Monday, March 30, 2020

Ο Μανώλης Γλέζος για την Κύπρο


Την τελευταία του πνοή άφησε σήμερα 30 Μαρτίου 2020 ο αγωνιστής της αριστεράς Μανώλης Γλέζος σε ηλικία 98 ετών. Η "Κόκκινη Πιπεριά" στη μνήμη του αναδημοσιεύει συνέντευξη του για την Κύπρο. Ελαφρύ το χώμα παρτιζάνε...

Το Κυπριακό είναι το κορυφαίο ζήτημα που προβάλλει στις επαφές και τις παρεμβάσεις που πραγματοποιεί στο Στρασβούργο και στις Βρυξέλλες ο Ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. Η εμβληματική μορφή της ελληνικής αριστεράς, εξηγεί στον «Εθνικό Κήρυκα» τη λογική των παρεμβάσεών του, ως ευρωβουλευτή, για το Κυπριακό.

Λέει μεταξύ άλλων: «Από τις επεμβάσεις μου, ως τώρα, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να έχει γίνει κατανοητό ότι προσωπικά το θέμα, η υπόθεση της Κύπρου, δεν είναι μονάχα μια σχέση ενός Έλληνα με τους Κύπριους αδελφούς. Είναι πάνω απ όλα η παραβίαση που υπάρχει στην Κύπρο, από την πλευρά της εισβολής και κατοχής εδάφους της Κύπρου, από τα τουρκικά στρατεύματα. Και ενώ υπάρχει απόφαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και του Συμβουλίου Ασφαλείας που ζητά την αποχώρησή τους, όλες οι κυβερνήσεις της Ευρώπης αδρανούν».

Η εξήγηση που δίνει ο ίδιος γι’ αυτή την αδράνεια, έχει σχέση με το ΝΑΤΟ. Αδρανούν, λέει, γιατί η Τουρκία, η κατοχική δύναμη, είναι μέλος του ΝΑΤΟ». Και προσθέτει: «Αν δεν ήτανε το ΝΑΤΟ πιστεύω ότι θα ετίθετο το θέμα ως θέμα κατοχής ευρωπαϊκού εδάφους και θα έπρεπε να αποχωρήσουν. Επειδή όμως η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ δεν τολμούν να το πουν. Και αυτό πρέπει καθαρά και ξάστερα να γίνει κατανοητό απ’ όλους. Επίσης, θέλω να πω ότι αν κάτι παρόμοιο συνέβαινε στην Ιταλία, τη Γαλλία, την Ισπανία, θα ήταν η ίδια η συμπεριφορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Είναι απαράδεκτη η στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, δεν είναι λόγοι συναισθηματικοί, δεν είναι λόγοι πατριωτικοί. Είναι πάνω απ’ αυτό – το τονίζω αυτό- το δίκαιο. Υπάρχει ωμή παραβίαση του δικαίου και γι αυτό τον λόγο αγωνίζομαι συνέχεια γι αυτή την ιστορία στην Κύπρο».

Το ενωτικό δημοψήφισμα και η Ελλάδα

Ο κ. Γλέζος, στη διάρκεια της συνομιλίας μας, αναφέρθηκε και στο ιστορικό παρελθόν του Κυπριακού. Μίλησε για λάθη των ελληνικών κυβερνήσεων αλλά και της αριστεράς. Ανατρέχει στο 1950 και αναφέρεται στο δημοψήφισμα που έγινε στην Κύπρο, με αίτημα την ένωση με την Ελλάδα. 
Για την ιστορία αναφέρουμε ότι, στην ουσία, το δημοψήφισμα ήταν μια συλλογή υπογραφών που πραγματοποιήθηκε στις 15 και 22 Ιανουαρίου 1950, που οργανώθηκε από την Εκκλησία της Κύπρου. Οι συμμετέχοντες είχαν την επιλογή να υπογράψουν σε ένα από τα ακόλουθα δύο έντυπα: «Αξιούμεν, την ένωσιν τις Κύπρου με την Ελλάδα» ή «Ενιστάμεθα εις την ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα».
Οι συμμετέχοντες υπέγραφαν τέσσερις φορές έτσι ώστε να δημιουργηθούν τέσσερις τόμοι που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν. Συνολικά υπέγραψαν 215.108 άτομα επί συνόλου 224.757 Ελλήνων της Κύπρου που είχαν δικαίωμα υπογραφής, ποσοστό 95,7%. Υπέρ υπέγραψαν και κάποιοι Τουρκοκύπριοι παρόλο που η ηγεσία τους ήταν ενάντια στην προοπτική της Ένωσης. Στη συνέχεια συγκροτήθηκαν από την εθναρχούσα εκκλησία της Κύπρου δύο πρεσβείες για να παραδώσουν τις δέλτους του δημοψηφίσματος, η μια στην Αθήνα και η άλλη στο Λονδίνο. Η αρνητική στάση της βρετανικής κυβέρνησης έναντι του δημοψηφίσματος υπήρξε αναμενόμενη. Ωστόσο, εκείνο που δεν αναμενόταν ήταν η στάση που τήρησε τελικά η Ελλάδα.
Η κυβέρνηση Πλαστήρα – Παπανδρέου ήταν απρόθυμη να δεχθεί την κυπριακή αντιπροσωπεία. Τελικά, υπό την πίεση λαϊκών εξεγέρσεων η κυπριακή αντιπροσωπεία συνάντησε τον πρωθυπουργό Πλαστήρα, ο οποίος, ωστόσο ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα δεν επιθυμούσε σύγκρουση, τη συγκεκριμένη περίοδο, για το Κυπριακό. Επεξηγώντας τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης ο αντιπρόεδρός της, Γεώργιος Παπανδρέου δήλωσε: «Η Ελλάς αναπνέει σήμερον με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν, τον δε αμερικανικόν. Δεν ημπορεί, λόγω του Κυπριακού, να διακινδυνεύσει από ασφυξίαν».

Οσφυοκαμψία

Τα γεγονότα της τότε εποχής σχολιάζει ο Μανώλης Γλέζος. Τονίζει και τα εξής: «Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη που διαπράχθηκαν είναι ότι αρνήθηκαν οι τότε κυβερνώντες στην Ελλάδα να δεχθούν το δημοψήφισμα που έφερε ο Μακάριος στην Ελλάδα το 1950. Το θέμα δεν είναι Ένωση με τη μητέρα Ελλάδα ή όχι Ένωση. Εδώ πάλι θα μιλήσω για το δίκαιο. Γίνεται ένα δημοψήφισμα στην Κύπρο. Το δημοψήφισμα αυτό αγνοείται… Αν είναι δυνατόν! Ένας λαός εκφράζεται και η μητέρα Ελλάδα αρνείται να αποδεχτεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος». 

Η εμβληματική μορφή της ελληνικής αριστεράς αποδίδει τη στάση που τήρησε η τότε ελληνική κυβέρνηση έναντι του ενωτικού δημοψηφίσματος, στην οσφυοκαμψία. «Όποιος δεν θέλει να συγκρουστεί με τον αντίπαλο είναι οσφυοκάμπτης. Αυτό λέμε στην ελληνική γλώσσα. Οσφυοκάμπτης. Αυτό είναι ένα φοβερό έγκλημα που συνέβη», τονίζει ο κ. Γλέζος.

Η μετανάστευση Τουρκοκυπρίων

Ως ένα ακόμη κορυφαίο λάθος ελληνικών κυβερνήσεων αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο κ. Γλέζος αναφέρει το χειρισμό του θέματος της μαζικής μετανάστευσης στην Αγγλία, χιλιάδων Τουρκοκυπρίων που δεν άντεχαν το κατοχικό καθεστώς που επέβαλε η Τουρκία στην Κύπρο, μετά την τουρκική εισβολή του 1974. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους μετανάστες ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει και εξισλαμισθέντες Έλληνες της Κύπρου. «Με την τουρκική εισβολή και κατοχή, οι πληθυσμοί της Κύπρου που είχαν ασπαστεί τον μουσουλμανισμό και εξακολουθούσαν να μιλούνε τη μητρική τους γλώσσα, την ελληνική, διατάχθηκαν να μιλούνε τουρκικά, δεν μπορούσαν να μιλούνε τουρκικά και τελικά τους εξεδίωξαν από την Κύπρο και βρίσκονται όλοι στο Λονδίνο. Ζώντας κάτω από εχθρικό καθεστώς αναγκάστηκαν να φύγουν», τονίζει, για να προσθέσει: «Αυτή την εθνοκάθαρση, διότι πρόκειται για εθνοκάθαρση, είναι κάτι παρόμοιο με τη γενοκτονία, γιατί δεν την βλέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση και γιατί δεν επεμβαίνει; Γι αυτό το έγκλημα ποια είναι η στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ποια είναι η στάση των έως τώρα ελληνικών κυβερνήσεων;» 

Το μεγαλύτερο λάθος της αριστεράς

Στην ερώτηση ποιο θεωρεί ότι υπήρξε το μεγαλύτερο λάθος της αριστεράς όσον αφορά το Κυπριακό ο κ. Γλέζος παραπέμπει στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ (1955-1959), τον οποίο, όπως είναι γνωστό, μποϊκόταρε το ΑΚΕΛ, το κόμμα της κυπριακής αριστεράς. 

– Ποιο θεωρείτε ότι υπήρξε το μεγαλύτερο λάθος της αριστεράς όσον αφορά το Κυπριακό, ρωτήσαμε τον κ. Γλέζο για να πάρουμε άμεσα την απάντηση:

– Το μεγαλύτερο λάθος ήταν ότι δεν ήτανε ενωμένος ο κυπριακός λαός στον αγώνα εναντίον της αγγλικής κατοχής.

Ερ.: Εννοείτε την απουσία του ΑΚΕΛ, της κυπριακής αριστεράς, από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της Κύπρου.

Απ.: Εγώ το λέω γενικά… Δεν έπρεπε να υπάρχει διάσπαση. Έπρεπε ο αγώνας να ήταν ενιαίος. Ένας λαός διαιρεμένος δεν πετυχαίνει, ποτέ.

Όχι στο διάλογο με την παρουσία τουρκικού στρατού στην Κύπρο 

Η συζήτηση περιστράφηκε και στις προσπάθειες που καταβάλλονται αυτή την περίοδο για επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό.

Ερ.: Θεωρείται ότι υπάρχουν τα δεδομένα εκείνα που επιτρέπουν σε κάποια αισιοδοξία ότι θα οδηγηθούμε σε κάποια, έστω, υποφερτή λύση του προβλήματος;

Απ.: Εγώ δεν αρνούμαι καμία συζήτηση και καμία συνομιλία με τον τουρκικό πληθυσμό της Κύπρου. Αλλά προϋπόθεση είναι να φύγουν πρώτα τα τουρκικά στρατεύματα εισβολής και κατοχής. Για μένα αυτό είναι προϋπόθεση. Δεν μπορούμε να κάνουμε διάλογο την ώρα που σου έχουν περίστροφο στο κούτελο. Και είναι περίστροφο στο κούτελο η παρουσία τουρκικού στρατού στην Κύπρο.

Ερ.: Πρόκειται για θέση εντελώς διαφορετική απ’ αυτήν που εκφράζουν οι κυβερνήσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο.

Απ.: Μα δεν είναι η πρώτο φορά που το λέω αυτό. Το έχω πει επανειλημμένα. Καμία συζήτηση και κανένας διάλογος αν δεν αποχωρήσουν τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής. Είμαι ανοικτός για οποιονδήποτε διάλογο, για οποιαδήποτε συζήτηση, για οποιαδήποτε διευκόλυνση των ανθρώπων που γεννήθηκαν τώρα στην Κύπρο απ’ οποιονδήποτε, ακόμα και από τα στρατεύματα. 

Ερ.: Εννοείται παιδιά εποίκων;

Aπ.: Όχι εποίκων απλώς… Ακόμη και παιδιών που προέρχονται από τα στρατεύματα κατοχής. Αλλά, οποιαδήποτε συζήτηση με το πιστόλι στον κρόταφο δεν γίνεται. Και θεωρώ πιστόλι στον κρόταφο την παραμονή των τουρκικών στρατευμάτων εισβολής και κατοχής της Κύπρου.

Η συνέντευξη του Μανώλη Γλέζου δόθηκε 1 Μαίου 2015

Πηγή: Εφημερίδα Εθνικός Κήρυξ

Sunday, March 29, 2020

Η κρίση του κορωνοϊού και το μέλλον του κόσμου μας

Φωτογραφία από την άδεια Τάιμ Σκουέαρ του Μανχάταν (Νέα Υόρκη)
Του Γιώργου Καραμπελιά 

Δύο είναι οι κύριες ερωτήσεις και διερωτήσεις που αναδύονται μέσα στο κοινωνικό σώμα μέσα από –ή και παρά– την ένταση που προκαλούν τα μέτρα του εγκλεισμού και του περιορισμού της κυκλοφορίας: Πρώτον, εάν αυτά τα τόσο δραστικά μέτρα έχουν κάποια αντικειμενική βάση και, κατά δεύτερο λόγο,συναφώς, εάν εν τέλει η όλη ιστορία δεν είναι παρά μια απόπειρα των κάθε λογής εξουσιαστών να επεκτείνουν τους μηχανισμούς ελέγχου πάνω στους πολίτες. Έτσι ώστε και να «περάσουν» όλα τα μέτρα που θα επιθυμούσαν, αβρόχοις ποσίν, καθώς οι πολίτες βρίσκονται σε παντελή σχεδόν αδυναμία να αντιδράσουν, και με αυτόν τον τρόπο να οικοδομήσουν ένα περισσότερο αυταρχικό και «πανοπτικό» κράτος.

Σε σχέση με το πρώτο ζήτημα, παρότι, όπως πολλοί τονίζουν –μάλλον άκριτα ή, στην καλύτερη περίπτωση, εξαιρετικά βιαστικά–, οι θάνατοι από τη νέα επιδημία είναι ακόμα πάρα πολύ «λίγοι» συγκριτικά με τους ανθρώπους που πεθαίνουν από τη γρίπη, η σύγκριση είναι λανθασμένη. Διότι είναι προφανές πως, εάν η επιδημία επεκταθεί σε εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους, τότε η θνησιμότητα μπορεί να φθάσει σε επίπεδο εκατομμυρίων. Εάν π.χ. έχουμε ένα δισεκατομμύριο νοσήσαντες από τον κορωνοϊό, παγκοσμίως, οι θάνατοι θα φθάσουν τα 10 εκατομμύρια, με ποσοστό θανάτων 1% ή ακόμα και ένα εκατομμύριο, με το πολύ χαμηλό και απίθανο ποσοστό του 0,1% θανατηφόρων κρουσμάτων, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν ακόμα αντίδοτα, εμβόλια κ.λπ.

