Ταυτόχρονα κυκλοφορεί και «Το Κελί» («Ιανός»), ένα cd με δέκα λαϊκά τραγούδια που τα ερμηνεύουν οι Λιζέτα Καλημέρη, Μαρία Φωτίου, Δημήτρης Ζερβουδάκης. Τραγούδια γραμμένα επί μία δεκαετία, όσο ο Κοροβίνης δρομολογούσε την ανάγκη του να ισορροπήσει ανάμεσα στην προσωπική του ταυτότητα και την κοινωνικοπολιτική του υπόσταση. Γι' αυτό συνυπάρχουν ένα τραγούδι π.χ. για την Πόλυ Πάνου («Νομίζω ότι είναι το μέτρο, η επιτομή των γυναικείων λαϊκών φωνών πριν από την Μπέλου...»), με άλλα τραγούδια, όπως...
- «Οι Νικητές» είναι ένα πολιτικό τραγούδι σας, αφιερωμένο στη μνήμη του Αναγνωστάκη. Ποιοι είναι τελικά οι νικητές και ποιοι οι ηττημένοι;
«Η ρετσέτα "γενιά της ήττας" είναι ό,τι έχει επικρατήσει και στη λογοτεχνία και στην ευρύτερη μεταπολεμική πολιτική ζωή -σ' αυτό συντέλεσαν κι οι ίδιοι οι ποιητές της α' μεταπολεμικής γενιάς, ο Αναγνωστάκης, ο Κύρου, ο Θασίτης και λίγο μετά ο Πατρίκιος. Αλλοι την υιοθέτησαν κι άλλοι την αποποιήθηκαν. Εγώ αισθάνομαι μαθητής του Αναγνωστάκη - παρ' ότι δεν τον έζησα από κοντά, όπως τον Χριστιανόπουλο ή τον Σαββίδη. Είναι από τις ελάχιστες μυθοποιημένες προσωπικότητες ενός πόλου διαχρονικής έλξης, αλλά κι από τις ελάχιστες περιπτώσεις που η διατήρηση του μύθου οφείλεται σ' ένα ρεαλισμό και δεν είναι μια "λαμέ" υπόθεση. Αυτό το συγκεκριμένο τραγούδι είναι το αναποδογύρισμα της παγιωμένης άποψης ότι η "γενιά της ήττας" των ποιητών και των συνοδοιπόρων τους, εξέφραζε τους ηττημένους: όσοι θεωρούνται ηττημένοι είναι οι ανάποδοι νικητές. Κι αυτό ψηλαφιστά αποδεικνύεται και την τελευταία 50ετία: μετά την απελευθέρωση, αυτοί που έδωσαν τον τόνο στην ποιότητα της ζωής μας δεν ήταν οι νικητές».
- Η Αριστερά δεν βρίσκει πάντα τον τρόπο να μιλήσει.
«Εγώ δεν βρίσκω πάντως ώριμο να χρεωθεί η πρόσφατη γενιά των ευαγγελιστών των μεγάλων αλλαγών, η γενιά του Πολυτεχνείου δηλαδή, όλο το κόστος της αποτυχίας. Είναι λάθος. Ούτε βέβαια τα πράγματα είναι ευοίωνα. Αν το σκεφτεί κανείς, ό,τι περιμένει τα νεότερα παιδιά είναι ένας εύκολος γιαπισμός: αυτό τους έχουμε ετοιμάσει, μαζί με άλλες αθλιότητες και ανασφάλειες».
- Ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση, επικοινωνείτε μ' αυτή τη νέα γενιά που βγήκε τώρα στο δρόμο. Τι παρατηρείτε;
«Ενα μούδιασμα. Συνήθως δεν μιλούν τα παιδιά. Εγώ προσπαθώ να τα προσγειώσω ώστε να συνειδητοποιήσουν τη μολυσμένη ατμόσφαιρα και την καταστροφή που τους μέλλεται. Και να τα μαγέψω. Οταν π.χ. πρόκειται να τους διδάξω τον Καββαδία, πρώτα θα τους τραγουδήσω τη "Φάτα Μοργκάνα" και θα τους μιλήσω για τα θαλασσινά ταξίδια. Αν δεν βρεις τον τρόπο να μαγέψεις τα παιδιά, εκείνα βαριούνται κι εσύ εκνευρίζεσαι με μια γενιά που είναι παραμελημένη και στριμωγμένη και από το σπίτι της και από το όλο περιβάλλον».
- Τη θεωρούσαμε και συντηρητική...
«Ολη η κοινωνία είναι συντηρητική. Οσο πιο μεγάλο ξεβράκωμα και χυδαία γύμνια κρέμεται στα περίπτερα τόσο πιο λίγη είναι η επιδίωξη της ελευθερίας. Ο συντηρητισμός αυτών των παιδιών είναι ανιχνεύσιμος ακόμα και στις διαπροσωπικές τους σχέσεις ή στο ντύσιμο».
- Δεν ξέρω αν είναι χειρότεροι από την προηγούμενη γενιά, που απλώς περιορίστηκε να ειρωνευτεί τα πάντα.
«Η πρωτοπορία κάθε γενιάς αμφισβητεί όλο το προηγούμενο κατεστημένο. Το μείον σ' αυτή την περίπτωση είναι ότι από εκείνη τη γενιά έλειψαν οι ταγοί που θα ήταν πειστικοί με την παραδειγματική τους ζωή. Μήπως όμως δεν διαψεύστηκαν επίσης οι γκουρού -πολιτικοί και καλλιτέχνες- άλλων γενεών που ενέδωσαν γρήγορα στο σύστημα εν ονόματι του χρηματισμού και της ευκολίας τους;»
- Από την «Ομορφη Νύχτα» της Θεσσαλονίκης έχει διασωθεί κάτι;
«Από τη Θεσσαλονίκη δεν διασώζεται πια τίποτα. Μετά τη μεταπολίτευση η πόλη πέρασε μια ακμάζουσα περίοδο, εφάμιλλη, ίσως και ανώτερη, των Αθηνών. Τώρα, όμως, έπιασε πάτο. Διάφοροι συγκυριακοί ή και σκόπιμοι λόγοι τη μετέτρεψαν σε τοπίο ευτελούς συντηρητισμού και ενδοτικότητας σε όλα τα πεδία της ποιοτικής ζωής στην πόλη. Αυτό συνέβη με τη σύμφωνη γνώμη των αρχόντων και του λαού της. Επομένως παρήκμασαν κι εκείνα τα στοιχεία που διαμόρφωναν το τοπίο ενός αυθόρμητου, γνήσιου γλεντιού, μιας αρχοντιάς κι ενός φυτωρίου στο οποίο καλλιεργούνταν γενναιόδωρες και ταλαντούχες προσωπικότητες».
- Η πόλη σας, σας διώχνει;
«Δεν μας στηρίζει πάντως. Ξέρετε ότι το καλοκαίρι ο Ψωμιάδης έκοψε 4 συναυλίες του Καζαντζή, του Φλωρίδη, του Παυλίδη και τη δική μου; Δεν μας θέλουν. Ο Ακης Δήμου δεν υπάρχει για την επίσημη πόλη. Ο Νίκος Παπάζογλου το ίδιο. Ζούμε μια εχθρότητα και μια πόλωση που δημιουργεί σχιζοφρένεια. Υστερα, ακόμα κι οι φίλες μας τραγουδίστριες, όπως π.χ. η Κανά και η Καλημέρη, κατέβηκαν στην πρωτεύουσα. Πρόβλημα είναι λοιπόν όχι μόνο πώς θα κάνουμε κάτι αλλά και με ποιον».
- Κι όμως κάποτε η Θεσσαλονίκη ήταν κατεξοχήν η πόλη με τους χώρους υποδοχής του έντεχου, του λαϊκού. Τι έχει μείνει;
«Αν εξαιρέσεις τα μεγάλα "κυνοτροφεία", στα οποία δεν πάμε, υπάρχει η "Αίγλη", η "Βάρδια"... Δεν έχουμε πια πολλούς ανθρώπινους χώρους φιλοξενίας. Κάποτε η Θεσσαλονίκη έτρεφε 30.000 μουσικούς, τώρα μετά βίας 4.000. Πέρα κι από τους καλλιτέχνες όμως, η αίσθηση μέσα στην πόλη είναι μουσκεμένη από ασφυκτική μπαγιατίλα. Κι αυτό δημιουργεί σύνδρομα μειοδοσίας».
Πηγή: ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 12/12/2008
Σχόλιο "Πιπεριάς": Ευτυχώς υπάρχουν ακόμα ανήσυχοι άνθρωποι όπως ο Θωμάς Κοροβίνης... Ευτυχώς!
No comments:
Post a Comment