Του Νίκου Φίλη
Η παγκόσμια οικονομική κρίση βρήκε τις ευρωπαϊκές οικονομίες εξασθενημένες και ανοχύρωτες από την επί σχεδόν μια 20ετία ακολουθούμενη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Οι κυβερνήσεις στην αρχή φάνηκαν να θέλουν να ενισχύσουν και πάλι την παρέμβαση του κράτους στην οικονομία. Μόνο που η τάση αυτή επικεντρώθηκε στη διάσωση των μεγάλων τραπεζών με χρήματα των φορολογουμένων και όχι στον επανασχεδιασμό των οικονομικών κατευθύνσεων. Το Σύμφωνο Σταθερότητας παραμένει τυπικά ακλόνητο, αν και παραβιάζεται από τα 23 κράτη - μέλη της Ε.Ε.
Το αίτημα να ενισχυθεί η κρατική παρέμβαση αποκτά κοινωνική νομιμοποίηση, καθώς η ανεργία και η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους συνοδεύουν ακόμη και τις όποιες πιθανότητες οικονομικής ανάπτυξης διαφαίνονται. Οι πολίτες αναζητούν προστασία στο πλαίσιο του εθνικού κράτους, εκεί όπου αισθάνονται ότι μπορούν να επηρεάσουν με την ψήφο τους την πολιτική. Η Κομισιόν και η ΕΚΤ, χωρίς πολιτική νομιμοποίηση, λειτουργούν ως ευρωκυβέρνηση και επιχειρούν να εμποδίσουν αποφάσεις σε εθνικό επίπεδο που ξεφεύγουν από τη μέγγενη του Συμφώνου Σταθερότητας. Φτάνουν, μάλιστα, σε ακραίες συμπεριφορές ανοιχτών απειλών, όπως συμβαίνει με την ελληνική περίπτωση.
Ο ευρωπαϊσμός ποτέ δεν ήταν ενιαίος. Υπήρχε δεξιός και αριστερός ευρωπαϊσμός. Η ευρωπαϊκή πορεία καθοριζόταν και καθορίζεται από την έκβαση του συσχετισμού των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων. Η Ευρώπη είναι ένα πεδίο αγώνων, μέσα και έξω από τους θεσμούς. Σε συνθήκες συναίνεσης μεταξύ Σοσιαλδημοκρατών και Συντηρητικών, ο ευρωπαϊσμός σφραγίζεται από τον νεοφιλελευθερισμό. Αλλά ταυτοχρόνως υποθηκεύεται, καθώς συγκρούεται με τις ανάγκες των Ευρωπαίων πολιτών. Οι κυβερνήσεις που υποτάσσονται στις επιταγές του Τρισέ και του Μπαρόζο ολοένα και νιώθουν άβολα όταν απευθύνονται στους πολίτες τους. Και αναγκάζονται να καταφεύγουν στη διγλωσσία.
Χαρακτηριστική είναι η κριτική προς την Κομισιόν, αλλά και προς τις διεθνείς τράπεζες, που άσκησε ο Γ. Παπανδρέου στο Πολιτικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ το Σάββατο. Και ο Αντ. Σαμαράς, ως αντίγραφο του Σαρκοζί, αναζητεί περιθώρια ευελιξίας έναντι της πολιτικής των Βρυξελλών χωρίς να αμφισβητεί την ουσία της. Θα επιδιώξει να διαμορφώσει αντιπολίτευση με "κοινωνικό πρόσωπο". Καταφεύγει στις "παραδοσιακές αξίες", προσπαθεί να αποτινάξει το άγος των σκανδάλων της πενταετίας Καραμανλή και να μετατρέψει το εθνικιστικό πρόταγμά του σε "πατριωτικό ρόλο" του κράτους, εντός και εκτός των συνόρων.
Σε εποχή μεγάλης αλληλοδιαπλοκής του κόσμου, η αναζήτηση του "αδύναμου κρίκου", όπως προχθές επανέλαβε ο Αλ. Αλαβάνος, αποτελεί χίμαιρα ανδρεοπαπανδρεϊκής κοπής. Μια υπερχρεωμένη χώρα, με απουσία μόνιμων θεσμών κινήματος, με τα χαρακτηριστικά της ρευστότητας του "μεσογειακού" πολιτικού συστήματος, και να θέλει, δεν μπορεί να αναδειχθεί σε Βενεζουέλα της Ευρώπης. Δεν μπορεί να σπάσει από εδώ η "πειθαρχία" του Μάαστριχτ. Μπορεί, όμως, αν θέλει η κυβέρνηση, να αναζητήσει συμμαχίες που θα υπονομεύσουν στην πράξη αυτή την πειθαρχία.
Η ήττα του νεοφιλελευθερισμού και η κοινωνική αλλαγή (γιατί η αριστερά δεν μπορεί να παίζει μόνον άμυνα) είναι υπόθεση συνολικής μετακίνησης των συσχετισμών στην Ευρώπη. Αυτή η εκ πρώτης όψεως αδυναμία μπορεί να αποδειχθεί δύναμη των Ελλήνων εργαζομένων, καθώς οι αγώνες τους μπορούν να εγγραφούν στην καρδιά των ανατροπών του ανεπτυγμένου καπιταλισμού. Και όχι στο περιθώριο. Συνεπώς, η κρίση του κυρίαρχου ευρωπαϊσμού επιβάλλει στην αριστερά να αποκρούσει χωρίς περιστροφές τις πολιτικές των Βρυξελλών και ταυτόχρονα να δώσει προοπτική στους κοινωνικούς αγώνες, με πολιτικό σχέδιο. Χωρίς λαϊκισμό και πυροτεχνήματα. Διαφορετικά, "φιλοσοφούμε μετ' ευτελείας"...
Πηγή: Εφημερίδα ΑΥΓΗ
No comments:
Post a Comment