Thursday, March 3, 2022

65 χρόνια από τη θυσία του Γρηγόρη Αυξεντίου

Ήταν Κυριακή Αποκριάς η 3η Μαρτίου, το 1957. Οι Αγγλικές κατοχικές δυνάμεις, μετά από προδοσία, είχαν φθάσει στα ίχνη του καταζητούμενου μαχητή της ΕΟΚΑ, Γρηγόρη Αυξεντίου.

Ο Κυβερνήτης του νησιού στρατάρχης Τζον Χάρντινγκ θεωρούσε θέμα τιμής να συλλάβει τον «τρομοκράτη», όπως αποκαλούσαν τον Αυξεντίου οι εφημερίδες και το ραδιόφωνο στην Βρετανία. Προς το παρόν το μόνο που είχε καταφέρει ήταν να ανεβάζει το ποσό της επικήρυξης. Είχε ξεκινήσει από τις 250 λίρες κι είχε φτάσει στις 5.000!

Οι Αγγλικές δυνάμεις κατοχής του νησιού έστησαν σιγά σιγά τον ιστό για να τον παγιδεύσουν. Πότε με το ξύλο, πότε με τα χρήματα είχαν πάρει κάποιους από τους αγωνιστές της ΕΟΚΑ με το μέρος τους. Μια πληροφορία από εδώ, κάποιες σκόρπιες κουβέντες από εκεί, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο Αυξεντίου κρυβόταν στη Μονή Μαχαιρά, στο Τρόοδος.

Όταν βεβαιώθηκαν, έστησαν ολόκληρο επικοινωνιακό σώου για να τον συλλάβουν. Κάλεσαν δημοσιογράφους, κινηματογραφικά συνεργεία, φωτογράφους για να δείξουν σε όλο τον κόσμο τον θρίαμβό τους.

Είχαν φθάσει στην είσοδο της Σπηλιάς που κρυβόταν μαζί με τρεις συνεργάτες του, τον Αντώνη Παπαδόπουλο, τον Αυγουστή Ευσταθίου και τον Φειδία Παπαδόπουλο.

Όλες οι προσπάθειες να τον συλλάβουν ήταν μάταιες. Ο Αυξεντίου ζήτησε από τους συντρόφους του να παραδοθούν κι αυτός συνέχισε το αγώνα. Κάποια στιγμή έριξαν βενζίνη προσπαθώντας να τον κάψουν. Άρχισε να βρέχει…

Το σώου που είχαν στήσει γινόταν δράμα. Λίγο αργότερα βγήκε ήλιος. Έστειλαν τον Αυγουστή Ευσταθίου για να δει εάν είναι ζωντανός. Αποφάσισαν, μαζί, να κάνουν ηρωική έξοδο, ρίχνοντας μια χειροβομβίδα. Ο καπνός και οι πυροβολισμοί του Ευσταθίου θα του έδιναν τη δυνατότητα να διαφύγει. Το όπλο όμως του Ευσταθίου μπλόκαρε, καθυστέρησε να πυροβολήσει κι ο καπνός από τη χειροβομβίδα είχε ήδη διαλυθεί. Τότε ο πληγωμένος στο λαιμό Αυξεντίου αποφάσισε να πέσει σαν ήρωας. Διέταξε τον σύντροφο του να παραδοθεί κι αυτός θα έμενε εκεί. Όσο άντεχε.
Ντυμένος μοναχός για να αποφύγει τη σύλληψη από τους Άγγλους


Οι Άγγλοι που είχαν ήδη ένα νεκρό και μερικούς τραυματίες έριξαν μπιτόνια βενζίνης στην σπηλιά. Αυτή τη φορά κατάφεραν να βάλουν φωτιά! Ο ήρωας κάηκε ζωντανός. Το σώου που είχαν στήσει γύρισε μπούμερανγκ. Οι εικόνες που έκαναν τον γύρο του κόσμου έγιναν «διαφήμιση» για τους αποκαλούμενους τρομοκράτες και… δυσφήμιση για τις δυνάμεις «ασφαλείας» στο νησί που δεν ήταν τίποτε περισσότερο από στρατός Κατοχής.

Υπάρχουν όμως και τα… αλλά. Ποιοι τον πρόδωσαν; Δύο από τους καταδότες ήταν εκεί και καθοδηγούσαν τον αγγλικό στρατό! Αργότερα ακολούθησαν τους Άγγλους. Έγιναν μόνιμοι κάτοικοι Λονδίνου. Μόνο άγνωστοι δεν ήταν…

Το ΡΙΚ κάποια στιγμή ασχολήθηκε το το θέμα. Πήγε στο Λονδίνο, έκανε ρεπορτάζ. Μίλησε ο ένας από τους δύο. Κι είπε πολλά και ενδιαφέροντα. Η συνέντευξη όμως δεν προβλήθηκε ποτέ. Η βιντεοταινία, αργότερα, λίγο έλειψε να σβηστεί. Σώθηκε την τελευταία στιγμή. Το υλικό αυτό, χρόνια αργότερα, αποτέλεσε τη βάση μιας εκπομπής αφιερωμένης στον Αυξεντίου. Από το 38΄και μετά αναφέρεται στις τελευταίες στιγμές του ήρωα, μιλούν οι τρεις που ήταν μαζί του και πιάστηκαν από τους Άγγλους, αλλά κι ο ένας καταδότης από την παρ΄ ολίγον σβησμένη βιντεοταινία. Υπάρχουν ακόμα και πλάνα από τα φιλμ των Άγγλων κινηματογραφιστών που δείχνουν όλη τη θηριωδία στην περίπτωση του Αυξεντίου

Τα αγγλικά επίκαιρα της εποχής, παρά την προσπάθεια, δεν μπορούσαν να δεν μπορούσαν να κρύψουν την αλήθεια. Ο μέσος Άγγλος αναρωτιόταν βλέποντας φιλμάκια όπως αυτό: «Κινητοποιήθηκαν ελικόπτερα, 60 στρατιώτες για να πιάσουν έναν άνθρωπο;»

Στην Ελλάδα ο κόσμος συγκινήθηκε. Η επίσημη πολιτεία όμως κράτησε… χαμηλούς τόνους. Η Αγγλία παρέμενε «φίλη» χώρα.

Ο Γιάννης Ρίτσος πάλι, βάρδος της αριστεράς συγκινήθηκε από τη θυσία και του αφιέρωσε ένα ποίημα. Ακούστε τον ίδιο να το απαγγέλλει:

Ποδοσφαιριστής στην Αμμόχωστο στα νιάτα του. Διακρίνεται στον κύκλο αριστερά

Ποιος όμως ήταν ο άνθρωπος που προτίμησε να πεθάνει και φώναζε «μολών λαβέ» στους διώκτες του; Ήταν ένα από παιδί από τη Λύση, ένα χωριό της Αμμόχωστου. Ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής και μικρός έπαιζε στην ομάδα. Μεγαλύτερος έπαιρνε το ταξί του πατέρα του και κατέβαινε στην πόλη για να δει την Ανόρθωση να παίζει…

Όταν τελείωσε το Γυμνάσιο ήρθε στην Αθήνα. Όνειρό του να μπει στη Σχολή Ευελπίδων. Δεν τα κατάφερε Υπηρέτησε όμως στον Ελληνικό Στρατό κι απολύθηκε το 1953 ως έφεδρος ανθυπολοχαγός. Επέστρεψε στην Κύπρο και γρήγορα στρατεύτηκε στον Απελευθερωτικό Αγώνα παίρνοντας διάφορα ψευδώνυμα. Το «Ζήδρος» ήταν ο χαρακτηριστικότερο.

Tuesday, March 1, 2022

Ρωσία και Ουκρανία, οι ιστορικές ρίζες της αντιπαράθεσης


Του Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Πρίν τρία σχεδόν χρόνια δηλαδή, τό ἔτος 2019, διάβασα ἕνα ἐνδιαφέρον βιβλίο πού ἀναφερόταν στίς σχέσεις μεταξύ τῆς Ρωσίας καί τῆς Οὐκρανίας μέσα στήν ἱστορία καί ἔγραψα ἕνα ἄρθρο γιά νά τό παρουσιάσω. Τό ἄρθρο αὐτό μέ τίτλο «Ρωσία καί Οὐκρανία» ἀναρτήθηκε τότε στήν ἱστοσελίδα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως μας, ἀπό ὅπου τό πῆραν καί ἄλλες ἱστοσελἰδες.
Ἐπειδή τό θέμα αὐτό στίς ἡμέρες μας εἶναι πολύ ἐπίκαιρο, λόγω τῆς εἰσβολῆς τῶν Ρώσων στήν Οὐκρανία, τό ἐπαναφέρω γιά νά φανοῦν οἱ ἀρνητικές σχέσεις μεταξύ Ρωσίας καί Οὐκρανίας διά μέσου τοῦ χρόνου μέχρι τήν ἐποχή μας. Πάντως, ἡ ἀντίσταση τοῦ Οὐκρανικοῦ λαοῦ στή Ρωσική εἰσβολή ἐπιβεβαιώνει τήν ἔρευνα πού ἔκανε ἡ συγγραφεύς τοῦ βιβλίου αὐτοῦ, καθώς ἐπίσης καί τά συμπεράσματά της.
Γεγονός εἶναι ὅτι ἡ ἱστορία τοῦ θέματος αὐτοῦ ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Οὐκρανικός λαός ἀπό τήν Τσαρική ἀκόμη Αὐτοκρατορία ἀγωνιζόταν νά διαφυλάξη τήν ἐθνική του ταυτότητα καί νά ἐπιτύχη τήν ἀνεξαρτησία του, ἀλλά δυστυχῶς οἱ προσπάθειες του καταπνίγονταν στό αἷμα.
Φυσικά πρέπει νά προσευχόμαστε νά σταματήση ὁ πόλεμος καί νά ἀρχίσουν οἱ εἰρηνικές διαπραγματεύσεις γιά τήν σταθεροποίηση τῆς εἰρήνης, γιατί ἡ συνέχιση τοῦ πολέμου εἶναι μιά τραγωδία τόσο ἀπό ἐκκλησιαστικῆς ὅσο καί ἀνθρωπιστικῆς πλευρᾶς.
Καί ὅσοι δέν πείθονται ἀπό λογικά ἐπιχειρήματα, ἄς δοῦν τά δάκρυα καί τόν πόνο στά πρόσωπα τῶν μικρῶν παιδιῶν, ἀπό τά ὁποῖα βγαίνει ἕνα καυτό ἐρώτημα: «Γιατί ὁ πόλεμος;».
Καί τό ἐκπληκτικότερο εἶναι ὅτι ὁ πόλεμος γίνεται ἀπό ὀρθόδοξο λαό, τοῦ ὁποίου οἱ ἡγέτες προσεύχονται στούς Ὀρθόδοξους Ναούς καί ἔχουν στενή συνεργασία μέ τούς ἐκκλησιαστικούς τους ἡγέτες!! 
Τό κείμενο πού ἀκολουθεῖ εἶναι μιά μικρή συμπαράσταση μου στόν πονεμένο καί πληγωμένο Οὐκρανικό λαό, καί μέ αὐτόν τόν τρόπο ἐκφράζω τόν βαθύτατο πόνο μου, γιά ὅσα γίνονται αὐτές τίς ἡμέρες στήν Οὐκρανία.


Ρωσία καί Οὐκρανία

Διάβασα μέ ἐνδιαφέρον τό βιβλίο τῆς Anne Applebaum μέ τίτλο «Ὁ κόκκινος λιμός», δηλαδή «κόκκινη πείνα» καί ὑπότιτλο «ὁ πόλεμος τοῦ Στάλιν ἐναντίον τῆς Οὐκρανίας» (ἐκδ. Ἀλεξάνδρεια, Ὀκτώβριος 2019), σέ μετάφραση τοῦ Μενέλαου Ἀστερίου, καί εἶδα ἄγνωστα σέ μένα, ἀλλά καί σέ πολλούς ἄλλους στοιχεῖα γιά τήν σχέση καί διαφορά μεταξύ Ρωσίας καί Οὐκρανίας καί ὅσα φρικιαστικά γεγονότα ἔγιναν τά ἔτη 1931-1933, μέ τήν λιμοκτονία τοῦ Οὐκρανικοῦ λαοῦ.
Ἡ συγγραφεύς τοῦ βιβλίου Anne Applebaum ζῆ στήν Πολωνία καί εἶναι καθηγήτρια στό London School of Economics καί ἔχει γράψει καί ἄλλα βιβλία, μεταξύ τῶν ὁποίων, «Τό σιδηροῦν παραπέτασμα» καί τό «Γκουλάγκ», πού βραβεύθηκαν.
Στό κείμενό μου αὐτό θά σημειώσω τέσσερα συγκεκριμένα σημεῖα ἀπό τό ἐνδιαφέρον αὐτό βιβλίο.

Τό πρῶτον σημεῖο εἶναι, ποιά εἶναι ἡ ἐθνική καί πολιτιστική ταυτότητα τῆς Οὐκρανίας καί πῶς ἐπιχειρήθηκε ὁ ἐκρωσισμός της.

Τό δεύτερον σημεῖο εἶναι οἱ οὐκρανικές ἐπαναστάσεις πού ἔγιναν γιά τήν διάσωση τῆς ἐθνικῆς ταυτότητας τῆς Οὐκρανίας.

Τό τρίτον σημεῖο εἶναι πῶς οἱ Ρῶσοι κατέστειλαν καί κατέστρεψαν αὐτό τό οὐκρανικό ἐθνικό κίνημα, καί κυρίως τά γεγονότα τῶν ἐτῶν 1931-1933 πού ἀναφέρονται στήν γενοκτονία τοῦ Οὐκρανικοῦ λαοῦ ἀπό τούς Ρώσους μέ τήν λιμοκτονία.

Καί αὐτά θά παρουσιασθοῦν περιληπτικά. Στό τέλος θά καταγραφοῦν καί μερικές διαπιστώσεις.

1. Ὁ ἐκρωσισμός τῆς οὐκρανικῆς ἐθνικῆς ταυτότητας

Ἤδη ἀπό τήν εἰσαγωγή τοῦ βιβλίου γίνεται λόγος γιά τήν ἰδιαίτερη ἐθνική καί πολιτιστική ταυτότητα τῆς Οὐκρανίας.

«Στό τέλος τοῦ μεσαίωνα ὑπῆρχε διακριτή οὐκρανική γλώσσα σλαβικῆς προέλευσης, ἡ ὁποία συγγένευε τόσο μέ τήν πολωνική ὅσο καί μέ τήν ρωσική γλώσσα, ἀλλά καί διέφερε ἀπό αὐτές, ἀκριβῶς ὅπως ἡ ἰταλική γλώσσα συγγενεύει μέ τήν ἰσπανική καί τήν γαλλική γλώσσα, ἀλλά καί διαφέρει ἀπό αὐτές». Οἱ Οὐκρανοί ἔχουν δικά τους ἤθη καί ἔθιμα, παραδόσεις, δικούς τους ἥρωες καί θρύλους.

Ἡ Οὐκρανία ἀνῆκε στήν Ρωσική Αὐτοκρατορία ἀπό τόν 18ο ἕως τόν 20ό αἰώνα, ἐνῶ προηγουμένως τά ἐδάφη της ἀνῆκαν στήν Πολωνία, μάλιστα τήν Πολωνολιθουανική Ἕνωση. «Ἀκόμη νωρίτερα τά οὐκρανικά ἐδάφη ἦταν πυρῆνας τοῦ “βασιλείου τῶν Ρώς”».

Γράφεται ὅτι «ἡ Οὐκρανία ἦταν ἕνα ἐξιδανικευμένο, ἐναλλακτικό ἔθνος, πιό πρωτόγονο καί ταυτοχρόνως πιό αὐθεντικό, πιό συναισθηματικό, πιό ποιητικό ἀπό ὅ,τι ἡ Ρωσία». Ὅμως, κατά περιόδους τόσο οἱ Πολωνοί ὅσο καί οἱ Ρῶσοι ἐπιδίωκαν «νά ὑπονομεύσουν ἤ νά ἀρνηθοῦν τήν ὕπαρξη οὐκρανικοῦ ἔθνους».

Ἡ Τσαρική Αὐτοκρατορία ἐπιδίωκε νά ἐκρωσίση τήν Οὐκρανία. Ὁ Τσάρος Ἀλέξανδρος Α΄ στήν πρώτη μεγάλη ἐκπαιδευτική μεταρύθμιση πού ἔγινε στήν Ρωσική Αὐτοκρατορία, ἀπέτρεψε νά χρησιμοποιοεῖται στά Σχολεῖα ἡ οὐκρανική γλώσσα μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι δέν εἶναι γλώσσα, ἀλλά διάλεκτος. Αὐτό, βεβαίως, θά τό συνεχίσουν ἀργότερα καί οἱ Μπολσεβίκοι πράγμα πού περιόριζε «τήν ἐπιρροή τοῦ ἐθνικοῦ κινήματος καί ὁδήγησε στόν “ἀναλφαβητισμό”, ἀλλά, βέβαια, καί στόν “ἐκρωσισμό”».

«Μέχρι τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 ἡ ἐργασία στή δημόσια διοίκηση, τά ἐλεύθερα ἐπαγγέλματα καί τήν ἐπιχειρηματική δραστηριότητα ἀπαιτοῦσαν παιδεία στή ρωσική γλώσσα καί ὄχι στήν οὐκρανική. Στήν πράξη αὐτό σήμαινε ὅτι οἱ Οὐκρανοί πού ἦταν πολιτικά, οἰκονομικά ἤ πνευματικά φιλόδοξοι ἔπρεπε νά γνωρίζουν τή ρωσική γλώσσα».

Τό ρωσικό Κράτος ἐμπόδιζε κάθε ἀναβίωση τοῦ οὐκρανικοῦ ἐθνικοῦ κινήματος, ἀπέκλειε τίς οὐκρανικές ὀργανώσεις ἀπό τήν κοινωνία τῶν πολιτῶν καί ἀπό τούς κρατικούς θεσμούς. Μάλιστα, ὁ Τσάρος Ἀλέξανδρος Β΄ τό ἔτος 1876 «ἐξέδωσε διάταγμα πού ἔθετε ἐκτός νόμου οὐκρανικά βιβλία καί περιοδικά καί ἀπαγόρευε τή χρήση τῆς οὐκρανικῆς γλώσσας στά θέατρα, ἀκόμη καί στή μουσική λιμπρέτα», κείμενα ὄπερας.