Στην Ελλάδα, εάν νοσήσει το 70% του πληθυσμού, για να αποκτήσουμε ανοσία, σύμφωνα με την «αγελαία» θεωρία Μπόρις Τζόνσον, ακόμα και με το εξαιρετικά απίθανο ποσοστό του 0,1% θανατηφόρων κρουσμάτων, θα έχουμε 7.000 νεκρούς και με 1% θα έχουμε 70 χιλιάδες θανάτους. Και μάλιστα σε μικρό χρονικό διάστημα, γεγονός που θα τινάξει στον αέρα το σύστημα υγείας. Επιπλέον, η ιδιαιτερότητα της πανδημίας του κορωνοϊού συνίσταται και στο ότι εμφανίστηκε αιφνίδια, ως μία νέα αόρατη απειλή, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί άμεσα στα πλαίσια του «πλανητικού χωριού» και κινδυνεύει να πλήξει εκατοντάδες εκατομμύρια ή δισεκατομμύρια. Όσο για όλες τις σχετικές θεωρίες συνωμοσίας που κυκλοφορούν –ακόμα και εάν δεχθούμε ότι ο κορωνοϊός «ξέφυγε», ηθελημένα ή κατά τύχην, από κάποιο εργαστήριο βιολογικού πολέμου–, επειδή οι συνέπειές του είναι σαρωτικές στο οικονομικό επίπεδο για όλες τις χώρες, και πλήττουν οριζόντια την παγκοσμιοποίηση, η πλανητική διάδοσή του δεν μπορεί να αποτελεί κάποιο «κόλπο». Μια ευρέως διαδεδομένη άποψη υποστηρίζει μάλιστα, πως οι αμερικανικές υπηρεσίες «φύτεψαν» τον ιό στην Κίνα, για να πλήξουν τον μεγαλύτερο ανταγωνιστή τους. Όμως, όπως βλέπουμε εκ του αποτελέσματος, η Δύση και οι ΗΠΑ θα είναι μάλλον οι μεγάλοι χαμένοι από την κρίση και αντίθετα οι Κινέζοι θα είναι κερδισμένοι: quidproquo.
Όσο για τις συνέπειες της κρίσης στο επίπεδο της οικονομίας και του ανθρώπινου πολιτισμού σε πλανητικό αλλά και σε εθνικό επίπεδο, που συνιστά και το κύριο ερώτημα, το οποίο θα γίνεται όλο και πιο επίμονο καθώς θα περνούν οι ημέρες, εδώ και πάλι διαγκωνίζονται δύο οπτικές. Η μία υποστηρίζει πως, εκ των πραγμάτων, οι επιπτώσεις θα είναι θανάσιμες για το μοντέλο της ανεξέλεγκτης παγκοσμιοποίησης, υποχρεώνοντας σε ενίσχυση των εθνοκρατικών και των περιφερειακών δομών, διαδικασία που εξάλλου βρισκόταν εν εξελίξει μετά την κρίση του 2008. Η άλλη επιμένει στο ότι, μέσα από την ενίσχυση της κρατικής παρέμβασης και της ψηφιοποίησης, θα προχωρήσει ακόμα περισσότερο η αφαίρεση ελευθεριών από τους πολίτες, και πως αυτό είναι το σημαντικότερο.

Βέβαια, όπως σε όλες τις μεγάλες κρίσεις και αντιπαραθέσεις, οι συνέπειες μπορεί να είναι αμφιλεγόμενες και ενίοτε αντιφατικές. Οι κρίσεις αποτελούν ένα ανοικτό πεδίο αντιπαράθεσης στο οποίο όλες οι λογικές, όλες οι ιδεολογίες, όλες οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις διαγκωνίζονται, προσπαθώντας να κερδίσουν από αυτές ή τουλάχιστον «να χάσουν» το λιγότερο δυνατό.
Έτσι, είναι βέβαιο πως οι δυνάμεις της ανεξέλεγκτης παγκοσμιοποίησης και της τεχνολαγνείας όχι μόνο θα κάνουν ό,τι μπορούν για να ξεπεράσουν αυτό που θεωρούν ισχυρό πλήγμα στα συμφέροντά τους, αλλά θα δοκιμάσουν ακόμα και να βγουν κερδισμένοι από αυτήν.

Ωστόσο, επειδή το πλήγμα ήταν ιδιαίτερα ισχυρό, καθώς η κρίση του κορωνοϊού αποσυνδέει και αποσυνθέτει πάρα πολλά από τα δίκτυα που συγκροτούν την παγκοσμιοποίηση, καθώς και πάρα πολλές από τις κυρίαρχες ιδεολογικές παραδοχές της, το τελικό ισοζύγιο είναι αρνητικό γι’ αυτήν. Και στον κυριολεκτικά καινούργιο κόσμο που θα ξεπροβάλει μετά την κρίση, οι εθνικές ταυτότητες, η αίσθηση του κοινού συμφέροντος της ανθρωπότητας και του ανθρώπου ως «πολιτικού ζώου», δηλαδή ως συλλογικού και ταυτόχρονα ατομικού υποκειμένου, θα βγουν ενισχυμένες.

Βέβαια υπάρχει αλήθεια και στις δύο διαπιστώσεις.
Προφανώς, δεν τρέφουμε καμία αυταπάτη για το γεγονός ότι όλοι εκείνοι που ένιωσαν να πλήττονται τα θεμέλια της παγκοσμιοποίησης και της τεχνολάγνας λογικής θα αντιδράσουν. Εξάλλου, είναι χαρακτηριστικό πως τις προηγούμενες ημέρες, επειδή η λογική τους έχει υποστεί αλλεπάλληλα πλήγματα, τόσο στο ζήτημα των ανοικτών συνόρων που προπαγάνδιζαν, όσο και από την εθνική συσπείρωση που εντέλει προκαλεί η επιδημία –τουλάχιστον στην πρώτη φάση–, προσπάθησαν να αντεπιτεθούν χτυπώντας το… «σαμάρι», δηλαδή την Εκκλησία. Εκμεταλλευόμενοι την αμηχανία και τις αμφίσημες τοποθετήσεις της ιεραρχίας –για ένα ζήτημα πρωτοφανές για την πρόσφατη εμπειρία της Εκκλησίας– εξεστράτευσαν με τον πιο ακραίο τρόπο εναντίον της. Και αυτό όχι για να στηλιτεύσουν την ιεραρχία και τα σφάλματά της αλλά για να πλήξουν την ορθόδοξη συνείδηση των Ελλήνων, αποφασιστικό στοιχείο της εθνικής συνοχής την οποία προαναφέραμε.

Επιπλέον, είναι βέβαιο προς την αμέσως επόμενη περίοδο εκείνοι που ελέγχουν τους βασικούς αρμούς της εξουσίας θα προσπαθήσουν να εμφανίσουν αυτή την κρίση όχι ως κρίση του μοντέλου της άκρατης παγκοσμιοποίησης αλλά ως μία απλή «κρίση μετάβασης» προς έναν υπέρ τεχνολογικό θαυμαστό καινούργιο κόσμο, έναν κόσμο όπου πλέον δεν θα υπάρχουν αρρώστιες – ίσως ούτε καν και άνθρωπος με τον τρόπο που ξέρουμε σήμερα, ώστε να μπορεί να νοσήσει. Είναι βέβαιο ότι οι μετανθρωπιστές θα επιχειρήσουν να προωθήσουν με ακόμα μεγαλύτερη ζέση τη λογική μιας υπερτεχνολογικής απάντησης στην κρίση. Και βέβαια, χώρες όπως η Κίνα ή οι Ηνωμένες Πολιτείες, και όχι μόνο, μπορούν να αποτελέσουν το εργαστήρι ενός τέτοιου τεχνολογικού ολοκληρωτισμού. Και είναι αναμφίβολο πως όλα αυτά θα συμβούν και τέτοιες προσπάθειες θα ενταθούν.

Ωστόσο, πιστεύω πως αυτή δεν είναι η κύρια πλευρά. Σημαντικότερη παραμένει αντίθετα η ήττα της ανεξέλεγκτης παγκοσμιοποίησης και των εθνομηδενιστικών αντιλήψεων. Ας σκεφτούμε λίγο την πανουργία της ιστορίας σε σχέση με τη δική μας εμπειρία στην Ελλάδα.

Μία κυβέρνηση όπου κυριαρχούσαν οι νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις για λιγότερο κράτος και κρατική παρέμβαση, μια κυβέρνηση οπαδός του «κράτους νυκτοφύλακα», υποχρεώνεται να ενισχύσει το κοινωνικό κράτος,να απειλήσει με διώξεις όσους επιχειρηματίες απολύουν τους υπαλλήλους τους, να απαιτήσει από τους πολίτες την ύψιστη δυνατή συνοχή και να δαπανήσει σημαντικά ποσά για τη στήριξη της οικονομίας.

Επιπλέον, είναι υποχρεωμένη να αντιμετωπίσει μία κρίση που χτυπάει τη λογική μιας απόλυτα διεθνοποιημένης, και στηριγμένης σχεδόν αποκλειστικά στον τουρισμό, οικονομίας. Εκούσα η άκουσα η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να στραφεί προς την ενίσχυση της εσωτερικής παραγωγικής οικονομίας και ιδιαίτερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, όπως υποχρεώθηκε να υπερασπίσει και τα σύνορα της χώρας.

Νομίζω, μάλλον, ότι, επειδή τα τελευταία χρόνια έχουμε υποστεί αλλεπάλληλες ήττες σε όλα τα πεδία, ιδιαίτερα εμείς οι Έλληνες, δεν μπορούμε να φανταστούμε κάποια διαφορετική έκβαση και της τρέχουσας σύγκρουσης, εκτός από την κατίσχυση για άλλη μια φορά των ισχυρών. Ας αναρωτηθούμε, όμως, μήπως το υπέρ τεχνολογικό μετανθρωπικό μοντέλο θα εκδηλωνόταν με μεγαλύτερη ταχύτητα και ένταση σε έναν κόσμο όπου θα αδυνάτιζαν οι εθνικές ταυτότητες και τα σύνορα και όπου οι μεγάλες επιχειρήσεις θα αποτελούσαν τη νέα υπερκυβέρνηση; Ήδη η Gooogle, το Facebook και η γενίκευση των καμερών ασφαλείας ή η ανεξέλεγκτη και πέρα από σύνορα ασυδοσία των ΜΚΟ, και ανθρώπων όπως ο Τζωρτζ Σόρος δεν προχωρούσαν ακάθεκτα προς σε μια τέτοια κατεύθυνση;

Αντίθετα, ένας κόσμος λιγότερο παγκοσμιοποιημένος –ακόμα και αν όντως ενισχύονται τα αυταρχικά κράτη και οι μηχανισμοί του κοινωνικού ελέγχου– αποτελεί επιβραδυντικό παράγοντα για μία τέτοια εξέλιξη. Διότι η τεχνολογική δικτατορία βρίσκει τις ιδανικές συνθήκες για την επιτάχυνσή της σε έναν κόσμο όλο και πιο απορρυθμισμένο όπου οι εθνικοί κρατικοί θεσμοί έχουν εξαφανιστεί. Αντίθετα, η κρίση του κορωνοϊού επαναφέρει την έννοια του εθνικού κράτους και των εθνικών κοινοτήτων, που αποτελούν τουλάχιστον επιβραδυντικό παράγοντα στους μετανθρωπιστικούς σχεδιασμούς. Εξάλλου, και το σημαντικότερο ίσως, η συντριβή μιας πλανητικής και αλαζονικής παγκόσμιας κοινότητας απέναντι σε έναν εχθρό που θεωρούνταν αμελητέος είναι το μεγαλύτερο πλήγμα στην υπερτεχνολογική ύβρη.

Και δεν χρειάζεται να αναφερθώ στις συνέπειες της σε ό,τι αφορά την Ελλάδα. Διότι, σε εμάς, όπως έχω δείξει σε άλλα κείμενά μου, ενισχύει και πάλι την αναγκαιότητα της εθνικής σύμπνοιας, της ενδογενούς παραγωγής, και το αίτημα για ένα αποτελεσματικό, επιτέλους, κοινωνικό κράτος.
Κατά συνέπεια, παρά την τεράστια κρίση και το μεγάλο πένθος της ανθρωπότητας, ενώ οι συνέπειες της πανδημίας βρίσκονται ακόμα σε εξέλιξη, ας επιμένουμε στα όποια θετικά μαθήματα από τα μεγάλα παθήματα, χωρίς να ξεχνάμε βέβαια ποτέ τις πανίσχυρες δυνάμεις της απανθρωποποίησης που κυριαρχούν ακόμα στον κόσμο μας και προπαντός ας εγκύψουμε και ας ενισχύσουμε τα μαθήματα που αυτή η κρίση –αν χρειαζόμαστε και άλλα μαθήματα–έρχεται σήμερα να προσφέρει στην Ελλάδα.

Πηγή: huffingtonpost.gr

Saturday, March 28, 2020

Εθνική και κοινωνική Συνείδηση

Του Κωστή Μοσκώφ 

Μια παραγωγική εμπορευματική δραστηριότητα διασώζεται ανάμεσα στον 16ο και 18ο αιώνα, στον ελεύθερο από τα αντικίνητρα του οθωμανικού φεουδαλισμού νεοεποικισμένο ορεινό χώρο, ή στις όμοιας ιστορικής γένεσης νησιώτικες κοινωνίες του Αιγαίου, αποκλειστικά σχεδόν εκεί.

Η οικονομική ενότητα της ελλαδικής κοινωνίας έχει διασπαστεί τώρα: Οι αστικές σχέσεις αναπτύσσονται στα εμπορευματικά βουνίσια αυτά κέντρα, διεισδύουν σταδιακά στην περίοική τους αγροτιά, δεν διοχετεύονται όμως και προς τον φεουδαλοποιημένο πεδινό χώρο. Όχι ότι μια ανάπτυξη της οικονομίας δεν πραγματοποιείται και στα μέρη αυτά. Οι καινούργιες καλλιέργειες, η σταφίδα κυρίως, αλλά και το βαμβάκι, ο καπνός, το καλαμπόκι, ανταποκρίνονται στην αυξανόμενη ολοένα ζήτηση της Ευρώπης, κι έστι η παραγωγή αυξάνεται σημαντικά από τα τέλη του 17ου αιώνα στον ελλαδικό χώρο σαν σύνολο.

