Sunday, February 21, 2010

Ελληνική εθνική ανεξαρτησία ή πολιτική αυτονομία της Ελλάδας;

Του Νικου Κοταριδη

Δεν πρόκειται για λογοπαίγνιο. Είναι όμως τραγικό: Η Αριστερά οφείλει να υπερασπιστεί τον δημόσιο χώρο, αυτόν που διαχειρίζονται οι εθνικές δυνάμεις του δικομματισμού, αυτοί που μας οδήγησαν στην ουσιαστική αναίρεση της πολιτικής μας αυτονομίας. Πού καταντήσαμε! Εδώ και κάτι αιώνες, το εθνικό κράτος λογίζεται ως ενσάρκωση και εγγυητής της πολιτικής αυτονομίας του έθνους, ενός πολιτικού υποκειμένου ικανού να διεκδικεί και να απολαμβάνει πολιτική αυτονομία. Μάλιστα, το Σύνταγμα, όπως και κάθε άλλη ιδρυτική και καταστατική συνθήκη, είναι υπεράνω εσωτερικών διαφοροποιήσεων και δεν συναρτά την άσκηση της εξουσίας με κατεστημένες κοινωνικές ιεραρχίες. Σε κάθε περίπτωση, παρά τις εμπειρίες και τις ιστορικές πραγματικότητες, συνιστά εθνική ύβρι η αναγωγή επιμέρους συμφερόντων στο καθεστώς του εθνικού. Έτσι, ο «αταξικός» και, στο επίπεδο των πολιτικών τουλάχιστον δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, «εξισωτικός» χαρακτήρας του εθνικού κράτους συνιστά εξαρχής τον κοινό παρονομαστή των εθνικισμών παντός καιρού. Η Αριστερά βέβαια, ιδίως στις αναρχοκομμουνιστικές της εκδοχές, και χωρίς να εγκαταλείπει τις εξισωτικές αξιώσεις της πολιτείας μας, υποσημείωνε ανέκαθεν ότι ανάλογες αντιλήψεις συντρέχουν την ταξική εκμετάλλευση.

Η αφετηριακή αντίληψη της Αριστεράς περί της σχέσεως κράτους και ταξικότητας, την τοποθέτησε εκτός των πολιτικών κέντρων όπου διαμορφώνεται το εθνικό συμφέρον, μόνιμο ή περιστασιακό. Αρχής γενομένης από τον εθνάρχη Βενιζέλο έως τον Μεταξά, από τις μετακατοχικές κυβερνήσεις έως το μπλοκ των εθνικών δυνάμεων που απέκλεισε τον Κωνσταντόπουλο από την Προεδρία της Δημοκρατίας, Αριστερά σε όλες τις εκδοχές της και εθνικό σε όλες τις παραλλαγές του δεν πολυταίριαξαν. Είτε γιατί η συνάντηση αυτή δοκίμαζε τον ταξικό χαρακτήρα του κράτους είτε γιατί ο διεθνισμός της Αριστεράς δεν έτυχε ανάλογης με τον διεθνισμό του κεφαλαίου νομιμοποίησης στο εσωτερικό της χώρας είτε, τέλος, γιατί ποτέ δεν συναίνεσε η Αριστερά στην «εθνική» φύση ταξικών συμφερόντων ούτε στη νόθευση των καταστατικών αρχών της πολιτείας. Δεν είναι παράξενο που και τώρα το εθνικό συμφέρον είναι περίπου οι συμπτώσεις του τρικομματισμού.

