Πολλά έχουν ειπωθεί και γραφτεί για το μετεκλογικό τοπίο, για την παρουσία και τον ρόλο του «συνασπισμού ριζοσπαστικής αριστεράς» (ΣΥΡΙΖΑ). Αναμφίβολα μέσα σε αυτό το μετεκλογικό τοπίο ο ΣΥΡΙΖΑ τείνει να αναδειχτεί ως ένας «άγνωστος Χ», ως ένας καταλύτης, εκφράζοντας ένα υπαρκτό ρεύμα με δυναμική και προοπτική, εκφράζοντας ένα οριοθετημένο, ριζοσπαστικό και πολυσυλλεκτικό ρεύμα με κοινωνικούς, πολιτικούς, πολιτισμικούς, αισθητικούς και ηλικιακούς προσδιορισμούς. Αυτή την παραδοχή καταγράφουν -και σε αυτή παραπέμπουν με αδιαμφισβήτητο τρόπο- τα αποτελέσματα του Σεπτεμβρίου του 2007.
Αυτή την παραδοχή περιγράφουν και πιστοποιούν από μήνα σε μήνα οι καταγραφές των δημοσκοπήσεων με την έστω «συγκυριακή» αλλά αισθητή αύξηση της δύναμης και της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ και των ηγετών του.
Η δυναμική του ρεύματος του ΣΥΡΙΖΑ σε συνδυασμό με την έκρηξη της δημοφιλίας του Αλέκου Αλαβάνου και του Αλέξη Τσίπρα, που τείνει να εγγραφεί ως «φαινόμενο» συναρτημένο με το σκηνικό μιας νέας μεταπολίτευσης, δεν αποτελεί ένα «μιντιακό κατασκεύασμα», μια μονοσήμαντη «life style» κατάσταση, μια άνωθεν κατευθυνόμενη «μόδα».
Ακόμα και αν έχει μια προνομιακή προβολή από τα ΜΜΕ, πρωτίστως και σαφώς συσχετίζεται με κοινωνικές και πολιτικές διεργασίες οριοθετημένων δυνάμεων, που αναζητούν εναλλακτική ταυτότητα, εναλλακτικό λόγο κατ εναλλακτική προοπτική.
Το «φαινόμενο» που σηματοδοτεί συλλογικά τον ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά τον Αλέκος Αλαβάνος και τον Αλέξη Τσίπρα έχει τις δικές του νομοτέλειες και δομικές αντιφάσεις.
Μέρα με τη μέρα θα αντιμετωπίζουν υπαρκτά ερωτήματα των πολιτών, που θα μετεξελίσσονται σε δικά τους διλήμματα. θα δίνουν μια μάχη με τον χρόνο, με την αλήθεια του λόγου τους, με την αξιοπιστία των προτάσεων και των πράξεών τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι μια συγκυριακή και ευμετάβολη κατάσταση ή θα έχει αντοχή στον χρόνο; Θα είναι ένα ρεύμα που θα επαναπαύεται στις δάφνες μιας αριστερής καθαρότητας ή ένα ρεύμα που θα αναζητά εναλλακτικές και συνεκτικές προγραμματικές συγκλίσεις με συνεργασίες, κοινές δράσεις και κοινές πρωτοβουλίες;
Θα είναι ένα ρεύμα ακαταστάλαχτης διαμαρτυρίας, που αθροίζει ετερόδοξα και αντιφατικά «όχι» σε κάβε μορφή δημοκρατικής και προοδευτικής συνεργασίας, ακόμα και με το παράδοξο μιας ακυβερνησίας και ίσως το αντίτιμο μιας κυριαρχίας της δεξιάς και του ακραίου νεοφιλελευθερισμού; Ή θα είναι ένα ρεύμα που καταθέτει εναλλακτικά και ανεκτικά «ναι» στην προοπτική ενός νέου συνασπισμού εξουσίας μιας ριζοσπαστικής και πολυκομματικής κεντροαριστεράς;
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτά τα ερωτήματα, σε αυτά τα υπαρκτά διλήμματα οφείλει να απαντά χωρίς υπεκφυγές. 'Αλλωστε, οι ίδιοι πολίτες, που δηλώνουν ότι μπορούν να ψηφίσουν ΣΥΝ σε ποσοστό 70%, δηλώνουν επιτακτικά ότι επιθυμούν να κλείσει η παρένθεση της δεξιάς και να αναδειχτεί ως εναλλακτική λύση μια φερέγγυα κεντροαριστερά.