Όμως, τα πλεονάσματα στον κάμπο δημιουργούνται κυρίως με διοικητικό τρόπο από φορολογίες, ιδίως από τη δεκάτη, από τον ισστιρά, την υποχρέωση πώλησης μέρους της παραγωγής σε χαμηλές τιμές προς το κράτος. Η εξαγωγική δραστηριότητα που θα αναπτυχθεί δίνει στους εξαγωγείς, μεγάλους φεουδαλικούς άρχοντες κυρίως, και στην κεντρική διοίκηση, ένα σημαντικό εισόδημα σε νόμισμα «σκληρό», ευρωπαϊκό, αλλά στην τέτοια οικονομική διαδικασία οι καλλιεργητές ελάχιστα θα συμμετέχουν. Η αγορά, στον πεδινό αυτό χώρο, δεν θα διαμορφωθεί παρά μέσα από θύλακες, «comptoirs», που αφομοιώνουν στον διεθνή χώρο τα πιο προσοδοφόρα τμήματα της πεδινής αγροτικής οικονομίας σε μια κατευθείαν σύνδεση άρχουσας τάξης και εισαγωγέων της Ευρώπης· η σταφιδοπαραγωγή, ιδίως, μέσα σε τέτοια πλαίσια αναπτύσσεται· μέσα σε τέτοια πλαίσια, πάνω σε μια φεουδαλική και μεταπρατική βάση, θα διαμορφωθούν κοινωνικά και οι ασχολούμενοι με τις καλλιέργειες αυτές πληθυσμοί.

Αντίθετα, τα παραγωγικά πλεονάσματα δεν θα δημιουργηθούν στα ορεινά κέντρα, παρά μόνο περιθωριακά μέσα από την αγροτική παραγωγή. Βέβαια, η εισαγωγή νέων καλλιεργειών θα προκαλέσει, και εδώ, το πολλαπλασιαστικό φαινόμενο· το καλαμπόκι, το βαμβάκι βοηθούν στο να αξιοποιηθεί καλύτερα η γη στο βουνό, όπου η ύδρευση, σύμφωνα με τα τεχνικά μέσα της εποχής, είναι πιο πρόσφορη· η κάποια ανάπτυξη όμως της αγροτικής παραγωγής, που επακολουθεί, δεν οδηγεί προς την εξαγωγή αλλά προς την εξασφάλιση μεγαλύτερης αυτάρκειας απέναντι στην πεδιάδα σε ό,τι αφορά τα εδώδιμα, στη σημαδιακή στροφή προς τη βιοτεχνία, προς τα υφαντικά ιδίως προϊόντα. Η νηματουργία βαμβακιού και μαλλιού, η μεταξουργία και η βαφική θα αποτελούν τους κυριώτερους πόλους της οικονομικής ανάπτυξης μέσα σ’ αυτόν τον ορεινό ελλαδικό χώρο.

Καινούργιοι όροι, αυτοί εξωγενείς, θα ωθήσουν την παραγωγή προς μια νέα, επιταχυνόμενη ανάπτυξη· η συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή, που τερματίζει τον ρωσοτουρκικό πόλεμο, στα 1774, δίνει τη δυνατότητα σε όλους τους χριστιανούς υπηκόους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να χρησιμοποιήσουν τη ρωσική προστασία, εξασφαλίζοντάς τους από το αυθαίρετο της διοίκησης, αλλά και εξομοιώνοντάς τους, από φορολογική άποψη, με τους Ευρωπαίους ανταγωνιστές, θέτοντάς τους ακόμα σε μια θέση πιο ευνοϊκή από αυτήν που κατέχουν οι μουσουλμάνοι και οι Εβραίοι συντοπίτες τους. Η διάνοιξη της Μαύρης Θάλασσας και της ρωσικής αγοράς στο ελληνικό εμπόριο, ο ηπειρωτικός αποκλεισμός και οι ναπολεόντειοι πόλεμοι, προσφέρουν καινούργιες δυνατότητες στην ελλαδική οικονομία· η οικονομική απογείωση αγκαλιάζει, από τα 1780-1790, τα εμπορευματικά κέντρα του βουνού, από τα 1790 το σύνολο του ελλαδικού χώρου. Η οικονομική δραστηριότητα θα συγκεντρωθεί σε τρεις τομείς· στα βιοτεχνικά κέντρα, στα ναυτικά νησιά, στις πλουσιώτερες σταφιδοπαραγωγικές πεδινές εκτάσεις.

Τα βιοτεχνικά κέντρα είναι, όπως είδαμε, δημιουργήματα της διαφοροποιημένης αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής του νεοεποικισμένου ορεινού χώρου· μοναδική εξαίρεση στον τομέα αυτόν, η περίπτωση της υφαντουργίας του θεσσαλικού Τυρνάβου(1)· η μεταξοβιοτεχνία γίνεται η κύρια παραγωγική απασχόληση στα Πηλιορίτικα χωριά και στην περιοχή της δυτικής Μάνης, ενώ στον βορεινό Κίσσαβο και στα χωριά του Κάτω Ολύμπου αναπτύσσεται η βαφική, η νηματουργία και η υφαντική· μια σειρά άλλα ορεινά κέντρα συγκεντρώνουν την κατεργασία του μαλλιού και των δερμάτων. Στα 1800 η βιοτεχνία απασχολεί ένα σύνολο 40.000-50.000 ατόμων και κινητοποιεί κεφάλαια το λιγώτερο 50.000.000 χρυσών φράγκων, με ένα ετήσιο κέρδος κυμαινόμενο από 12% ως 30%(2).

Τα νησιά είναι ο άλλος πόλος της νεοελληνικής αναγέννησης· άλλα στο χρώμα της ώχρας του ξερού τοπίου τους, και άλλα στο χρώμα της ελιάς, γεννούν ανάλογα με την υφή της γης τους και δική τους μορφή κοινωνίας. Τα πλουσιώτερα νησιά, αυτά της μικρασιατικής ακτής, βρίσκονται στην ελληνική ιστορία από τα πιο αρχαία χρόνια, όπως η Λέσβος της αιολικής ποίησης και του αθηναϊκού λαδιού, όπως η Σάμος, η Χίος, η Ρόδος· πλούσια όμως και άγονα, θα μοιραστούν την κατάπτωση που προκαλούν οι διαρπαγές και η πειρατεία στα υστερώτερα χρόνια· η Σάμος δεν κατοικείται παρά από λίγες εκατοντάδες βοσκούς στα χρόνια του Σουλεϊμάν, η Λέσβος και η Ρόδος, από 10.000 η καθεμιά τους πενόμενους αγρότες, και η Δήλος, κάποτε κέντρο ιερό ή μέγιστο σκλαβοπάζαρο της Μεσογείου, καταντά στα ίδια αυτά χρόνια και για αιώνες πολλούς βοσκοτόπι της γειτονικής Μυκόνου. Αν η Χίος διατήρησε, χάρη στα προνόμιά της και στην εύνοια της Γαλλίας, τη θέση της μέσα στο Αιγαίο και αν η βενετσιάνικη ως τα 1715 κατοχή στην Τήνο διατήρησε στο νησί έναν πληθυσμό πυκνό, 28.000 στα 1780, ωστόσο δεν είναι τα πλούσια αυτά ελαιοφόρα νησιά που βγαίνουν θριαμβευτικά στο προσκήνιο της νεοελληνικής ιστορίας, αλλά τα άλλα, τα ξεχασμένα και μικρά, που η λειτουργία τους προσομοιάζει με αυτήν των βουνών της ηπειρωτικής χώρας και που γίνονται, μετά τα 1700, καταφύγια, από την ανασφάλεια, το στερνό κύμα φεουδαλοποίησης των κάμπων, της αλλαγής στο επαχθέστερο της αγροτικής φορολογίας. Η Ύδρα, οι Σπέτσες, τα Ψαρά, αλλά και ο Πόρος, η Μύκονος, η Κάσσος, η Σύμη, η Σκιάθος, βράχια του Μυρτώου και του Αιγαίου ακατοίκητα, συγκεντρώνουν έναν πληθυσμό που φτάνει τις 15.000-20.000 ήδη την εποχή των Ορλωφικών· οι μετά τα 1774 ευνοϊκές συνθήκες θα αυξήσουν παραπέρα τον πληθυσμό τους, που θα φτάσει στα 1820 στις 20.000 για την Ύδρα, 8.000 για τις Σπέτσες, 6.000 για τα Ψαρά, κάπου 100.000 για όλα τα μη γεωργικά νησιά του Αρχιπελάγους(3). Το ειδικό βάρος του νησιωτικού αυτού χώρου δεν φαίνεται μόνο από τη δημιουργημένη μέσα σε 30 χρόνια κραταιή ναυτιλία του -πάνω από 300 καράβια άνω των 100 τόννων, συνολικού εκτοπίσματος 61.500 τόννων στα 1819-, αλλά από την εμπορική και τραπεζιτική λειτουργία, που ασκεί για το σύνολο του ελλαδικού χώρου η συσσώρευση του ναυτιλιακού κεφαλαίου στα κυριώτερα από αυτά, κάπου 50.000.000 χρ. φράγκα σε νομίσματα, ένα ανάλογο ποσό επενδυμένο σε καράβια(4).

Όσο και αν ο οικονομικός διχασμός του ελλαδικού χώρου γίνεται μέσα στα χρόνια της οικονομικής απογείωσης ολοένα και εντονώτερος, ωστόσο από τα τέλη του 18ου αιώνα θα εμφανιστούν και στη φεουδαλική οικονομία του κάμπου τα επακόλουθα των ευνοϊκώτερων όρων που η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή παραχώρησε.

Ο μεταπρατικός αγροτικός χώρος θα απλώνεται σε όλη τη δυτική πλευρά του Μωρηά, από την Κόρινθο ως την Καλαμάτα. [ ] Οι καλλιέργειες αρχίζουν βαθειά στα ενδότερα, στους πρόποδες των λόφων, όπου η ελιά, το αμπέλι και η συκιά δίνουν σταδιακά τη θέση τους στη σταφίδα· τα 5 ή 6 καράβια φόρτωμα, που μας πληροφορούν τα περιηγητικά κείμενα του 17ου αιώνα ότι αποτελούσαν την τότε παραγωγή, γίνονται εκατοντάδες, εκατό χρόνια πιο μετά· στα 1800 ένα προϊόν αξίας 4.000.000 φράγκων κατευθύνεται προς τα ευρωπαϊκά λιμάνια ή τα βρεττανικά νησιά(5).

Η αγορά τα χρόνια αυτά έχει απόλυτο κυρίαρχο τον χριστιανό μεγαλοκτηματία, έμπορο και φοροεισπράκτορα μαζί, σαράφη ακόμα και προύχοντα της κοινότητάς του(6). Στα 1820, μετριούνται σε εκατοντάδες αυτοί οι πλούσιοι έμποροι και κτηματίες στον δυτικό Μωρηά· μεταξύ τους μοιράζονται κεφάλαια αξίας πάνω από 20.000.000 χρ. φράγκα· η Πελοπόννησος συγκεντρώνει 97.118 άτομα στα 1687, 259.564 στα 1719 και η αύξηση συνεχίζεται και μετά τη λήξη της δεύτερης βενετικής κατοχής· στα πρόθυρα της εξέγερσης του ’21 ο πληθυσμός θα έχει υπερδιπλασιασθεί ακόμα στα 504.000 άτομα(7).

Η οικονομική διαφοροποίηση, προχωρώντας μετά τα 1770 με ολοένα και πιο γοργό ρυθμό, έχει οδηγήσει και εδώ σε μια κοινωνική ιεράρχηση. Στην Πελοπόννησο, η πρώτη φορολογική τάξη, μεγαλοκτηματίες και μεγαλέμποροι, καραβοκυραίοι, σαράφηδες και ανώτεροι κληρικοί, οι «αϊλάδες», όπως αποκαλούνται στην οθωμανική δημοσιονομία, αποτελούν τα 3%-5% του χριστιανικού πληθυσμού· η μεσαία τάξη, κτηματίες κυρίως των βορειοδυτικών περιοχών, οι «εσσατλάρ», αποτελούν τα 30%-35% του πληθυσμού, αλλά 50% περίπου οι μεγάλες μάζες, ενώ οι άποροι, οι «φουκαριλάρ» των κειμένων, άλλα 10%-15% του πληθυσμού, εξαιρούνται, σύμφωνα με το Σεριάτ, από φόρους. Στην Κεντρική Μακεδονία, αντίθετα, η ανώτερη τάξη αποτελεί τα 6%-9% του πληθυσμού, τα 70%-75% η μεσαία, τα 15%-19% η κατώτερη· η διαφοροποίηση εδώ είναι πιο προχωρημένη, αλλά και τα εισοδήματα σημαντικά ανώτερα· είναι χαρακτηριστικοί οι αριθμοί για την πόλη της Θεσσαλονίκης· μέσα στην ελληνική κοινότητα των 2.175 οικογενειών, που σε σημαντικό βαθμό διατηρούν μιαν αγροτική λειτουργία, οι σχέσεις είναι: 7% η ανώτερη, 60% η μεσαία, 30% περίπου η κατώτερη τάξη· ανάμεσα στις 3.671 οικογένειες τής αποκλειστικά με τη βιοτεχνία και το εμπόριο απασχολούμενης ισραηλιτικής κοινότητας, οι ίδιες σχέσεις είναι αντίστοιχα: 5%, 20% και 70% περίπου(8).

Η οικονομική απογείωση ολοκληρώνεται έτσι στις αρχές του 19ου αιώνα, πρόκειται όμως για μια απογείωση ανώμαλη, που όχι μόνο δεν πραγματοποιεί, αλλά εντείνει ακόμα περισσότερο τη διάσπαση της ενότητας της ελλαδικής αγοράς· με την Ελλάδα του ξερικού κάμπου, την εγκαταλελειμμένη στην ελονοσία και τον υποπληθυσμό της, θα συνυπάρχει τώρα η Ελλάδα των ορεινών βιοτεχνικών κέντρων, των ναυτικών νησιών, των μεταπρατικών κοιλάδων του Μωρηά· η Ελλάδα της σύνθετης ήδη και προηγούμενης στον καιρό της -σε ό,τι αφορά τις επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τουλάχιστο- βιοτεχνικής παραγωγής, θα έχει τώρα να υποστεί όλες τις συνέπειες της έλλειψης μιας δικής της ενδοχώρας, τις συνέπειες ίσως, να έλεγε κανείς, της τραγικής της «ύβρεως», που θα αποτελέσει ο εποικισμός και η πραγμάτωση, παρά τις τόσες αντιξοότητες, μιας οικονομικής ανάπτυξης στο βουνό. Η αδιαφιλονίκητη μετά το Βατερλώ κυριάρχηση της διεθνούς αγοράς από την βρεττανική βιομηχανία θα υπαγορέψει τώρα τους όρους ενός δύσκολου θανάτου· η ελληνική βιοτεχνία θα πεθάνει μέσα στην πιο σφριγηλή της εφηβεία, ανυπεράσπιστη από την πολιτική ηγεσία του τόπου, οπού θα κυριαρχήσει ο μεταπρατικός κόσμος.

Τα Αμπελάκια, όπου έχουν συσσωρευτεί κεφάλαια 30.000.000 χρ. φράγκων στα 1807, αποδυναμωμένα από την αυστριακή χρεωκοπία του 1811, που εξανεμίζει τα 2/3 των σε βιεννέζικες τράπεζες κατατεθειμένων διαθεσίμων τους, θα επιζήσουν επώδυνα ως τα μέσα του 19ου αιώνα· στα 1850 θα υπάρχουν ακόμα εκεί 300 περίπου παραγωγικές ομάδες υφαντικής και βαφής από τις 1.500 που υπήρχαν 20 χρόνια προτήτερα(9). Στον Τύρναβο της Θεσσαλίας, παρ’ όλες τις απανωτές κρίσεις ανάμεσα 1811 και 1818, παρ’ όλες τις δηώσεις των δύο πρώτων χρόνων της Ελληνικής Επανάστασης, θα επιζούν στα 1830 κάπου 400 από τους 2.500 αργαλειούς του 1812(10). Η ελληνική βιοτεχνία πεθαίνει, αλλά πεθαίνει δύσκολα και αργά.

Η ακόμα πιο μεγάλη διαφοροποίηση της ελλαδικής αγοράς, που φέρνει η ανεξαρτησία των μεσημβρινών επαρχιών, η καλπάζουσα αποικιοποίηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα βόρεια, θα δώσουν το χαρακτηριστικό κτύπημα εκεί ανάμεσα 1830 και 1850. Η οικονομική απογείωση των τελευταίων χρόνων του 18ου αιώνα βοηθά στο να εμφανιστεί για μια ακόμα φορά ο Έλληνας στον πανάρχαιο ρόλο του· η ίδια η εντελέχεια της κοινωνίας του θα τον έχει σπρώξει μέσα στην ζέση της ενεργητικότητάς του προς τον ορεινό χώρο πρώτα, προς τον εξωτερικό χώρο έπειτα· η μοίρα του θα είναι για τα μεγάλα και όχι για τα μικρά της ιστορίας· ενώ το εσωτερικό της εθνικής αγοράς του θα βρεθεί να κατακλύζεται, να αλλοτριώνεται, στην οικονομία της ανεπτυγμένης Ευρώπης, αυτός θα συνεχίζει κοντοτιέρος της εμπορευματικής ανάπτυξης και του νεωτερικού πνεύματος στα βορειότερα Βαλκάνια, τον Εύξεινο και την Μικρασία, να διοργανώνει τις αστικές σχέσεις στον γύρω χώρο του, σπέρνοντας εκεί, όπου άλλα έθνη με το πλήρωμα του χρόνου θα δρέψουν…

ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΟΙΚΙΑΣ
Τίποτα δεν χαρακτηρίζει περισσότερο αυτή τη διάχυτη υφή της ελληνικής δομής, από την ανάπτυξη που παίρνει μετά τον 17ο αιώνα η παροικιακή εξάπλωση του ελληνισμού σε όλον τον χώρο της οικονομικής του δράσης· το φαινόμενο δεν αποτελεί βέβαια παρά έξαρση μιας κατάστασης που ενυπάρχει στις ελλαδικές κοινωνίες από τον πρωταρχικό σχηματισμό τους, φθάνει όμως την φορά αυτή σε τέτοιο μέγεθος, που τείνει να γίνει ένα από τα κυριαρχικά στοιχεία του ελλαδικού συστήματος στα μεταξύ 1800 και 1900 χρόνια(11).

Η παροικία στην αρχή είναι το αποτέλεσμα μιας φυγής· άλλη μορφή στο ίδιο φαινόμενο που προκαλεί τον εποικισμό του ελλαδικού βουνού, πιο ολοκληρωμένη αυτή, καθώς διακόπτει, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ή και οριστικά, κάθε επαφή του πάροικου με τον γενέθλιό του τόπο· ωστόσο, με την παραπέρα ανάπτυξη των αστικών παραγωγικών σχέσεων, η λειτουργία της παροικίας θα αλλάξει· τα μέλη της γίνονται οι προσωπικοί φορείς της επαφής της ελληνικής αγοράς με τον εξωτερικό χώρο, αλλά και οι φορείς συνάμα προς τον εσωτερικό χώρο του νεωτερικού πνεύματος.

Ενδεικτικός είναι σχετικά ο τρόπος που σχηματίζεται, το παροικιακό πληθυσμιακό στρώμα σε μια τυπική, για την ανάπτυξη του φαινομένου στις ευρωπαϊκές χώρες, περίπτωση στην πόλη της Τεργέστης(12).

Η παροικία της Τεργέστης, όπως όλες οι ανάλογες της Δύσης, στην καινούργια αυτή περίοδο θα λειτουργήσει σαν πρακτορείο της ελλαδικής αγοράς· οι πάροικοι θα μείνουν περιθωριακά στοιχεία του εξελιγμένου ήδη τόπου εγκατάστασης· φροντίζουν για την τοποθέτηση των αγροτικών και βιοτεχνικών προϊόντων του τόπου τους στην ξένη αγορά, είναι και διάμεσοι συνάμα της εισαγωγής των ξένων προϊόντων στην χώρα τους. Η παροικία θα έχει 16 οικογένειες μέλη στα 1774, 27 στα 1782, πάνω από 200 στα πρόθυρα της Ελληνικής Επανάστασης.

Στα βορεινά Βαλκάνια, στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας και στο εσωτερικό της Μικρασίας -οι ακτές της, αυτή την εποχή, αποτελούν ακόμα εθνικό χώρο του Ελληνισμού- η παροικία αποκτά μια λειτουργία πρόσθετη· πρακτορεύει από τη μία πλευρά τις ανταλλαγές με τον ελλαδικό χώρο, αλλά από την άλλη πλευρά γίνεται και ο διοργανωτής της αγοράς μέσα στις ξένες και καθυστερημένες αυτές οικονομίες, που διανύουν το πατριαρχικό ή το πρώτο φεουδαλικό τους στάδιο.

Στα πριν την Επανάσταση χρόνια το παροικιακό είναι ακόμα ένα νέο φαινόμενο· οι παλαιότεροι παροικιακοί -προσφυγικής γένεσης- πληθυσμοί μόνο μετά τα 1750 θα αποκτήσουν μια κάπως άνετη οικονομική υπόσταση. [ ]

Από τα 1805 ήδη μπορούμε να διακρίνουμε διαφορετικές τάσεις στην διαμόρφωση της κοινωνικής συνείδησης των παροικιών, ανάλογα με το ειδικό βάρος που στο εσωτερικό της κάθε μιας έχει παίξει ο καθένας από τους παραπάνω παράγοντες. Οι Δυτικές παροικίες, ιδιαίτερα οι ιταλικές, γαλλικές και της Τεργέστης, ηγεμονεύονται ιδεολογικά από το Παρίσι, μέσα από τον κύκλο που δημιουργείται γύρω στον Κοραή· η επίδραση της γαλλικής πολιτικής και ιδεολογικής ζωής είναι στον κύκλο αυτό πιο άμεση, ίσως και πιο μηχανιστική και άκριτη· εδώ θα είναι το προπύργιο της φιλελεύθερης τάσης, όχι όμως πάντοτε και του αστικού ριζοσπαστισμού.

Στις Ανατολικές παροικίες, αντίθετα, ηγεμονεύει το Βουκουρέστι, αν και λιγώτερο αποκλειστικά απ’ ό,τι στον δυτικοευρωπαϊκό χώρο η γαλλική πρωτεύουσα. Εδώ υπάρχει μια κρατική παράδοση, δημιουργημένη στις καλύτερες στιγμές του Φαναριωτισμού, και η προέλευση των παροίκων από τα ορεινά βιοτεχνικά κέντρα θα δώσει μια πιο λαϊκιστική, εθνικιστική, πιο ριζοσπαστική κάποτε χροιά στην ιδεολογική τους στάση. Αλλά και εδώ η διαμόρφωση του παροικιακού πνεύματος δεν θα είναι ομοιόμορφη· τα Βαλκάνια, οι Μαυροθαλασσίτικες ακτές, η Ανατολή, ζούνε ακόμα τότε μες στην πληθώρα των εθνικών ομάδων ταυτόχρονα πολλές κοινωνικοϊστορικές εποχές. Το παρόν, το μέλλον, το παρελθόν, διαχέονται στον ίδιο τόπο· δεν έχεις παρά να μετακινηθείς από το ένα χωριό στο άλλο, στις πόλεις από τον ένα στον άλλο μαχαλά, για να βρεθείς από το ένα στάδιο της ιστορικής εξέλιξης σε ένα άλλο· στο καθένα το άτομο κρατά και άλλη πολιτιστική στάση. Η παροικία, κάτω από την αλληλοεπίδραση των γύρω της καταστάσεων, στα καθένα φορεί κι ένα διαφορετικό ηθικό και υλικό προσωπείο.

Μπορεί να μιλήσει κανείς για αλλαγή θεμελιακή στην δεύτερη και τρίτη γενιά του παροικιακού κόσμου· ανεξάρτητα από την τοπική προέλευση, η παροικία τείνει να καταστεί τώρα φορέας πάντοτε μεταπρατικής ιδεολογικής επίδρασης· από εδώ θα ξεκινήσουν στα χρόνια του Αγώνα χιλιάδες οι πάροικοι με τις πιο καλόβουλες προθέσεις, εδώ όμως θα πρέπει να αναζητηθεί και η μεγαλύτερη πηγή του κοσμοπολίτικου πνεύματος, η απαρχή της κατεστημένης μας λεβαντίνικης ιδεολογίας.

Ο Κοραής και ο κύκλος του, ο Ά. Γαζής και ο δικός του κύκλος της Βιέννης, οι Σμυρνιοί έμποροι -χιώτικης οι περισσότεροι ή καραμανλήδικης προέλευσης-, ο κύκλος της «Νέας Ημέρας» της Τεργέστης, οι Ψυχάρηδες, οι Αιγυπτιώτες βαμβακέμποροι -μια γενιά πιο μετά- θα είναι φορείς μιας τέτοιας πνοής.

Η ανάπτυξη στα νοτιώτερα της Ελλάδας ενός κράτους ανεξάρτητου δεν θα θέσει σε περιθωριακό επίπεδο την επίδραση της παροικίας. Οι μεγάλοι πάροικοι, όπως θα δούμε, θα είναι η ισχυρότερη οικονομική δύναμη μέσα στην αθηναϊκή κοινωνία του 19ου αιώνα, και στον πολιτικό κόσμο θα καταλάβουν καίριες θέσεις. Η ιδεολογική τους επίδραση, μέσα από τέτοια πόστα, θα μείνει πάντοτε δυνατή, στήριγμα της ντόπιας μεταπρατικής τάξης. Έτσι, οι παροικίες, ως ένα σημείο, θα γυρίσουν πίσω την οφειλή, ένα κομμάτι από την εθνική ενέργεια που είχαν απορροφήσει· η είσπραξη όμως θα γίνεται με τη μορφή ελεημοσύνης και δωρεάς· ο τόπος θα έχει για πάντα στερηθεί την εργασία και τα κεφάλαιά τους σαν στοιχεία μιας δικής του οργανικής ζωής, τη συμβολή τους σε μια εθνοτική, αυτόνομη προοπτική ανάπτυξης. Και στην δική τους ύπαρξη θα έρθει άλλωστε καιρός -στη Ρουμανία από τα 1904, στην Βουλγαρία από τα 1907, από τα 1908 ήδη στις έξω από τον εθνικό χώρο περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αργότερα στην Αίγυπτο-, που η άρνηση των παροικιακών πληθυσμών να μεταβληθούν από ξένα σώματα σε μειονότητες εθνικές της χώρας όπου έχουν ανθήσει, οδηγεί στην καταπίεσή τους και στην παρακμή. Θα είναι οδυνηρή η στιγμή που για μιαν ακόμα φορά ένα κομμάτι της εθνικής μας ζωής θα εκμηδενίζεται, οδηγημένο από την εντελέχεια της ελλαδικής δομής, δίχως δυνατότητες αντίστασης· θα είναι η ώρα της τραγικής Αλεξάνδρειας του Καβάφη.

* Από το ομώνυμο βιβλίο του συγγραφέα, Θεσσαλονίκη 1972.

Σημειώσεις

1. Βλ. Α. Βακαλόπουλου, έ.α., τόμ. Β΄1, σελ. 96.

2. Βλ. ιδίως Pouqueville, έ.α., τόμ. III, σελ. 167-170.
3. Βλ. Ι. Κοντογιάννη, Οι Έλληνες κατά τον Α΄ Ρωσσοτονρκικό πόλεμο, Αθήναι, 1952, σελ. 235-236, που αναφέρεται σε σχετική απογραφή του λοχαγού Α. Κρίνεν· επίσης Α. Μάμουκα, Στατιστική…, ΙΑ΄, σελ. 230, και J. Hasluck, De Population in the Aegean Islands and the turkish conquest, «Annual of the British School of Athens», τόμ. 17 (1910-1911), σελ. 156-181.
4. Α. Andreades, La marine marchande grecque, «Alcan», Paris, 1916, σελ. 36-37.
5. Pouqueville, έ.α., τόμ. Ill, σελ. 171.
6. Συχνή είναι η χρησιμοποίηση του κοινοτικού ταμείου, ή και του επισκοπικού, για τη διευκόλυνση και επέκταση των εμπορικών συναλλαγών. Ο Pouqueville αναφέρεται σχετικά στην Μητρόπολη Καστοριάς, στο ταμείο της οποίας κατέθεταν και μωαμεθανοί ακόμα γαιοκτήμονες ή πραματευτάδες, και τα κεφάλαια του οποίου αξιοποιούνται με τόκο 10%-12% μέσω των μεγαλεμπόρων, κάτω από την αλληλέγγυο ευθύνη της Μητρόπολης. Βλ. Pouqueville, έ.α., τόμ. III, σελ. 1-2.
7. Η Πελοπόννησος συγκεντρώνει τα χρόνια αυτά τα 25% του πληθυσμού του ελλαδικού χώρου, σε σύγκριση με 10% σήμερα. Για δημογραφικά την εποχή της απογείωσης βλ. Pouqueville, έ.α., τόμ. III, σελ. 192-195.
8. Βλ. Pouqueville, έ.α., τόμ. VI, σελ. 225-261, και Ι. Βασδραβέλλη, Οθωμανικά αρχεία Θεσσαλονίκης, τόμ. Ι, σελ. 526.
9. L. Heuzey, Excursion dans la Thessalie turque, Paris, «Belles Lettres», 1927, σελ. 23.
10. L. Heuzey, έ.α., σελ. 24.
11. Τη σπουδαιότητα της λειτουργίας του παροικιακού φαινόμενου μέσα στην νεοελληνική ιστορία επισημαίνουν οι περισσότεροι ιστοριογράφοι· βλ. ιδίως Π. Καρολίδη, Ιστορία του ΙΘ΄ αιώνος, τόμ. Β΄, σ. 109-110, Αθήνα, 1892, Κ. Ντίτριχ, Ο εν διασπορά Ελληνισμός, «Εμπορεία Αθηνών», τεύχ. 33, 1920, Γ. Κορδάτου, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας, τόμ. Α΄, σ. 214, Αθήνα, 1957, και τη μονογραφία του Ν. Ψυρούκη, Το παροικιακό φαινόμενο, Αθήνα, 1965.
12. Βλ. Σ. Λάμπρου, Περί το συνοικισμού των γραικών εν Τεργέστη (παρουσίαση χειρόγραφης μελέτης του Χ. Φιλητά), «Δελτίον Εθνολογικής Αρχαιολογικής Εταιρείας», 1897, σελ. 370-376.

Wednesday, March 25, 2020

Η Κύπρος στην Επανάσταση του 1821

Σημαία Κυπρίων αγωνιστών του 1821. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα. 
Του Πέτρου Παπαπολυβίου* 

Η κυπριακή συμμετοχή στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 παραμένει ένα από τα σχετικά άγνωστα κεφάλαια της νεότερης κυπριακής ιστορίας για το ευρύ κοινό. Λείπει, ακόμη, μια συστηματική εργασία που θα εντοπίσει και θα αξιοποιήσει τον όγκο των διάσπαρτων αρχειακών πηγών, ώστε να φωτιστούν πλήρως όλες οι πτυχές του ζητήματος.

Βέβαια, δεν παραγνωρίζεται η ύπαρξη σημαντικών μελετών για το θέμα, παλαιότερων και νεότερων ερευνητών. Πιο πρόσφατη, η πολύ σημαντική έκδοση του «Αρχείου Ροδίωνος Γεωργιάδη», από τον φιλόλογο Γιώργο Χατζηκωστή, προίκισε την κυπριακή ιστοριογραφία με θησαυρό εγγράφων από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, που επισήμανε και αντέγραψε το 1940 ο πρόωρα χαμένος Κύπριος ερευνητής και κατόπιν ηρωικός αντιστασιακός.

Με τη συγκεκριμένη έκδοση ήρθαν στο φως πλήθος αυθεντικών μαρτυριών για την κυπριακή συμμετοχή στον αγώνα του 1821, που συμπληρώνουν τις γνώσεις μας από μελέτες των προηγούμενων χρόνων (Κώστα Κύρρη, Θεόδωρου Παπαδόπουλλου, Εμμανουήλ Πρωτοψάλτη, Λοΐζου Φιλίππου, κ.ά.). Στο σημερινό αφιέρωμα θα γίνουν σύντομες αναφορές σε μερικά μόνο κεφάλαια της κυπριακής συμβολής στην Επανάσταση του 1821.

Φιλική Εταιρεία και Κύπρος
Η Κύπρος δεν ανήκε στις περιοχές όπου προγραμματιζόταν εξέγερση την άνοιξη του 1821. Οι επιτελείς της «Φιλικής Εταιρείας» υπολόγιζαν μόνο σε οικονομική βοήθεια της Κύπρου, αναγνωρίζοντας ότι οι γεωγραφικές συνθήκες καθιστούσαν καταδικασμένη εκ των προτέρων κάθε προσπάθεια για ένοπλη δράση. Οι υπαινιγμοί για τις κυπριακές ιδιαιτερότητες στο «Σχέδιον Γενικόν» των Φιλικών, που καταστρώθηκε στο Ισμαήλιο της Βεσσαραβίας, τον Οκτώβριο του 1820, ήταν ξεκάθαρες, καθώς ένα από τα 23 άρθρα του «Σχεδίου», το 15ο, ήταν αφιερωμένο στο νησί: «Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Κυπριανός υπεσχέθη να συνεισφέρη χρήματα ή τροφάς, όσας δυνηθή.

Λοιπόν ο Καλός (το συνθηματικό όνομα του Αλέξανδρου Υψηλάντη) πρέπει να γράψη προς την Μακαριότητά του προτρεπτικά δηλοποιών των πραγμάτων την κατάστασιν, διά να φιλοτιμηθή να βοηθήση αναλόγως τη φήμη της νήσου εκείνης, την οποίαν έχουν το προνόμιον οι Κύπριοι να διοικούν αυτοί σχεδόν τοσούτους χρόνους. Ταύτα δε τα γράμματα ο ρηθείς Πελοπίδας [Αντώνιος Πελοπίδας, «απόστολος» των Φιλικών στην Αίγυπτο], ή προτού, ή επιστρέφων εξ Αιγύπτου, να περάση εις Κύπρον και να εγχειρίση τη αυτού Μακαριότητι, διά να εμβάση τα χρήματα ο άγιος Κύπρου εις Κωνσταντινούπολιν, ή να στείλη τας τροφάς, όπου διορισθή∙ και τέλος να σκεφθή, πώς να διαφυλάξη το ποίμνιόν του από τους κατοίκους εκεί εχθρούς».

Όπως αποδεικνύεται από το παραπάνω έγγραφο, ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός είχε υποσχεθεί ενίσχυση για την εξέγερση και, πιθανότατα, είχε ενημερωθεί και για την έναρξη της Επανάστασης. Για να γίνει αντιληπτή η σημασία που απέδιδαν οι Φιλικοί στην Κύπρο, αλλά και ο εξέχων ρόλος του Κυπριανού, αρκεί να αναφερθεί ότι ήταν το μόνο νησί που αναφερόταν στο «Γενικόν Σχέδιον»: «Περί δε της Κρήτης και λοιπών νήσων της Μεσογείου, θέλομεν ομιλήσει τα δέοντα εν καιρώ πρέποντι». Εξίσου εντυπωσιακό είναι ότι οι επιτελείς της Φιλικής Εταιρείας είχαν πλήρη επίγνωση για τους κινδύνους που διέτρεχαν οι Έλληνες Κύπριοι «από τους κατοίκους εκεί εχθρούς».

Κύπριοι Αγωνιστές
Κύπριοι αγωνιστές πήραν μέρος σε διάφορες μάχες και φάσεις της Επανάστασης, στην Πελοπόννησο, την Αττική, την Ανατολική Ελλάδα και σε ναυτικές επιχειρήσεις. Ακόμη και στις πρώτες συγκρούσεις των επαναστατών με τον τουρκικό στρατό στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες, στο σώμα του Αλέξανδρου Υψηλάντη ή αλλού. Ο αριθμός των αγωνιστών του 1821 είναι δύσκολο να υπολογιστεί με ακρίβεια, εξαιτίας κυρίως της καταγραφής των ονομάτων τους (συνήθως με το τοπικό Κύπριος ή Κυπριώτης ή το πατρώνυμο και όχι με επίθετα) όμως, σίγουρα, ήταν μερικές εκατοντάδες. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν:

Ο Φιλικός Χαράλαμπος Μάλης, δάσκαλος στην Κωνσταντινούπολη, που μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Παπαφλέσσα, κατήλθε στην Πελοπόννησο μαζί του, στα τέλη του 1820 και μετά την Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου διορίστηκε γενικός γραμματέας του «Μινιστερίου της Θρησκείας». Διετέλεσε γραμματέας του Ανδρέα Ζαΐμη και αφοσιώθηκε στην υπόθεση απελευθέρωσης της Κύπρου με την οργάνωση ειδικής εκστρατείας. Από τους ανώτερους κληρικούς αναφέρουμε τον επίσκοπο Δημητσάνης Φιλόθεο Χατζή, μέλος της Φιλικής Εταιρείας, που πέθανε κρατούμενος των Τούρκων στην Τριπολιτσά, τον Σεπτέμβριο του 1821, τον Αγαθάγγελο Μυριανθούση, από το Μηλικούρι, πρώην Μητροπολίτη Αγκύρας, που κατήλθε στα 1826 στην Ελλάδα υπηρετώντας ως επίσκοπος Θηβών, τοποτηρητής Παλαιών Πατρών και από το 1833 Μητροπολίτης Λοκρίδος, τον Μητροπολίτη Δημητριάδος και Ζαγοράς Αθανάσιο Κασσαβέτη, και τον Μητροπολίτη Νικομηδείας Αθανάσιο Καρύδη, που συμμαρτύρησε με τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’, στην Κωνσταντινούπολη, στις 10 Απριλίου 1821. Σημαντική συμβολή είχαν οι αδελφοί Θησείς, από τον Στρόβολο, στενοί συγγενείς του εθνομάρτυρα Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, που στρατεύθηκαν από τους πρώτους μήνες της Επανάστασης: Ο Νικόλαος (έμπορος στη Μασσαλία, συνεργάτης του Δημήτριου Υψηλάντη με στενές σχέσεις με Γάλλους φιλέλληνες), ο αρχιμανδρίτης Θεόφιλος ή Θεοφύλακτος, που το καλοκαίρι του 1825 ονομάστηκε «αντιστράτηγος», και ο Κυπριανός.

Η συμμετοχή Κυπρίων αγωνιστών στην Ελληνική Επανάσταση δεικνύει το ιστορικό βάθος του κυπριακού αλυτρωτισμού, επιβεβαιώνει τους αγώνες του κυπριακού Ελληνισμού για ελευθερία και τους ακατάλυτους δεσμούς με τον μητροπολιτκό χώρο. Αρκετοί παρέμειναν στην Ελλάδα, μετά τη δημιουργία του ανεξάρτητου κράτους, συμβάλλοντας στη θεμελίωση του νέου κράτους. Όσοι επέστρεψαν στη γενέτειρά τους αποτέλεσαν ζωντανά παραδείγματα προς μίμηση και πυρήνες αντίστασης και εγκαρτέρησης στις τελευταίες δεκαετίες της Τουρκοκρατίας στο νησί.

Από τις άγνωστες πτυχές που αποκαλύπτουν τα έγγραφα του «Αρχείου Ροδίωνος Γεωργιάδη» είναι η ύπαρξη μικρής «κυπριακής παροικίας» στο Ναύπλιο, έδρα της διοίκησης της επαναστατημένης Ελλάδας. Τον Σεπτέμβριο του 1824 ο Χαράλαμπος Μάλης, από τους πιο επιφανείς Κύπριους αγωνιστές, ζήτησε από το Υπουργείο Εσωτερικών όπως η «εθνική οικία», που είχε επιδιορθώσει και εγκατασταθεί ο συμπατριώτης του, Νικόλαος Θησεύς, και όπου διέμενε και ο ίδιος, να παρέμενε στην κατοχή των «ενταύθα διά τας υποθέσεις της Κύπρου διατριβούντων Κυπρίων». Έγραφε:

«Σας είναι γνωστόν πώς η υπόθεσις της Πατρίδος μου απαιτεί το να ευρίσκεται πάντοτε ενταύθα εις Ναύπλιον ένας ή δύο πατριώτες μου Κύπριοι, διά να αναφέρουν τας υποθέσεις των εις την Διοίκησιν, μάλιστα αν βοηθήση ο Θεός και ενεργηθή το οποίον είχα προβάλει σχέδιον. Αλλά και τούτου μη γενομένου, όπερ δεν ελπίζεται, πάλι ήτον αναγκαίον ένας άνθρωπος να καιροφυλαχτή, έως ου δοθείσης ευκαιρίας, να ενεργήση και διά την Κύπρον.

Αλλ’ ούτοι οι άνθρωποι έπρεπε να έχουν στοχάζομαι και κατοικίαν και το Έθνος διά το οποίον και ημείς το κατά δύναμιν και υπέρ δύναμιν ηγωνίσθημεν δεν ήθελε τοις το αρνηθή. Χάρις μικρά προς το Έθνος, εις ημάς δε μεγάλη τιμή και υποχρέωσις, και η τελευταία παρηγορία αντί της Πατρίδος μας την οποίαν υστερήθημεν ένεκα του Ελληνικού Έθνους. (…)

Εγώ δι’ όσα έχω να λαμβάνω από το Έθνος ποτέ δεν έδωσα αναφοράν, αλλ’ υπέφερα δυστυχίαν, βλέπων την ανάγκην του Έθνους, αλλά τώρα οπού βλέπω, ότι οι αληθώς θυσιάσαντες υπέρ πατρίδος παραθεωρούνται, και μόνον όσοι έχουν χρήματα, και όσοι ήλθον προχθές, εκπηδώσι, διά τούτο τη αληθεία είναι μωρία αν και εγώ ησυχάζω, ώστε να μην έχω μίαν τρύπαν να σκεπάσω το κεφάλι μου. Σας παρακαλώ λοιπόν να ενεργήσετε, οπού αυτό το σπήτι να μείνη εις τους Κυπρίους, διά να ενεργούν τας υποθέσεις της Κύπρου, ή να ενοικιασθή εις ημάς με το πρέπον ενοίκιον.»
Από τους Κύπριους αγωνιστές του 1821 άξιος ιδιαίτερης μνείας είναι ο Ιωάννης Σταυριανός (1804 – 1887) από τη Λόφου, που έγραψε την «Πραγματεία των περιπετειών του βίου μου και συλλογή διαφόρων αντικειμένων αγνώστων έτι εν τη ελληνική ιστορία» (εκδόθηκε το 1982 στην Αθήνα, με εισαγωγή, σχόλια και επιμέλεια της Ελένης Αγγελομάτη – Τσουγκαράκη). Ο Σταυριανός διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα στη Λεμεσό και ασχολήθηκε με το εμπόριο από νεαρή ηλικία. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία σε ένα ταξίδι του στην Αλεξανδρέττα. Στις σφαγές του 1821 η περιουσία του διηρπάγη, γεγονός που προκάλεσε τον θάνατο του πατέρα του. Κατήλθε στην επαναστατημένη Ελλάδα το 1822, επικεφαλής ομάδας τεσσάρων Κυπρίων και τριών Κρητικών, τους οποίους εξόπλισε ο ίδιος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Το 1823 ορίστηκε «μπουλουκτσής» στο σώμα του Τζώρτζη Κύπριου και το 1825 κατατάχθηκε στον τακτικό στρατό.

Στα Απομνημονεύματά του δίνει αρκετές πληροφορίες για τη δράση του και περιγράφει με λεπτομέρειες τις μάχες των Αθηνών του 1826 – 1827 και την πολιορκία της Ακρόπολης. Υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας του θανάτου του Γεώργιου Καραϊσκάκη και ισχυρίζεται με έμφαση ότι δολοφονήθηκε πισώπλατα από ελληνικό χέρι. Στην καταστροφική ήττα των Ελλήνων στο Φάληρο συνελήφθη αιχμάλωτος. Σώθηκε από την εκτέλεση με μεσολάβηση ενός Αρβανίτη από την Παραμυθιά, ο οποίος τον πήρε υπηρέτη του. Μετά την επίτευξη της Ανεξαρτησίας παρέμεινε στην Ελλάδα και διορίστηκε στη Χωροφυλακή, όπου αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του ταγματάρχη. Το 1862, επειδή διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην αντιοθωνική εξέγερση του Ναυπλίου, τιμωρήθηκε για τη συμμετοχή του και τέθηκε σε αργία.

Το 1998 τα οστά του μεταφέρθηκαν από το Α’ Νεκροταφείο Αθηνών στη γενέτειρά του Λόφου, με πρωτοβουλία του Συνδέσμου Αποδήμων Λόφου, και τοποθετήθηκαν σε οστεοφυλάκιο. Παράλληλα, αναγέρθηκε η προτομή του στην αυλή του παλιού σχολείου της κοινότητας, που δεσπόζει της περιοχής. Οι απόγονοί του στην Αθήνα διατηρούν αρκετά κειμήλιά του, όπως τα όπλα του, τη στολή του και τα χειρόγραφα Απομνημονεύματά του.

Κύπριοι στο Μεσολόγγι
Εδώ και μερικά χρόνια, στην ιερή πόλη του Μεσολογγίου, με δαπάνες της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει αναγερθεί μνημείο αφιερωμένο σε όλους τους Κύπριους που πολέμησαν για την ελευθερία κατά την Επανάσταση του 1821 και ειδικότερα στην Έξοδο, τον Απρίλιο του 1826. Στη μαρμάρινη πλάκα του μνημείου είναι χαραγμένα τα ονόματα του Χριστόδουλου Κοκκινόφτα, από την Τσάδα («πλούσιου ποιμνιοτρόφου», κατά τον Λ. Φιλίππου), του Ιωάννη Κύπριου, «λοχαγού της Φάλαγγας», του καπετάν Ιωάννη Κύπριου, «κυβερνήτη του πλοιαρίου Ποσειδών», του Μιχαήλ Αντωνίου Κύπριου, του Παντελή Γεωργίου Ορφανού (τραυματίστηκε στην πολιορκία) και του Γιάννη Πασαπόρτη, από την Κοίλη.
Πιο γνωστός στην Κύπρο από τους παραπάνω ήταν ο Πασαπόρτης, από τους τυχερούς και τολμηρούς που επέζησαν της Εξόδου του Μεσολογγίου. Η παράδοση που διασώζεται στην Κοίλη και κατέγραψε πρώτος ο μεγάλος Πάφιος λόγιος, δικηγόρος Λοΐζος Φιλίππου, αναφέρει: « Όταν επανήλθεν φορών την φουστανέλλα και τα τσαρούχια του, απετέλει το αντικείμενον του θαυμασμού των συγχωρίων του, εις τους οποίους διηγείτο με εύλογον υπερηφάνειαν τας θυσίας και τους αγώνας του. Τους έκαμνε λόγον για την φοβεράν πείναν από την οποίαν υπέφεραν κατά την πολιορκίαν, πώς ετρέφοντο για μέρες από τα υπολείμματα ενός γαϊδάρου και πώς εν τέλει διέφυγαν ξιφήρεις κατά την τραγικήν έξοδον». Στα χέρια μιας από τους απογόνους του, της Κλεοπάτρας Χρ. Σοφιανού διασώθηκε μέχρι τις ημέρες μας ένα χειρομύλι για άλεση πυρίτιδας, που κατά την παράδοση έφερε μαζί του ο Πασαπόρτης από το Μεσολόγγι. Η κυρία Σοφιανού έχει παραχωρήσει τον «μύλο», με μακρόχρονο δανεισμό στο Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Μακαρίου Γ’, στη Λευκωσία, όπου εκτίθεται μόνιμα. Είναι ένα από τα πιο πολύτιμα αντικείμενα που συνδέονται με την κυπριακή συμβολή στο 1821 και έχουν διασωθεί στο νησί μας.

*Ο Πέτρος Παπαπολυβίου είναι καθηγητής σύγχρονης ελληνικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Πηγή: Εφημερίδα “Ο Φιλελεύθερος” 

Tuesday, March 24, 2020

Η εξέγερση των Ιωαννίνων (1611)

Διονύσιος ο Φιλόσοφος
Τη νύχτα της 10ης προς την 11η Σεπτεμβρίου του 1611, ένα σώμα περίπου χιλίων χωρικών από τη Θεσπρωτία και τις γύρω περιοχές έκανε έφοδο στα Ιωάννινα, πραγματοποιώντας εξέγερση εναντίον των Τούρκων. Οι χωρικοί ήταν οπλισμένοι με ρόπαλα, δρεπάνια, σφεντόνες και ό,τι άλλο όπλο μπορούσε να βρει ο καθένας. Υποκινητής και επικεφαλής της εξέγερσης ήταν ο καθηρημένος μητροπολίτης Τρίκκης (Τρικάλων), Διονύσιος ο Φιλόσοφος. Ακολουθώντας τις οδηγίες των δύο ηγετικών στελεχών Ζώτου Τσίριπου και Γεωργίου Ντελή, το πλήθος εισέβαλε στο τουρκικό διοικητήριο, που βρισκόταν στην περιοχή της Καλούτσιανης Ιωαννίνων και έβαλε φωτιά. Ο Οσμάν πασάς και οι άντρες του αιφνιδιάστηκαν και την τελευταία στιγμή κατάφεραν να τραπούν σε φυγή με κατεύθυνση το Κάστρο της πόλης. Ο Διονύσιος τους ακολούθησε και άρχισε να τους πολιορκεί. Η εξέγερση του Διονύσιου αν και ήταν καλά οργανωμένη, απέτυχε, καθώς πολλοί Έλληνες κάτοικοι του Κάστρου τον πρόδωσαν και αντί να τον βοηθήσουν, όπως είχαν υποσχεθεί, ανοίγοντας τις πύλες του κάστρου, τάχθηκαν στο πλευρό των Τούρκων. Οι πολιορκημένοι Τούρκοι σώθηκαν από τμήμα του ιππικού τους, που πρόλαβε να φτάσει έξω από το κάστρο και να καταστείλει τους εξεγερμένους. Περίπου 200 άντρες βρήκαν τραγικό θάνατο, ενώ ο Διονύσιος κατάφερε να κρυφτεί σε μια σπηλιά. Οι εχθροί του όμως που είχαν παραλλάξει το προσωνύμιό του από «Φιλόσοφο» σε «Σκυλόσοφο», τον κατέδωσαν και συνελήφθη από τους Τούρκους.

Το τραγικό τέλος του Διονύσιου
Ο Τούρκος διοικητής ήταν οργισμένος με τον Διονύσιο και διέταξε τους άντρες του να τον ανακρίνουν και να τον βασανίζουν σκληρά. Όταν κατά την ανάκριση ρωτήθηκε γιατί προκάλεσε την εξέγερση, δεν δίστασε να απαντήσει: «Πολέμησα για να ελευθερώσω το λαό μου από τα βάσανα και την τυραννία σας». Η απάντησή του εξόργισε ακόμα περισσότερο τον Τούρκο διοικητή, που αποφάσισε να επιβάλλει την απάνθρωπη τιμωρία που χρησιμοποιούνταν για προδότες και στασιαστές, δηλαδή το γδάρσιμο. Επί πέντε ώρες ο Διονύσιος υπέφερε από το απάνθρωπο βασανιστήριο στα χέρια των Τούρκων, οι οποίοι αφού τον έγδαραν ζωντανό, γέμισαν το δέρμα του με άχυρο και το περιέφεραν στην πόλη των Ιωαννίνων. Τη σκηνή του βασανιστηρίου του Διονυσίου έχει αποτυπώσει ο Πάυλος Βρέλλης, στο Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων των Ιωαννίνων. Αρκετοί από τους εξεγερμένους κατάφεραν να σωθούν και διέφυγαν στα γύρω βουνά, ενώ όσοι δεν πρόλαβαν πιάστηκαν από τους Τούρκους και εξισλαμίστηκαν με τη βία.

Η ζωή του Φιλόσοφου πριν από την εξέγερση
Ο Διονύσιος γεννήθηκε το 1540 στην Παραμυθιά και είχε μακεδονική καταγωγή από τα Γρεβενά. Σε νεαρή ηλικία έγινε μοναχός στο Διχούνι Ιωαννίνων, αλλά καθώς ήταν φιλομαθής έφυγε λίγο αργότερα για την Πάδοβα της Ιταλίας, όπου σπούδασε φιλοσοφία, ιατρική και φιλολογία. Όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ιταλία, πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου παρακολούθησε μαθήματα ποίησης, γραμματικής και αστρονομίας. Λόγω της πλούσιας μόρφωσης και της γλωσσομάθειάς του (μιλούσε 7 γλώσσες), απέκτησε το προσωνύμιο «Φιλόσοφος».

Από το 1590 που επέστρεψε στην Ελλάδα και για τα επόμενα τρία χρόνια, η άνοδος του στα εκκλησιαστικά αξιώματα ήταν ραγδαία. Το 1593 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Λαρίσης. Στο μυαλό του είχε πάντα την εξέγερση εναντίον των Τούρκων και καθώς η Λάρισα δεν προσφερόταν για επαναστατική δράση, μετακινήθηκε στα Τρίκαλα, που τότε λέγονταν Τρίκκη. Εκεί κατάφερε να οργανώσει άντρες από την Πίνδο και τα Χάσια και πραγματοποίησε την πρώτη του εξέγερση εναντίον των Οθωμανών που όμως απέτυχε.

Οι απώλειες για τους Έλληνες ήταν σημαντικές. Μεταξύ αυτών, ο Μητροπολίτης Καρδίτσας Σεραφείμ, που συνελήφθη σαν συνεργός και θανατώθηκε. Ο Διονύσιος έφυγε για τη Δύση, όπου συνέχισε τις προσπάθειες για οργάνωση επαναστατικού κινήματος. Το Πατριαρχείο τον καθαίρεσε αλλά εκείνος δεν το έβαλε κάτω. Συνέχισε να περιοδεύει στις δυτικές χώρες, αναζητώντας βοήθεια από ηγεμόνες, ισχυρούς άντρες της εποχής, ακόμα και από τον Πάπα αυτοπροσώπως, χωρίς να καταφέρει να κερδίσει κάτι. Το μόνο που κατάφερε ήταν να αγοράσει κάποια μεταχειρισμένα όπλα από τη Βενετία, τα οποία πήρε μαζί του στην Ελλάδα για να τα χρησιμοποιήσει στην επανάσταση που προετοίμαζε. Παρόλο που ο Διονύσιος δεν κατάφερε να χτυπήσει αποτελεσματικά τους Τούρκους, παρέμεινε πιστός στο όραμά του για όλη του τη ζωή και τελικά θυσιάστηκε γι’ αυτό. Η εξέγερση που έκανε το 1611 θεωρείται η δυναμικότερη εναντίον των Τούρκων κατά τον 17ο αιώνα.

Thursday, March 19, 2020

Πάσχα 262 μ.Χ: επιστολή περί σωφροσύνης και καρτερίας εν καιρώ επιδημίας

Ήταν γύρω στο Πάσχα στην Αλεξάνδρεια του 262. Έχει ξεσπάσει εμφύλια διαμάχη και πείνα και στο κατόπιν έπεσε πανούκλα (συνηθισμένα κακά για την πόλη των περήφανων Αλεξανδρέων) και τσάκισε την πόλη. Σ’ αυτές τις συνθήκες γιόρτασαν οι χριστιανοί το Πάσχα (αυτή είναι η γιορτή κι η πανήγυρη που μνημονεύεται). Γράφει ο Διονύσιος, επίσκοπος της μεγάλης πόλεως Αλεξανδρείας, για εκείνη την περίσταση (η επιστολή αυτή του Διονυσίου διασώζεται στου Ευσέβιου Καισαρείας την Εκκλησιαστική Ιστορία, βιβλίο Ζ΄, 22.2-10):

«τοῖς μὲν ἄλλοις ἀνθρώποις οὐκ ἂν δόξειεν καιρὸς ἑορτῆς εἶναι τὰ παρόντα, οὐδὲ ἔστιν αὐτοῖς οὔτε οὗτος οὔτε τις ἕτερος, οὐχ ὅπως τῶν ἐπιλύπων, ἀλλ᾿ οὐδ᾿ εἴ τις περιχαρής, ὃν οἰηθεῖεν μάλιστα. νῦν μέν γε θρῆνοι πάντα, καὶ πενθοῦσιν πάντες, καὶ περιηχοῦσιν οἰμωγαὶ τὴν πόλιν διὰ τὸ πλῆθος τῶν τεθνηκότων καὶ τῶν ἀποθνῃσκόντων ὁσημέραι· ὡς γὰρ ἐπὶ τῶν πρωτοτόκων τῶν Αἰγυπτίων γέγραπται, οὕτως καὶ νῦν ἐγενήθη κραυγὴ μεγάλη· οὐ γὰρ ἔστιν οἰκία, ἐν ᾗ οὐκ ἔστιν ἐν αὐτῇ τεθνηκώς, καὶ ὄφελόν γε. πολλὰ μὲν γὰρ καὶ δεινὰ καὶ τὰ πρὸ τούτου συμβεβηκότα· πρῶτον μὲν ἡμᾶς ἤλασαν, καὶ μόνοι πρὸς ἁπάντων διωκόμενοι καὶ θανατούμενοι ἑωρτάσαμεν καὶ τότε, καὶ πᾶς ὁ τῆς καθ᾿ ἕκαστον θλίψεως τόπος πανηγυρικὸν ἡμῖν γέγονε χωρίον, ἀγρὸς ἐρημία ναῦς πανδοχεῖον δεσμωτήριον… βραχυτάτης δὲ ἡμῶν… τυχόντων ἀναπνοῆς, ἐπικατέσκηψεν ἡ νόσος αὕτη… οἱ γοῦν πλεῖστοι τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν δι᾿ ὑπερβάλλουσαν ἀγάπην καὶ φιλαδελφίαν ἀφειδοῦντες ἑαυτῶν καὶ ἀλλήλων ἐχόμενοι, ἐπισκοποῦντες ἀφυλάκτως τοὺς νοσοῦντας, λιπαρῶς ὑπηρετούμενοι, θεραπεύοντες ἐν Χριστῷ, συναπηλλάττοντο ἐκείνοις ἀσμενέστατα, τοῦ παρ᾿ ἑτέρων ἀναπιμπλάμενοι πάθους καὶ τὴν νόσον ἐφ᾿ ἑαυτοὺς ἕλκοντες ἀπὸ τῶν πλησίον καὶ ἑκόντες ἀναμασσόμενοι τὰς ἀλγηδόνας. καὶ πολλοὶ νοσοκομήσαντες καὶ ῥώσαντες ἑτέρους, ἐτελεύτησαν αὐτοί, τὸν ἐκείνων θάνατον εἰς ἑαυτοὺς μεταστησάμενοι καὶ τὸ δημῶδες ῥῆμα, μόνης ἀεὶ δοκοῦν φιλοφροσύνης ἔχεσθαι, ἔργῳ δὴ τότε πληροῦντες, ἀπιόντες αὐτῶν περίψημα. οἱ γοῦν ἄριστοι τῶν παρ᾿ ἡμῖν ἀδελφῶν τοῦτον τὸν τρόπον ἐξεχώρησαν τοῦ βίου, πρεσβύτεροί τέ τινες καὶ διάκονοι καὶ τῶν ἀπὸ τοῦ λαοῦ, λίαν ἐπαινούμενοι, ὡς καὶ τοῦ θανάτου τοῦτο τὸ εἶδος, διὰ πολλὴν εὐσέβειαν καὶ πίστιν ἰσχυρὰν γινόμενον, μηδὲν ἀποδεῖν μαρτυρίου δοκεῖν. καὶ τὰ σώματα δὲ τῶν ἁγίων ὑπτίαις χερσὶ καὶ κόλποις ὑπολαμβάνοντες καθαιροῦντές τε ὀφθαλμοὺς καὶ στόματα συγκλείοντες ὠμοφοροῦντές τε καὶ διατιθέντες, προσκολλώμενοι, συμπλεκόμενοι, λουτροῖς τε καὶ περιστολαῖς κατακοσμοῦντες, μετὰ μικρὸν ἐτύγχανον τῶν ἴσων, ἀεὶ τῶν ὑπολειπομένων ἐφεπομένων τοῖς πρὸ αὐτῶν. τὰ δέ γε ἔθνη πᾶν τοὐναντίον· καὶ νοσεῖν ἀρχομένους ἀπωθοῦντο καὶ ἀπέφευγον τοὺς φιλτάτους κἀν ταῖς ὁδοῖς ἐρρίπτουν ἡμιθνῆτας καὶ νεκροὺς ἀτάφους ἀπεσκυβαλίζοντο, τὴν τοῦ θανάτου διάδοσιν καὶ κοινωνίαν ἐκτρεπόμενοι, ἣν οὐκ ἦν καὶ πολλὰ μηχανωμένοις ἐκκλῖναι ῥᾴδιον».

«…στους μεν άλλους ανθρώπους οι παρούσες καταστάσεις δεν θα φαινόντουσαν κατάλληλος καιρός για πανήγυρη. Κι όντως γι’ αυτούς, ούτε αυτός ούτε άλλος καιρός είναι κατάλληλος· ούτε οι θλιβερές στιγμές αλλ’ ούτε και καμιά από εκείνες που θεωρούν ιδιαιτέρως χαρούμενες. Τώρα πραγματικά όλα θρηνούν και όλοι πενθούν, κι αντιλαλούν στην πόλη ολόκληρη γοερά κλάματα εξαιτίας του πλήθους εκείνων που έχουν πεθάνει μα και πεθαίνουν καθημερινά. Γιατί όπως έχει γραφτεί για τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων, έτσι και τώρα έγινε κραυγή μεγάλη· αφού δεν υπάρχει σπίτι, μέσα στο οποίο να μην υπάρχει κάποιος πεθαμένος. Και μακάρι να ήταν μόνον αυτά! Γιατί ήδη πολλά και φοβερά έχουν συμβεί. Πρώτα, μας έδιωξαν και παρόλο που απομείναμε μόνοι κι αποδιωγμένοι, σε θάνατο καταδικασμένοι από όλους, ακόμα και τότε κρατήσαμε την γιορτή. Κι ο κάθε τόπος της θλίψης καθενός, μάς έγινε τόπος πανηγύρεως: οι αγροί, η έρημος, το καράβι, το πανδοχείο, η φυλακή… μετά ακολούθησε ο πόλεμος κι η πείνα… και μόλις πήραμε μια μικρή ανάσα όρμησε κι αυτή η αρρώστια…

Οι περισσότεροι λοιπόν από τα αδέρφια μας από υπερβολική κι αδερφική αγάπη, αφοσιωμένοι ο ένας στον άλλον, χωρίς να νοιάζονται για τον εαυτό τους, άφοβα έκαναν επισκέψεις στους αρρώστους, τους προσέφεραν τις υπηρεσίες τους, τους περιποιούνταν “εν Χριστώ” και πέθαιναν πολύ ευχαρίστως μαζί τους, αφού προηγουμένως πάθαιναν μόλυνση από την επαφή τους με τους άλλους, κολλούσαν την αρρώστια από τους πλησίον και, με τη θέλησή τους, δοκίμαζαν τους πόνους. Και πολλοί, αφού περιποιήθηκαν τους άλλους στην αρρώστια τους και τους έδωσαν δύναμη, οι ίδιοι πέθαναν, μεταφέροντας κατά κάποιο τρόπο το θάνατο εκείνων στους εαυτούς τους. Και το λαϊκό ρητό, που πάντα μοιάζει με απλή φιλοφρόνηση, το έκαναν πραγματικότητα, κάνοντας την αναχώρησή τους εξαγνιστήριο υποκατάστατο για τους άλλους (περίψημα). Οι καλύτεροι λοιπόν από τους αδερφούς μας και μερικοί πρεσβύτεροι και διάκονοι και λαϊκοί με αυτό τον τρόπο έφυγαν από τη ζωή, επαινούμενοι πολύ, έτσι ώστε και αυτό το είδος του θανάτου, αποτέλεσμα μεγάλης ευσέβειας και πίστης ισχυρής, καθόλου κατώτερο να μη μοιάζει από το μαρτύριο. Και αφού με απλωμένα χέρια σήκωναν τα σώματα των αγίων και τα έπαιρναν στην αγκαλιά τους, και τους έκλειναν τα μάτια και τα στόματα και τους κουβαλούσαν στους ώμους τους, και τους μετέφεραν έξω, τους αγκάλιαζαν και τους έλουζαν και τους στόλιζαν με τη νεκρική στολή, μετά από λίγο χρόνο, το ίδιο γινόταν και σ’ αυτούς, γιατί, πάντοτε εκείνοι που απέμεναν στη ζωή, ακολουθούσαν στο θάνατο αυτούς που πέθαναν προηγουμένως. Οι εθνικοί όμως έκαναν τα τελείως αντίθετα· έδιωχναν ακόμη και εκείνους που μόλις άρχιζαν να αρρωσταίνουν, και απέφευγαν τους αγαπημένους τους και τους πετούσαν στους δρόμους μισοπεθαμένους, και τους νεκρούς τούς έριχναν άταφους στα σκουπίδια, στην προσπάθειά τους να αποτρέψουν τη διάδοση και το άγγιγμα του θανάτου, πράγμα διόλου εύκολο να αποφύγουν, παρά τις πολλές προφυλάξεις τους».

Πηγή: ResPublica διαδικτυακό περιοδικό

Δουλεύοντας σε σουπερ μαρκετ...

Του Νίκου Ιωαννίδη*

Υπάρχουν τρεις κατηγορίες που μας δημιουργούν πρόβλημα: Οι surfers, οι hoarders και οι στρατηγοί.
Οι πρώτοι απλώς γυρνάνε επί ώρα (ώρα: 60 λεπτά) και μοιάζουν πως κάνουν τον πρωινό τους περίπατο, ρωτώντας μας ασταμάτητα για τα πάντα, προσφορές, τιμές, ποιότητα, προέλευση προϊόντος -και πλέον οι ερωτήσεις από κοντά δεν είναι εύκολο πράγμα. Όλη αυτή την ώρα, κρατάνε μια θέση ενός που θα μπορούσε να είχε μπει, εφόσον εφαρμόζουμε αυστηρά το 1 πελάτης ανά 10 τμ.
Οι δεύτεροι απλώς χτίζουν πύργους στα καρότσια, σηκώνουν όλο το στοκ του προϊόντος -σε υποδείξεις μας να αφήσουν κάτι για τους υπόλοιπους είτε μας βρίζουν είτε μας βρίζουν.
Οι τρίτοι είναι οι ξερόλες, δεν θα μου πεις εσύ τι θα κάνω, ποιος είσαι εσύ ένας υπαλληλάκος της Μέρκερλ, φέρε προϊστάμενο, άνοιξε ταμείο, ταμείοοοοοοοο, τώραααααααααα. Το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των κατηγοριών είναι άνω των 60. Σεβασμός μηδέν, πριν τον κορονοϊό, τώρα με τον κορονοϊό, είμαι σίγουρος και μετά τον κορονοϊό.
Δεν φοράμε μάσκες (δεν έχουν να μας δώσουν) και τα γάντια μιας χρήσης σκίζονται σε δευτερόλεπτα στις εργασίες εκτός ταμείου οπότε φοράμε από κάτω πλαστικά και από πάνω υφασμάτινα (δεν περιγράφεται), ως το Σάββατο 14/3 είχαμε έναν πελάτη ανά τετραγωνικό εκατοστό με συνωστισμό ομιλίας Ανδρέα το 1985.
Ως υπάλληλος σούπερ-μάρκετ, δεν έχει πλέον καμία διαφορά το ποια μέρα θα δουλέψω (δεν ξέρω καν ποια μέρα είναι, απλώς πάω κι έρχομαι, ελπίζοντας να μην κολλήσω εμένα και την οικογένειά μου). Κυριότερο θεωρώ τον σεβασμό και τις καλύτερες (και πιο ασφαλείς) συνθήκες εργασίας. Αλλά το ξέρω θα ανοίξουμε Κυριακή και οι συγκεκριμένες τρεις κατηγορίες θα σαρώσουν και πάλι
.

*Εργαζόμενος σε Σούπερ Μάρκετ της Θεσσαλονίκης

Saturday, March 14, 2020

Πανδημία και εκκλησιαστική ζωή

Του Θανάση Παπαθανασίου*

Μέσα σε λίγες μέρες έχουν γραφτεί πάρα πολλά, με το σκηνικό της πανδημίας να αλλάζει δραματικά κάθε ώρα (στις 27 Φεβρουαρίου είχα κάνει την πρώτη ανάρτηση, και τα μέτρα της σοφής Ορθόδοξης Μητρόπολης Κορέας τότε φάνταζαν… αλλόκοτα).
Δυο σκέψεις ακόμη καταθέτω στην ελευθερία των τέκνων του Θεού.

Η παράδοση της Εκκλησίας βοά ότι η γλώσσα δεν είναι μέρος της αποκάλυψης. Την αποκάλυψη την κάνει ο Θεός, και μετά είναι δουλειά του ανθρώπου να την διατυπώσει με τις ανθρώπινες γλώσσες˙ ουδεμία γλώσσα μονοπωλεί ιερότητα ή αποτελεί αποκάλυψη.
Παρόμοια, ο τρόπος τέλεσης της Ευχαριστίας και τα αντικείμενα που υπηρετούν το κοινωνείν δεν ταυτίζονται με την Ευχαριστία. Έχει επισημανθεί κατά κόρον αυτές τις μέρες ότι οι χριστιανοί δεν κοινωνούσαν πάντα με κοινό κουταλάκι, ούτε και σήμερα στη λειτουργία του αγίου Ιακώβου. Η επίσης κατά κόρον ανασυρθείσα σύσταση του αγίου Νικοδήμου Αγιορείτη για απολύμανση (σε ξύδι) των σκευών με τα οποία κοινώνησε ασθενής σε καιρό επιδημίας, δείχνει ομοίως την μη-ταύτιση Ευχαριστίας και τρόπων της. Το να κανονιστούν λοιπόν τώρα τρόποι διαφορετικοί από τους καθιερωμένους, είναι και θεμιτό και ζητούμενο. Αλλά, προσοχή: Για ποιον λόγο; Εδώ είναι τα δύσκολα. Για να παραμένει η κοινότητα πιστή στην ταυτότητά της και στον Κύριό της. Όχι για να ενδώσει στην όποια δημαγωγία, ούτε για να πλειοδοτήσει στην ψευδαίσθηση αθανασίας, την οποία καλλιεργεί η ναρκισσιστική εποχή μας. Το να παραμείνει η Εκκλησία πιστή στην ταυτότητά της σημαίνει πολλά, και οπωσδήποτε σημαίνει να μην ταυτίσει την λειτουργική ζωή με μία μόνο έκφρασή της. Όχι για να κάνει τη μοντέρνα ή την προοδευτική. Αλλά για να μην προσχωρήσει στην αίρεση των «ιερών γλωσσών» και στην ειδωλοποίησή τους.