Δεν αναφέρομαι στους εθνικούς ανταγωνισμούς αλλά στον μέσα, δηλητηριώδη, καθημερινό εθνικισμό, εκείνες δηλαδή τις ιδεολογίες που προβάλλουν ως εθνικό ό,τι παραπέμπει στην ταξική φύση του κράτους και των πολιτικών που ασκούνται. Είναι τέτοια μάλιστα η ισχύς των εθνικιστικών ιδεολογημάτων που το πρόσημο «εθνικό» επιστρατεύεται συχνά, προκειμένου να τεθούν μεγάλα ή μικρά ζητήματα εκτός των θεσμοθετημένων πολιτικών ανταγωνισμών. Ας θυμηθούμε τα ελάσσονα: το ανελλήνιστο σούργελο των ολυμπιακών αγώνων ή το αντιευρωπαϊκό καρακατσουλιό της Γιουροβίζιον, η αναγωγή κάθε μεγάλης απεργίας στο εθνικό [κοινό] οικονομικό μας συμφέρον μπας να απονομιμοποιηθούν οι εργαζόμενοι, η ανεκδιήγητη στάση μας έναντι των γειτόνων, οι ποικίλες εθνικές μας ξεφτίλες, όπως λάδωμα, φοροδιαφυγή, αυθαίρετα, μπαζώματα, φακελάκια, ο περίφημος «μπάρμπας στην Κορώνη», το γλείψιμο, οι απολίτικοι κομματικοί στρατοί, τα κρατικοδίαιτα και επηρμένα ΜΜΕ, οι κολλητοί, το βόλεμα… Δεν έχει πού να σταθεί ο έρμος ο Έλληνας, περήφανος, κατά τα άλλα, για το 1821 του, την Εθνική του Αντίσταση, τον Αντιδικτατορικό του Αγώνα, τον πρόσφατο Δεκέμβρη του, αλλά και για τα καφενεία και τις ομαδάρες του, το δικό του χωριό και την απαράμιλλη ομορφιά του, τα γιασεμιά και τα πουρνάρια του, ανώτερα βεβαίως όλων των άλλων εθνών.

Σήμερα, λέει ο πρωθυπουργός μας, παίζεται η εθνική ανεξαρτησία, το κράτος μας δεν έχει πού να σταθεί: ούτε τράπεζα ούτε ενέργεια ούτε τηλεπικοινωνίες ούτε πετρέλαια, ούτε βιομηχανία, ούτε λιμάνια, ούτε μεταφορές, ούτε βιομηχανία όπλων, ούτε έρευνα και παιδεία, ούτε φιλικό έθνος, κάτι να πιαστούμε τέλος πάντως και να τους τρίψουμε στη μούρη την εθνική μας ισχύ. Δεν υπάρχει κοινωνική τάξη και κοινωνική ομάδα να στηριχτεί πάνω της ο πρωθυπουργός: αποπτωχευμένη αγροτιά, αποδιαρθρωμένα και κατακερματισμένα συνδικάτα, τρομοκρατημένοι εργαζόμενοι, ιδίως νέοι και γυναίκες, απελπισμένοι γέροντες και άνεργοι. Ακόμα και γιατροί, δικηγόροι, ελεύθεροι επαγγελματίες και βιοτέχνες βρίσκονται, οι έρμοι, στο όριο της επιβίωσης, ενώ κάπως καλύτερα οι βιομήχανοι, κουτσά-στραβά, τα φέρνουν βόλτα. Ληστρικά εμπορικά κυκλώματα και καρτέλ, κατασκευαστικές και ΜΜΕ, εταιρίες τηλεπικοινωνιών που κονομάνε και ρουφιανεύουν, εταιρείες μεταφορών και αντιπροσωπίες αυτοκινήτων, πολυκαταστήματα εισαγωγείς, εταιρείες που κανείς δεν ξέρει τη μετοχική τους σύνθεση, ο μισός εθνικός πλούτος στα χέρια οφσόρ απατεώνων.

Πώς τα χάσαμε όμως όλα, μέσα σε τριάντα χρόνια; Εθνικές κυβερνήσεις δεν ήτανε αυτές που είχαν στα χέρια τους τράπεζες, πετρέλαια, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, μεταφορές, μεταλλεία, και βιομηχανίες; Πού πήγε λοιπόν η βάση της «εθνικής μας υπάρξεως», όπως έλεγαν οι εθνικισταράδες του Μεσοπολέμου κι η Αριστερά μαζί; Τι έκαναν τόσα χρόνια οι θεματοφύλακες του εθνικού μας συμφέροντος (εθνικά κόμματα, «ανωτέρα τάξις», κυπατζήδες, διπλωμάτες, κλπ.); Δεν έβλεπαν ότι όσο αδύνατος είναι ο δημόσιος χώρος τόσο ευάλωτο γίνεται το πολιτικό σε «πιέσεις»; Ποιες εθνικές πολιτικές υπαγόρευσαν την απίσχνανση του δημόσιου χώρου και της κρατικής ισχύος; Οι εργαζόμενοι, η ευημερία και η ευτυχία τους, περιλαμβάνονται στις μέριμνες και τις αξιώσεις τους; Ιδού η πατριωτική Ελλάς, η ισχυρή Ελλάδα, ΜΠΡΟΣΤΑ, ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ, ΤΩΡΑ, ΜΑΖΙ, κούφια λόγια εν ονόματι και για την «Ελλάδα ρε γαμώτο».

Ας πούμε ό,τι έγινε, έγινε. Αλλά, εάν συναινέσουμε τώρα στην εθνική πολιτική του πρωθυπουργού μας, θα ανακτήσουμε την πολιτική μας αυτονομία, θα γίνουμε περισσότερο ισχυροί ως πολιτεία, δεν θα μας προσβάλλει ο κάθε εκπρόσωπος των «αγορών», θα ζούμε καλύτερα; Υπάρχει τέτοια περίπτωση; Εάν ναι, βεβαίως εθνική συναίνεση, χωρίς δεύτερη κουβέντα. Εάν όχι, το «εθνικό» τους πρόβλημα δεν είναι ακριβώς εθνικό, αλλά πολιτικό και ανάγεται σε ιστορικής πλέον φύσεως διλήμματα (από το συρτάρι του ελληνοευρωπαϊκού πολιτισμού): οι σύγχρονες κοινωνίες συνεχίζουν να στοχάζονται πάνω σε εναλλακτικές ιστορικές προοπτικές ή «δεν γίνεται αλλιώς», οπότε η Αριστερά είναι παρωχημένη και αχρείαστη; Θα παραμείνει ανοιχτό το πολιτικό στην πολλαπλότητα των συμφερόντων, την ιδεολογικοπολιτική διαμάχη, την παραγωγή εναλλακτικών λόγων, την κοινωνική κριτική, τα διαφορετικά κοινωνικά οράματα και την ουτοπία; Ας απαντήσουν σε αυτά οι πατριδοφύλακες, και βλέπουμε μετά τα περί εθνικών συναινέσεων. Εάν όμως, για όλα αυτά έδωσαν πιστοποιητικά στους επιτρόπους και τις αγορές, ας παρατήσουν τα «εθνικά» πρόσημα στο χρονοντούλαπο.

Και η δική μας Αριστερά, ας αναβαπτιστεί στο επίκαιρο πάντα, δικό της χρονοντούλαπο: ΕΑΜ και ΕΔΑ. Ταξικός πόλεμος παντού, με στόχο την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, τη διεύρυνση των ευκαιριών συμμετοχής στον εθνικό (οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό) πλούτο. Αλλά και δημοκρατικός πόλεμος παντού, με στόχο τη διεύρυνση και ισχυροποίηση του δημόσιου χώρου, την περιφρούρηση και ανάκτηση του δημόσιου πλούτου, την κατοχύρωση της δημοκρατίας και της πολιτικής μας αυτονομίας, την ενίσχυση της κοινωνικής και διεθνιστικής αλληλεγγύης. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος, αν θέλουμε να κρατήσουμε ανοιχτή την προοπτική της κοινωνικής αλλαγής, της πολιτικής αυτονομίας, του αυτοπροσδιορισμού ατομικών και συλλογικών υποκειμένων.

Έτσι κι αλλιώς θα τη γλιτώσουμε. Αλλά, αυτή τη φορά, ας μην τη γλιτώσουμε «έτσι», δηλαδή εθνικιστικά ταρατατζούμ και νεοφιλελευθερισμός μαζί, αλλά «αλλιώς», ρίχνοντας στο τραπέζι τον ανεξάντλητο δημοκρατικό μας πλούτο…

Ο Νίκος Κοταρίδης διδάσκει Ιστορία στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.

Πηγή: Εφημερίδα Η ΑΥΓΗ της Κυριακής


No comments: