Της Ροσάνα Ροσάντα
Αυτή η κρίση δεν θα είναι το τέλος του φιλελευθερισμού, αλλά σίγουρα θα είναι το τέλος αυτού που ονομάζουμε νεοφιλελευθερισμό, της «εγκληματικής» θεωρίας και πρακτικής που διέδωσε ο Μίλτον Φρίντμαν και οι Chicago boys του, η οποία βασίζεται στην αποδέσμευση της αγοράς εργασίας από κάθε δικαίωμα, του χρηματιστικού κόσμου από κάθε «πραγματική σφαίρα της οικονομίας», δηλαδή από την παραγωγή ενός μη πλασματικού εμπορεύματος και, ακόμη νωρίτερα, το 1971, στην κατάργηση της σταθερής συναλλαγματικής αξίας του δολαρίου που ήταν ακόμη το νόμισμα αναφοράς. Από την απορύθμιση της εργασίας προήλθε μια αυξανόμενη αδυναμία της εξαρτημένης εργασίας, με αποτέλεσμα οι μισθοί και οι συντάξεις να αντιπροσωπεύουν σήμερα δέκα μονάδες λιγότερες στο εθνικό εισόδημα. Αρχικά η συνέπεια ήταν η υπερχρέωση και στη συνέχεια η μείωση της εσωτερικής ζήτησης, με έναν επώδυνο και αναποτελεσματικό αγώνα δρόμου των δυτικών χωρών, στην προσπάθειά τους να φθάσουν την ανάπτυξη της περίφημης Ένδοξης Τριακονταετίας.
Πάνω σ’ αυτή τη βάση που παραπαίει επέπεσε η ουσιαστική κλοπή των τραπεζών, οι οποίες χορηγούσαν τριτεγγυήσεις και έθεταν σε κυκλοφορία μια μεγάλη ποσότητα «παραγώγων», τοξικών τίτλων χωρίς καμία αξία, βασισμένων απλά και μόνο στην αξιοπιστία, στην απληστία των μετόχων, στη μυωπία των hedge fund, στο τρελό επίπεδο της αγοράς και της πίστωσης των ακινήτων, στην υπερβολική αύξηση της τιμής του πετρελαίου. Όλες αυτές ήταν επιλογές «πολιτικές», καθόλου αντικειμενικές, καθαρή ιδεολογία. Πραγματικές κλεψιές που λόγω του μεγέθους τους συνιστούν ένα «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας». Δεν μέτρησε τα λόγια του ο σοσιαλιστής Μισέλ Ροκάρ στη Le Monde πριν από λίγες μέρες, ο οποίος τη δεκαετία του εβδομήντα είχε ιδρύσει και διευθύνει το Psu (Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα), αλλά στη συνέχεια έγινε πρωθυπουργός του Μιτεράν. Δεν πρόσθεσε ότι ο ίδιος κι ο Μιτεράν ενέδωσαν στον νεοφιλελευθερισμό, τουλάχιστον όσο το επέτρεπε η ντεγκολική παράδοση. Αυτό όμως το γεγονός δεν το αναγνωρίζει στα μέρη μας κανείς από τους σοσιαλιστές και από τα διάφορα ρεύματα των Δημοκρατών της Αριστεράς. Ας επαναπαυθούμε λοιπόν. Ο Ροκάρ λέει ότι έγραψε στον Μπαρόζο πριν λίγους μήνες μαζί με τον Ζακ Ντελόρ και άλλους, συμβουλεύοντάς τον να δει την πραγματικότητα καταπρόσωπο, αλλά δεν πήρε απάντηση: «Κανένας μεγάλος οικονομολόγος δεν έκανε μέχρι σήμερα την ανάλυση της κρίσης».
