίας της εργασίας είναι η άσκηση εκ μέρους του κράτους μακροιοκονομικών αντικυκλικών πολιτικών – μιας φορολογικής πολιτικής δηλαδή που αυξάνει τα ελλείμματα σε περιόδους ύφεσης και τα ελαττώνει σε περιόδους ανάκαμψης και μιας νομισματικής πολιτικής που χαμηλώνει τα επιτόκια σε περιόδους κρίσης και τα αυξάνει όταν η οικονομία έχει πάρει μπρος. Οι περιορισμοί των κινδύνων αφορούν τέλος και την ανάληψη κρατικής παρέμβασης προκειμένου να στηριχθούν οι πράσινες καινοτομίες εις βάρος των ρυπογόνων τεχνολογιών.
Η επανεφεύρεση του κράτους-πρωταγωνιστή της καινοτομίας, προστάτη των πολιτών και εγγυητή της κοινωνικής ευημερίας, θέτει το ζήτημα των χρηματοοικονομικών μέσων που το κράτος θα έχει στη διάθεσή του. Απαιτείται επομένως η αναθεώρηση του φορολογικού συστήματος. Ζητούμενο είναι η εύρεση ενός τρόπου που θα εξασφαλίζει τον ακριβοδίκαιο τρόπο διανομής μετά τη φορολόγηση, ενώ παράλληλα θα διατηρεί τα κίνητρα για καινοτομία και αποταμίευση. Η μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ, οι μεγάλες φοροαπαλλαγές στις υπερωρίες και στον φόρο εισοδήματος από παραγωγικές επενδύσεις στις υπερπόντιες περιοχές που εφαρμόστηκαν στην Γαλλία είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθούν τα κρατικά έσοδα χωρίς να υπάρξουν αντίστοιχα αναπτυξιακά κίνητρα. Γι’ αυτό οι συγγραφείς προτείνουν την εφαρμογή ενός «δυαδικού» συστήματος σουηδικού ή φινλανδικού τύπου με έντονη προοδευτικότητα στη φορολόγηση εισοδημάτων από την εργασία, από τις κληρονομιές και τα έσοδα από τα ακίνητα, και μια φορολόγηση με σταθερούς συντελεστές για τα εισοδήματα από το κεφάλαιο.
Οι λόγοι που μια οικονομία της καινοτομίας δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς δημοκρατικούς θεσμούς είναι κατά τους συγγραφείς τρεις: Περισσότερη αποκέντρωση στη διακυβέρνηση μιας χώρας, ενός πανεπιστημίου, μιας επιχείρησης τονώνει τη δημιουργικότητα των ατόμων και ευνοεί την ανάδυση νέων παραδειγμάτων. Ένα πολιτικό σύστημα πιο δημοκρατικό είναι ένα σύστημα όπου τα λόμπυ ασκούν μικρότερη επιρροή στους κυβερνώντες. Περισσότερη δημοκρατία τέλος επιτρέπει να αποφεύγεται η μετατροπή στοχευμένων παρεμβατικών πολιτικών σε συμπεριφορές ευνοιοκρατίας και πελατειακών σχέσεων από μέρους των κυβερνήσεων που τις εφαρμόζουν.
Κινητήρια ιδέα του Φιλίπ Αγκιόν και της Αλεξαντρά Ρουλέ είναι πως ανεξάρτητα από τον τομέα παρέμβασης - παιδεία, έρευνα, υγεία, υποστήριξη μικρομεσαίων επιχειρήσεων, βιομηχανική πολιτική, ευέλικτη ασφάλεια ή περιβαλλοντική πολιτική- η συνδρομή του κράτους πρέπει να εξασφαλίζει μια στρατηγική διακυβέρνηση: διακυβέρνηση ως προς τον τρόπο που το κράτος παρέχει τη βοήθειά του, αλλά και ως προς τη διακυβέρνηση των θεσμών και των τομέων δραστηριοτήτων που ευεργετούνται από το δημόσιο χρήμα (σχολεία, πανεπιστήμια, βιομηχανικοί κλάδοι). Η δημοκρατία, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και η αξιολόγηση των δημόσιων πολιτικών οφείλουν να διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο.
1 comment:
Αγαπητέ φίλε Μάκη θα ήθελα να σε ρωτήσω το εξής. Κατά πόσο πιστεύεις ότι η Δημοκρατική Αριστερά προσεγγίζει με τις θέσεις της το μοντέλο διακυβέρνησης που παρουσιάζεται από τον Αγκιόν; Επίσης, ποιές είναι η ιδεολογικές αναφορές τις σε θεωρητικούς πολιτικούς;
Post a Comment