Thursday, January 30, 2020

Ποδόσφαιρο: Ευκαιρία επανεκκίνησης ή λουκέτο

Του Γιώργου Φλωρίδη

Όλα όσα συμβαίνουν τελευταία στο ελληνικό ποδόσφαιρο, θυμίζουν σε μεγάλο βαθμό, όσα έζησα ως υπεύθυνος Αθλητισμού την περίοδο 2000-2001. Το δημοφιλές άθλημα, γίνεται για πολλοστή φορά αντικείμενο μιας σφοδρής συλλογικής και επιχειρηματικής σύγκρουσης. Το ξεχωριστό και ιδιαίτερο στοιχείο αυτής της περιόδου είναι ότι, δυστυχώς, η πολιτεία τρέχει από πίσω του καταϊδρωμένη να μαζέψει τα ασυμμάζευτα, απέναντι σε μια κατάσταση που «φώναζε» εδώ και αρκετό καιρό ότι θα έχει άσχημη εξέλιξη.

Η συζήτηση που γίνεται σήμερα για το ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο, απλώς συσκοτίζει το μέγεθος του προβλήματος και γι’ αυτό δεν έχει νόημα. Είναι συζήτηση που δημιουργεί αποπροσανατολισμό και αναπαράγει κοινωνικό διχασμό, σε μια κρίσιμη εποχή που χρειάζεται κοινωνική ηρεμία και ομοψυχία.

Το κεντρικό πρόβλημα, του ελληνικού ποδοσφαίρου πάει χρονικά πολύ πίσω και είναι βαθύτατα δομικό. Ο πυρήνας του βρίσκεται στην αντίληψη των μεγάλων και, κυρίως, των εκάστοτε κυρίαρχων ομάδων, που τοποθετούν τα συμφέροντά τους πάνω από το άθλημα και τους κανόνες του. Το ενδιαφέρον τους δεν επικεντρώνεται στην προαγωγή του ποδοσφαίρου, αλλά στην με κάθε τρόπο και μέσο προώθηση της Ομάδας τους. Όσο δεν αντιμετωπίζεται ριζικά αυτή η νοοτροπία με θεσμικό και διοικητικό τρόπο, τα πράγματα θα οδηγούνται σε ακρότητες, όπως αυτές των τελευταίων ημερών, καθώς και στην οριστική υποβάθμιση του αθλήματος.

Για ν’ αφήσουμε, όμως, πίσω μας τη μιζέρια και να πάψει το άχαρο παιχνίδι επίρριψης ευθυνών του ενός στον άλλο, πρέπει να δούμε ότι κάθε κορύφωση αδιεξόδου στο ποδόσφαιρο, είναι ταυτόχρονα και μια μεγάλη ευκαιρία για την θεσμική και αγωνιστική επανατοποθέτησή του. Όσο αυτή δεν επιτυγχάνεται, τόσο το βυθίζει στο βούρκο της ανυποληψίας και της υποβάθμισης.

Σήμερα, παρά την όξυνση των παθών, διαμορφώνονται πάλι συνθήκες επανεκκίνησης του ποδοσφαίρου μας. Αρκεί να γίνουν τα κατάλληλα βήματα από τους κατάλληλους φορείς, με το κατάλληλο πλαίσιο.

Η ευθύνη των πρωτοβουλιών ανήκει στην πολιτική ηγεσία. Το πρώτο, αλλά αναγκαίο βήμα, είναι να οικοδομηθεί άμεσα μια ειλικρινής συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, ως υπερκείμενου φορέα του αυτοδιοίκητου. Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία, έχει την ευθύνη να καταθέσει το πλαίσιο αναδιοργάνωσης του ελληνικού ποδοσφαίρου. Προφανώς και δεν θα πρόκειται για πλαίσιο συζήτησης, όπως έγινε στο χαλαρό πνεύμα της τελευταίας συνάντησης των τεσσάρων «μεγάλων», αλλά πλαίσιο δεσμευτικό προς όλους.

Η κατάσταση για το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Χρειάζεται, λοιπόν, δεσμευτικό ποδοσφαιρικό συμβόλαιο τιμής, με το απόλυτο δίλημμα τού “take it or leave it”. Πλαίσιο που θα περιλαμβάνει τα θέματα αναδιοργάνωσης της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας και της Ελληνικής Διαιτησίας και θα ρυθμίζει μέχρι και την συμπεριφορά των Διοικήσεων των Συλλόγων. Με απαίτηση συνυπογραφής από τους πάντες.

Η «εναλλακτική» λύση, σε περίπτωση μη συμφωνίας, θα είναι το «λουκέτο» στο ελληνικό ποδόσφαιρο επ’ αόριστον.

Τους κανόνες θα τους θέσει η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία και την ευθύνη υλοποίησής τους θα αναλαμβάνουν οι Διοικήσεις των Συλλόγων και η Επαγγελματική Λίγκα, εφόσον πράγματι θέλουν να υπάρχει ποδόσφαιρο στη χώρα. Στο μεταβατικό διάστημα θα υπάρχει Επιτροπή υπό την ευθύνη της UEFA, για τον έλεγχο εφαρμογής του παραπάνω ποδοσφαιρικού συμβολαίου.

Δυστυχώς, αυτή τη στιγμή, είναι τέτοια η καχυποψία στον χώρο του ποδοσφαίρου μας, που επιβάλλει την εξωτερική θεσμική παρέμβαση ώστε να μην παραβιασθεί το αυτοδιοίκητο. Ταυτόχρονα, η πολιτεία οφείλει να παίξει τον εποπτικό και παρεμβατικό της ρόλο, χωρίς να γίνει μέρος μιας άγονης και ανεδαφικής αντιδικίας, η οποία στο τέλος της μπορεί να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Τέλος, οι Σύλλογοι και οι Διοικήσεις, ας αδράξουν την ευκαιρία να οργανώσουν σοβαρό άθλημα στη χώρα και ανταγωνιστικό ποδοσφαιρικό προϊόν στην Ευρώπη.

Ας δείξουν, έστω και αυτή τη στιγμή, ότι έχουν αντιληφθεί σε ποιες καταστροφικές συνέπειες οδηγούν οι επαναλαμβανόμενες αδιέξοδες και ανώριμες συμπεριφορές.

Πηγή: Liberal.gr

Για το ναζισμό...

Το συγκλονιστικό κείμενο του Ιάκωβου Καμπανέλλη για τον ναζισμό που διάβασε η κόρη του Κατερίνα στην εκδήλωση Μνήμης για το Ολοκαύτωμα στο Μουσείο Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης (26/1/2020)
«Οι οπαδοί του ναζισμού έχασαν τον πόλεμο, ο ναζισμός όμως επέζησε. Κυρίως γιατί αιώνιες κοινωνικές πληγές αφέθηκαν αθεράπευτες. Ο Αδόλφος Χίτλερ ήταν το διαμόρφωμα δεκάδων χιλιάδων αφανών χιτλερίσκων διάσπαρτων σε μεγάλες και μικρές πόλεις, σε χώρους εργασίας, σε γειτονιές, σε συντροφιές, σε οικογένειες. Και ο ναζισμός δεν ήταν ιδέα ενός και μόνου διεστραμμένου εγκεφάλου. Ήταν η συμπύκνωση της νοσηρής πολιτικής αντίληψης εκατοντάδων χιλιάδων ατόμων, φορέων του μικροβίου του ρατσισμού, του εθνικισμού, της μισαλλοδοξίας, της τελικής λύσης όλων των προβλημάτων με τη βία, τη φωτιά και το τσεκούρι.
Ο ναζισμός δεν άρχισε με τον Χίτλερ, γι' αυτό και δεν τον πήρε μαζί του, δεν εμφανίστηκε μόνο στη Γερμανία, γι' αυτό και δεν επανεμφανίζεται μόνο εκεί.
Οι μεγάλοι πόλεμοι δεν αρχίζουν στα πεδία των μαχών, ούτε οι ολέθριες πολιτικές ιδεολογίες ξεκινούν από μαζικές συγκεντρώσεις σε πλατείες. Αρχίζουν ανύποπτα στους χώρους της καθημερινής μας ζωής, ξεκινούν ακόμη και μέσα απ' το ίδιο μας το σπίτι. Εκεί φωλιάζουν όλα.
Γι' αυτό μόνο με την πίστη σε μια καθημερινή ζωή, που να μας χωράει όλους, απροκατάληπτη και δίκαιη προς όλους, μπορούμε έστω και καθυστερημένα να πετύχουμε αυτό που τόσο προσδοκούσαμε τον Μάιο του 1945: ένα πραγματικό ποτέ πια».

Ιάκωβος Καμπανέλης

Wednesday, January 15, 2020

Το δόγμα της μηδενικής ανοχής και οι ετεροτοπίες των καταλήψεων

Του Γιάννη Ζαϊμάκη*

Οι καταλήψεις με τη μορφή που τις ξέρουμε σήμερα αναπτύχθηκαν από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 σε ευρωπαϊκές χώρες. Εμφορούνταν από φιλοσοφικές ιδέες για το δικαίωμα στην πόλη (Ανρί Λεφέβρ) κοινωνικών αποκλεισμένων ομάδων να οικειοποιούνται εγκαταλειμμένους χώρους στην πόλη, να διεκδικούν αυτόνομες νησίδες συλλογικής διαβίωσης που προεικονίζουν επιθυμητούς τρόπους ζωής μελλοντικών κοινωνιών. Η ιστορία των καταλήψεων στην Ελλάδα ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 1980, περνά διάφορες φάσεις έντασης και ύφεσης και κλιμακώνεται στα χρόνια της κρίσης, όταν συνδέεται με ευρύτερα κοινωνικά αιτήματα που αφορούν τις πολιτικές της λιτότητας και το προσφυγικό ζήτημα.

Οι καταλήψεις είναι ένα σύνθετο κοινωνικό φαινόμενο που χαρακτηρίζεται από ετερογένεια και πολλαπλές λειτουργίες. Επιχειρούν να αντιμετωπίσουν ζητήματα στέγασης μεταναστών και φτωχών στον απόηχο της αποδιοργάνωσης του κράτους πρόνοιας, συνδέονται με κινήματα της πόλης λειτουργώντας ως θύλακες έμπρακτης αμφισβήτησης της καπιταλιστικής αναπαραγωγής του αστικού χώρου και αποτελούν τοπικούς κόμβους υπερεθνικών δικτύων ακτιβιστών του κινήματος της αντι-παγκοσμιοποίησης. Σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία ορισμένες καταλήψεις λειτουργούν ως κοινωνικά κέντρα -ενίοτε κάτω από τον μανδύα κάποιας μορφής θεσμικής υπόστασης- φιλοξενώντας πολιτιστικές, καλλιτεχνικές και πολιτικές εκδηλώσεις. Στην Ελλάδα αρκετές καταλήψεις λειτουργούν ως χώροι υποδοχής μιας αντικουλτούρας νεανικών πολιτισμών αμφισβήτησης καλλιτεχνών του δρόμου, γκραφιτάδων, αυτοοργανωμένων θεατρικών σκηνών, σκέιτερ και μουσικών κοινοτήτων (πανκ, ραπ, χιπ χοπ, ρεμπέτικο κ.ά.).

Ο χώρος των καταλήψεων είναι πολυεπίπεδος και οργανώνεται οριζόντια γύρω από μικρούς πυρήνες καταληψιών και ένα περιφερειακό δίκτυο αλληλέγγυων συλλογικοτήτων που εξασφαλίζουν την κοινωνική αναπαραγωγή του διασχίζοντας ευρύτερα κοινωνικά κινήματα και ιδεολογικούς χώρους: από τμήματα του αναρχικού/αντιεξουσιαστικού χώρου, εργατιστές και αυτόνομους μέχρι ομάδες της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, του φεμινισμού, του αντισπισισμού, της κοινωνικής οικολογίας και της αποανάπτυξης. Οι καταλήψεις ως ετεροτοπίες παρέκκλισης (Φουκό) που παραβιάζουν κανονικότητες της αστικής κοινωνίας και δικαιώματα ιδιοκτησίας έχουν γίνει αντικείμενο των κρατικών πολιτικών, οι οποίες ακολουθούν μια πορεία από πολιτικές σχετικής ανοχής και αντιμετώπισής τους ως βαλβίδες κοινωνικής εκτόνωσης σε μια φάση ποινικοποίησης και καταστολής τους.

Τομή σε αυτήν την πορεία υπήρξε η εδραίωση του νεοφιλελευθερισμού με τη σταδιακή απομάκρυνση από πολιτικές του κοινωνικού φιλελευθερισμού, που ήταν ανεκτικές στον κοινωνικό αποκλεισμό και τις μειονότητες, και την αντικατάστασή τους από το δόγμα της μηδενικής ανοχής. Εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στη δεκαετία του 1990 από τον δήμαρχο της Νέας Υόρκης, Ρούντι Τζουλιάνι, και τον επιθεωρητή Γουίλιαμ Μπράτον, εμπνευστή των ειδικών ομάδων επιβολής του νόμου (SWAT) που αξιοποιούσαν τις νέες τεχνολογίες και ειδικό στρατιωτικό εξοπλισμό για επέμβαση της αστυνομίας σε επιχειρήσεις υψηλού κινδύνου. Οι πολιτικές του νόμου και της τάξης αξιοποιούσαν εκλεκτικά τις θεωρίες των «σπασμένων παραθύρων» των κοινωνικών επιστημόνων Τζέιμς Γουίλσον και Τζορτζ Κέλινγκ και του «κοινωνικού πειράματος» του ψυχολόγου Φίλιπ Ζιμπάρντο, για να υποστηρίξουν πως η ατιμωρησία της μικροπαραβατικότητας προβάλλει μια εικόνα ανομίας και έλλειψης τάξης στην κοινωνία και ανοίγει τον δρόμο για μιμητές της αντικοινωνικής δράσης και για τη διάπραξη μεγαλύτερων εγκλημάτων. Σύμφωνα με τον Νιλ Σμιθ, οι πολιτικές αυτές επιδίωκαν την ακύρωση κατακτήσεων κοινωνικών κινημάτων, εναρμονίζονταν με τις επιθυμίες μιας λευκής αστικής τάξης να πάρει πίσω τα προνόμια που της ανήκαν και να αξιοποιήσει τον εξευγενισμό (gentrification) υποβαθμισμένων συνοικιών για τον έλεγχο του δημόσιου χώρου της πόλης, την κυριαρχία της εμπορευματοποίησης σε κάθε ικμάδα του αστικού τοπίου και τη δημιουργία φανταχτερών εμπορικών ζωνών.

Για τους υποστηρικτές του δόγματος της μηδενικής ανοχής το πρόβλημα των κοινωνικών εντάσεων δεν ήταν τα υπαρκτά κοινωνικά προβλήματα της άνισης κατανομής του πλούτου και της αδυναμίας των αρχών να διαχειριστεί αποτελεσματικά τον κοινωνικό αποκλεισμό, αλλά οι «επικίνδυνες κοινωνικές ομάδες» που απειλούσαν τις αξίες του αμερικανικού ονείρου. Η θεραπεία τους δεν αφορούσε το αίτιο του προβλήματος, αλλά το σύμπτωμα. Ο ταξικός στόχος της «κοινωνικής κάθαρσης» ήταν οι φτωχοί των πόλεων: άστεγοι, επαίτες, μετανάστες, παιδιά των φαναριών, πλανόδιοι μικροπωλητές, πόρνες και κοντά σε αυτούς απείθαρχοι νέοι προλετάριοι και κοινωνικοί αποστάτες της μεσαίας τάξης: γκραφιτάδες, καλλιτέχνες του δρόμου, μηχανόβιοι, κάγκουρες και πάνκηδες. Ενα από τα βασικά θύματα της πολιτικής Τζουλιάνι ήταν οι άστεγοι, που δεν μπορούσαν πλέον να προσβλέπουν στις παροχές τους κράτους πρόνοιας και έπρεπε να μετασχηματιστούν σε ένα ευέλικτο πρεκαριάτο σε ειδικά ανταποδοτικά προγράμματα κοινωνικής εργασίας. Πολλοί άστεγοι με τον χαρακτηρισμό «επικίνδυνοι ψυχικά άρρωστοι άνθρωποι που διαβίωναν στον δρόμο» οδηγήθηκαν σε φυλακές ή σε αναμορφωτήρια και οι περιοχές τους καθαρίστηκαν για να παραδοθούν στις πολιτικές του εξευγενισμού και στους επενδυτές του real estate.

Το μοντέλο της μηδενικής ανοχής εξαπλώθηκε και στην Ευρώπη και λειτούργησε ως υπόδειγμα στη χάραξη εθνικών στρατηγικών αντεγκληματικής πολιτικής και στη λογική των κλειστών συνόρων για τους μετανάστες. Η διάδοσή του ενισχύθηκε από το κλίμα ανασφάλειας που είχε διαμορφώσει η τρομοκρατική επίθεση στους Δίδυμους Πύργους τον Σεπτέμβριο του 2001 με τον επακόλουθο πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία. Σε παγκόσμιο επίπεδο ο ρεβανσισμός έγινε ένα βασικό εργαλείο άσκησης κυριαρχίας σε πολεμικές επιχειρήσεις σε θερμές περιοχές του κόσμου, για να καλύψει ευρύτερα γεωπολιτικά συμφέροντα (η ρητορική των αντιποίνων που χρησιμοποίησε πρόσφατα ο Τραμπ για την αιτιολόγηση της δολοφονίας του επιφανούς Κασέμ Σουλεϊμανί είναι ενδεικτικό παράδειγμα).

Ο λόγος της μηδενικής ανοχής εισήχθη στην Ελλάδα, με μια σχετική καθυστέρηση σε σχέση με άλλες χώρες, το 2012 από τον τότε υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Νίκο Δένδια, με πρώτο δείγμα την επιχείρηση «Ξένιος Ζευς», την επιχείρηση-σκούπα απομάκρυνσης μεταναστών χωρίς νόμιμα δικαιολογητικά από την Αθήνα. Ενα χρόνο αργότερα εκκενώθηκε η κατάληψη Δέλτα στη Θεσσαλονίκη, που προβλήθηκε από τα ΜΜΕ με θεαματικούς όρους οι οποίοι παρέπεμπαν σε εξάρθρωση επικίνδυνης σπείρας τρομοκρατών. Επειτα από μια περίοδο αμφιταλαντευόμενων στρατηγικών διαχείρισης του ζητήματος από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που αντανακλούσε εσωτερικές αμφισημίες του συγκεκριμένου χώρου, το δόγμα του νόμου και της τάξης επανήλθε με αυξημένη ένταση τους τελευταίους μήνες ως μια βασική βιο-πολιτική της νέας κυβέρνησης με βασικό ενορχηστρωτή τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Ενισχύθηκε από την κατασκευή ενός κλίματος ηθικού πανικού για την υποτιθέμενη ανομία και εγκληματικότητα στα δημόσια Πανεπιστήμια, που βασιζόταν σε μεμονωμένα περιστατικά παραβατικότητας σε Πανεπιστήμια στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, και επεκτάθηκε σε ποικίλους χώρους της κοινωνικής ζωής: κατάργηση του ασύλου, απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους, αφισοκόλληση, περιοριστικές ρυθμίσεις για τις διαδηλώσεις και εκκενώσεις καταλήψεων.

Το τελεσίγραφο Χρυσοχοΐδη προς τους καταληψίες ήταν σημειολογικά το πιο χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της πολιτικής, αφού επέλεγε να διαχειριστεί ένα φαινόμενο κοινωνικής ανυπακοής και παρεκβατικού πολιτικού ακτιβισμού με πρακτικές που παρέπεμπαν ευθέως σε μια μιλιταριστική λογική πολέμου και επιχειρήσεων αντιμετώπισης κλειστών εγκληματικών ή τρομοκρατικών οργανώσεων. Για την κοινωνική απήχηση των επιχειρήσεων κατασκευάστηκε ένας λόγος επικινδυνότητας με αυθαίρετες γενικεύσεις (μπαχαλάκηδες, τρομοκράτες) και τη δραματοποίηση των αστυνομικών επιχειρήσεων, που συνοδεύτηκαν από επιλεκτικά ρεπορτάζ στα οποία αγανακτισμένοι πολίτες δήλωναν την ανακούφισή τους και επιτηδευμένες εικόνες ταυτοποιούσαν τις καταλήψεις με χώρους παραγωγής μολότοφ και εγκληματικών ενεργειών. Μέσα σε αυτό το ιδεολογικά φορτισμένο κλίμα ενισχύονται οι αστικοί φόβοι για την κατάλυση της τάξης, καλλιεργείται η ιδεολογική συναίνεση στο δόγμα του νόμου και της τάξης και εξυπηρετούνται οικονομικά συμφέροντα που προσδοκούν κερδοσκοπικές επενδύσεις σε αναπλάσεις απείθαρχων γειτονιών, περιορίζοντας τις δυνατότητες για νηφάλια συζήτηση σχετικά με τα βαθύτερα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας που παράγουν τα φαινόμενα των καταλήψεων.

Σταδιακά η ανάγκη για επιτήρηση και ασφαλιστικοποίηση των κοινωνικών χώρων εδραιώνεται ως βασική πολιτική αρχή της νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης, που ασκείται απευθείας στο πνεύμα των πολιτών και ανταποκρίνεται στις βιο-πολιτικές των σύγχρονων κρατών να ελέγχουν και να καθοδηγούν τα άτομα με τη συναίνεσή τους. Οι πολιτικές του νόμου και της τάξης έρχονται να πάρουν εκδίκηση για το κλίμα ανοχής του παρελθόντος. Θριαμβολογούν για την αποφασιστικότητα και την αποτελεσματικότητά τους, μα παραβλέπουν το γεγονός πως στις δημοκρατικές κοινωνίες οι ιδεολογικές συγκρούσεις, όσο άγουρες και αν είναι, δεν επιλύονται με κατασταλτικές μεθόδους και, όπως λέει ο λαός μας, όσοι σπέρνουν άνεμους θερίζουν θύελλες: μια «κανονικότητα» ενισχυμένης ανασφάλειας και έντασης.

* Πρόεδρος του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης

Friday, January 3, 2020

Τα απόνερα μετά τον βομβαρδισμό των ΗΠΑ και τον θάνατο του Σολεϊμανί

Του Αλέξανδρου Νίκλαν

«Ήταν μια ερασιτεχνική απόφαση και πράξη. Θα έχει επώδυνα απόνερα όλο αυτό προς τις ΗΠΑ» ήταν η πρώτη αντίδραση από την πλευρά του Ιράν μέσω του ΥΠΕΞ για την επίθεση των ΗΠΑ η οποία προκάλεσε το θάνατο του Ιρανού υποστρατήγου Κασέμ Σολεϊμανί, που σκοτώθηκε σε βομβαρδισμό στο διεθνές αεροδρόμιο της Βαγδάτης.

Στο μεταξύ, ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, ο αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, ορκίστηκε σήμερα Παρασκευή, ημέρα ιερή για τους μουσουλμάνους, ότι η χώρα του θα «εκδικηθεί» λέγοντας πως ο Σολεϊμανί «έγινε μάρτυρας». Στο Iράν έχει ήδη κηρυχθεί τριήμερο πένθος, ενώ οι εξελίξεις αναμένονται ραγδαίες καθώς πληροφορίες θέλουν να πυροδοτούνται άμεσες εξελίξεις και στο εσωτερικό της χώρας από την πλευρά της σιωπηλής αντιπολίτευσης.

Από την Πρωτοχρονιά η κίνηση των ΗΠΑ να αποστείλουν 4.000 άνδρες μέσω του Κουβέιτ, έδειξε πως η κλιμάκωση στην περιοχή ήταν ζήτημα χρόνου. Είναι ολοφάνερο πως οι ΗΠΑ χάνοντας ουσιαστικά έρεισμα στην περιοχή της Συρίας μετά και τις πρόσφατες εξελίξεις και αντιμετωπίζοντας πρόβλημα με την Τουρκία, όπου ο Ερντογάν έχει σηκώσει το λάβαρο του παν-ισλαμισμού, την ώρα που η εσωτερική πολιτική σκηνή στο Ισραήλ βρίσκεται σε κρίση, επιθυμούν να κρατήσουν ένα κομμάτι ελέγχου.

Με βάση τα παραπάνω, προσωπικά εκτιμώ πως:

- Η Ελλάδα θα κληθεί να αναλάβει ενεργό ρόλο σε όλα αυτά. Σίγουρα θα ζητηθεί η στήριξη μας στη συνάντηση που θα έχει ο Έλληνας πρωθυπουργός με τον Τραμπ την ερχόμενη εβδομάδα. Υπάρχουν ήδη πληροφορίες που αναφέρουν περισσότερες αφίξεις δυνάμεων στην Σούδα, στην Αλεξανδρούπολη και στο Ακταίον.

-Οι ΗΠΑ περιμένουν το επόμενο Παναραβικό συνέδριο όπου πολλά θα φανούν, ειδικά για τις θέσεις Αιγύπτου και Σ.Αραβίας.

- Ο Τραμπ θέλει να αφήσει πολιτική κληρονομιά στην περίπτωση που μπορεί να μην εκλεγεί ξανά στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές. Αυτό σημαίνει πως θα συμπλεύσει για λίγο με τα γεράκια του αμερικάνικου κατεστημένου και ό,τι προκύψει.

- Η Ρωσία θα προσπαθήσει εκ νέου να προσεγγίσει τη χώρα μας. Πλέον η Ελλάδα έχει αναβαθμιστεί σε πιόνι αξίας λόγω συγκυριών στην ευρύτερη περιοχή. Το ίδιο θα κάνει και με το Ισραήλ. Αν δει κάποιος τις πρόσφατες δηλώσεις Πούτιν για ευχές στο 2020, θα διαπιστώσει σοβαρές λεπτομέρειες που υποδηλώνουν το παραπάνω.

Άξια αναφοράς σε σχέσεις με τις γεωπολιτικές εξελίξεις είναι η αποδυνάμωση του θεσμού της ΕΕ, η οποία δεν μπορεί να πείσει ως διεθνής διπλωματικός οργανισμός αφού, όπως είναι φυσικό, κάθε έθνος-κράτος ασκεί δική του πολιτική και έτσι κάθε λόγος των Βρυξελλών παραμένει κενός περιεχομένου.

Κλείνω με μια ενδιαφέρουσα πληροφορία η οποία δεν έχει διασταυρωθεί. Λέγεται ότι ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, πρωθυπουργός του Ισραήλ διαφώνησε σφόδρα με την εκτέλεση του Σολεϊμανί, ειδικά με την επιλογή της ημέρας, καθώς χθες έπεσαν στην Αθήνα οι υπογραφές για τον EastMed. Ο λόγος της διαφωνίας προέρχεται ουσιαστικά από τις εκτιμήσεις της Μοσάντ πώς θα αποσταθεροποιηθεί η περιοχή, ειδικά με τον αγωγό ante portas. Είναι και ένας λόγος που οι 20 πτήσειςμεταγωγικών των ΗΠΑ με τους 4.000 άντρες δεν πέταξαν ποτέ πάνω από τον Ισραηλινό εναέριο χώρο.

Παρ’όλα αυτά το Ισραήλ δεν θέλησε να ρισκάρει παραπάνω τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, ειδικά αυτή τη τεταμένη περίοδο.

Πηγη: Huffingtonpost