Thursday, February 10, 2011

Οικουµενικά δικαιώµατα και πολυπολιτισµικότητα


Της Σώτης ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ

Η διαµάχη γύρω από τις «πολιτιστικές» ιδιαιτερότητες των τσιγγάνων
(«πρέπει να τους επιβληθεί να στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο»; «πρέπει να εφαρµοστεί στις κοινότητές τους ο νόµος περί παιδικής εργασίας;») και, αυτές τις ηµέρες, γύρω από τις ιδιαιτερότητες του ξεσηκωµένου Μαγκρέµπ, έχει, στην ουσία, λυθεί από το 1948, όταν ψηφίστηκε η Οικουµενική ∆ιακήρυξη των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου. Η διακήρυξη απαντούσε σ’ ένα θεµελιώδες διακύβευµα στο τέλος του δευτέρου παγκοσµίου πολέµου: στην απαλλαγή της ανθρωπότητας από την απειλή του ολοκληρωτισµού. Με σκοπό να εξαλειφθεί το επιχείρηµα της πλήρους κυριαρχίας που προβάλλει ένα κράτος όταν διαπράττει εγκλήµατα κατά της ανθρωπότητας στο έδαφός του, οι χώρες-µέλη του ΟΗΕ έπρεπε να δεσµευτούν ότι θα σέβονται τα «οικουµενικά» δικαιώµατα. Μέχρι τότε, οποιοσδήποτε δικτάτορας –ο Μουσολίνι, ο Χίτλερ, ο Στάλιν, καθώς και οι αρχηγοί των αποικιών και των προτεκτοράτων– θεωρούσε τον εαυτό του κυρίαρχο στη χώρα του άρα, εξίσου ελεύθερο να προβεί σε γενοκτονία, σε µαζικές εκκαθαρίσεις, σε ρύπανση του περιβάλλοντος και σε άλλες εγκληµατικές αυθαιρεσίες που αφορούν ολόκληρο τον κόσµο.

Ψήφισαν τότε 48 από τις 58 χώρες-µέλη.
Οκτώ χώρες απείχαν: η Νοτιοαφρικανική Ένωση εξαιτίας του απαρτχάιντ το οποίο εννοείται ότι καταδίκαζε η ∆ιακήρυξη·˙η Σαουδική Αραβία διότι δεν δεχόταν την ισότητα ανδρών-γυναικών˙ η Σοβιετική Ένωση (Ρωσία, Ουκρανία, Λευκορωσία), η Πολωνία, η Τσεχοσλοβακία, η Γιουγκοσλαβία µε το πρόσχηµα ότι η ∆ιακήρυξη δεν προχωρούσε όσο θα «έπρεπε» στα οικονοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα, ούτε σ’ εκείνα των µειονοτήτων. Η Ρωσία αντιτέθηκε επίσης στην αυστραλιανή πρόταση να δηµιουργηθεί ∆ιεθνές ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων που να εξετάζει καταγγελίες πολιτών για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωµάτων. Κοντολογίς, υπήρχαν χώρες που δεν αναγνώριζαν την οικουµενικότητα των δικαιωµάτων αυτών. Και χώρες που, µολονότι την αναγνώριζαν, δεν είχαν πρόθεση να εφαρµόσουν το λεγόµενο «δυτικό µοντέλο» στις χώρες τους. Για παράδειγµα, ο εκπρόσωπος της Κίνας (όχι του Μάο· του Τσανγκ Κάι Σεκ) διαµαρτυρήθηκε για την κυριαρχία της δυτικής νοοτροπίας στις προτάσεις του ΟΗΕ. Ωστόσο, δεν φαίνεται να υπάρχει άλλη εξίσου πειστική νοοτροπία που να εξασφαλίζει, θεωρητικά τουλάχιστον (το «θεωρητικά» είναι ήδη µεγάλο βήµα), δικαίωµα σε µια εθνικότητα, στην κοινωνική ασφάλιση, στην αξιοπρέπεια και στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας. Αν και αυτή η διακήρυξη έχει µόνο δηλωτική και όχι νοµική εγκυρότητα, έπαιξε σηµαντικό ρόλο από το 1948: οι αποικιοκρατούµενοι λαοί αγωνίστηκαν για την ανεξαρτησία τους και το µαχητικό πνεύµα διαδόθηκε παντού στον κόσµο. Με κυµαινόµενα αποτελέσµατα πράγµατι.

Ποιο είναι το πρόβληµα που αναδύεται σήµερα εντονότερο από ποτέ:
παρότι οι δυτικές δηµοκρατίες προβάλλουν σίγουρα ένα ελκυστικό µοντέλο ανθρωπίνων δικαιωµάτων, υπάρχει ένα µοιραίο διφορούµενο. Για παράδειγµα, προκειµένου να εξυπηρετήσει τα οικονοµικά της συµφέροντα στην Τυνησία, η Γαλλία στήριξε το δεσποτικό καθεστώς του Μπεν Αλί: οι αναπτυγµένες χώρες δεν αναγνωρίζουν καθεστώτα, αναγνωρίζουν κράτη. Υπό αυτή την έννοια βρισκόµαστε πάλι πριν από το 1948, όταν ο κάθε δικτάτορας µπορούσε να κάνει ό,τι θέλει στην επικράτειά του.

Από την εποχή της διακήρυξης του 1948,
έχουν συµβεί, εκτός από µαχητικές διεκδικήσεις, µια σειρά φρικαλεότητες: τα εγκλήµατα του Μάο και του Πολ Ποτ, ο πόλεµος στο Βιετνάµ (όπου καταστρατηγήθηκαν όλοι οι κανόνες του πολέµου), η γενοκτονία στη Ρουάντα, η βαλκανική αποσύνθεση… Η διακήρυξη και γενικότερα η σταυροφορία της ∆ύσης για τα ανθρώπινα δικαιώµατα αποδείχτηκε µάλλον ανίσχυρη. Για λόγους διπλωµατίας –δηλαδή οικονοµικών και γεωπολιτικών συµφερόντων– οι δυτικές χώρες υιοθετούν τη στάση του Κρέοντα κι όχι της Αντιγόνης: τη στάση που θεωρούν «ρεαλιστική». Οι δικτάτορες είναι καλοί όσο µπορούµε να τους χειριζόµαστε! Ύστερα, όταν τους παρασύρουν κοινωνικά κινήµατα, ή καταβαραθρώνονται από την ίδια τους τη διαφθορά, γίνονται αυτοµάτως «κακοί». Αυτή η ευκαιριακή λογική υπαγορεύει την αµερικανική εξωτερική πολιτική ήδη από το 1948: οι επιπτώσεις είναι ανυπολόγιστες, όπως είναι ανυπολόγιστες οι επιπτώσεις της αποικιοκρατίας.

Η υποκρισία και οι αλλοπρόσαλλες συµµαχίες
καταλήγουν στη συγκάλυψη των εγκληµάτων κατά της ανθρωπότητας: ποιος τολµά να προκαλέσει την Κίνα για το ζήτηµα του Θιβέτ και για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωµάτων στο έδαφός της; Ποιος τολµά να σύρει στα διεθνή δικαστήρια τη Ρωσία για το ζήτηµα της Τσετσενίας, ή το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία και τα εµιράτα για την καταπίεση των γυναικών; Όχι µόνον δεν υπερισχύει στην πράξη το δυτικό µοντέλο αλλά αντιθέτως υποχωρεί: ο ΟΗΕ εµπιστεύεται την προεδρία επιτροπής για τα ανθρώπινα δικαιώµατα στη …Λιβύη! Ώστε να µην εξαγριωθεί ο Καντάφι…
Εξάλλου, επικρατεί σύγχυση στο (λιγοστό) µυαλό της δυτικής Αριστεράς: άλλο πολυπολιτισµικότητα (γλώσσα, ιστορία/µνήµη, τέχνες, έθιµα), άλλο ανθρώπινα δικαιώµατα.

Η πολυπολιτισµικότητα διευκολύνει τη συνύπαρξη
και εµπλουτίζει την κουλτούρα µόνον όταν δεν παραβιάζονται τα οικουµενικά δικαιώµατα: για να το διατυπώσω µε κάτι αυτονόητο, δεν αποτελεί εκδήλωση «πολυπολιτισµικότητας» η ανταλλαγή γυναικών µε καµήλες ή ο ακρωτηριασµός των χεριών των κλεφτών. Ούτε το ότι το habeas corpus µπορεί να παραβιαστεί στη ∆ύση αποτελεί επιχείρηµα υπέρ αυτής της διεστραµµένης ιδέας για την πολυπολιτισµικότητα.

Με το να κάνουµε συµβιβασµούς στο πεδίο των οικουµενικών ανθρωπίνων δικαιωµάτων
ώστε να µη θεωρηθούµε ανεπίτρεπτα «δυτικοί» (µιας και η επίθεση στη ∆ύση είναι του συρµού) εκθέτουµε σε κίνδυνο τα κεκτηµένα δικαιώµατα: το κοσµικό κράτος, την ισότητα ανδρών-γυναικών, την προστασία των παιδιών, τη δωρεάν και υποχρεωτική εκπαίδευση, την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης· όλα όσα κέρδισαν οι άνθρωποι µέσα από επίπονους κοινωνικούς αγώνες και επαναστάσεις.

Πηγή: ATHENS VOICE

No comments: