«Κατήντησα σχεδόν ανέστιος και πένης.
Αυτή η μοιραία πόλις, η Αντιόχεια
όλα τα χρήματα μου τα’φαγε:
αυτή η μοιραία με τον δαπανηρό της βίο.»
Κ. Π. Καβάφης , Ας φρόντιζαν
Οι δρόμοι και οι πλατείες της χώρας μας γεμίζουν καθημερινά συμπολίτες μας που εκδηλώνουν ποικιλοτρόπως την οργή τους. Στις έρευνες διαθέσεων της κοινής γνώμης, οι ερωτώμενοι σε ποσοστά που φτάνουν το 40% επιδοκιμάζουν τις εκδηλώσεις αποδοκιμασίας κατά πολιτικών προσώπων (ALCO, 23.4.2011). Αγανακτήστε!, μας προτρέπει το best-seller του γάλλου Στεφάν Εσέλ από τις προθήκες των βιβλιοπωλείων.
Δεν μπορούμε παρά να αντιμετωπίζουμε με σεβασμό κάθε άνθρωπο που διεκδικεί το δικαίωμά του να εκφράσει με ειρηνικό τρόπο τα αισθήματα που τον κατακλύζουν. Όσα ψήγματα κοινωνικής αλληλεγγύης μας έχουν απομείνει στην αφυδατωμένη και αδιάφορη κοινωνία μας πρέπει να είναι αρκετά ώστε να μας ευαισθητοποιούν απέναντι στις δυσκολίες των συνανθρώπων μας. Ωστόσο, αν κάτι εντυπωσιάζει ανάμεσα στις εκδηλώσεις του ετερόκλητου πλήθους των αγανακτισμένων πολιτών, τούτο είναι η αδυναμία διατύπωσης ενός στοιχειωδώς συνεκτικού πολιτικού λόγου, η απουσία λογικών επιχειρημάτων καθώς και η πασιφανής έλλειψη νηφάλιων προτάσεων και ρεαλιστικών αιτημάτων.
Είναι προφανές ότι οι προσεγγίσεις που αποδίδουν τις, πρωτόγνωρες για τα μεταπολιτευτικά δεδομένα της χώρας μας, κινητοποιήσεις στην άγνοια και στον οικονομικό αναλφαβητισμό των πολιτών, στα πολιτικά συμφέροντα, ή σε προσωπικά κίνητρα, αδυνατούν να αντιληφθούν πλήρως τον πολυδιάστατο και πολύμορφο χαρακτήρα των εκδηλώσεων της κοινωνικής οργής και αγανάκτησης.
Έτσι, στην προσπάθειά μας να ερμηνεύσουμε το φαινόμενο αυτό, είναι ίσως σκόπιμο να καταφύγουμε στα αναλυτικά εργαλεία της πολιτικής ψυχολογίας, εκείνου δηλαδή του επιστημονικού κλάδου που μελετά την πολιτική συμπεριφορά ατόμων και ομάδων χρησιμοποιώντας τη «γραμματική» της ψυχολογίας.
Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι, οι πολίτες αδυνατούν να ερμηνεύσουν τη σύνθετη πολιτική, οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα που μοιάζει να τους ξεπερνά. Μεγάλες ομάδες του πληθυσμού βιώνουν μία πρωτοφανή συρρίκνωση των εισοδημάτων τους και για ευρύτατα κοινωνικά στρώματα ακόμη και η καθημερινή επιβίωση αποκτά δραματικά χαρακτηριστικά. Χειρότερη όμως όλων είναι η αβεβαιότητα, η απουσία προοπτικής, η αδυναμία πρόβλεψης των επερχόμενων, η κατά Χέγκελ «σκιά του μέλλοντος», ώστε το άτομο να προσανατολίσει ανάλογα τη δράση του. «Ας μας πει κάποιος πού τελειώνει», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά μία νεαρή γυναίκα σε κυριακάτική εφημερίδα. Μπροστά στα αισθήματα άγχους που κατακλύζουν καθημερινά τα άτομα και απειλούν να τα βυθίσουν στην απόγνωση, τίθενται σε λειτουργία αμυντικοί μηχανισμοί του ασυνείδητου με σκοπό την προφύλαξη της ψυχικής του υγείας.
Σε αυτό το πλαίσιο, τέσσερις ψυχικές λειτουργίες φαίνεται να κυριαρχούν στη συμπεριφορά των αγανακτισμένων πολιτών, που ισοδυναμούν με φυγή από την πραγματικότητα:
Εκλογίκευση. Τα άτομα επιζητούν να δικαιολογήσουν (rationalization) τη στάση και την συχνά αντιφατική συμπεριφορά τους. Έτσι πχ., οι αστοχίες του Μνημονίου χρησιμοποιούνται ως δικαιολογία προκειμένου να μην υποστηριχτούν οι σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις. Ανάλογα λειτουργεί και η σχεδόν μεταφυσική επίκληση της «ανάπτυξης» που θα μας επιτρέψει να μειώσουμε το χρέος χωρίς να περικόψουμε τις δαπάνες. Κατ’ αυτό τον τρόπο μπορεί, ως ένα βαθμό, να ερμηνευτεί το παράδοξο εύρημα των ερευνών που εμφανίζει την κοινή γνώμη να επιθυμεί μεταρρυθμίσεις και την ίδια στιγμή να αντιτίθεται σε κάθε αλλαγή.
Άρνηση. Είναι φανερή η άρνηση (denial) πολλών να αποδεχτούν πως η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει θυσίες από όλους, άβολη αλλαγή του τρόπου ζωής. Ως εκ τούτου, είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν την ύπαρξη παραγόντων και «λύσεων» που θα μας επιτρέψουν να αποφύγουν την επώδυνη προσαρμογή και να ξεπεράσουμε την κρίση με το μικρότερο δυνατό κόστος. Για κάποιους λοιπόν, η «Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα μας αφήσει να πτωχεύσουμε», ενώ για κάποιους άλλους η χώρα διαθέτει άφθονα κοιτάσματα πετρελαίου, χρυσού, φυσικού αερίου, κ.λπ, που περιμένουν την εκμετάλλευσή τους ώστε να μεταβάλουν τη χώρα σε Ελ Ντοράντο της Μεσογείου. Ενώ κάποιοι άλλοι ευελπιστούν σε μια αναδιάρθρωση (που θα θίξει όμως μόνο τους τραπεζίτες) ή και περισσότερο ευφάνταστες προτάσεις, όπως η έξοδος από την ευρωζώνη και η επιστροφή στη δραχμή.
Μετάθεση. Πρόκειται για την πλέον χαρακτηριστική λειτουργία που συνίσταται στη μετάθεση (displacement) των ευθυνών μας σε άλλους που γίνονται αποδέκτες της αγανάκτησής μας. Φταίνε λοιπόν οι «κλέφτες-πολιτικοί», η Goldman Sachs, η μασονία, το παγκόσμιο εβραϊκό λόμπι, το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και οι διεθνείς «κερδοσκόποι»- και πάντως όχι εμείς.
Παλινδρόμηση. Τέλος, η επιστροφή-παλινδρόμηση (regression) σε ένα προηγούμενο βολικότερο στάδιο όπου τα άτομα δεν νοιώθουν ότι απειλούνται από τις επερχόμενες αλλαγές αποτελεί έναν συνηθισμένο αμυντικό μηχανισμό. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό πώς ο κρατισμός, ως ιδεολογία και πρακτική, συνεχίζει να αντιμετωπίζεται ως καταφύγιο και αποκούμπι από μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, ακόμη και στη σημερινή πασιφανή χρεοκοπία του όταν έχει πλέον καταδειχτεί με σχεδόν απόλυτο τρόπο η άνιση, κοινωνικά άδικη και- κυρίως- επίπλαστη ευημερία που προσέφερε.
Κάτω από αυτό το πρίσμα, οι κινητοποιήσεις των «αγανακτισμένων» (με ή χωρίς εισαγωγικά) μπορούν να ιδωθούν σαν το «κλάμα του μωρού» που επιζητεί την προσοχή των γονιών του. Ζητούν από το πολιτικό προσωπικό να ασχοληθεί μαζί τους, να καταλάβει τις ανάγκες τους, να μοιραστεί τις αγωνίες και τις ανησυχίες τους. Και κυρίως «να κυβερνήσει». Να τους προσφέρει έναν «οδικό χάρτη» για το μέλλον, ένα ελκυστικό αφήγημα για την Ελλάδα μετά τη κρίση. Και τελικά να τους βοηθήσει να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα
Τελικά, μπορεί να προκύψει κάτι θετικό από αυτές τις πολιτικές κινητοποιήσεις; Μπορούν και κάτω από ποιες προϋποθέσεις να αποτελέσουν μία «δύναμη ανασχηματισμού» της πολιτικής πραγματικότητας (για να θυμηθούμε τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ); Ίσως. Στο βαθμό που το πολιτικό προσωπικό και ο πνευματικός κόσμος της χώρας επιτέλους αφυπνιστούν, αποκαταστήσουν τους δεσμούς τους με την κοινωνία και κατορθώσουν να αναπτύξουν αποτελεσματικούς κώδικες επικοινωνίας και συν-ομιλίσουν μαζί της, τότε μπορούμε να καταστήσουμε αποδοτική την πολιτική συμμετοχή.
Η διαδρομή από την αγανάκτηση των πολιτών στην πολιτική ωριμότητα είναι η απόσταση που πρέπει να καλύψει το πολιτικό μας σύστημα ώστε να αντιμετωπίσει με επιτυχία τα πιεστικά του προβλήματα. Από μία τέτοια διαδικασία μόνο ωφελημένος μπορεί να βγει ο τόπος καθώς γνωρίζουμε ότι το επίπεδο της διακυβέρνησης συναρτάται με την ποιότητα των δημοκρατικών θεσμών και του εκλογικού σώματος.
*Ο Δημήτρης Σκάλκος είναι πολιτικός επιστήμονας-διεθνολόγος, μέλος της επιστημονικής επιτροπής του Φόρουμ για την Ελλάδα (www.forumgreece.gr).Πηγή: ATHENS VOICE
No comments:
Post a Comment