Ὁ ἴδιος Τσάρος ἀπηγόρευσε τίς νέες ἐθελοντικές ὀργανώσεις μέ οὐκρανική ταυτότητα, ἐνῶ ἀντίθετα ἐπιχορηγοῦσε φιλορωσικές ἐφημερίδες καί ὀργανώσεις. Αὐτός ὁ ἐκρωσισμός τῶν Οὐκρανῶν ἐπεξετεινόταν καί στήν ἐκβιομηχάνιση, ἀφοῦ οἱ Ρῶσοι ἐνίσχυαν τήν κατασκευή ἐργοστασίων στίς οὐκρανικές πόλεις, ἀπό ἄλλα μέρη τῆς Ρωσικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἔτσι, «τό 1917 μόλις τό ἕνα πέμπτο τῶν κατοίκων τοῦ Κιέβου μιλοῦσε οὐκρανικά».

Μέ ὅλους αὐτούς τούς τρόπους ἡ Τσαρική Ρωσία, πρίν ἐπικρατήσει ὁ κομμουνισμός στήν Ρωσία, προσπαθοῦσε νά ἀποδομήση τήν οὐκρανική ἐθνική παράδοση καί ταυτότητα, ἐπιχειροῦσε τόν ἐκρωσισμό τοῦ οὐκρανικοῦ λαοῦ.

Φυσικά αὐτό δέν γινόταν σέ ἕνα κλίμα ἀπάθειας τῶν Οὐκρανῶν, γι’ αὐτό «συχνά ξεσποῦσαν ἀντιπαραθέσεις ἀνάμεσα σέ Ρώσους καί Οὐκρανούς ἐργάτες (στά ἐργοστάσια στά ὁποῖα μιλοῦνταν ἡ ρωσική γλώσσα), οἱ ὁποῖες μερικές φορές ἔπαιρναν “τή μορφή τῶν πιό ἄγριων μαχαιρωμάτων” καί μαζικῶν βίαιων συγκρούσεων».

2. Οἱ οὐκρανικές ἐπαναστάσεις γιά τήν συγκρότηση Κράτους

Ὅταν κατέρρευσε ἡ Ρωσική Αὐτοκρατορία τό 1917 καί ἡ Αὐστροουγγρική Αὐτοκρατορία τό 1918, τότε πολλοί Οὐκρανοί σκέφθηκαν νά ἐγκαθιδρύσουν ἕνα ἀνεξάρτητο Οὐκρανικό Κράτος. Ἔγιναν διάφορες αἱματηρές συγκρούσεις μέ τούς Πολωνούς καί τούς Ρώσους καί τελικά οἱ πολιτικοί πού συγκεντρώθηκαν τό 1919 στίς Βερσαλίες καί χάραξαν τά σύνορα τῶν νέων Κρατῶν, δηλαδή τῆς Πολωνίας, τῆς Αὐστρίας, τῆς Τσεχοσλοβακίας καί τῆς Γιουγκοσλαβίας, δέν συμπεριέλαβαν καί τήν Οὐκρανία.

Πάντως, τήν 1η Ἀπριλίου τοῦ ἔτους 1917 τό οὐκρανικό ἐθνικό κίνημα ἔκανε μεγάλη διαδήλωση μέ συνθήματα, ὅπως «ἐλεύθερη Οὐκρανία σέ μιά ἐλεύθερη Ρωσία», δηλαδή ζητοῦσαν αὐτονομία. Οἱ διαδηλωτές, παιδιά, στρατιῶτες, ἐργάτες, μπάντες μουσικές, καί ἀξιωματοῦχοι κρατοῦσαν μπλέ καί κίτρινες σημαῖες γιά τήν Οὐκρανία καί κόκκινες σημαῖες γιά τόν σοσιαλισμό, καί συγχρόνως κρατοῦσαν πανώ μέ αὐτονομιστικά συνθήματα, ὅπως τό πιό πάνω. Πίστευαν ὅτι μέ τήν πτώση τοῦ Τσαρισμοῦ οἱ Μπολσεβίκοι θά βοηθοῦσαν τήν συγκρότηση τοῦ οὐκρανικοῦ Κράτους.

Τότε συγκροτήθηκε τό «Κεντρικό Συμβούλιο» πού διεκδικοῦσε νά κυβερνήση τήν ἐλεύθερη Οὐκρανία. Ἱδρύθηκε ἡ Ἀκαδημία Καλῶν Τεχνῶν, πού σχεδίασε ἕνα οὐκρανικό οἰκόσημο, χαρτονομίσματα καί γραμματόσημα. Συγκροτήθηκε ἡ οὐκρανική Κυβέρνηση. Ἔγιναν διάφορες Οἰκουμενικές Διακηρύξεις πού κήρυσσαν τήν «αὐτονομία» τῆς Οὐκρανίας καί τελικά κήρυξαν «τήν ἀνεξαρτησία τῆς Ἐθνικῆς Δημοκρατίας τῆς Οὐκρανίας» καί καλοῦσαν τόν λαό γιά ἐκλογές γιά συντακτική συνέλευση.

Τήν περίοδο αὐτή «ἡ οὐκρανική γλώσσα ἔγινε καί πάλι συνώνυμο τῆς οἰκονομικῆς καί πολιτικῆς ἀπελευθέρωσης» καί ἡ «δημόσια χρήση τῆς μητρικῆς γλώσσας ἔγινε ἐπίσης πηγή περηφάνιας». Τυπώθηκαν βιβλία ἀφιερωμένα στήν οὐκρανική γλώσσα.

Ἐπίσης, ἡ νέα Οὐκρανική Κυβέρνηση εἶχε μερικές διπλωματικές ἐπιτυχίες, ὅπως τό ὅτι «μετά τήν ἀνακήρυξη τῆς ἀνεξαρτησίας τῆς Οὐκρανίας, στίς 26 Ἰανουαρίου 1918», ὁ Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν τῆς Δημοκρατίας τῆς Οὐκρανίας «ἐξασφάλισε τήν de facto ἀναγνώριση τοῦ Κράτους του ἀπό ὅλες τίς κύριες Εὐρωπαϊκές δυνάμεις», μεταξύ τῶν ὁποίων ἦταν ἡ Γαλλία, ἡ Μεγάλη Βρετανία, ἡ Αὐστροουγγαρία, ἡ Γερμανία, ἡ Βουλγαρία, ἡ Τουρκία, ἀκόμα καί ἡ Σοβιετική Ρωσία. Ἐπίσης, οἱ Ἡνωμένες Πολιτεῖες ἔστειλαν διπλωμάτη γιά νά ἀνοίξη Προξενεῖο στό Κίεβο.

Ὅμως, ὁ Κόκκινος Στρατός σχεδίαζε νά καταλάβη τήν Οὐκρανία. Ἔτσι, «ὁ Λένιν ἐνέκρινε τήν πρώτη σοβιετική ἐπίθεση ἐναντίον τῆς Οὐκρανίας τόν Ἰανουάριο τοῦ 1918 καί τόν Φεβρουάριο συγκρότησε στό Κίεβο ἕνα βραχύβιο ἀντιουκρανικό καθεστώς». Οἱ Μπολσεβίκοι ἀπεχθάνονταν τήν ἰδέα τῆς οὐκρανικῆς ἀνεξαρτησίας, διότι τήν θεωροῦσαν ὡς «νοτιοδυτική Ρωσία», ὅπως διδάχθηκαν κατά τήν Ρωσική Τσαρική Αὐτοκρατορία.

Ὁ Στάλιν τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1917, ὡς Λαϊκός Ἐπίτροπος ὑπεύθυνος γιά τίς Ἐθνότητες στήν πρώτη μπολσεβίκικη Κυβέρνηση, εἶχε γιά τήν Οὐκρανία δύο ἄμεσες προτεραιότητες. «Ἡ πρώτη ἦταν νά ὑπονομεύση τό Ἐθνικό Κίνημα, πού ἦταν σαφῶς ὁ σημαντικότερος ἀντίπαλος τῶν μπολσεβίκων στήν Οὐκρανία. Ἡ δεύτερη ἦταν νά ἀποκτήση τόν ἔλεγχο τῶν σιτηρῶν τῆς Οὐκρανίας».

Τό σχέδιο ἦταν νά ἀποσταθεροποιηθῆ ἡ Οὐκρανική Κυβέρνηση, πράγμα πού ἔγινε μέ τό πραξικόπημα, καί ὅταν αὐτό ἀπέτυχε δημιουργήθησαν μιά «Ἐναλλακτική» Κεντρική Ἐκτελεστική Ἐπιτροπή τῆς Οὐκρανίας καί ὕστερα μιά «σοβιετική κυβέρνηση» στό Χάρκοβο, μιά ρωσόφωνη πόλη.

Ἀπό τήν πόλη αὐτή ὁ Κόκκινος Στρατός πέρασε στόν Νότο καί μαζί μέ τήν κατάληψή του ἐκτελοῦσαν τούς ὑπόπτους ἐθνικιστές. Ἔτσι, οἱ ἄνδρες τοῦ στρατηγοῦ Μιχαήλ Μουραβιόφ «πυροβολοῦσαν ὅποιον ἄκουαν νά μιλᾶ οὐκρανικά δημοσίως καί κατέστρεψαν τά σημάδια τῆς οὐκρανικῆς ἐξουσίας, ὅπως τίς οὐκρανικές πινακίδες στούς δρόμους, οἱ ὁποῖες εἶχαν ἀντικαταστήσει τίς ρωσικές μόλις μερικές ἑβδομάδες νωρίτερα». Ἔγινε καί ἄλλη ἐξέγερση τῶν Οὐκρανῶν τό ἔτος 1919 καί ἀκολούθησαν σφαγές ἐκατέρωθεν.

Ἑπομένως, οἱ Οὐκρανοί ὅλα αὐτά τά χρόνια ἤθελαν νά διατηρήσουν τήν οὐκρανική ἐθνική ταυτότητά τους, ἐνῶ πρῶτα ἡ Τσαρική Αὐτοκρατορία καί ἀργότερα οἱ Μπολσεβίκοι προσπαθοῦσαν νά ἐξαφανίσουν τήν ἐθνική ταυτότητα τῶν Οὐκρανῶν καί νά τούς ἐκρωσίσουν.

Ὅταν οἱ Μπολσεβίκοι γιά δεύτερη φορά ἔφθασαν στό Κίεβο ἀκολούθησαν τήν τακτική τῶν Τσάρων. «Ἀπαγόρευσαν τίς οὐκρανικές ἐφημερίδες, σταμάτησαν τήν χρησιμοποίηση τῆς οὐκρανικῆς γλώσσας στά σχολεῖα καί ἔκλεισαν τά οὐκρανικά θέατρα». Προχώρησαν σέ συλλήψεις Οὐκρανῶν διανοουμένων, οἱ ὁποῖοι κατηγοροῦνταν ὅτι ἦταν ὑπέρ τῆς “ἀπόσχισης” τῆς Οὐκρανίας».

3. Τά γεγονότα τῶν ἐτῶν 1931-1933

Ὁ κύριος ὄγκος τοῦ βιβλίου περιστρέφεται στήν περιγραφή τῶν γεγονότων πού συνέβησαν τήν περίοδο 1931-1933. Ἡ κολλεκτιβοποίηση καί ἡ συγκέντρωση τῶν σιτηρῶν ἐπέφερε μεγάλη πείνα στόν λαό. Δέν εἶναι εὔκολο νά καταγραφοῦν ἐδῶ ὅσα περιγράφονται στό συγκλονιστικό αὐτό βιβλίο.

Συγκεκριμένα τό βιβλίο «ὁ κόκκινος λιμός» ἀναφέρεται στήν πολιτική τοῦ Στάλιν, ὁ ὁποῖος «ἐγκαινίασε τήν κολλεκτιβοποίηση τῆς γεωργίας», πού θεωρεῖται μιά «δεύτερη ρωσική ἐπανάσταση», ἡ ὁποία ἐξανάγκασε «ἑκατομμύρια ἀγρότες νά ἀποποιηθοῦν τήν γῆ τους καί ἐνταχθοῦν σέ κολχόζ».

Τήν περίοδο μεταξύ τῶν ἐτῶν1931-33 στήν Σοβιετική Ἕνωση πέθαναν ἀπό πείνα (λιμό) πέντε ἑκατομμύρια ἄνθρωποι, ἀπό τά ὁποῖα πάνω ἀπό τρία ἑκατομμύρια ἦταν Οὐκρανοί. Ἔτσι ἐξηγεῖται ὁ τίτλος τοῦ βιβλίου «ὁ κόκκινος λιμός».

Σέ πολλά κεφάλαια περιγράφονται ὅλα τά συνταρακτικά γεγονότα πού προῆλθαν ἀπό τίς ἐνέργειες τοῦ Στάλιν, τά ὁποῖα ἡ συγγραφεύς βρῆκε σέ ἀρχεῖα καί τά παρουσιάζει ἀναλυτικά.

Ὅπως σημειώνεται στόν Πρόλογο «τό κεντρικό θέμα τοῦ βιβλίου εἶναι πιό συγκεκριμένο: Τί συνέβη πραγματικά στήν Οὐκρανία ἀπό τό 1917 ἕως τό 1934; Ἰδίως τί συνέβη τό φθινόπωρο, τόν χειμώνα καί τήν ἄνοιξη τοῦ 1932-1933; Ποιά ἀλυσίδα γεγονότων καί ποιά νοοτροπία ὁδήγησαν στόν λιμό; Ποιός ἦταν ὑπεύθυνος; Πῶς αὐτό τό τρομερόν συμβάν ἐντάσσεται στήν εὑρύτερη ἱστορία τῆς Οὐκρανίας καί τοῦ οὐκρανικοῦ ἐθνικοῦ κινήματος;».

Τό κεφάλαιο «Λιμοκτονία: ἄνοιξη καί καλοκαίρι, 1933» καταγράφει μέ συγκλονιστικό τρόπο τίς συνέπειες τῆς πείνας στόν Οὐκρανικό λαό, πού ἦταν οἱ ἀσθένειες, οἱ θάνατοι, τά ἐγκλήματα, οἱ διαταραχές στόν ψυχισμό τῶν ἀνθρώπων, ἡ γενική ἀδιαφορία, τά πτώματα πού βρίσκονταν στούς δρόμους, οἱ κανιβαλισμοί.

Πρέπει κανείς νά ἔχη μεγάλη ψυχική δύναμη γιά νά διαβάση αὐτό τό κεφάλαιο. Εἶναι φρικιαστικά ὅσα συνέβησαν καί περιγράφονται ρεαλιστικά.

Ὁ Πολωνοεβραῖος δικηγόρος Ραφαήλ Λέμκιν, ὁ ὁποῖος ἐπινόησε τόν ὅρο «γενοκτονία», θεωροῦσε τήν Οὐκρανία αὐτῆς τῆς περιόδου ὡς κλασσικό παράδειγμα “γενοκτονίας”». Προσπάθησαν νά ἀφανίσουν ἕναν ὁλόκληρο λαό.

Τά κεφάλαια τοῦ βιβλίου πού ἀναφέρονται στό θέμα τοῦ λιμοῦ-πείνας εἶναι τά ἑξῆς:

«Λιμός καί ἐκεχειρία: ἡ δεκαετία τοῦ ’20». «Ἡ διπλῆ κρίση, 1927-1929». «Κολεκτιβοποίηση: ἐπανάσταση στήν ὕπαιθρο, 1930». «Ἐξέγερση, 1930». «Ἡ κολεκτιβοποίηση ἀποτυγχάνει, 1931-1932». «Ἀποφάσεις γιά τόν λιμό, 1932: ἐπιτάξεις, μαῦρες λίστες καί σύνορα». «Ἀποφάσεις γιά τόν λιμό, 1932: τό τέλος τῆς οὐκρανοποίησης». «Ἀποφάσεις γιά τόν λιμό, 1932: οἱ ἔρευνες καί οἱ ἐρευνητές». «Λιμοκτονία»: ἄνοιξη καί καλοκαίρι, 1933». «Τά ἐπακόλουθα τοῦ λιμοῦ». «Ἡ συγκάλυψη». «Τό χολοντομόρ στήν ἱστορία καί τή μνήμη».

Σέ ἄλλο Κεφάλαιο μέ τίτλο «Ἐπιβίωση: ἄνοιξη καί κολοκαίρι, 1933» περιγράφεται ἡ προσπάθεια τῶν Οὐκρανῶν νά ἐπιβιώσουν.

Συγκλονιστικό εἶναι καί τό Κεφάλαιο «Τά ἐπακόλουθα τοῦ λιμοῦ».

Δέν εἶναι δυνατόν νά καταγραφοῦν ἐδῶ ἀκόμη καί μερικά συγκλονιστικά περιστατικά, ἀπό τό βιβλίο αὐτό.

4. Διαπιστώσεις

Βέβαια, σκοπός τοῦ σύντομου αὐτοῦ κειμένου μου δέν εἶναι νά παρουσιάση τά σχετικά μέ τόν λιμό-πείνα αὐτῆς τῆς περιόδου στήν Οὐκρανία, πού προκάλεσε ἡ πολιτική τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης, ἀλλά νά δείξη πῶς ταπεινώθηκε ἕνας λαός πού ἤθελε τήν ἐθνική του ταυτότητα καί ἀνεξαρτησία.

Ἡ συγγραφεύς γράφει: «Ὅμως τό 1991 ὑλοποιήθηκαν οἱ χειρότεροι φόβοι τοῦ Στάλιν. Ἡ Οὐκρανία κήρυξε τήν ἀνεξαρτησία της. Ἡ Σοβιετική Ἕνωση ἔπαψε νά ὑπάρχει, ἐν μέρει ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἀπόφασης τῆς Οὐκρανίας νά ἀποσχισθεῖ. Γιά πρώτη φορά στήν ἱστορία δημιουργήθηκε μιά κυρίαρχη Οὐκρανία, μαζί μέ μιά νέα γενιά Οὐκρανῶν ἱστορικῶν, ἀρχειοθετῶν, δημοσιογράφων καί ἐκδοτῶν» οἱ ὁποῖοι ἔφεραν στό φῶς ὅλη αὐτή τήν ἱστορία τῆς λιμοκτονίας τοῦ οὐκρανικοῦ λαοῦ τά ἔτη 1932-1933.

Στόν Ἐπίλογο τοῦ βιβλίου καταγράφονται μερικές διαπιστώσεις τῆς συγγραφέως. Θά παρατεθοῦν μερικές ἀπό αὐτές.

«Ἡ μελέτη τοῦ λιμοῦ βοηθᾶ νά ἐξηγήσουμε τήν σημερινή Οὐκρανία, ἀλλά προσφέρει ἐπίσης ἕναν ἑρμηνευτικό ὁδηγό γιά πλευρές τῆς συμπεριφορᾶς τῆς σημερινῆς Ρωσίας, πολλές ἀπό τίς ὁποῖες ἀποτελοῦν μέρος παλαιοτέρων προτύπων. Ἀπό τήν ἐποχή τῆς ἐπανάστασης οἱ μπολσεβίκοι ἤξεραν ὅτι ἦταν μειοψηφία στήν Οὐκρανία. Γιά νά καθυποτάξουν τήν πλειοψηφία, δέν χρησιμοποίησαν μόνο ἀκραία βία ἀλλά καί κακόβουλες καί ἐπιθετικές μορφές προπαγάνδας. Πρίν ἀπό τόν λιμό εἶχε προηγηθεῖ μιά δεκαετία “φρασεολογίας μίσους”, μέ βάση τήν ὁποία μερικοί χαρακτηρίζονταν “νομιμόφρονες” Σοβιετικοί πολίτες καί κάποιοι ἄλλοι κουλάκοι “ἐχθροί”, προνομιοῦχα τάξη ἡ ὁποία θά ἔπρεπε νά ἀφανιστεῖ γιά νά ἀνοίξει ὁ δρόμος γιά τήν ἐπανάσταση τοῦ λαοῦ. Αὐτή ἡ ἰδεολογική φρασεολογία δικαιολογοῦσε τή συμπεριφορά τῶν ἀνδρῶν καί τῶν γυναικῶν πού διευκόλυναν τόν λιμό, τῶν ἀνθρώπων πού ἔπαιρναν τά τρόφιμα ἀπό λιμοκτονοῦσες οἰκογένειες, τῶν ἀστυνομικῶν πού συνελάμβαναν καί σκότωναν συμπολίτες τους. Παρεῖχε ἐπίσης σέ ὅλους αὐτούς ἠθική καί πολιτική αἰτιολόγηση τῶν πράξεών τους. Ἐλάχιστοι ἀπό ἐκείνους πού ὀργάνωσαν τόν λιμό ἔνιωθαν ἔνοχοι γιά τίς πράξεις τους. Ἦταν πεισμένοι ὅτι οἱ θνήσκοντες ἀγρότες ἦταν “ἐχθροί τοῦ λαοῦ”, ἐπικίνδυνοι ἐγκληματίες πού ἔπρεπε νά ἐξαλειφθοῦν στό ὄνομα τῆς προόδου».

Σέ ἄλλο σημεῖο γράφεται:

«Ὁ ἐκρωσισμός πού ἀκολούθησε τόν λιμό ἄφησε ἐπίσης τά σημάδια του. Ἐπειδή ἡ ΕΣΣΔ κατέστρεψε συστηματικά τήν οὐκρανική κουλτούρα καί μνήμη, πολλοί Ρῶσοι δέν ἀντιμετωπίζουν τήν Οὐκρανία ὡς ξεχωριστό ἔθνος μέ τή δική του ξεχωριστή ἱστορία. Πολλοί Εὐρωπαῖοι μόλις πού γνωρίζουν ἀμυδρά τήν ὕπαρξη τῆς Οὐκρανίας. Τά αἰσθήματα πίστης καί ἀφοσίωσης τῶν ἰδίων τῶν Οὐκρανῶν εἶναι μικτά καί συγκεχυμένα».

Καί τό βιβλίο τελειώνει μέ τήν ἑξῆς διαπίστωση:

«Ἡ ἱστορία περικλείει ἐλπίδες καί τραγωδίες. Τελικά ἡ Οὐκρανία δέν καταστράφηκε. Ἡ οὐκρανική γλώσσα δέν ἐξαφανίστηκε. Δέν ἐξαφανίστηκε οὔτε ἡ ἐπιθυμία γιά ἀνεξαρτησία οὔτε ἡ ἐπιθυμία γιά δημοκρατία ἤ γιά μιά πιό δίκαιη κοινωνία ἤ γιά ἕνα οὐκρανικό κράτος πού νά ἐκπροσωπεῖ πραγματικά τούς Οὐκρανούς. Ὅταν αὐτό ἔγινε ἐφικτό, οἱ Οὐκρανοί ἐξέφρασαν τίς ἐπιθυμίες τους. Ὅταν τούς ἐπιτράπηκε νά τό κάνουν τό 1991, ψήφισαν στήν συντριπτική πλειοψηφία τους ὑπέρ τῆς ἀνεξαρτησίας. Ὅπως διακηρύσσει ὁ ἐθνικός ὕμνος, ἡ Οὐκρανία δέν πέθανε.

Τελικά ὁ Στάλιν ἀπέτυχε. Τή δεκαετία τοῦ ’30 ἐξοντώθηκε μιά γενιά Οὐκρανῶν διανοουμένων καί πολιτικῶν, ἀλλά ἡ κληρονομιά τους ἐπιβίωσε. Τή δεκαετία τοῦ ’60 ἀναζωογονήθηκαν οἱ ἐθνικές βλέψεις, συνδεδεμένες, ὅπως στό παρελθόν, μέ τίς βλέψεις γιά ἐλευθερία. Αὐτές οἱ βλέψεις διατηρήθηκαν, ἄν καί χωρίς νά ἐκφράζονται λόγω τῆς καταπίεσης, τίς δεκαετίες τοῦ ’70 καί τοῦ ’80 καί ἐκφράστηκαν ἀνοιχτά τή δεκαετία τοῦ ’90. Μιά νέα γενιά Οὐκρανῶν διανοουμένων καί ἀκτιβιστῶν ἐπανεμφανίστηκε τήν δεκαετία τοῦ 2000.

Ἡ ἱστορία τοῦ λιμοῦ εἶναι τραγωδία χωρίς εὐτυχές τέλος. Ὅμως ἡ ἱστορία τῆς Οὐκρανίας δέν εἶναι τραγωδία. Ἑκατομμύρια ἄνθρωποι ἐξοντώθηκαν, ἀλλά τό οὐκρανικό ἔθνος διατηρεῖται. Ἡ μνήμη κατεστάλη, ὅμως τώρα οἱ Οὐκρανοί συζητοῦν καί ἀντιπαρατίθενται γιά τό παρελθόν τους. Τά ἀποτελέσματα ἀπογραφῶν τοῦ πληθυσμοῦ καταστράφηκαν, ἀλλά τώρα τά ἀρχεῖα εἶναι προσβάσιμα.

Ὁ λιμός καί τά ἐπακόλουθά του ἄφησαν τρομερά σημάδια. Ὅμως, μολονότι οἱ πληγές παραμένουν, ἑκατομμύρια Οὐκρανοί προσπαθοῦν γιά πρώτη φορά μετά τό 1933 νά τίς ἐπουλώσουν. Ὡς ἔθνος οἱ Οὐκρανοί γνωρίζουν τί συνέβη τόν 20ό αἰώνα, καί αὐτή ἡ γνώση μπορεῖ νά τούς βοηθήσει νά διαμορφώσουν τό μέλλον τους».

Διαβάζοντας κανείς αὐτό τό συγκλονιστικό βιβλίο καταλαβαίνει πολύ καλά καί τήν ἐκκλησιαστική πολιτική τοῦ θέματος.

Καταλαβαίνει γιατί οἱ Οὐκρανοί μαζί μέ τήν ἀνακήρυξη τῆς ἀνεξαρτησίας τους ἀπό τήν Ρωσία τό 1917, ἀνεκήρυξαν συγχρόνως καί τήν αὐτοκεφαλία τῆς Ἐκκλησίας, τήν ἀποδέσμευσή της ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Μόσχας, καί αὐτό ἐπαναλήφθηκε καί ἀργότερα τό 1923-1925 καί τό 1942, καί τό ζητοῦσαν ἀπό τό 1991.

Ἔτσι, ἀντιλαμβάνεται κανείς γιατί σέ κάθε ἀνακήρυξη τῆς ἐκκλησιαστικῆς αὐτοκεφαλίας στήν Οὐκρανία ἀκολουθοῦσαν ἀντιδράσεις ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Μόσχας.

Ἀκόμη ἐξηγεῖται γιατί μερικοί Οὐκρανοί διέκοψαν κάθε ἐξάρτηση ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Μόσχας καί προχώρησαν σέ αὐτοχειροτονίες.

Καθώς, ἐπίσης, ἔτσι καταλαβαίνει κανείς ὅτι ἡ πολιτική τῆς Μόσχας ὁδήγησε μιά ὁμάδα Χριστιανῶν νά ζητήσουν προστασία ἀπό τόν Πάπα καί σχηματίσθηκε ἡ Οὐνία στήν Οὐκρανία.

Ὅπως, ἐπίσης, ἀντιλαμβάνεται πῶς μποροῦν νά ἑρμηνευθοῦν οἱ ποικιλότροπες διεισδύσεις τῶν Ρώσων σέ ἄλλα Πατριαρχεῖα καί Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, πολύ περισσότερο σέ τί ἀποβλέπει ἡ ὑπονόμευση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.

Ἔτσι ἐξηγεῖται ὅτι στίς 27-1-2015 μέ Διάταγμα τοῦ Οὐκρανικοῦ Κοινοβουλίου ἡ Ρωσία θεωρήθηκε ὡς «Ἐπιθετικό Κράτος». Γι’ αὐτό πολλοί Οὐκρανοί θεωροῦν ὅτι ἐκεῖνοι πού μνημονεύουν τόν Πατριάρχη Μόσχας ἐκλαμβάνονται ὡς «Ἐκκλησία τοῦ Ἐπιθετικοῦ Κράτους» ἤ ἀκόμη ὡς «Ἐκκλησία τοῦ κατακτητῆ» ἤ ὡς «ξένος» ἐκκλησιαστικός ὀργανισμός (Καθηγητής Κυριάκος Κυριαζόπουλος).

Δυστυχῶς ἀλλά συνήθως τά ἐκκλησιαστικά προβλήματα συνδέονται στενά μέ τίς πολιτικές ἐξελίξεις, εἴτε προηγοῦνται εἴτε ἕπονται, καί δέν μποροῦν νά ἑρμηνευθοῦν ἀνεξάρτητα ἀπό αὐτές.

Πάντως, διαβάζοντας κανείς αὐτό τό βιβλίο βλέπει στήν Οὐκρανία ἕναν λαό πού ἀναζητοῦσε ἀπό τήν Τσαρική ἀκόμη Αὐτοκρατορία μέχρι τό 1990 νά διαφυλάξη τήν ἐθνική του ταυτότητα καί νά ἐπιτύχη τήν ἀνεξαρτησία του.

Καί οἱ προσπάθειες αὐτές καταπνίγονταν στό αἷμα. Πρόκειται, λοιπόν, γιά ἕναν λαό πού ζητοῦσε καί ζητᾶ τήν ἐθνική, πολιτική καί ἐκκλησιαστική ἀνεξαρτησία του.

Μακάρι νά τό καταλάβουν αὐτό μερικοί κοντόφθαλμοι ἐκκλησιαστικοί καί μή παράγοντες.

Η παραπληροφόρηση και η αλήθεια για την Ουκρανία


Του Γιώργου Ρακκά

Πολλοί, ακόμα και αρκετοί φίλοι, απευθύνουν έκκληση «να δούμε την μεγάλη γεωπολιτική εικόνα». Όταν στο Χάρκοβο ο επιτιθέμενος βομβαρδίζει τυφλά (την στιγμή που γίνονται… διαπραγματεύσεις), όταν ρίχνει θερμοβαρικές βόμβες στην Οκτρίκα (όπως καταγγέλλει ο δήμαρχός της), όταν έχει στοχοποιήσει και μέλη της ελληνικής κοινότητας (πληροφορίες για 2 ακόμη νεκρούς, και συνολικά 12) στην κοινότητα του Σαρτανά, σήμερα, ενώ επίκειται να εισέλθουν στην ευρύτερη περιοχή οι δυνάμεις των Τσετσένων) το να επιμένει κανείς «στην μεγάλη εικόνα» ισοδυναμεί με το να κλείνει τα μάτια του στην τραγωδία των πραγματικών ανθρώπων –για την ακρίβεια, ενός ολόκληρου λαού. Όχι μόνον δεν μπορεί να συναινέσει κανείς απέναντι σε αυτόν τον «αναλυτικό αντιανθρωπισμό», αλλά είναι να βγαίνει και από τα ρούχα του κιόλας…

Η στοχοποίηση των αμάχων

Στην Ουκρανία λαμβάνει χώρα μια με νύχια και με δόντια λαϊκή αντίσταση απέναντι στη ρωσική εισβολή. Τα ρεπορτάζ με πολίτες που κατασκευάζουν εκατοντάδες μολότωφ προς υποδοχή των εισβολέων έχουν κάνει το γύρο του κόσμου. Το σφυροκόπημα, επομένως, ανοχύρωτων πόλεων από τους Ρώσους δεν οφείλεται σε «λάθος», αλλά έχει σα σκοπό να καμφθεί το ηθικό του ουκρανικού λαού ώστε να πάψει να αντιστέκεται. Πως το είπανε στο τελεσίγραφο που απηύθυναν στην πόλη του Κιέβου την Κυριακή το πρωΐ; «Παραδοθείτε ειδάλλως υπεύθυνοι για την αιματοχυσία θα είστε εσείς». Τα ίδια, δηλαδή, που έλεγαν οι Γερμανοί όταν περικύκλωναν τα ελληνικά χωριά στην Κατοχή, προς αναζήτηση των αντιστασιακών σωμάτων. Ιδίας νοοτροπίας, η ένταση των πολεμικών επιχειρήσεων από τους Ρώσους καθώς εξελίσσονται διαπραγματεύσεις, καθώς επιδιώκουν να τις διεξάγουν με το πιστόλι στον κρόταφο των Ουκρανών. Είπαμε: Πεποίθηση του καθεστώτος Πούτιν είναι ότι οι άνθρωποι δεν είναι παρά πιόνια στην «μεγάλη σκακιέρα»…

«Οι Ουκρανοί είναι ναζί»

Η ταύτιση όλων των Ουκρανών με τους ναζί, είναι μια από τις αιχμές της ρωσικής προπαγάνδας. Την ξεπατίκωσε από τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ εναντίον της Σερβίας το 1999, όπου οι Σέρβοι στοχοποιούνταν συλλήβδην ως “φασίστες”, αποδίδοντάς τους συλλογική ευθύνη για την ύπαρξη του Αρκάν, ή για διάφορα “φιντάνια” της κυβέρνησης Μιλόσεβιτς.

Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση της Ουκρανίας έχει τόση σχέση με τους ναζί όση έχει και το καθεστώς της Ρωσίας: Για το «τάγμα Αζόφ» είναι γνωστοί οι Ουκρανοί, τις ακροδεξιές οργανώσεις που έδρασαν παράλληλα με τις άλλες πολιτικές παρατάξεις στην Μεϊντάν και ισχυροποιήθηκαν μέσω του κινήματος αυτού· το ρωσικό καθεστώς έχει τους «Λύκους της Νύχτας» και την «Ομάδα Βάγκνερ», οι επικεφαλής του οποίου συνδέονται προσωπικά με τον ίδιον τον Πούτιν, απολαμβάνει της υποστήριξης του Βλαντιμίρ Ζιρινόφσκι, ενώ η ρωσική κυβέρνηση υποστηρίζει ανοιχτά τα περισσότερα ακροδεξιά κινήματα στην Ευρώπη (μεταξύ των οποίων, το… NPD της Γερμανίας, που είναι το κόμμα για το οποίο εφευρέθηκε ο όρος ‘νεοναζί’, καθώς και την επίσης αμιγώς νεοναζιστική, Χρυσή Αυγή).

Και επειδή τα πολλά λόγια είναι φτώχεια, ας παρουσιάσουμε εντελώς επιγραμματικά την περίπτωση του Ντιμίτρι Ούτκιν, που φέρεται να είναι ο ιδρυτής και επικεφαλής της Ομάδας Βάγκνερ. Η Βάγκνερ, λοιπόν, είναι μια παραστρατιωτική-μισθοφορική οργάνωση με στενές σχέσεις με το Κρεμλίνο (ο ίδιος ο Ούτκιν θα τιμηθεί 4 φορές με το παράσημο της ανδρείας). Ο ιδρυτής της θα επιλέξει αυτό το όνομα γιατί έχει πάθος με την ιστορία του Τρίτου Ράιχ και του Χίτλερ, οπότε είπε να δώσει στον οργανισμό του το όνομα του αγαπημένου συνθέτη του Αδόλφου. Η Βάγκνερ δραστηριοποιείται στο εσωτερικό της Ρωσίας, όπου κατηγορείται για δολοφονίες αντιφρονούντων, αλλά και στο εξωτερικό: Δραστηριοποιήθηκε όχι μόνον στη Συρία –όπου στο κάτω κάτω μάχονταν τζιχαντιστές– αλλά και σε πολλές άλλες χώρες. Πόσες; Οκτώ, τις ακόλουθες: Ουκρανία, Λιβύη, Σουδάν… Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία, Μαλί… Μαδαγασκάρη, Μοζαμβίκη, και βέβαια την Βενεζουέλα –στη φρουρά του Μαδούρο, συγκεκριμένα.

Τι κάνει, όμως αυτή η Βάγκνερ; Υλοποιεί την ρωσική πολιτική εκεί όπου δεν πρέπει να φαίνεται η εμπλοκή του κράτους, και άρα να υπάρχει και κάποιο προκάλυμμα νομιμότητας ή δικαίου. Πολλές φορές ξένοι ηγέτες έχουν διαμαρτυρηθεί στον Πούτιν για τη δράση της Βάγκνερ, για να εισπράξουν ένα χαμόγελο με νόημα από τον Βλαδίμηρο. Ο οποίος, προφανώς, αν κόπτεται τόσο για την «αποναζιστικοποίηση» όπως δηλώνει, καλό θα ήταν να ξεκινήσει από τον εαυτό του.

«Η Γερμανία στρατιωτικοποιείται…»

Δυσαρέσκεια εκφράζουν πολλοί για τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας, κάνοντας ιστορικές αναλογίες με εκείνην του Χίτλερ. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που διαμαρτύρονται για την παρουσία των αμερικανικών βάσεων στα εδάφη της, την προσήλωσή της στο ΝΑΤΟ, και κατ’ επέκτασιν την μεγάλη επιρροή που ασκεί ο ατλαντισμός στα Ευρωπαϊκά τεκταινόμενα. Οπότε; Πρέπει να αποφασίσουμε αν θέλουμε ή το ένα ή το άλλο –και τα δύο μαζί δεν γίνεται. Ή θα έχουμε μια πιο ανεξάρτητη Ευρώπη, πράγμα που σημαίνει αυτοτέλεια στην άμυνά της και την εξωτερική πολιτική –δηλαδή μεταξύ άλλων και μια Γερμανία που επανεξοπλίζεται υπό τον έλεγχο της ΕΕ– ή θα έχουμε μια Ευρώπη που επειδή ακριβώς θα αποτυγχάνει να κάνει όλα τα παραπάνω, θα παραμένει δέσμια των επιλογών της άλλης πλευράς του Ατλαντικού. Άρα δεν γίνεται να γκρινιάζουμε για την ύπαρξη του ενός (αμερικάνικη επιρροή στην Ευρώπη), την έλλειψη του άλλου (ανεξάρτητη ευρωπαϊκή πολιτική) και να απορρίπτουμε επίσης τον μόνο δρόμο που θα μπορούσε να την βγάλει από αυτήν την θέση (που περιλαμβάνει –πως να το κάνουμε;– και τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας)

Ο «επιτήδειος ουδέτερος» σε νέα παράσταση

Έκλεισε, λέει, η Τουρκία το βράδυ της Δευτέρας τα Στενά του Βοσπόρου. «Βόμβα!» που γράφουν και οι ειδησεογραφικές ιστοσελίδες καθημερινά για τα έκτακτα γεγονότα ταλαιπωρώντας τα δύσμοιρά μας μάτια. Μόνο που, η τουρκική κυβέρνηση περίμενε όλες αυτές τις μέρες ώστε να προλάβει να καταπλεύσει ο αναγκαίος για τους Ρώσους στόλος στην Μαύρη Θάλασσα· και μετά πήρε την απόφαση να κλείσει τα στενά όχι μόνο για τα ρωσικά πολεμικά πλοία, αλλά και για εκείνα χωρών που είναι στο ΝΑΤΟ, και εκβάλλουν στη Μαύρη Θάλασσα όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία. Ποιος το έκανε αυτό; Μια χώρα του ΝΑΤΟ, η μόνη για την ακρίβεια που αρνήθηκε να κλείσει τους αεροδιαδρόμους της για τους εισβολείς, και εκείνη που σε κάθε ευκαιρία φωνάζει «προς θεού όχι κυρώσεις!». Ελπίζουμε ο Ερντογάν να μην απέσπασε κάποια ανταλλάγματα για αυτήν του την παράσταση.

Τι συμβαίνει στο εσωτερικό της Ρωσίας;

Σίγουρα δεν διαδηλώνουν υπέρ της στρατιωτικής εισβολής του Πούτιν. Άλλοτε το καθεστώς συνήθιζε να πυροδοτεί τέτοιες κινητοποιήσεις, τώρα, απ’ ό,τι φαίνεται είναι αδύνατον. Την ίδια στιγμή, το αντιπολεμικό αίσθημα κερδίζει διαρκώς έδαφος –ιδίως από την στιγμή που σκλήρυναν οι διεθνείς κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας. Σκληραίνει, όμως, και η καταστολή του πουτινικού καθεστώτος: 6.000 είναι οι συλλήψεις διαδηλωτών, από την πρώτη μέρα έναρξης της εισβολής, ωστόσο, δεκάδες διαδηλώσεις πραγματοποιούνται καθημερινά στη Ρωσία. Δεκάδες είναι και οι πρωτοβουλίες συλλογής υπογραφών προσωπικοτήτων και απλού κόσμου, που απαιτούν τη λήξη της εισβολής. Η μαζικότερη, χαρακτηριστικά, συγκέντρωσε 289.000 υπογραφές μέσα σε μια μέρα, και μέχρι το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου είχε συγκεντρώσει 947.000 υπογραφές. Αντιδράσεις, όμως, εκφράζουν και κομμάτια των πολιτικών και οικονομικών ελίτ, μεταξύ των οποίων 3 βουλευτές της Δούμα, που προέρχονται από το κομμουνιστικό κόμμα, ακόμα και συγγενείς Υπουργών ή ολιγάρχες που έχουν καλές σχέσεις με το καθεστώς: Ο γαμπρός του Υπουργού Άμυνας, Σεργκέι Σοϊγκού, ο γιός του επικεφαλής της Ρόστεκ, Σεργκέι Τσεμεζόφ, στενού φίλου του ίδιου του Πούτιν, ακόμα και η κόρη του εκπροσώπου τύπου του Κρεμλίνου Ντιμίτρι Πέσκοφ, εκφράστηκαν εναντίον του πολέμου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αν και η τελευταία έσβησε την ανάρτησή της λίγο μετά. Τι δείχνουν όλα αυτά; Σίγουρα το ρεύμα υπέρ του Προέδρου της Ρωσίας είναι ακόμα μεγάλο, ωστόσο, η δυσαρέσκεια και η αντίθεση στον πόλεμο έχει ήδη αρχίσει να αποτυπώνει τις ρωγμές στην δημοφιλία του καθεστώτος…

Οι παλιές συνήθειες δύσκολα κόβονται

Πολύ συχνά, το παλαιό ψυχροπολεμικό καθεστώς πυροβολούσε συχνά τα πόδια του με υστερικές αντιδράσεις έναντι του Σοβιετικού μπλοκ, που έδιναν στην προπαγάνδα του τελευταίου ανέλπιστες ευκαιρίες για επικοινωνιακές νίκες στα σημεία. Η μονοκόμματη κίνηση της Λίνας Μενδώνη «να ανασταλεί οποιαδήποτε υλοποίηση, συνεργασία, προγραμματισμός ή συζήτηση εκδηλώσεων με ρωσικούς πολιτιστικούς οργανισμούς», όπως ανακοίνωσε από τα ΜΚΔ, εντάσσεται σε αυτήν την κατηγορία κινήσεων. Αλλού στη Δύση χειρίζονται το ζήτημα με περισσότερη λεπτότητα: Ζητούνται δημοσίως οι παραιτήσεις εκείνων που στηρίζουν δημοσίως την επίθεση του Πούτιν στην Ουκρανία, και φυσικά, όπως σε κάθε πολιτιστικό γεγονός των ημερών οι εκδηλώσεις πλαισιώνονται από αντιπολεμικά μηνύματα.

Είναι λάθος στο πρόσωπο του Πούτιν να στοχοποιείται συλλήβδην ο ρωσικός λαός –χειρότερα, ο ρωσικός πολιτισμός· τα είπε και ο καθηγητής Διεθνούς Ασφαλείας, Μάνος Καραγιάννης χθες το βράδυ στην ΕΡΤ. Εξ άλλου ο ρωσικός καλλιτεχνικός κόσμος είναι αρκετά αποστασιοποιημένος από τα έργα και τις ημέρες του καθεστώτος. Σκοπός της πολιτικής απέναντι στον Πούτιν, εξ άλλου, είναι να δημιουργήσει ρήγματα στο καθεστώς, αλλά και στην προπαγάνδα του, όχι αντισυσπειρώσεις και ανέλπιστες δικαιώσεις. Δυστυχώς «οι παλιές συνήθειες» δύσκολα κόβονται…

«Αν διαβείς τον ποταμό, μια μεγάλη αυτοκρατορία θα καταστραφεί»

Ο Πούτιν δεν διαβάζει Αρχαία Ελληνική Γραμματεία. Αν διάβαζε θα ήξερε την ιστορία του Κροίσου, Βασιλιά της Λυδίας, ο οποίος στο απόγειο της δόξας του προετοίμασε πόλεμο εναντίον των Περσών και επισκέφθηκε το μαντείο των Δελφών προκειμένου να αποσπάσει τον χρησμό της Πυθίας. «Αν διαβείς τον ποταμό, μια μεγάλη αυτοκρατορία θα καταστραφεί», του απάντησε –αναφερόμενη στο φυσικό σύνορο μεταξύ του βασιλείου της Λυδίας και της Περσίας, ποταμό Άλυ. Νομίζοντας ότι εννοούσε τους Πέρσες, ο Κροίσος προέβη άμεσα σε εισβολή, για να διαπιστώσει ότι η «αυτοκρατορία» του μαντείου ήταν τελικά η δική του…

Πηγή: Αρδην

Saturday, February 12, 2022

#LetUsTalk: η αγανάκτηση των γυναικών που αρνούνται τη μαντίλα


της Inna Shevchenko

Πρόκειται για το #MeToo της ενδυματολογικής παρενόχλησης. Φωνές γυναικών της Μέσης Ανατολής υψώνονται, γυναικών που ζουν –ή όχι– στη Δύση και οι οποίες αναγκάστηκαν να φορέσουν τη μαντίλα – ή εξακολουθούν να την φορούν. Φωνάζουν ότι η ισλαμική μαντίλα δεν είναι ένα αθώο ένδυμα και ακόμη λιγότερο μια ελευθερία για τις γυναίκες. Ελπίζοντας ότι κάποτε θα εισακουστούν από κάποιες φεμινίστριες που επαναλαμβάνουν στερεότυπα ότι η μαντίλα είναι μια επιλογή.

Όλα ξεκίνησαν ως άλλο ένα επεισόδιο διανοητικής δειλίας και συνθηκολόγησης μπροστά στις κατηγορίες περί ισλαμοφοβίας. Όταν το περιοδικό του καναδικού Ιατρικού Συλλόγου δημοσίευσε στο εξώφυλλό του μια φωτογραφία παιδιών όπου ένα κοριτσάκι φορούσε μαντίλα, ο παιδοχειρουργός δρ Sherif Emil, έστειλε επιστολή προς τη συντακτική ομάδα με τίτλο «Μην χρησιμοποιείτε ένα όργανο καταπίεσης ως σύμβολο διαφορετικότητας και συμπερίληψης». Ο γιατρός διαμαρτυρήθηκε για την καθημερινή χρήση τέτοιων εικόνων στο μεγαλύτερο ιατρικό περιοδικό του Καναδά: «Θεωρείται “φιλελεύθερο” το να βλέπουμε το χιτζάμπ ως σύμβολο διαφορετικότητας και συμπερίληψης… Το χιτζάμπ, το νικάμπ και η μπούρκα είναι όργανα καταπίεσης για εκατομμύρια κορίτσια και γυναίκες σε όλο τον κόσμο που δεν τους επιτρέπεται να επιλέξουν». Η επιστολή αποσύρθηκε αμέσως και η αρχισυντάκτρια ζήτησε συγγνώμη για τη δημοσιοποίηση των «λανθασμένων, οδυνηρών και προσβλητικών» λόγων του γιατρού.

Αυτή τη φορά, ωστόσο, η δειλία ορισμένων αποκάλυψε εκ του αντιθέτου τη γενναιότητα πολλών άλλων. Πολλές γυναίκες, καταγόμενες από τη Μέση Ανατολή, που ζουν στη Δύση, αντέδρασαν στο περιστατικό, ξεκινώντας μια μεγάλη καμπάνια στα κοινωνικά δίκτυα και απαιτώντας να εισακουστούν σε ζητήματα που επηρεάζουν τη ζωή τους, όπως οι θρησκευτικοί ενδυματολογικοί κώδικες. Η εκστρατεία #LetUsTalk έγινε viral μέσα σε λίγες ημέρες.

«Στο Ιράν, μου είπαν ότι, αν δεν φορούσα το χιτζάμπ, θα με απέβαλλαν από το σχολείο, θα με φυλάκιζαν, θα με μαστίγωναν, θα με χτυπούσαν και θα με απέλαυναν από τη χώρα μου. Στη Δύση, μου λένε ότι αν διηγηθώ την ιστορία μου θα προκαλέσω ισλαμοφοβία. Είμαι μια γυναίκα από τη Μέση Ανατολή και φοβάμαι την ισλαμική ιδεολογία. Αφήστε μας να μιλήσουμε». Με αυτό το tweet, η γνωστή Ιρανή ακτιβίστρια κατά της υποχρεωτικής μαντίλας, Masih Alinejad, αντέδρασε στη λογοκρισία της επιστολής του γιατρού. Με αυτά τα λόγια, συνοδευόμενα από μια παιδική φωτογραφία της με μαντίλα, ενέπνευσε μια χιονοστιβάδα από παρόμοιες εξομολογήσεις. Το tweet της δέχτηκε likes από περισσότερα από 30.000 άτομα και το hashtag #LetUsTalk άρχισε να διαδίδεται.

«Συνήθιζα να βγάζω κρυφά το χιτζάμπ μου μόνο και μόνο για να νιώσω τον αέρα στα μαλλιά μου. Αυτή η ιδεολογία μου έκλεψε τη ζωή», έγραψε στο Twitter μια εξόριστη γυναίκα από τη Σαουδική Αραβία, η Rana Ahmad. «Μια άλλη μέρα, στη Γερμανία, όπου περπατούσα κάτω από τον ήλιο χωρίς αυτό το χιτζάμπ, που με κάνει να νιώθω πολίτης δεύτερης κατηγορίας, όπως ήμουν όταν ζούσα στη Σαουδική Αραβία…», γράφει μια άλλη εξόριστη, η Λουτζαΐν. «Στην Υεμένη, υποχρεώθηκα να φορέσω το χιτζάμπ σε ηλικία έξι ετών και το νικάμπ σε ηλικία δεκατριών ετών, και όταν αποφάσισα να το βγάλω, η μισή οικογένειά μου με εγκατέλειψε, και στη συνέχεια, όταν έβγαλα το χιτζάμπ και την αμπάγια, έχασα τα πάντα», εξομολογείται η Basma Nasser, η οποία ζει τώρα στη Γαλλία.

Εκατοντάδες παρόμοιες ιστορίες αναρτώνται τώρα και μοιράζονται στο Twitter, διαψεύδοντας τόσο τους υπερασπιστές του ισλαμισμού, οι οποίοι στήνουν δίκες για ισλαμοφοβία, όσο και ορισμένες δυτικές φεμινίστριες, οι οποίες έχουν υιοθετήσει τυφλά το μάντρα «το χιτζάμπ είναι επιλογή».

«Για να είμαι ειλικρινής, δεν περίμενα ότι το μήνυμά μου θα ξεσήκωνε τέτοιο κύμα σε όλο τον κόσμο», εξομολογήθηκε η Masih Alinejad στο Charlie Hebdo. «Αυτή τη φορά δεν είναι μόνο οι Ιρανές γυναίκες που μιλούν. Βλέπω πόσο αυτή η καμπάνια ένωσε πολλές γυναίκες από μουσουλμανικές χώρες ή μουσουλμανικές κοινότητες στη Δύση. Όλες αυτές οι ιστορίες είναι γεμάτες πόνο. Προσπαθούμε να κάνουμε τον υπόλοιπο κόσμο να καταλάβει ότι εμείς, οι γυναίκες που έχουμε ζήσει κάτω από τον νόμο της σαρία, είμαστε αυτές που γνωρίζουμε καλύτερα τις ισλαμικές ιδεολογίες και ότι έχουμε το δικαίωμα να φοβόμαστε με όλες αυτές τις βαρβαρότητες που έχουμε υποστεί. Έχω δικαίωμα να διηγηθώ την ιστορία μου!»

Θέλουν να μπορούν να διηγούνται την ιστορία τους χωρίς να κατηγορούνται για ισλαμοφοβία. Αλλά θέλουν επίσης να ακουστούν από τις δυτικές φεμινίστριες, πολλές από τις οποίες έχουν υιοθετήσει τους σεξιστικούς θρησκευτικούς κανόνες σεμνότητας και τους έχουν μεταβάλει σε σύμβολα «ενδυνάμωσης». «Το #LetUsTalk απευθύνεται στους Δυτικούς, ιδίως στις φεμινίστριες, ζητώντας τους να σταθούν αλληλέγγυες στις γυναίκες που καταπιέζονται από τον ισλαμικό νόμο», λέει στο Charlie μια άλλη Ιρανή που ζει στη Γαλλία, η Aghdas Khanoom (ψευδώνυμο). «Έχω φιμωθεί στη χώρα μου και τώρα φιμώνομαι και στον ελεύθερο κόσμο. Και αυτό είναι ακόμα πιο οδυνηρό». Ένα συναίσθημα που μοιράζεται και η Shammi Haque, μια δημοσιογράφος από το Μπαγκλαντές που ζει εξόριστη στη Γερμανία: «Αποφάσισα να συμμετάσχω σε αυτή την καμπάνια με την ελπίδα ότι οι φεμινίστριες της Δύσης θα κατανοήσουν τον πόνο και τα βάσανά μας, θα καταλάβουν τι σημαίνει πραγματικά η μαντίλα/χιτζάμπ και θα σταματήσουν να την προωθούν. Στο όνομα της διαφορετικότητας ή της προστασίας των μειονοτήτων, οι Γερμανίδες φεμινίστριες τυφλώνονται από τα προνόμιά τους». Η Basma Nasser, φοιτήτρια από την Υεμένη, εξόριστη στη Γαλλία, επιμένει επίσης στο γεγονός ότι «υπάρχουν ορισμένα πολιτικά ρεύματα στη Γαλλία που θεωρούν το χιτζάμπ ως επιλογή και το βλέπουν ως μια αραβική κουλτούρα, κάτι που δεν είναι αλήθεια· πώς μπορούμε να πούμε ότι το χιτζάμπ είναι “προσωπική επιλογή”, όταν δεν υπάρχουν άλλες επιλογές, όταν η εξέγερση κατά του χιτζάμπ θεωρείται έγκλημα σε πολλές χώρες».

Και ενώ στη Δύση η εξέγερση κατά του χιτζάμπ δεν αποτελεί έγκλημα βάσει του νόμου, οι εξομολογήσεις που δημοσιεύονται μέσω του #LetUsTalk αποκαλύπτουν ότι πολλές γυναίκες δεν βιώνουν το χιτζάμπ ως «επιλογή» ούτε στις δυτικές χώρες. «Προσηλυτίστηκα στο ισλάμ σε ηλικία 28 ετών. Αποδέχτηκα πλήρως όλους τους κανόνες και τις πρακτικές. Το χιτζάμπ δεν υπήρξε ποτέ επιλογή. Δεν το αμφισβήτησα ποτέ παρά μόνο μετά τον γάμο μου, όταν άρχισα να το βγάζω μερικές φορές όταν ήμουν μόνη. Όταν το ανακάλυψε ο σύζυγός μου, μου είπε ότι αυτό ήταν λόγος διαζυγίου», γράφει η Deborah από το Ηνωμένο Βασίλειο. «Στον Καναδά, υποχρεώθηκα να φορέσω το χιτζάμπ σε ηλικία 9 ετών και το νικάμπ σε ηλικία 19 ετών. Με έχουν αποκηρύξει και με έχουν απειλήσει με θάνατο επειδή επιλέγω εγώ τι θα φοράω», λέει η Yasmine Mohammed, η οποία διέφυγε από έναν αναγκαστικό γάμο και έγινε ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των γυναικών. Επισημαίνει ότι στη Δύση, οι γυναίκες στις μουσουλμανικές κοινότητες μπορεί να αναγκαστούν να καλυφθούν όχι με τον νόμο, αλλά με δόλιες μεθόδους, «όπως με το να τους λένε ότι μόνο οι πόρνες δεν καλύπτονται και να τις απειλούν ότι θα καούν στην κόλαση για πάντα».

Πράγματι, τη στιγμή που οι γυναίκες του Ιράν συνεχίζουν να φυλακίζονται επειδή βγάζουν το χιτζάμπ τους, τη στιγμή που οι γυναίκες του Αφγανιστάν αντιστέκονται στους Ταλιμπάν οι οποίοι, για άλλη μια φορά, εξαφανίζουν τις γυναίκες από τον δημόσιο χώρο, στη Δύση, ασχολούμαστε με το να προωθούμε τη χρήση του χιτζάμπ στη μόδα, στη διαφήμιση και στα μέσα ενημέρωσης, ενώ ταυτόχρονα συγχαίρουμε τους εαυτούς μας για την ανεκτικότητά μας… Και οι γυναίκες από τη Μέση Ανατολή που ζουν στη Δύση, όταν τολμούν να εκφραστούν ενάντια στον ενδυματολογικό κώδικα της σεμνότητας, φιμώνονται στα δεξιά μεν από τους ισλαμιστές και στα αριστερά από τους «προοδευτικούς». Αφήστε τες να μιλήσουν!

Δημοσιεύτηκε στις 14 Ιανουαρίου 2022 (Charlie Hebdo)

Μετάφραση: Χριστίνα Σταματοπούλου

Friday, February 4, 2022

«Χαβιαροαγκυλώσεις»


Ο Θ. Σκυλακάκης, οι τιμές των καυσίμων και η κυβερνητική πολιτική για την μαζική μετακίνηση

Μεγάλη αναταραχή έχουν προκαλέσει οι δηλώσεις του υφυπουργού Θ. Σκυλακάκη ότι ενδεχόμενη μείωση του φόρου καυσίμων δεν θα αποσυμπίεζε το εισόδημα των ασθενέστερων στην Ελλάδα, γιατί –τάχα– οι φτωχοί δεν έχουν καν αυτοκίνητο στην χώρα μας. Συμβαίνει, προφανώς, το ακριβώς αντίθετο όπως και στις υπόλοιπες χώρες: Όσο χαμηλότερο είναι το εισόδημα, τόσο παλαιότερης τεχνολογίας, κι άρα περισσότερο ενεργοβόρο είναι το αυτοκίνητο που χρησιμοποιεί ο κάτοχος για προσωπική ή επαγγελματική χρήση. Τα δε στατιστικά ευρήματα στα οποία αναφέρεται ο υφυπουργός έχουν να κάνουν ως επί το πλείστον με φτωχά νοικοκυριά συνταξιούχων που δεν οδηγούν πια· πρόκειται για μια κατηγορία στατιστικά υπολογίσιμη, καθώς ως γνωστόν η ελληνική κοινωνία γερνάει ταχύτατα…

Η αύξηση των τιμών στα καύσιμα, επομένως, επιβαρύνουν κυρίως τους ασθενέστερους –νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις που αγωνίζονται για την επιβίωση, και όχι τους ευκατάστατους οι οποίοι έχουν πρόσβαση σε αυτοκίνητα υβριδικά, ηλεκτρικά, ή συμβατικά που έχουν ενσωματώσει νέες τεχνολογίες εξοικονόμησης της κατανάλωσης καυσίμων.

Η δε τοποθέτηση του υφυπουργού, καταδεικνύει πόσο μακριά από την πραγματικότητα βρίσκεται ο ίδιος, και χειρότερα, το πνεύμα της πολιτικής του. Στην κυβέρνηση, δεν φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει επαρκώς πως ο τρόπος που χειρίζονται την ενεργειακή μετάβαση εν γένει, φορτώνει δυσανάλογα μεγάλο βάρος στις πλάτες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων της μεσαίας και της κατώτερης τάξης, καθώς είναι εκείνες που καλούνται «να πληρώσουν το μάρμαρο» των πολιτικών της ‘πράσινης μετάβασης’.

Η οποία, βέβαια, είναι μόνο «τύποις» και επιφανειακά περιβαλλοντική, γιατί προφανώς δεν νοείται οικολογική μετάβαση με μέτρα που πλήττουν και προκαλούν την αντίθεση της μαζικής κοινωνίας. Η οικολογική πολιτική ή θα είναι κοινωνικά δίκαιη, και άρα θα κατανέμει αναλογικά το κόστος των απαιτούμενων μετασχηματισμών, ή θα καταλήξει στην αυτοϋπονόμευση καθώς θα καταστεί πηγή σφοδρών κοινωνικών συγκρούσεων. Όπως εξ άλλου έγινε με τα Κίτρινα Γιλέκα στην Γαλλία, κίνημα που ξέσπασε όταν η κυβέρνηση Μακρόν πραγματοποίησε στροφή 180ο και από την επιδότηση της ντιζελοκίνησης, στράφηκε με πρόσθετους φόρους σε μια πολιτική που την αποθαρρύνει.

Επί του προκειμένου, είναι γνωστό πως οι ελληνικές κυβερνήσεις διαχρονικά επιλέγουν να ενισχύουν τους έμμεσους φόρους προϊόντων γενικής χρήσης, γιατί με αυτόν τον τρόπο δημιουργούν έσοδα δίχως να επωμίζονται το πολιτικό κόστος που θα συνεπάγονταν μια διαφορετική πολιτική στο επίπεδο της άμεσης φορολογίας. Η πολιτική αυτή έχει οδηγήσει ως προς τα καύσιμα στο εξής παράδοξο: Οι τιμές τους είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, την ίδια στιγμή που η χώρα μεταποιεί και εξάγει σημαντική ποσότητα πετρελαιοειδών.

Αντιφατική, όμως, είναι και η πάγια πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων σε ό,τι αφορά στις υποδομές που ενθαρρύνουν την χρήση του ιδιωτικού αυτοκινήτου ιδίως στο αστικό και το περιαστικό περιβάλλον: Έτσι για παράδειγμα, οι κυβερνήσεις πρόκριναν στο παρελθόν την κατασκευή της Αττικής Οδού, και όχι την δημιουργία ενός δεύτερου προαστιακού σιδηροδρόμου στην ίδια χάραξη. Μια επιλογή που θα δημιουργούσε μια εναλλακτική λύση μαζικής μετακίνησης και θα οδηγούσε στην περαιτέρω αποσυμφόρηση των οδικών αρτηριών της Αθήνας και της ευρύτερης Αττικής. Στο ίδιο πνεύμα –και παρ όλο που η βενζίνη προσεγγίζει απειλητικά τα 2€/λίτρο– η κυβέρνηση προκρίνει την κατασκευή 2ης, υπερυψωμένης περιφερειακής οδού στην Θεσσαλονίκη, την έχει δε αναδείξει σε εμβληματικό αναπτυξιακό έργο για την συμπρωτεύουσα.

Ίσως γιατί, παραμένει αθεράπευτα καθηλωμένη σε μια παρασιτική νοοτροπία που δίνει προτεραιότητα στην αύξηση του κύκλου εργασιών των κατασκευαστικών ή των εισαγωγέων αυτοκινήτων. Την ίδια στιγμή όμως, οι πολιτικές που τόσο η ίδια όσο και οι κεντρικοί Δήμοι υλοποιούν στρέφονται ενάντια στην μαζική χρήση του Ι.Χ., αυξάνοντας σημαντικά το γενικό της κόστος, αλλά και την ταλαιπωρία που αυτή συνεπάγεται στις μεγάλες πόλεις.

Το αποτέλεσμα αυτής της αντίφασης; Μια τρύπα στο νερό: Ούτε η χρήση των ΙΧ περιορίζεται, η πριμοδότηση των υποδομών της αυτοκίνησης συνεχίζει να δεσμεύει μεγάλο ποσοστό των δημόσιων επενδύσεων, αν και οι πόροι αυτοί θα ήταν πολύ πιο χρήσιμοι για την ολοκλήρωση του σιδηροδρομικού δικτύου, την υπογειοποίηση των δικτύων, ή την συντήρηση του υπάρχοντος οδικού δικτύου ιδίως στην περιφέρεια. Το μόνο δε που μένει στο πηλίκο, είναι η γενική αύξηση του κόστους μετακίνησης, κάτι που προσθέτει περισσότερη πίεση στις μεσαίες και τις κατώτερες τάξεις.

«Δεκεμβριστής»

Πηγη: Αρδην-Ρήξη

Saturday, January 1, 2022

Ο μεγάλος ανατροπεύς


Του Χαρίδημου Τσούκα


Αν και δεν έχω καλή μνήμη, την ομιλία τη θυμάμαι ακόμα. Ανακαλώ και τον ακριβή τίτλο της: «Ακίνδυνος και επικίνδυνος Χριστός». Η κεντρική ιδέα της σώζεται μέσα μου σαν φλόγα που σιγοκαίει. Ηταν αρχές της δεκαετίας του 1980, παραμονές Χριστουγέννων, στο Καρπενήσι. Ημουν φοιτητής. Ομιλητής ήταν ο π. Δοσίθεος Κανέλλος, σήμερα ηγούμενος της Ιεράς Μονής Τατάρνας. Οι περισσότεροι ίσως τον γνωρίζουν από το δημοφιλές βιβλίο του καλογηρικής μαγειρικής, άλλοι από τα θεολογικά βιβλία του. Λίγοι είχαν τη χαρά να τον γνωρίσουν από τα παιδικά τους χρόνια. Ανήκω σε αυτούς. Σε ένα συντηρητικό περιβάλλον, ο π. Δοσίθεος έλαμπε με το πνεύμα του (με τριττή σημασία: πνοή, πνευματικότητα, χιούμορ) και τις πράξεις του. Τα κηρύγματά του ήταν ασυνήθιστα: στερούνταν διδακτισμού, ήταν οξυδερκή και αισθαντικά. Ακούγοντάς τον, ήταν αδύνατον να μη θέσεις το ερώτημα: Πώς πρέπει να ζω;

Δεν είχα σκεφτεί, μέχρι τότε, τη διάκριση μεταξύ «ακίνδυνου» και «επικίνδυνου» Χριστού. Εκτοτε, δεν μπορώ να τη βγάλω από το μυαλό μου. Δεν είμαι θεολόγος, αλλά, για να παραφράσω ελαφρώς τον Βίτγκενσταϊν, δεν μπορώ να αποφύγω να σκέπτομαι θεολογικά-φιλοσοφικά. Η ομιλία του π. Δοσιθέου ήταν ο καταλύτης. Αργότερα προστέθηκε η απαραίτητη διανοητική επεξεργασία.

Ο ακίνδυνος Χριστός είναι το ψυχολογικό καρύκευμα της τακτοποιημένης ζωής. Αυτός ο Χριστός είναι ιδεολογικό συμπλήρωμα πνευματικής διατροφής, μια άνωθεν εξουσία για την ηθική νομιμοποίηση επίγειων εξουσιών, μιντιακή κατασκευή για μαζική κατανάλωση «αγάπης», ηθικό προκάλυμμα της υπολογιστικής ζωής. Ο Χριστιανισμός που αντιστοιχεί στον ακίνδυνο Χριστό είναι κρατική θρησκεία, ευσεβιστική πρακτική, ιδεολογικό στήριγμα των εξουσιαστών, εξαργυρώσιμη μετά θάνατον επιταγή, πυλώνας της ιδεολογίας «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια, συμφέροντα» και συμβολικώς απονεκρωμένα έθιμα. Ενα πράγμα δεν είναι: πυξίδα αυθεντικής ζωής.

Ο επικίνδυνος Χριστός είναι ανατρεπτικός. Απαιτεί εξουθενωτική αφοσίωση. Ζητάει η σχέση μας μαζί Του να είναι τέτοια που να μας προσδιορίζει εσαεί («μείνατε εν εμοί», Ιωάννης, ΙΕ΄, 4). Η διαρκής μαθητεία κοντά Του συνιστά διά βίου εκπαίδευση, παρατηρεί ο Ρόουαν Γουίλιαμς, πρώην αρχιεπίσκοπος της Αγγλικανικής Εκκλησίας. Ο μαθητής βρίσκεται διαρκώς σε εγρήγορση: τελεί εν αναμονή του έκτακτου – ασυνήθιστου – και πρέπει να είναι έτοιμος γι’ αυτό. Η διαρκής μαθητεία τον μεταμορφώνει εσωτερικά. Η εγρήγορσή του τον κάνει να ρωτάει διαρκώς: τι μου προσφέρει ο Χριστός μέσα από τον συνάνθρωπό μου;

Να ακολουθείς τον Ιησού σημαίνει να συναναστρέφεσαι αυτούς που ο ίδιος προτιμάει: τους αδύναμους, τους αποκλεισμένους, τους περιφρονημένους. Τον πρόσφυγα που εκλιπαρεί τη βοήθειά σου, τα ανθρώπινα «σκουπίδια» που οι πολλοί αποστρέφονται, τον «περίεργο» Αλλο που ζητάει την αποδοχή σου. Σε αυτούς δίνεις ακόμη κι όταν σε προδίδουν, όπως ο επίσκοπος Μυριήλ χαρίζει στον Γιάννη Αγιάννη τα κηροπήγια που του είχε κλέψει, χωρίς να περιμένεις ανταπόδοση – «ουκ έχουσι ανταποδούναι σοι» (Λουκάς, ΙΔ΄, 14). Μαθαίνεις να αγαπάς τον πλησίον, ακόμη και τον εχθρό, μη ανταποδοτικά, δηλαδή αυθυπερβατικά. Δεν μπορώ να σκεφθώ κάτι πιο ανατρεπτικό.

Ο Χριστός είναι ακίνδυνος όταν ανοίγουμε το σπίτι μας μόνο σε αυτούς που επιλέγουμε. Γίνεται επικίνδυνος όταν πρέπει να κάνουμε χώρο για τον απρόσκλητο επισκέπτη.

Η διαρκής υπέρβαση του εγώ χάριν του Αλλου ξεβολεύει – ανασκάπτει διαρκώς την ύπαρξη. Δεν μπορείς να πεις «δώσαμε, δώσαμε», «δεν χωράμε άλλους πρόσφυγες», «είναι ευθύνη άλλων», «χτύπα τη διπλανή πόρτα», «έκανα ό,τι έπρεπε». Δεν μπορείς να κλειστείς στην εγωτική αυτάρκειά σου. «Υπάρχω άρα οφείλω», γράφει ο Στέλιος Ράμφος. Αυτή η οφειλή είναι υπαρξιακή: μετέχοντας στο δώρο της ζωής, έχω, άνευ όρων και προϋποθέσεων, ευθύνη για τον συνάνθρωπό μου και την κτίση. Ακόμα κι αν τηρώ τις χριστιανικές εντολές, δεν έχω εκπληρώσει την οφειλή μου. Οι εντολές δεν παύει να είναι λεκτικά σχήματα που με καθοδηγούν, αλλά η εκτέλεσή τους δεν εξαντλεί την ηθική ευθύνη μου απέναντι στον Αλλο. Θα την εξαντλούσαν αν ήμουν ρομπότ ή αλγόριθμος, όχι ένσαρκο, έλλογο ον.

Οι ηθικοί κώδικες μου υποδεικνύουν κατεύθυνση, αλλά η δράση θα είναι δική μου, εν τόπω και χρόνω. Εγώ πρέπει να κάνω κάθε φορά το άλμα, να νιώσω τον τρόμο της αβεβαιότητας, να στροβιλιστώ στο κενό, να διακινδυνεύσω. Για να το κάνω όπως ο επιδέξιος ακροβάτης, πρέπει η διαρκής μαθητεία μου στον Δάσκαλο να με έχει προετοιμάσει: να πασχίζω για την αλλοκεντρική εγρήγορση και ευαισθησία, να επιδιώκω διαρκώς την πνευματική μου ανακαίνιση.

Ο Χριστός είναι ακίνδυνος όταν ανοίγουμε το σπίτι μας μόνο σε αυτούς που επιλέγουμε. Γίνεται επικίνδυνος όταν πρέπει να κάνουμε χώρο για τον απρόσκλητο επισκέπτη. Προσευχόμαστε να έλθει ο Χριστός κοντά μας, αλλά, όταν ξαφνικά έλθει –ξένος, ταλαιπωρημένος και καταφρονημένος–, τότε είμαστε έτοιμοι να τον υποδεχθούμε; Αυτό το ενοχλητικό ερώτημα έθεσε ο π. Δοσίθεος πριν από 40 χρόνια. Οσο κι αν η τακτοποιημένη μου ζωή τείνει να το απωθεί, ακούω ακόμη τον διεγερτικό αντίλαλό του.

* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.

Friday, December 31, 2021

Η τελευταία Πρωτοχρονιά στη Σμύρνη!

 

Του Γ. Φρυγανάκη.

Έχοντας περάσει 100 χρόνια από την Τελευταία Πρωτοχρονιά της Μικρασίας, την Πρωτοχρονιά του μοιραίου έτους 1922, ας στρώσουμε τη θύμησή της με ροδανθούς και υάκινθους, αφήνοντας τη φαντασία να μας σεργιανίσει σε παρα­δείσους χαμένους αλλά όχι ξεχασμένους: τα Βουρλά,το Αϊβαλί, τα Αλάτσατα, το Αδραμύτιο και το Αίδίνι, το Δικελί, την Έφεσο και τον Τσεσμέ∙ τη Μενεμένη και τα Μουδανιά∙ το Μαρμαρίσι και τα Μοσχονήσια∙ την Προύσα, την Πάνορμο και την Πέργαμο∙ τη Σινώ­πη, τη Σαμψούντα και την Τραπεζούντα∙ τις Φώκιες και τη Σμύρνη, το “Διαμάντι της Ανατολής”, το “Στέμμα της Ιωνίας” την “πόλη του θρύλου και του πόνου”…

Η Σμύρνη, η “γκιαούρ Ισμίρ”, υποδέχεται την Πρωτοχρονιά του ’22 με ευχές στα αρμενικά, τα ιταλικά, τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ολλανδικά και κυρίως στα ελληνικά, αφού η συντριπτική πλειο­ψηφία είναι Έλληνες. Η Σμύρνη με τα τριάντα σχολεία (: την Ευαγγελική Σχολή, το Κε­ντρικό Παρθεναγωγείο, το Ομήρειο Ίδρυμα κλπ,), με τα τέλεια οργανωμένα νοσοκομεία (με πρώτο και καλύτερο το Γκραικικόν) και τους αρρώστους που καταφθάνουν από παντού για να θεραπευτούν, με τα δραστήρια φιλανθρωπικά της ιδρύματα (: το Άσυλο των Αστέγων, το Λαϊκό Κέντρο, το Ορφανοτρο­φείο, τη Φιλόπτωχη Αδελφότητα, το Ταμείο Φτωχών, την Αδελφότητα “Ευσέβεια”, το Σύλλογο Κυριών κ.ά.), με τους δημιουργικούς πνευματικούς συλλόγους της (όπως ο Φι­λολογικός Σύλλογος “Όμηρος”, ο Καλλιτεχνικός, ο δημοσιογραφικός κ,ά,), με τα αθλη­τικά σωματεία της (όπως ο Πανιώνιος και ο Απόλλων) και τις λέσχες της, που συγκέντρωναν όλη την “εκλεκτή κοινωνία”, με τα πολυτελή θέατρα (όπως η Νέα Σκηνή, το Θέατρο Σμύρνης, το Σπόρτιγκ Κλαμπ, το Κράιμερ ή το Γκαίυ) και τους δώδεκα κινηματογρά­φους της, με τις κατάμεστες τράπεζες…και προπαντός η ονειροπόλα Σμύρνη με τον απελευθερωτικό ελληνικό στρατό και με τις δεκαέξι πανέμορ­φες ορθόδοξες εκκλησίες της υποδέχεται τον Αϊ-Βασίλη και τον καινούριο χρόνο….
Η μητρόπολη Αγία Φωτεινή λαμποκοπά μέσα κι έξω. Ο επιβλητικός μητροπολίτης Χρυ­σόστομος με τα χρυσά άμφια και την πατερίτσα του αστράφτει σαν αληθινός βυζαντινός αυτοκράτορας πάνω στο θρόνο του. Το βλέμμα του όμως είναι βυθισμένο στοχαστικά και ανήσυχα στο μέλλον. Λαλεί χαρμόσυνα το πανύψηλο καμπαναριό της Αγίας Φωτεινής καθώς το μεγάλο βαυαρικό ρολόι του δείχνει ακριβώς 12 κι αντιλαλούν οι καμπάνες των άλλων εκκλησιών απ’ την πόλη και τα μαγευτικά περίχωρά της: το Κορδελλιό, το Αλάμπεη και την Παπασκάλα∙ τα Πετρωτά, την Αγία Τριάδα και το Μερσικλή∙ το Βαϊρακλή και το Δραγάτς∙ το Καρατάσι και το Σαλαγανό∙ την Καλλιθέα(Καραντίνα), την Ενόπη (Γκιοζ Τεπές) και τη Μυρακτή (Κοκάρ-Γιαλή)∙ το Βουρνόβα, το Χατζηλάρ και το Βουνάβασι∙ τον Παράδεισο, το Βουτζά και το Σεβδήκιοϊ…

«Τα στενά της σοκάκια, οι φαντασμαγορικοί βερχανέδες της, τα αρχαϊκά της σπίτια, τα καφασωτά παράθυρα, τα αιώνια μπαλκόνια, οι μιναρέδες, τα ψηλά κωδωνοστάσια, οι τρούλοι της, τα σαχνισίδια της μέσα στο τρεμουλιαστό φως των φαναριών της έδιναν στην πόλη μια εντύπωση έντονα ειδυλλιακή, κάποιο μυστικισμό…»(2) πάντοτε. Μέσα όμως στη νύχτα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς του ‘22 οι μιναρέδες και τα κωδωνοστάσια έμοιαζαν να αποκρεμιούνται σ’ ένα αγκάλιασμα ερωτικό ή θανατηφόρο – δεν ήξερες!

«Το Και, το Παραλλέλι, η Μπελαβίστα, οι Βερχανέδες, οι Μεγάλες Ταβέρνες, το Μπουλβάρ-Αλιότι, ο Κουλές, τα Τράσα (…), τα βαποράκια του Κορδελλιού, το τραμ της πλακόστρωτης προκυμαίας που το ‘σερναν άλογα, τα κατάμεστα με εύθυμο κόσμο κέντρα, τα μονά ζυγά φιστίκια, τα “πολιτάκια” με τα σαντούρια, όλα έμοιαζαν σαν εύθυμες κτυπητές κορδέλες που έπλεκαν ένα χαρωπό γαϊτανάκι. Και μέσα σ’ αυτά η μητέρα να μπαινοβγαίνει με τα παιδιά στα καταστήματα και ν’ αγοράζει τη χαρά του περιττού μέσα σε μεγάλα και μικρά πακέτα…».(3)

Άσε τι γινόταν με τη βασιλόπιτα. «Η νοικοκυρά έβαζε μέσα το φλουρί. Η ίδια σχεδίαζε δικέφαλους αητούς και διάφορα πλουμιά με καρεφύλλια και μύγδαλα [Συνή­θως πατούσε στη μέση μια ρομβοειδή σφραγίδα με το δικέφαλο αητό, απ” αυτές που σκά­λιζαν οι μοναχοί στο Άγιο Όρος]. Η ίδια σκαρίφιζε με ζυμάρι τη χρονολογία. Σαν τρελά μπαινόβγαιναν τα παιδιά την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Πότε θα ‘ρθει η ώρα να κό­ψουν την πίτα… Να δουν σε ποιον θα πέσει το φλουρί… Πότε θα μοιράσουν τα ρεγάλα και τους μποναμάδες… Κι οι μεγάλοι αγωνιούσαν για τα ρεγάλα. Ήξεραν ότι όλα ήταν αγο­ρασμένα απ’ του Ξενόπουλου, απ’ τον Μπον Μαρσέ, απ’ τα μεγάλα καταστήματα της Σμύρνης. Πάνω στο στρογγυλό τραπέζι της τραπεζαρίας, η λεγένη γεμάτη καρύδια, μύ­γδαλα, φουντούκια, “μάνα του Ουρανού”, κουκουνάρια, σταφίδες, σύκα, κουρμάδες, δα­μάσκηνα, λεμπλεμπούδες. Στη μέση ένα αναμμένο κερί, και τα παιδιά να μπαινοβγαί­νουν, να γεμίζουν τις τσέπες και να μασουλίζουν. Δε σταματούσαν τα κάλαντα και οι ευ­χές στην ξώπορτα…».(4)

Βέβαια, «κάθε παλιά Σμυρνιά, την παραμονή στον εσπερινό, έστελνε στον εφημέριο της ενορίας το κόνισμα του Αγίου Βασιλείου με τον άρτον για το Ύψωμα. Και την άλλη μέρα, ξωλείτουργα ο παπάς ήθελε να πάει στο σπίτι να ψάλει το Απολυτίκιον και το Μεγαλυνά­ριον του Αγίου: “Τον ουρανοφάντορα του Χριστού…”. Η νοικοκυρά κρατούσε μια άσπρη πετσέτα ανοιχτή και ο παπάς βαστώντας τον άρτον τον ύψωνε εκ τρίτου αναφωνών: “Μέγα το όνομα…”. “Της Αγίας Τριάδος”, συμπλήρωνε η οικοδέσποινα. “Πάτερ όσιε, βοήθει τους δούλους σου”, ξανάλεγε ο παπάς κι έκοβε ανάλογες μερίδες, ευλογία για τους εορτάζοντας… Στο Γιαμανλάρ νταγ το πρωί της Πρωτοχρονιάς, όταν ξυπνούσαν οι άνθρωποι, ήθελε να κοιτάξουν το βουνό και να ευχηθούν: “Να είναι στερεωμένοι όλο το χρόνο”. Αν το βουνό ήταν χιονισμένο, αυτό σήμαινε ότι ο χρόνος θα τους ήταν ευτυχισμένος…».(5)

Παρόμοιες σκηνές εκτυλίσσονται παντού…

Στην Κρήνη (Τσεσμές), μετά το κόψιμο και το μοίρασμα της πίτας, άφηναν όλα τα κομμά­τια της πάνω στο τραπέζι μαζί με γλυκά και νερό, για να κατέβει τη νύχτα ο Αϊ-Βασίλης να φάει και να ξεδιψάσει.(6) Επίσης , έσφαζαν στο κατώφλι της πόρτας μια κόττα ή ένα διάνο “για το καλό”.(7)

Στη Χίο της Βιθυνίας, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ο νοικοκύ­ρης κάρφωνε ένα κλαδάκι ελιάς πάνω στη βασιλόπιτα, που ακουμπούσαν όρθια στον τοίχο και λειτουργούσε ως ειδώλιο του Αϊ-Βασίλη. Πάνω στο κλαδάκι όλα τα μέλη κρεμούσαν τα χρυσά τους (βραχιόλια, αλυσίδες, σκουλαρίκια, δακτυλίδια κ.ά.) και τα άφηναν εκεί όλη τη νύχτα, για να τους φέρει ο Αϊ-Βασίλης ευτυχία.(8)

Στις Κυδωνίες (Αϊβαλί) η νοικοκυρά σχημάτιζε με ένα πιρούνι πάνω στην πίτα ένα σταυρό “τσιμπιστό”, για να… βγαίνουν τα μάτια των εχθρών και να μην τους γλωσσοτρώνε, ενώ με ένα κλειδί έκαναν διάφορα πλουμιά για να “κλειδώνεται” το στόμα των εχθρών. (9) Εξάλλου, όποιος κέρδιζε το φλουρί δεν το έπαιρνε. Το εξαγόραζε η νοικοκυρά, γιατί ήταν γρουσουζιά να φύγει από το σπίτι.(10)

Στον Πόντο τοποθετούσαν στο εικονοστάσι έξι κλαδιά ελιάς και έξι δάφνης με την ευχή: “ήρθε καλοχρονιά, ας πάει κακοχρονιά”. Επίσης τα κορίτσια έριχναν στη θάλασσα στάρι και αλάτι και έφερναν στο σπίτι θαλασσινό νερό με βότσαλα, που σκόρπιζαν στα δωμάτια, για να έχουν αφθονία αγαθών. Στη Σινώπη, ειδικότερα, κάθε Πρωτοχρονιά κάρφωναν πάνω από το τζάκι ένα νέο κλαδί ελιάς, για να τους δίνει νέα ζωή (11), ενώ όποιος έβρισκε το φλουρί έπρεπε να πάει πρωί πρωί στη βρύση να αφήσει ένα κομμάτι πίτα αλειμμένο με μέλι και βούτυρο, για να εξευμενίσει το στοιχειό που κατοικούσε σ’ αυτή, και να φέρει στο σπίτι ένα κουβά “αγιοβασιλιώτικο νερό” για ανανέωση. (12)

Στα Κοτύωρα καλό σημάδι για την οικογένεια ήταν να πέσει το νόμισμα στην Παναγία, που της “μελετούσαν” και το πρώτο κομμάτι. (13)

Στην Κασταμονή, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, οι νοικοκυρές εκτός από τη βασι­λόπιτα ετοίμαζαν και τον αϊβασιλιώτικο χαλβά και μάλιστα με ιδιαίτερη φροντίδα, γιατί από την επιτυχία του εξαρτούσαν την τύχη της χρονιάς. Μετά τον Εσπερινό, τέσσερις ομάδες μαθητών με λευκούς χιτώνες, γαρνιρισμένους με θαλασσί χρώμα και με πολύχρω­μα φαναράκια στα χέρια επισκέπτονταν όλα τα σπίτια. Τα κεράσματα ήταν ρακί και μεζέ­δες για τους μεγάλους και ξηροί καρποί ή φρούτα για τους μαθητές. Με τα χρήματα που εισέπρατταν κάλυπταν έξοδα του σχολείου…(14)

Έτσι έγιναν όλα, όπως κάθε χρόνο, την Πρωτοχρονιά του 1922. Όμως, μήπως δε σταύ­ρωσαν την πίτα “τρις” με το μαχαίρι; Μήπως δε “μελέτησαν” σωστά τα κομμάτια της; Μήπως δεν πάτησαν σωστά πάνω της τη σφραγίδα και ο δικέφαλος αποτυπώθηκε μονοκέ­φαλος ή ακέφαλος; Μήπως το “φλουράκι” το κέρδισε το Τουρκάκι που παραστεκόταν ή του το “μαρτύρησε” το πονηρό Φραγκάκι; Μήπως δεν πέτυχε ο αϊβασιλιώτικος χαλβάς της Κασταμονίτισσας; Μήπως ξέχασαν να ανανεώσουν τα παλιά κλαδιά ελιάς και δάφνης στα εικονοστάσια τους; Ή μήπως το πρωί της Πρωτοχρονιάς του ‘22 πυκνή ομίχλη έκρυβε τη θέα του αχιόνιστου Γιαμανλάρ Νταγ; Μήπως, πάλι, έπιασαν κάποιες κατάρες των Λε­βαντίνων εμπόρων που είχαν θησαυρίσει κάτω απ’ το παλιό τουρκικό καθεστώς των διο­μολογήσεων και τώρα έβλεπαν ότι δεν μπορούσαν να εκμεταλλευτούν τους Έλληνες; Ή μήπως πίσω απ’ τα καφάσια των παραθύρων τα κατακόκκινα από λύσσα μάτια των Τούρκων “μάτιαζαν” το Ελληνικό στοιχείο, που ζούσε το όνειρο της Ανάστασης; Δεν μπορεί, κά­ποιο κακό σημάδι θα είδαν οι Μικρασιάτες την παραμονή ή ανήμερα της Πρωτοχρονιάς!…

Την Πρωτοχρονιά του 1922 η τραγωδία του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας βρί­σκεται σε κορύφωση. Όλα όμως έγιναν όπως κάθε χρόνο στη “Βασιλίδα της Ιωνίας” και τα περίχωρά της. Γιατί, όπως γράφει ο Η. Βενέζης, «Η καταιγίδα, η καταστροφή πλησία­ζαν. Εμείς ήμαστε τότε σχεδόν παιδιά, δεν είχαμε νου και μάτια να δούμε. Αλλά οι πατέρες μας, που είχαν και τα δυο, δεν ήθελαν να δουν. Δεν είχαν μήτε φαντασία. Η ζωή των ελληνικών κοινοτήτων συνεχιζόταν μέσα σε μιαν ατμόσφαιρα ευφορίας – που είναι χαρακτηριστική των απελπισμένων καταστάσεων…».(12) Για κάποιους ασφαλώς στα παρασκήνια ή και στις κερκίδες του παγκόσμιου αυτού θεάτρου όλα αυτά είναι απλώς στοιχεία τραγικής ειρωνείας, αφού το ξέρουν ή το φαντάζονται ότι πρόκειται για την τελευταία Πρωτοχρο­νιά των Ελλήνων στη Μικρά Ασία.

Το τελευταίο, βέβαια, επεισόδιο της τραγωδίας (η «κα­ταστροφή», η «έξοδος») θα παιχτεί «επί σκηνής» τον Αύγουστο του ίδιου έτους…

Από τότε οι Μικρασιάτες, μπορεί να μετρούσαν όπως όλοι οι χριστιανοί το χρόνο με αφετη­ρία τη Γέννηση του Χριστού, ως πρόσφυγες όμως αναμετρούσαν το χρόνο με αφετηρία την αποφράδα εκείνη μέρα του Αυγούστου που οι πύρινες γλώσσες έζωσαν θανατηφόρα τον Ελληνι­σμό της Μικρασίας, αφανίζοντας ένα μεγάλο κομμάτι του και ξεριζώνοντας το υπόλοιπο από τα χώματα όπου για τριάντα ολόκληρους αιώνες ζούσε και δημιουργούσε έργα θαυ­μαστά. Γι’ αυτό και η βασιλόπιτά τους ουσιαστικά ήταν συνδυασμός του “εορτα­στικού” άρτου και του “μελίπηκτου” των αρχαίων προσφορών προς τους θεούς και προς τους νεκρούς αντίστοιχα!

Υ.Γ. Κάπου γύρω στο 2000,ο Γεώργιος Φρυγανάκης παρουσιάζοντας τα έθιμα αυτά στην εκδήλωση κοπής της πίτας του ενιαίου τότε Συλλόγου Μικρασιατών Ρεθύμνου στο Δημαρχείο της πόλης, είχε προτείνει να κόβονται δύο βασιλόπιτες, όπως ήταν το έθιμο στην Αρτάκη της Κυζίκου(15): μια «ανεβατή», αφιερωμένη στο Χριστό, τον Αϊ-Βασίλη και τους οικείους και μία «λειπανάβατη», αφιερωμένη στους νεκρούς μας, θαμμένους και άταφους. Ισως κάποια στιγμή, η πρόταση αυτή, θα έπρεπε να υλοποιηθεί από τους μικρασιατικούς συλλόγους.

Παραπομπές.
Ι) Ισαβέλλα Μαλόβρουββα, «Σμύρνη, Διαμάντι της Ανατολής. Περιοδεία φαντασίας στην παλαιά Σμύρνη», Μικρασιατικά Χρονικά, τόμος Α’, σελ. 181-184. 2) Διδώ Σωτηρίου, Οι νεκροί περιμένουν, σελ. 54. 3) lφιγένεια Χρυσοχόου, Ξεριζωμένη Γενιά, σελ. 394. 4) Σωκράτης Ρωνάς, «Λαϊκό Μηνολόγιο Σμύρνης», Μικρασιατικά Χρονικά, τόμος Ζ’, σελ. 310. 5) Δημ. Λουκάτος, ” Το έθιμο της Βασιλόπιτας”, Μικρασιατικά Χρονικά, Τόμος Ι΄, σελ. 121. 6) Δημ. Λουκάτος, ό.π., σελ. 123. 7) Γεώργιος Μέγας, Ελληνικαί εορταί και έθιμα λαϊκής λατρείας, Αθήνα 1956, σελ. 61. 8 ) Δημ. Λουκάτος, ό.π., σελ. 124. 9) Γ. Μέγας, ό.π., σελ. 60-61. 10) Δημ. Λουκάτος, ό.π., σελ. 125. 11) Γ. Μέγας, ό.π., σελ. 72. 12) Γ. Μέγας, ό.π., σελ. 70. 13) Λύσανδρος Θεοδωρίδης, «Η Παραμονή του Αγίου Βασιλείου εις Κασταμονήν», Μικρασιατικά Χρονικά, τόμος Β’, σελ. 172. 14) Ηλίας Βενέζης, Μικρασία, Χαίρε, σελ. 37-38. 15) Δημ. Λουκάτος, ό.π., σελ. 108.

Friday, December 24, 2021

Τα κάλαντα της παραμονής των Χριστουγέννων – Μικρασιάτικες αναμνήσεις του Φώτη Κόντογλου


Γράφει ο Κόντογλου για μια παραμονή Χριστουγέννων στην παλιά πατρίδα, που έκανε «κρύο τάντανο κι ο αγέρας σαν να ’τανε κρύα φωτιά κι έκαιγε. Μα ο κόσμος ήταν χαρούμενος και γεμάτος κέφι». Τα παιδιά λέγανε τα κάλαντα στα μαγαζιά και στα καφενεία της αγοράς κι όταν σουρούπωνε γύριζαν στις γειτονιές κρατώντας φανάρια και τα έλεγαν στα σπίτια. «Και δεν τα λέγανε μισά και μισοκούτελα, μα τα λέγανε από την αρχή ίσαμε το τέλος, με φωνές ψαλτάδικες, όχι σαν και τώρα που λένε μοναχά πέντε λόγια μπρούμυτα κι ανάσκελα και κείνα παράφωνα».

«Από δω κι από κει ακουγόντανε τα παιδιά που λέγανε τα κάλαντα στα μαγαζιά. Η ώρα περνούσε κι ανάργευε σιγά-σιγά ο κόσμος. Τα μαγαζιά σφαλούσαν ένα ένα, μοναχά μέσα στα μπαρμπεριά ξυριζόντανε ακόμα κάτι λίγοι. Στο τσαρσί λιγόστευε η φασαρία, μα στους μαχαλάδες γυρίζανε τα παιδιά με τα φανάρια και λέγανε τα κάλαντα στα σπίτια. Οι πόρτες ήτανε ανοιχτές, οι νοικοκυραίοι, οι νοικοκυράδες και τα παιδιά τους όλοι ήτανε χαρούμενοι κι υποδεχόντανε τους ψαλτάδες κι εκείνοι αρχίζανε καλόφωνοι σαν χοτζάδες:

Καλήν εσπέραν, άρχοντες,
αν είναι ορισμός σας,
Χριστού τη θεία Γέννησιν
να πω στ’ αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον
εν Βηθλεέμ τη πόλει,
οι ουρανοί αγάλλονται,
χαίρετ’ η κτίσις όλη…


Κι αφού ξιστορούσανε όσα λέγει το Ευαγγέλιο, τον Ιωσήφ, το σφάξιμο των νηπίων και τη Ραχήλ που έκλαιγε τα τέκνα της, ύστερα τελειώνανε με τούτα τα λόγια:

Ιδού όπου σας είπαμεν
όλη την ιστορίαν,
του Ιησού μας του Χριστού
Γέννησιν την αγίαν,
και σας καληνυκτίζομεν,
πέσετε, κοιμηθείτε,
ολίγον ύπνον πάρετε
κι έπειτα σηκωθείτε
και βάλετε τα ρούχα,
όμορφα ενδυθείτε,
στην εκκλησία τρέξετε,
με προθυμία μπείτε,
ν’ ακούσετε με προσοχή
όλην την υμνωδία
και με πολλήν ευλάβεια
τη θεία λειτουργία.
Κι ευθύς όταν γυρίσετε
εις το αρχοντικό σας,
ευθύς τραπέζι στρώσετε,
βάλτε το φαγητό σας
και τον σταυρό σας κάνετε,
γευθείτε, ευφρανθείτε,
δώστε και κανενός φτωχού
όστις να υστερείται,
δώστε κι εμάς τον κόπο μας
ό,τι είναι ορισμός σας
και ο Χριστός μας πάντοτε
να είναι βοηθός σας.
Και εις έτη πολλά!


Μπαίνανε στο σπίτι με χαρά, βγαίνανε με πιο μεγάλη χαρά. Παίρνανε αρχοντικά φιλοδωρήματα από τον κουβαρντά τον νοικοκύρη κι από τη νοικοκυρά λογιών λογιών γλυκά, που δεν τα τρώγανε, γιατί ακόμα δεν είχε γίνει η λειτουργία, αλλά τα μαζεύανε σε μια καλαθιέρα. Αβραμιαία πράγματα! Τώρα στεγνώσανε οι ανθρώποι και γινήκανε σαν ξερίχια από τον πολιτισμό. Πάνε τα καλά χρόνια!

Όλα γινόντανε όπως τα ’λεγε το τραγούδι: Πέφτανε στα ζεστά τους και παίρνανε έναν ύπνο, ώσπου αρχίζανε και χτυπούσανε οι καμπάνες από τις δώδεκα εκκλησιές της χώρας. (Τι γλυκόφωνες καμπάνες, όχι σαν τις κρύες τις ευρωπαϊκές που θαρρείς πως είναι τενεκεδένιες!) Στολιζόντανε όλοι, βάζανε τα καλά τους και πηγαίνανε στην εκκλησιά. Σαν τελείωνε η λειτουργία, γυρίζανε στα σπίτια τους. Οι δρόμοι αντιλαλούσανε από χαρούμενες φωνές. Οι πόρτες των σπιτιών ήτανε ανοιχτές και φεγγοβολούσανε. Τα τραπέζια περιμένανε στρωμένα μ’ άσπρα τραπεζομάντιλα κι είχανε απάνω ό,τι βάλει ο νους σου. Φτωχοί και πλούσιοι τρώγανε πλουσιοπάροχα, γιατί οι αρχόντοι στέλνανε απ’ όλα στους φτωχούς. Κι αντίς να τραγουδήσουνε στα τραπέζια, ψέλνανε το «Χριστός γεννάται, δοξάσατε», «Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει», «Μυστήριον ξένον ορώ και παράδοξον». Αφού ευφραινόντανε απ’ όλα, πλαγιάζανε αξέγνοιστοι σαν τα αρνιά που κοιμόντανε κοντά στο παχνί, τότες που γεννήθηκε ο Χριστός εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας».

Απόσπασμα από το κείμενο του Φώτη Κόντογλου «Εορτάσιμα θέματα –Παραμονή Χριστουγέννων», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ελευθερία στις 24 Δεκεμβρίου 1950.

Sunday, December 5, 2021

Οι θέσεις της Ενωσης Λαϊκής Δημοκρατίας για τα Δεκεμβριανά


ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 15 ΜΑΡΤΙΟΥ 1945

Η Αριστερά, που ήταν η ψυχή και η κινητήρια δύναμη του κινήματος της Εθνικής Αντίστασης στο εσωτερικό, είχε στά χέρια της την πραγματική εξουσία στην Ελεύθερη Ελλάδα. Την άνοιξη του 1944 η πραγματική αυτή εξουσία οργανώνεται με τη μορφή της ΠΕΕΑ. Εκφράζεται έτσι και η ανάγκη να πάρει επίσημη μορφή η εξουσία που ασκείται στην ύπαιθρο, μα και η ανάγκη που αισθάνεται το κίνημα ν’ ανταποκριθεί η εξωτερική έκφρασή του περισσότερο προς την εσωτερική σύνθεσή του.

Το ΚΚΕ αντιπροσωπεύει την ισχυρή παράταξη. που απ’ την πρώτη στιγμή έδωκε στο κίνημα αυτό την πείρα, τη μαχητική ικανότητα και την απεριόριστη προσφορά της ατομικής και ομαδικής αυτοθυσίας των μελών του και του συνόλου του μηχανισμού του. Όμως το ΚΚΕ δεν εκφράζει ιδεολογικά τη θέληση της πλειοψηφίας των λαϊκών βάσεων, που συγκροτούν το εαμικό κίνημα. Η πλειοψηφία αυτή είναι δημοκρατική, και κατά ένα δικό της τρόπο, τείνει προς το σοσιαλισμό. Μες το ΕΑΜ, γύρω απ’ την ΕΛΔ, τα σοσιαλιστικά και αγροτικά Κόμματα, υπάρχει το σπέρμα μιας ηγεσίας, που ανταποκρίνεται προς τις ιδεολογικές τάσεις αυτών των βάσεων. Η ηγεσία αυτή όμως είναι τεμαχισμένη, η ίδια διαπλάθεται και δημιουργείται μες τα τραγικά γεγονότα που ζει, είναι στο μέγιστο μέρος της οργανωτικά ανώριμη για ν’ ασκήσει τον έλεγχο και την καθοδήγησή της στο σύνολο του εαμικού μηχανισμού.

Η ΠΕΕΑ δεν είναι μόνο η νομική μορφή που πήρε η ανάγκη νά οργανωθεί σταθερότερα και με σαφέστερο πολιτειακό σχήμα η πραγματική εξουσία που ασκούσε το ΕΑΜ, όπου είχε απομακρύνει τις αρχές κατοχής. Ήταν και η εκδήλωση ταυτόχρονα της πολιτικής ανάγκης να ισορροπηθεί η σύνθεση της ηγεσίας του εαμικού κινήματος και, βαθμιαία, μεσ’ απ’ την οργάνωση των εξουσιών του, να φτάσει έτσι το κίνημα σε μια εξωτερική πολιτική έκφραση, που ν’ ανταποκρίνεται προς την εσωτερική σύνθεσή του.

Εξάλλου ο σχηματισμός της ΠΕΕΑ θα δημιουργούσε στο λαό την πεποίθηση πως μια νεα περίοδος ανοίγεται στη Διοίκηση της Ελεύθερης Ελλάδας. Ο αυτοσχεδιασμός, ο κομματικός παρεμβατισμός που επικράτησε σε μεγάλο βαθμό, και η φοβερή καχυποψία έπρεπε για την κοινή συνείδηση να διορθωθούν. Ήταν βέβαια ως ένα μεγάλο σημείο μοιραία φαινόμενα. Μα όλοι πίστευαν πως η κατάσταση μπορούσε να καλυτερέψει. Η πνοή ήταν πολύ ωραία. Στην εφαρμογή ζητιόταν η καλυτέρεψη. Ο λαός αγάπησε την Αυτοδιοίκηση. Γι’ αυτό και αντιπάθησε τίς κομματικές αναμίξεις σ’ αυτή. Και αγάπησε με πάθος τον αγώνα για τη λευτεριά. Γι’ αυτό η υπερβολή στην «επαγρύπνηση» τού ήταν αποκρουστική. Ό,τι θα μπορούσε να διαπιστώσει κανείς σήμερα είναι πώς η ΠΕΕΑ έγινε πολύ αργά κ’ έζησε πολύ λίγο για να μπορέσει ν’ αποδώσει το μέγιστο της ωφελείας της.

Αν η ΠΕΕΑ είχε γίνει νωρίτερα θα φτάναμε σέ μια πραγματική εθνική ενότητα που, να εκφράζει με πιο πολλή ακρίβεια το συσχετισμό των δυνάμεων, Αντίστασης – Αντίδρασης, με σαφή επικράτηση τουλάχιστο του πνεύματος τής Αντίστασης, όπως έγινε στο μέγιστο τμήμα τής απελευθερωμένης Ευρώπης. Η καθυστέρηση στην ίδρυση τής ΠΕΕΑ έκανε αδύνατο αυτό το έργο…[…]

Δε μπορούν να ιστορηθούν εδώ όλες οι λεπτομέρειες των δραματικών ημερών πού προηγήθηκαν απ’ τις 3 Δεκεμβρίου…[…]

Η πρόσκληση του στρατηγού Σαράφη από τον κ. Σκόμπυ και η αξίωσή του να υπογραφεί αμέσως και μπροστά του η διαταγή για την αποστράτευση, η πρόσκληση των υπουργών Σβώλου καί Ζέβγου και η αξίωσή του να τού υπογράψουν δήλωση πώς αποκηρύσσουν τις πράξεις βίας τού ΕΛΑΣ, τα απίθανα διαγγέλματα τού κ.Σκόμπυ τής 30 —11—44 καί, παράλληλα, η υπαναχώρηση τού κ. Παπανδρέου άπ’ τό σχέδιο συμφωνητικού τής 23—11—44 που είχε υπογράψει (όπου συμφωνείται η γενική αποστράτευση), ό δόλιος διορισμός των 252 αξιωματικών τής εθνοφυλακής, χωρίς προσυνεννόηση, η μυστική πρόσκληση όλων των χωροφυλάκων στην Αθήνα, η διατήρηση ενόπλων των υποδίκων ταγμάτων ασφαλείας και χίλια ακόμη περιστατικά – μές τη γενική ατμόσφαιρα πού δημιουργεί ο αντιδραστικός τύπος, βεβαίως δεν είναι γεγονότα πού κατευνάζουν τις ανησυχίες.

Μές σ’ αυτή την ψυχολογία πρέπει να τοποθετηθεί η τελική άρνηση του Π. Γ. τού Κ.Κ.Ε. να υπογραφεί το συμβιβαστικό σχέδιο για το στρατιωτικό (28-11-44), θέση πού υιοθετείται αργότερα άπ’ την Κ. Ε. του ΕΑΜ. Πραγματικά, όταν ό κ. Παπανδρέου δήλωσε — παρά την υπογραφή του τής 23—11—44 — πώς δεν ήταν δυνατός ό γενικός αφοπλισμός (πράγμα, πού όπως εξήγησε αργότερα, έκανε ύστερ’ από επιστολή του κ. Σκόμπυ, όπου γίνονταν λόγος και για την «προσωπική γνώμη του κ. Τσώρτσιλ» να μη διαλυθεί ή ’Ορεινή Ταξιαρχία!) η Αριστερά δέχτηκε τη συμβιβαστική λύση να διατηρηθεί ίση δύναμη του ΕΛΑΣ, πού ν’ άπαρτίσει ένα μικτό τμήμα Εθνικού Στρατού μαζί με την Ταξιαρχία και τον Ιερό Λόχο. Το σχετικό σχέδιο το ενέκρινε ό κ. Παπανδρέου σέ συνάντησή του με τούς εαμικούς υπουργούς. Μα την άλλη μέρα το έστειλε να υπογράφει αλλαγμένο, κατά τούτο πώς οι μονάδες προβλέπονται ανεξάρτητες, ασύνδετες. Μικρή ή μεγάλη, ύστερ’ από όλα τα προηγούμενα, η άλλαγή αυτή γιγάντωσε τη δυσπιστία.

Και μέσα σ’ όλα—ενώ στις 28, 29, 30 γίνονται προσπάθειες να βρεθεί πάντως μιά λύση—ό κ. Παπανδρέου ΠΡΟΚΑΛΕΙ την κυβερνητική κρίση. Αληθινά, την 1η Δεκεμβρίου στέλνει στους εαμικούς υπουργούς να υπογράψουν διαταγή να παραδώσει η πολιτοφυλακή την υπηρεσία στην εθνοφυλακή, και παραγγέλνει πώς η υπογραφή αυτή αποτελεί θέμα εμπιστοσύνης. Ξέρει πώς η υπογραφή αυτή είναι αδύνατη, αφού εκκρεμεί το γενικό ζήτημα. Τόσο το περιεχόμενο τής παραγγελίας τού κ. Παπανδρέου όσο και ο τρόπος που έγινε αποδείχνουν πώς ΗΘΕΛΕ πιά τη ρήξη. Στό περιβάλλον του είχε αναπτυχθεί ο μύθος των 24 ωρών• η πεποίθηση πώς μέσα σε 24 ώρες θα ξεκαθαρίζονταν η Αθήνα απ’ τούς Ελασίτες. Η ενίσχυση του κ. Σκόμπυ είναι υπεσχημένη. Γιατί να συζητει μέ την Αριστερά, όταν μπορεί να τη συντρίψει;

Τα παραπέρα γεγονότα, το συλλαλητήριο τής 3ης Δεκεμβρίου, η απαγόρευση ύστερ’ από την άδεια, οι φόνοι αόπλων κλπ. πράγματα πού αποτελούν το έναυσμα, είναι πια μοιραία αποτελέσματα τής απόφασης του κ. Παπανδρέου. Η απόφαση υπάρχει. Απόδειξη ότι, όταν την επομένη του συλλαλητηρίου γίνεται φώς φανάρι πώς η κυβέρνηση Παπανδρέου δε μπορεί πιά να σταθεί, και ό κ. Παπανδρέου υποβάλλει επιτέλους την παραίτησή του, σέ λίγες ωρες την αποσύρει, με τη συμφωνία του κ. Λήπερ καί του κ. Σκόμπυ… […]

Δεν είναι μόνο ό κυρίως πολιτικός χειρισμός τού ζητήματος πού είναι άξιος για αυστηρή κριτική. Και από άλλες απόψεις πρέπει να σημειωθούν καίρια σφάλματα. Πρώτα—πρώτα η ομαδική σύλληψη αμάχων—η ομηρία. Κανένας δε μπορεί ν’ αρνηθεί πώς αυτό το μέτρο εφαρμόστηκε αφού πρώτα, όπου έμεναν ή όπου έμπαιναν οι κυβερνητικοί, έκαναν αθρόες συλλήψεις αμάχων και αφού ανακοινώθηκε άπ’ το ραδιόφωνο η αποστολή των πρώτων τριών χιλιάδων στην Αφρική. Τα επίσημα ανακοινωθέντα τού στρατηγού Σκόμπυ ονόμασαν βέβαια αυτούς τούς αμάχους «αιχμαλώτους», ενώ βούιξε ό τόπος για τούς «ομήρους» τού ΕΛΑΣ…. Μα οι λέξεις δεν αλλάζουν την αλήθεια. Κι η αλήθεια είναι πώς οί κυβερνητικοί συνέλαβαν πρώτοι αμάχους, ομήρους.

Μα τούτο δεν είναι αρκετό για να δικαιολογήσει το μέτρο αυτό από μέρους τού ΕΛΑΣ. Πρώτον γιατί εφαρμόστηκε με τρόπο τόσο γενικό χωρίς την ελάχιστη διάκριση ώστε ένα άδικο μέτρο καθ’ εαυτό να γίνει ακόμη πιο άδικο στην πράξη. Δεύτερο γιατί με την έλλειψη μεταφορικών μέσων και ειδών διατροφής, οργανώθηκαν αυτά τα καραβάνια των πεζών πού περπατούσαν εκατοντάδες χιλιόμετρα, κι απόκτησαν την όψη του κάτεργου και το Φωτοστέφανο του μαρτυρίου. Τέλος γιατί δεν πάρθηκαν αρκετά μέτρα ώστε τουλάχιστον να προφυλαχτεί η ζωή τους. Οχι μόνο υπάρχουν θάνατοι (λίγοι ή πολλοί αδιάφορο) άπ’ την κακουχία, μα και εκτελέσεις ομήρων υπάρχουν για άγνωστες ή απίθανες αιτίες. Και τούτο πρόσθεσε στα άλλα. Είναι βέβαιο πώς οι πλείστες απ’ αυτές τις υπερβασίες είναι αποτέλεσμα οικτρών πρωτοβουλιών κατώτερων οργάνων. Μα είναι επίσης βέβαιο πώς και η λήψη του μέτρου γενικά και η μεγάλη εγκατάλειψη στην πρωτοβουλία των κατωτέρων είναι λάθη ηγεσίας.

Κι’ έπειτα είναι οι εκτελέσεις. Πόσες είναι ακριβώς; Πώς έγιναν; Η «καπηλεία των πτωμάτων» πού έγινε μετά την αποχώρηση του ΕΛΑΣ άπ’ την Αθήνα προκαλεί την αγανάκτηση κάθε τίμιου ανθρώπου. Η αστυνομική σκηνοθεσία τής εκταφής ακρωτηριασμένων πτωμάτων ανθρώπων πού είχαν πεθάνει πολύ φυσιολογικά και είχαν ταφεί απολύτως αρτιμελείς αλλού από εκεί όπου έγινε η «εκταφή» τους μαζί με ό,τι άλλο δημιούργησε η σαδιστική φαντασία των κουρασμένων μεγαλοαστών, είναι πράγματα πασίγνωστα κι αποτελούν σήμερα κοινή συνείδηση. Δειλά δειλά στην αρχή και τώρα πολύ θαρρετά, ό καθένας εκφράζει μεγαλόφωνα την απορία του πώς επιτέλους κανενός ο θάνατος δεν αναγγέλλεται από όλμο, από πυροβόλο τάνκς, από τίς χιλιάδες βλήματα πού τα πολεμικά ανακοινωθέντα τού κ. Σκόμπυ ανέφεραν ότι έπεσαν στην Αθήνα «από ξηράς, θαλάσσης και αέρος».

Ολοι οι νεκροί των 33 ημερών έχουν «αγρίως σφαγιασθεί…». Μα όλ’ αυτά δεν εξαφανίζουν το θέμα των εκτελέσεων. Υπάρχουν εκτελέσεις, και εκτελέσεις άδικες ή άτοπες. Αλήθεια είναι πώς ένα ποσοστό είναι, μοιραίο επακόλουθο τής ένοπλης λαϊκής εξέγερσης. Το πάθος του εμφυλίου πολέμου εξηγεί ένα μέγα μέρος αυτών των εκτελέσεων. Κανείς άλλωστε δε λησμονεί πώς τα Δεκεμβριανά γίνονται ύστερ’ από την 4αυγουστιανή δικτατορία, μα και ύστερ’ από τέσσερα χρόνια πρωτοφανούς ωμότητας των καταχτητών και απίθανης σκληρότητας των οργάνων του, πού έκαναν να συμπυκνωθεί μές την ψυχή του αγωνιζόμενου λαού δικαιολογημένο μίσος.

Έπειτα, για άλλους, είναι η ένοπλη εξέγερση η ευκαιρία για να ξοφλήσουν έναν παλιό λογαριασμό. Προσποιούμενοι πώς κατέχονται από επαναστατικό μένος, ικανοποιούν προσωπικά πάθη. Τέλος, μές σ’ αυτή τη γενική εξέγερση, άνθρωποι ανακατεύονται πού έχουν ένστιχτα εγκληματικά καί «κάνουν τήν τύχη τους», σκοτώνοντας όσο μπορούν. Όλοι αυτοί ξένοι προς το Λαϊκό Κίνημα, ξένοι προς τον υψηλό παλμό των αληθινών αγωνιστών. Ποιο είναι το ποσοστό του αναπόφευκτου στην περίπτωση αυτή και που αρχίζει η ευθύνη τής ηγεσίας είναι αδύνατο να διακριθεί. Είναι βέβαιο πώς σ’ αυτή τη μάχη δεν υπάρχει ένα μέτωπο πού να ελέγχεται απόλυτα. Η καθολικότητα είναι χαρακτηριστικό της. Μα ούτε το πάθος ούτε ή εκδίκηση ούτε η εγκληματικότητα αρκούν για να εξαλείψουν το γενικό αίσθημα πώς δεν υπήρξε αρκετή φροντίδα για ν’ αποφευχθούν η υπερβολή, το πλήθος των εκτελέσεων. Μέ διαταγές αυστηρότερες, μέ μεγαλύτερη επαγρύπνηση, πιστεύουν όλοι πώς το κακό θα ήταν μικρότερο, όπως κ’ οι αδικίες πού βαραίνουν σήμερα το κίνημα. Το ίδιο ισχύει και για τις λεηλασίες. Τα όσα έκαναν οι εθνοφύλακες και οι ξένοι στρατιώτες δεν πρέπει να μας κάνουν να καλύψουμε τις υπερβασίες πού έγιναν, όχι απ’ τον τακτικό ΕΛΑΣ, μ από άλλους σχηματισμούς. Ας έκαναν ό,τι ήθελαν οι εθνοφύλακες και οι ξένοι. Τις δικές του δυνάμεις ο λαός τις ήθελε άμεμπτες…[…]

Ένα κόμμα σαν την ΕΛΔ δε μπορεί να έχει κατ’ αρχήν αντίθεση προς την έννοια τις λαϊκής εξέγερσης, γιατί αυτό θα ήταν αντιστορική, αντεπαναστατική, αντισοσιαλιστική στάση. Ανεξάρτητα άπ’ το σοσιαλισμό, η ιστορία είναι γεμάτη από μικρές ή μεγάλες εξεγέρσεις που εξυπηρέτησαν βαθύτατα την ανθρώπινη πρόοδο, ή, σέ συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, έσπρωξαν σέ προοδευτικές λύσεις. Μα, τη συγκεκριμένη ώρα πού η Ελλάδα κατέχεται, με την έγκριση του ΕΑΜ, από συμμαχικά στρατεύματα και ό πόλεμος εξακολουθεί, ή ένοπλη εξέγερση δε μπορούσε να καταλήξει στο ξερίζωμα του φασισμού, θα κατέληγε σέ κάποιο συμβιβασμό.

Μεγάλο μέσο για μικρό αποτέλεσμα. Μεγάλο μέσο, πού κινδύνευε—όπως κ’ έγινε—να φέρει αντίθετο αποτέλεσμα. Να δώσει μια όψη νομιμότητας στην Αντίδραση. Να τής δώσει και λαϊκή βάση ακόμη, πού στηρίχθηκε σέ όσους τρόμαξαν άπ’ την εξέγερση και κυρίως άπ’ τις υπερβασίες της. Να δώσει ακόμη χρώμα «δικαιοσύνης» στο διωγμό τής Αντίστασης.
Αυτοί ήταν οι λόγοι πού μας έκαναν να καταπολεμήσουμε κάθε εξτρεμιστική διάθεση και να συμφωνήσουμε προς κάθε συμβιβαστική λύση. Ανάμεσα στην ψύχωση τής 10ης Δεκεμβρίου και το φόβο τής 11ης Δεκεμβρίου, κρατηθήκαμε στη θέληση τής συνδιαλλαγής. Από κει πηγάζει ή αποδοχή μας (πού είναι άλλωστε ταυτόχρονη με την άποδοχή και του συναγ. Ζέβγου) τού συμβιβαστικού σχεδίου απόφασης τού Υπουργικού Συμβουλίου για τη λύση τού στρατιωτικού.

Βέβαια ή λύση αυτή σήμαινε μια υποχώρηση από μέρους τού ΕΑΜ. Αλλά είναι επίσης βέβαιο πώς το σχέδιο τής Απόφασης περιείχε μια σειρά από προϋποθέσεις πού, αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί ώς τις 10 Δεκεμβρίου, θα δικαιολογούσαν την άρνηση, τότε, να παραδοθούν τα όπλα ενώ αν επρόκειτο να πραγματοποιηθούν, θ’ αποτελούσαν κάποια εξασφάλιση.

Όταν το Π.Γ. του Κ.Κ.Ε. αρνήθηκε την τελική υπογραφή αυτού του σχεδίου, ό Γενικός Γραμματέας ζήτησε από την Ολομέλεια της Κ.Ε. (27-12-44) την άδεια να παραιτηθεί από το Υπουργείο τής Εθνικής Οικονομίας, πρώτον γιατί ήταν προσωπικά εκτεθειμένος αφού είχε υποβάλει το σχέδιο, και δε μπορούσε να ζητήσει παρά μόνο να διορθωθεί η διατύπωση και να γίνει δεχτή η δική του (ενιαία διοίκηση μικτού τμήματος Ορεινής Ταξιαρχίας-Ιερού Λόχου και Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ)• δεύτερον γιατί ό χειρισμός πού γινόταν δεν θα οδηγούσε σέ συμφωνία. Τρίτον γιατί, αφού δεν είχε διατυπωθεί έστω έκ των υστέρων διαφωνία στη χρονολογία τής 10ης Δεκεμβρίου, αφού δεν αντιτάξαμε δίκαιη άρνηση στην υπαναχώρηση του κ.Παπανδρέου και δεχτήκαμε τη συμβιβαστική λύση, ήταν, από πολιτική άποψη, φανερό πώς μόνο την υπογραφή τού δικού μας σχεδίου μπορούσαμε ν’ αξιώσουμε πια γιατί, αλλιώς, σέ μάς θα έπεφτε η μομφή τής υπαναχώρησης. Η Κ.Ε. έδωκε αυτή την άδεια τής παραίτησης, μαζί με την εντολή να επιδιωχτεί η συνδιαλλαγή με κάθε θυσία και με προσπάθεια να μη διασπαστεί το ΕΑΜ.

Ευθύς αμέσως επικράτησε η γνώμη, τόσο στην ηγεσία τής ΕΛΔ όσο και στους εξωεαμικούς υπουργούς, πού είχαν την ίδια άποψη με την ΕΛΔ, και πού κατέβαλαν έντονες προσπάθειες για τη συνδιαλλαγή, πώς η τυχόν μονομερής παραίτηση κινδύνευε να οδηγήσει στην επιτάχυνση τής κρίσης και στη διάσπαση του ΕΑΜ. Απ’ την άλλη μεριά ό κ. Παπανδρέου έμενε αδιάλλακτα στην άποψή του. Η παραίτηση θα ενίσχυε την αδιαλλαξία του και επομένως δεν θα ωφελούσε την συνδιαλλαγή. Γι’ αυτό εξακολούθησαν -χωρίς παραίτηση—οι προσπάθειες για την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης ως τη στιγμή πού, όπως ειπώθηκε παραπάνω, ο κ. Παπανδρέου προκάλεσε την κυβερνητική κρίση.

Στη συνεδρίαση της Κ.Ε. του ΕΑΜ πού ακολούθησε, η ΕΛΔ δέχεται το γενικό αφοπλισμό σάν πολιτικό σύνθημα — αφού ο ίδιος ο κ. Παπανδρέου ξεφεύγει απ’ το συμβιβασμό. Μα είναι απόφαση της Κεντρικής πώς η κυβερνητική κρίση δεν σημαίνει ένοπλη ρήξη—πώς, αντίθετα, πρέπει να αποφύγουμε κάθε πρόκληση από μέρους τής Αντίδρασης και να επιδιώξουμε πολιτικά την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου και το σχηματισμό νέας κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, με το γνωστό πρόγραμμα. (Με το ίδιο πνεύμα αποφασίζονται και νέα μέτρα από την Κ.Ε. του ΕΑΜ στις 2 Δεκεμβρίου).

Ήταν αδύνατο αυτό; Αποδείχτηκε πώς όχι. Πραγματικά, ύστερ’ απ’ το Συλλαλητήριο τής 3ης Δεκεμβρίου ό Παπανδρέου παραιτείται. Προς την κατεύθυνση αυτή έγινε διάβημα απ’ την ΕΛΔ στον κ. Καφαντάρη. Ταυτόχρονα ό συναγ. Ζέβγος δήλωνε στον Θ. Σοφούλη πώς το Κ.Κ.Ε. δέχεται σχηματισμό νέας κυβέρνησης από τον ίδιο τον κ. Σοφούλη. Γιατί ανακαλείται η παραίτηση; Το πρόσχημα είναι πώς αρχίσαν να καταλαμβάνονται (Τρίτη 4 Δεκεμβρίου) αστυνομικά τμήματα. Είναι φανερό, πώς η Αντίδραση αφού είχε πετύχει να σπρώξει προς ορισμένες ενέργειες τον ΕΛΑΣ, δέ μπορούσε ν’ αφήσει την «ευκαιρία» να τον χτυπήσει βίαια. Και ό εμφύλιος πόλεμος αρχίζει.

Η ηγεσία τής ΕΛΔ καθορίζει τη θέση της : Είμαστε εναντίον του εμφυλίου πολέμου και εναντίον των ενεργειών πού έδωσαν προσχήματα στην Αντίδραση. Μένουμε στο στρατόπεδό μας, αλλά θα επιδιώξουμε τον άμεσο τερματισμό των εχθροπραξιών.
Μόλις κατορθώθηκε να επιδοθούν επιτέλους οι όροι του κ. Σκόμπυ εκδηλώνουμε, μαζί με το συναν. Σβώλο, τη γνώμη μας πώς πρέπει να γίνουν δεχτοί. Όταν αρχίζει ή εφαρμογή του μέτρου τής ομηρίας διαμαρτυρόμαστε, μαζί με άλλα μέλη τής Κ.Ε. του ΕΑΜ. Στη συνεδρίαση τής Κ.Ε. του ΕΑΜ τής 6-12-44 υποστηρίζουμε πάλι την άμεση αποδοχή των όρων του στρατηγού Σκόμπυ και μειοψηφούμε ρητά. Όταν έρχεται ό κ. Τσώρτσιλ, υποστηρίζουμε και πάλι την ανάγκη του τερματισμού του αγώνα. Στις 27-12-44 συνέρχεται η Κ. Ε. του Κόμματος πού εγκρίνει τη γραμμή πού ακολουθήθηκε ως τότε και δίνει την εντολή στο Γεν. Γραμματέα να συναντηθεί με το Π.Γ. του Κ.Κ.Ε. και, αν διαπιστώσει αδιαλλαξία, να συγκαλέσει την Κ.Ε. τής ΕΛΔ για να παρθούν νέες αποφάσεις.

Η νέα συνάντηση πραγματοποιείται μετά την αναχώρηση του κ. Τσώρτσιλ. Το Π.Γ. του Κ.Κ.Ε. και η Κ.Ε. του ΕΑΜ έχουν οριστικά πάρει απόφαση να υποχωρήσουν. Ο συναγ. Σβώλος παίρνει την εντολή να συναντήσει μ’ αυτό το πνεύμα τον Αρχιεπίσκοπο. Και η Κ.Ε. του ΕΛΑΣ στέλνει απεσταλμένους στον κ. Σκόμπυ. Έν τω μεταξύ ή άμυνα τής Αθήνας αποδείχνεται πώς δε μπορεί να εξακολουθήσει. Η Κ.Ε. του ΕΑΜ, τό Π.Γ. του Κ.Κ.Ε. και ο Γ. Γραμματέας και μέλη τής Κ.Ε. τής ΕΛΔ απομακρύνονται απ’ την Αθήνα, περιμένοντας την απάντηση του Αρχιεπισκόπου-πού δεν ήρθε-και τούς όρους τής συνθηκολόγησης, πού ήρθαν όταν έκρινε κατάλληλη τη στιγμή ό στρατηγός Σκόμπυ. Στις 10-1-45 υπογράφεται η Ανακωχή απ’ τούς συν. Ζέβγο καί Παρτσαλίδη. Στις 12-2-45 υπογράφεται η Βάρκιζα απ’ την Αντιπροσωπεία του ΕΑΜ, όπου μετέχει ό Γενικός Γραμματέας τής ΕΛΔ.
Η Ολομέλεια τής Κ.Ε. της ΕΛΔ εγκρίνει τη γραμμή που ακολουθήθηκε απ το Γεν. Γραμματέα και του εκφράζει την εμπιστοσύνη της.