Και προτείνει στα κράτη να μην περιοριστούν να αποφύγουν τη χρεοκοπία-ντόμινο όλων των τραπεζών και ασφαλιστικών εταιρειών, να μη χαρίσουν τίποτα, να θέσουν υπό έλεγχο κάποιες πρακτικές, απαγορεύοντας τα «παράγωγα» και θέτοντας ακριβή όρια στα hedge fund. Δεν αρκείται μόνο σ’ αυτό, αλλά θεωρεί απαραίτητο να επανεισαχθούν κανόνες στην αγορά εργασίας -το αντίθετο απ’ αυτό που θέλουν οι Μαρτσεγκάλια (Πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχάνων), Μπονάνι (Γ. Γραμματέας του Συνδικάτου C.I.S.L.), Αντζελέτι (Γ. Γραμματέας του συνδικάτου U.I.L) και το Δημοκρατικό Κόμμα-, να μπουν στην Ευρώπη τρία με τέσσερα εκατομμύρια μετανάστες για να ανακτηθεί μια ισορροπία και, όσον αφορά το πετρέλαιο, απλά και μόνο να μειωθεί η κατανάλωση μετατοπίζοντας τη δαπάνη στις εναλλακτικές μορφές ενέργειας. Με λίγα λόγια, θεωρεί ότι οι ενέσεις ρευστότητας των κρατών δεν πρέπει να γίνουν δωρεάν, αλλά η πολιτική πρέπει να πάρει και πάλι στα χέρια της μια κάποια διεύθυνση της οικονομίας, αφού απελευθερωθεί από τη δηλητηριώδη άποψη του Φρίντμαν ότι όσο περισσότερο οι συναλλαγές είναι απεριόριστες τόσο η αγορά βρίσκει την ισορροπία της.
Αυτή βέβαια είναι σοσιαλδημοκρατία. Προϋποθέτει ένα κράτος- μέχρι τώρα ασχολήθηκαν μόνο οι κυβερνήσεις, όλο και πιο Μοναρχικές- που πρέπει να αλλάξει πολύ, αρχίζοντας από την Επιτροπή της ΕΕ. Κι αυτό δεν φαίνεται εύκολο. Πού είναι η αριστερά, συγγνώμη, οι φιλελεύθεροι σοσιαλιστές ή οι δημοκρατικοί, που ζητούν κάτι τέτοιο;
Αυτή η πολιτική δεν θα έκανε τίποτα περισσότερο από το να δώσει ένα χεράκι για τη «διάσωση» του καπιταλισμού, λαμβάνοντας υπόψη ότι η κρίση καταστρέφει αυτούς που δεν έχουν μέσα παραγωγής νωρίτερα από εκείνους που τα έχουν ή από τους εισοδηματίες. (Κάποιοι απ’ αυτούς, ευτυχώς, βρίσκονται σε δύσκολη θέση, αλλά όχι και πολύ. Αν αναλογιστούμε πόσο μεγάλο είναι το μέγεθος της κλεψιάς που έχουμε υποστεί, θα έπρεπε να περιμένουμε να κρεμαστεί ο τελευταίος από τους τραπεζίτες με τα έντερα του τελευταίου ασφαλιστή, για να χρησιμοποιήσω μια αιμοβόρα έκφραση. Δεν συμβαίνει όμως τίποτε τέτοιο. Ο τύπος που έκανε την τράπεζα Fortis να χρεοκοπήσει, απολύθηκε- ας το πούμε κι έτσι- με μια αποζημίωση 4 εκατομμυρίων ευρώ και παραμένει «ειδικός σύμβουλος» της ίδιας τράπεζας).
Φθάνει, δεν μας απομένει παρά να εναποθέσουμε τις ελπίδες μας στον Ομπάμα, για τις προθέσεις του οποίου δεν γνωρίζουμε τίποτα. Τουλάχιστον όμως, ας βγούμε από τη γενική ξεγνοιασιά. Πριν από λίγες ώρες στις οικονομικές ειδήσεις της RAI 1 εκφράστηκε η παρατήρηση ότι, αν αληθεύει η πρόγνωση του Αλμούνια για ανάπτυξη μηδέν, θα αρχίσουν τα προβλήματα με την απασχόληση. Αν θα αρχίσουν, λέει!
No comments:
Post a Comment