Το ΠΑΣΟΚ έχει χρέος να αναλύσει με οξυδέρκεια και διορατικότητα τόσο τις διαφαινόμενες εξελίξεις για μια νέα μεταπολίτευση με λυδία λίθο έναν υπαρκτό κοινωνικό, πολιτικό και προγραμματικό δίπολο και με θετική υπέρβαση του δικομματισμού όσο και την εμβέλεια και την αντοχή του ΣΥΡΙΖΑ και τη δημοσκοπική αίγλη των ηγεσιών του ως «φαινόμενο».
Κατά τη γνώμη μου, το ΠΑΣΟΚ μπροστά στην προβολή αυτών των δεδομένων για μελλούμενες εξελίξεις δεν μπορεί και δεν πρέπει είτε να αναλώνεται σε στιγμιαίους αφορισμούς και σε άγονες επιθέσεις, είτε να αυτοαπομονώνεται με μάχες οπισθοφυλακής και με πόλεμο χαρακωμάτων για αυτά που φεύγουν.
Αντιθέτως, το ΠΑΣΟΚ οφείλει με νηφαλιότητα και γόνιμη κριτική αντιπαράθεση να απαντήσει υπερβατικά και προοπτικά με ιδέες και θέσεις, με επιχειρήματα και προτάσεις, με εγερτήριες πρωτοβουλίες και εναλλακτικό πρόγραμμα.
Το ΠΑΣΟΚ έχει χρέος να οριοθετηθεί θετικά και ως προς τον ΣΥΡΙΖΑ και ως προς το ΚΚΕ χωρίς να καταφεύγει σε ιδιότυπους διμέτωπους αγώνες και πολυμέτωπες συρράξεις, που υπονομεύουν τη δυναμική του αντιπαράθεση με τη δεξιά και τη ΝΔ, με τον συντηρητισμό, τον αυταρχισμό και τον νεοφιλελευθερισμό τους.
Κατά τη γνώμη μου, το ΠΑΣΟΚ οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι η δυναμική εγγραφή του ΣΥΡΙΖΑ ως ριζοσπαστικό εναλλακτικό ρεύμα, ως ρεύμα υπέρβασης, αλλαγής και ανατροπής του κατεστημένου πολιτικού σκηνικού της μεταπολίτευσης και των παγιωμένων ισορροπιών του δικομματισμού έχει την αναφορά του σε εγγενή και επίκτητα προβλήματα του ίδιου του ΠΑΣΟΚ.
Η δύναμη και η αίγλη του Συνασπισμού και των ηγετών του είναι πρώτα και κύρια απότοκα και παράγωγα των χρόνιων αδυναμιών και αγκυλώσεων του ΠΑΣΟΚ, των χρόνιων αδυναμιών και των λαθών του, του ύφους και του ήθους της διακυβέρνησής του, της ανακυκλούμενης εσωστρέφειας και της εμμονής του σε έναν παρωχημένο κυβερνητισμό της αδύναμης επαγγελίας της ανανέωσής του, της αργόσυρτης αποσαφήνισης της ταυτότητας, της στρατηγικής και των κοινωνικών, πολιτικών και προγραμματικών αναφορών του.
Το ΠΑΣΟΚ όσο θα καθυστερεί ή θα αδυνατεί να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων με αυτόνομο, προγραμματικό λόγο ως εναλλακτική και αξιόπιστη λύση μιας πολυκομματικής κεντροαριστεράς, ως ένα ελπιδοφόρο και νικηφόρο ρεύμα κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας, δυστυχώς, θα παραμένει καθηλωμένο και, δυστυχώς, θα μοιάζει ως ένα ανήμπορο και λεηλατούμενο ρεύμα.
Είναι σαφές ότι η «άνοιξη» του ΣΥΡΙΖΑ έχει διάρκεια με υπαρκτές δικές μας ευθύνες όσο θα διαρκεί το «φθινόπωρο» του ΠΑΣΟΚ.
Το επικείμενο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, με την προϋπόθεση ότι όλοι μας θα σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων, προβάλλει ως μια μεγάλη πρόκληση και ως μια μεγάλη ευκαιρία να είναι μια αφετηρία για να σημάνει η «άνοιξη» για το ΠΑΣΟΚ και για την κεντροαριστερά, για την Ελλάδα, τη δημοκρατία και την κοινωνία μας.
Η πολυκομματική κυβερνώσα κεντροαριστερά σε πολλές χώρες της Ευρώπης έχει δοκιμαστεί ως μια πραγματικότητα.
Μπορούμε να αντλήσουμε χρήσιμες και διδακτικές εμπειρίες. Γιατί να μην προχωρήσουμε και στην Ελλάδα;
Σε αυτό το θεμελιακό ερώτημα οφείλουμε να απαντήσουμε όλοι μας.
Αυτή η πρόταση είναι δραματικά επίκαιρη για όλες τις συνιστώσες μιας μεγάλης, πολύχρωμης και πολυφωνικής κεντροαριστεράς και έχει ως αποδέκτες τα κόμματα, τις πολιτικές κινήσεις, τα κοινωνικά κινήματα και τα πρόσωπα, που οριοθετούνται σε αυτόν τον ευρύτατο χώρο.
Αυτή η πρόταση δεν έχει ως αποδέκτες μόνον τις ηγεσίες, αλλά κυρίως τις κοινωνικές δυνάμεις και τους πολίτες, που πιστεύουν, θέλουν και απαιτούν αυτή την εξέλιξη, ως μία ουσιαστική και ριζική αλλαγή.
Πιστεύω ότι το ΠΑΣΟΚ για να αποκτήσει ξανά την πρωτοβουλία των κινήσεων και την κεντρική θέση στο πολιτικό σύστημα, οφείλει να επανασυνδεθεί οργανικά με την ευρύτερη δημοκρατική-προοδευτική παράταξη, να συμπορευτεί με συγκλίνουσες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις.
Οφείλει να οικοδομήσει ξανά έναν ευρύτατο ζωτικό χώρο για μια νέα κοινωνική συμμαχία και συμπαράταξη, με τη συντριπτική κοινωνική πλειοψηφία, με τους σύγχρονους μη προνομιούχους μιας αντεστραμμένης κοινωνίας των 2/3.
Μόνον έτσι το κίνημά μας είναι δυνατόν να θεμελιώσει ξανά την προγραμματική δεσπόζουσα θέση του στο κέντρο του πολιτικού, κοινωνικού και αξιακού φάσματος και την ουσιαστική ιδεολογική του επιρροή στους προσανατολισμούς της ριζοσπαστικής κεντροαριστεράς και της δημοκρατικής αριστεράς.
Μόνον έτσι μπορεί να χαράξει νέους δρόμους νίκης και ελπίδας για την Ελλάδα, τον ελληνισμό και την Ευρώπη, για τη δημοκρατία και την κοινωνία μας, αφήνοντας τα θετικά του ίχνη και στον νέο ιστορικά κύκλο του 21ου αιώνα.
Tου Κώστα Λαλιώτη 25-02-2008 Aναδημοσίευση από τον «Κόσμο του Επενδυτή»
No comments:
Post a Comment