Ποιο είναι λοιπόν το δύσκολο, αλλά αναγκαίο; Να μην αναιρεθεί η προτεραιότητα του κοινωνείν. Να αποτολμηθούν, δηλαδή, οι ρυθμίσεις οι οποίες θα διακονούν αλλιώτικες μορφές του κοινωνείν, και οι οποίες ακριβώς θα μαρτυρούν τη δίψα για κοινωνείν. Εδώ, η γλώσσα που θα χρησιμοποιηθεί θα φανερώσει πολλά. Υπάρχει η γλώσσα του πεισματάρη ήρωα, υπάρχει και η γλώσσα του μάρτυρα. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Μάρτυρας είναι εκείνος που κινητήρια δύναμή του είναι η (αυτο)θυσιαστική αγάπη. Η αγάπη, έλεγε ο Χρυσόστομος (και τον επαναλάμβανε ο Νικόδημος ο Αγιορείτης) κάνει τον άνθρωπο μαθητή του Χριστού και χωρίς μαρτύριο. Το μαρτύριο όμως χωρίς αγάπη, δεν κάνει τον άνθρωπο μαθητή του Χριστού. Και νομίζω ότι σήμερα ένα βαρύ μαρτύριο της εκκλησιαστικής κοινότητας είναι η εκούσια κένωση, το τσαλάκωμα της «κανονικότητάς» της. Αυτή η κένωση φαίνεται έκπτωση, αλλά στην πραγματικότητα είναι διακονία του ουσιώδους. Η κένωση δεν είναι «οικονομία». Είναι «ακρίβεια», εφόσον πραγματώνει την αποστολή. Η δε κένωση είναι συνυφασμένη με το τραύμα και την οδύνη. Με την αδιανόητη παραδοξολογία του Παύλου: «Λέω την αλήθεια -μάρτυράς μου ο Χριστός- δεν λέω ψέματα… Λυπούμαι πάρα πολύ, και μια θλίψη βαραίνει αδιάκοπα την καρδιά μου. Φτάνω στο σημείο να εύχομαι να χωριζόμουν εγώ από τον Χριστό [“ἀνάθεμα εἶναι ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ”], αρκεί να πήγαιναν κοντά του οι ομοεθνείς αδερφοί μου» (Ρωμ. 9:1-3).
Και αναρωτιέμαι: Είναι, άραγε, εκκλησιαστικά συνεπές να διακηρύττεται (αναμφίβολα, με τις καλύτερες των προθέσεων), «όποιος θέλει ας προσέρχεται στην θεία Κοινωνία, όποιος δεν θέλει ας μην προσέρχεται»; Άραγε η «ανακάλυψη» αυτού του «ελευθεριασμού» (λες και δεν ισχύει ανέκαθεν) κρατά αλώβητο το ιδεώδες του κοινωνείν; Ή μήπως, αντιθέτως, το θραύει; Μήπως η τόλμη της παράδοσης για ποικιλία τρόπων, οφείλεται ακριβώς στο ότι βασική έγνοια της είναι η κ ο ι ν ή κοινωνία, κι όχι η «προαιρετικοποίησή» της ή ο πρωταθλητισμός; «Γιατί λοιπόν εσύ, ο ασθενικός στην πίστη, κατακρίνεις τον αδερφό σου; Κι εσύ ο ισχυρός στην πίστη, γιατί περιφρονείς τον αδερφό σου; Όλοι μας θα σταθούμε μπρος στον Χριστό, για να δώσουμε λόγο» (Ρωμ. 14:10).

Στα ήδη κατατεθειμένα λοιπόν (θεία λειτουργία του Ιακώβου, Νικόδημος Αγιορείτης, τέλεση των ακολουθιών κατ’ οίκον κλπ.) καταθέτω και τα εξής παράπλευρα:

Σε επιστολή του ο Μ. Βασίλειος (στην οποία εξαίρει ως υπέροχο αυτονόητο την καθημερινή συμμετοχή στην θεία Κοινωνία) σημειώνει το εξής: Σε καιρό διωγμού, με αραιή την προσέλευση στη θεία λειτουργία, οι πιστοί μπορούν να παίρνουν από τον ιερέα πολλές «μερίδες» θείας Κοινωνίας και να τις κοινωνούν στο σπίτι τους όποτε θελήσουν, με το ίδιο τους το χέρι και απόντος ιερέα. Αναρωτιέμαι: Είναι άραγε αυτό μειοδοσία των βολεψάκηδων που δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν εκκλησιαζόμενοι με κανονική συχνότητα; Ή μήπως γονεϊκή αγωνία της Εκκλησίας, να μη μείνει νηστικός από την κατεξοχήν Τροφή κανένα παιδί της – ακόμα και το ασθενέστερο; Στο τέλος της ανάρτησής μου παραθέτω το κείμενο, και ας προσεχτεί η αφοβία του Βασιλείου, όταν χρησιμοποιεί τις λέξεις «αναγκάζεσθαι», «μηδαμώς είναι βαρύ», «περιττόν εστιν αποδεικνύναι», «ταυτόν εστί τη δυνάμει». Ενδεχόμενο ερώτημα, αν ο Μ. Βασίλειος είχε υποστεί δυτικές επιδράσεις και αν είχε υποκύψει στον επάρατο προτεσταντικό ατομικισμό, με ξεπερνά.


Μαζί μ’ αυτό, ας σκεφτεί κανείς και την εξής παραδοσιακή τόλμη, πάλι σε έκτακτες συνθήκες: Ο Μ. Φώτιος δεχόταν ότι σε αποκλεισμένους χριστιανούς τη θεία Ευχαριστία μπορούσαν να τη μεταφέρουν όχι κληρικοί, αλλά γυναίκες διακόνισσες. Βέβαια δεν είναι τυχαίο, ότι σήμερα οι ενορίες δεν έχουν διακόνισσες – η ανδροκρατία θεωρείται παραδοσιακότητα. Αλλά το ενδιαφέρον είναι ότι ο Φώτιος προχωρεί παραπέρα. Ποιες άλλες γυναίκες μπορούσαν να μεταφέρουν την Ευχαριστία; Α λ λ ό θ ρ η σ κ ε ς , οι οποίες με την καλοψυχία τους προσφέρονταν να βοηθήσουν! (PG 102, 780-781). Η δίψα του κοινωνείν και το να πραγματώνεται το κοινωνείν με ποικίλους τρόπους (ακόμα και με γεωγραφική απόσταση), είναι η καρδιά αυτών των τολμηρών ρυθμίσεων! Και μάλιστα, στην περίπτωση των αλλοθρήσκων γυναικών έχουμε, κατά κάποιον τρόπο, μια ευλογημένη αντιστροφή της γνωστής αφήγησης του Ευσεβίου για την αλληλέγγυα στάση των Χριστιανών προς τους ασθενείς εθνικούς σε καιρό λιμού. Ο ανυπότακτος ελεύθερος Θεός γαρ δεν αλυσοδένεται - ούτε με ιερά δεσμά.

Τα γράφω αυτά με δυσκολία μεγάλη. Γιατί σε κάθε λέξη νιώθω τα θηριώδη ελλείματά μου και τη σχοινοβασία με τη διαψευσιμότητα. Εν μέσω μιας πανδημίας που μπορεί να είναι μια οδυνηρή πολύτιμη ευκαιρία: Να θυμηθεί ο κόσμος, να θυμηθούν οι Χριστιανοί, να θυμηθούν όλοι ότι το αντίθετο του φόβου δεν είναι η αφοβία. Είναι η αγάπη (1 Ιω. 4:18)!
Θ.Ν.Π. / 14-3-2020

ΥΓ.1: Το κείμενο του Μ. Βασιλείου:

«Τὸ κοινωνεῖν καθ' ἑκάστην ἡμέραν καὶ μεταλαμβάνειν τῶν θείων μυστηρίων καλὸν καὶ ἐπωφελές, αὐτοῦ τοῦ Χριστοῦ λέγοντος· Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον. Ἡμεῖς μέντοι τέταρτον καθ' ἑκάστην ἑβδομάδα κοινωνοῦμεν, τῇ Κυριακῇ, τῇ τετράδι, τῆ παρασκευῇ καὶ τῷ σαββάτῳ, καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις ἡμέραις, ἐὰν ᾖ μνήμη ἁγίου τινός. Τὸ δὲ ἐν τοῖς τοῦ διωγμοῦ καιροῖς ἀναγκάζεσθαί τινα, μὴ παρόντος ἱερέως ἢ λειτουργοῦ, τὴν κοινωνίαν ἰδίᾳ χειρὶ λαμβάνειν, μηδαμῶς εἶναι βαρύ, περιττόν ἐστιν ἀποδεικνύναι, διὰ τὸ καὶ τὴν μακρὰν συνήθειαν τοῦτο δι᾽ αὐτῶν τῶν πραγμάτων πιστώσασθαι. Πάντες γὰρ οἱ κατὰ τὰς ἐρήμους σχολάζοντες, ἔνθα μή ἐστιν ἱερεύς, κοινωνίαν οἴκοι κατέχοντες ἀφ’ ἑαυτῶν μεταλαμβάνουσιν. Ἐν Ἀλεξανδρείᾳ δὲ καὶ ἐν Αἰγύπτῳ ἕκαστος καὶ τῶν ἐν λαῷ τελούντων ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἔχει κοινωνίαν ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ καὶ ὅτε βούλεται μεταλαμβάνει δι' ἑαυτοῦ. Ἅπαξ γὰρ τοῦ ἱερέως τὴν θυσίαν τελειώσαντος καὶ δεδωκότος, ὁ λαβὼν αὐτὴν καὶ μεταλαμβάνων, ὡς παρὰ τοῦ ἱερέως μεταλαμβάνειν πιστεύειν ὀφείλει. Καὶ γὰρ καὶ νῦν τῇ ἐκκλησίᾳ, ὁ ἱερεὺς ἐπιδίδωσι τὴν μερίδα, καὶ κατέχει αὐτὴν ὁ ὑποδεξάμενος μετ' ἐξουσίας ἁπάσης, καὶ οὕτω προσάγει τῷ στόματι τῇ ἰδίᾳ χειρί. Ταὐτὸν οὖν ἐστι τῇ δυνάμει, εἴτε μίαν μερίδα δέξεταί τις παρὰ τοῦ ἱερέως, εἴτε πολλὰς μερίδας ὁμοῦ» (PG 32, 484B-485B).

ΥΓ.2: Προσημείωση για άλλη φορά: Η τραγική φράση της μακαρίτισσας Θάτσερ, πρωθιέριας του νεοφιλελευθερισμού, ότι δεν υπάρχει κοινωνία, αλλά μόνο άτομα, θα έπρεπε να παιανίζεται σαρκαστικά όποτε οι νεοφιλελεύθεροι ταγοί απευθύνουν διαγγέλματα στην κοινωνία και δοξολογούν την κοινωνική συνοχή…

* Εκδότης του περιοδικού "Σύναξη"

Wednesday, March 11, 2020

«Η Θεία Κοινωνία δεν είναι μαγκιά»

Νηφαλιότητα, μελέτη των κειμένων και πρακτικών της Εκκλησίας, και κυρίως προθυμία να βγει η Εκκλησία από την πεπατημένη και να γονατίσει μπροστά στην αγωνία των πολιτών και τις ανάγκες της δύσκολης εποχής που διανύουμε, προτείνει ο καθηγητής Χρυσόστομος Σταμούλης. Μιλώντας στο iefimerida.gr εστιάζει σε πρακτικές και διαδικασίεςς που ήδη ακολουθούνται και μπορούν να δώσουν απαντήσεις ανακουφιστικές για τους πιστούς, χωρίς να μπαίνει σε κίνδυνο η υγεία τους λόγω κορωνοϊού. Οπως η Θεία Κοινωνία του Αγίου Ιακώβου, η δυνατότητα να γίνει Θεία Ευχαριστία με έναν ιερέα και έστω έναν πιστό, η πρακτική του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη και άλλα.

Η τακτική της Θείας Κοινωνίας του Αγίου Ιακώβου
«Ξέρετε, στο χώρο της ορθόδοξης θεολογίας, υπάρχει αυτό που αποκαλούμε θεολογική οικονομία, η οποία διαλέγεται με την ακρίβεια του δόγματος όταν το απαιτεί η ποιμαντική ανάγκη. Μας λέει πώς να αντιμετωπίσουμε ένα πρόβλημα που έχει ξεπεράσει κάθε γνωστή ιστορική συνθήκη του παρελθόντος. Θα πρέπει να αντλήσουμε από την παράδοσή μας πρακτικές χρήσιμες για τη σημερινή ανάγκη που έχει δημιουργηθεί. Στην περίπτωσή μας, αυτή του κορωνοϊού» λέει στο iefimerida o καθηγητής Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας.

Ακόμα και το καίριο θέμα της Θείας Κοινωνίας που έχει πυροδοτήσει τόσες αντιδράσεις, έχει εναλλακτικές λύσεις απέναντι στην εκδοχή της κοινωνίας από το ίδιο ποτήριο με το ίδιο κουτάλι. «Χαρακτηριστική είναι σε αυτή την περίπτωση η θεία λειτουργία του Αγίου Ιακώβου, μια αρχαία διαδικασία. Τελείται δυο φορές τον χρόνο από την εκκλησία: του Αγίου Ιακώβου και την πρώτη Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα. Σε αυτήν, οίνος και άρτος προσφέρονται ξέχωρα. Και επειδή στο παρελθόν οι εκκλησίες ήταν μεγάλες, μοίραζαν τον οίνο σε πολλά ποτήρια. Πρέπει να αντλήσουμε από αυτή την τακτική. Αν στα αλήθεια ο Θεός λειτουργεί το θαύμα του εντός του κοινού ποτηρίου, αυτό σημαίνει ότι μπορεί να συντελεστεί και με άλλον τρόπο. Πρέπει είμαστε ελαστικοί. Στη θεολογική οικονομία, ελαστικότητα λέγεται να οικονομούμε τα προβλήματα σε σχέση με την πραγματική ανάγκη της ζωής», σχολιάζει ο κύριος Σταμούλης.

Ατομικά πλαστικά κουταλάκια για τη Θεία Κοινωνία
Του αναφέρω τις περιγραφές που μου μετέφεραν φίλοι μου από ένα χωριό όπου ο ιερέας έκανε το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας χρησιμοποιώντας ατομικά πλαστικά κουταλάκια. Συμφωνεί. «Θα μπορούσε να βγει μια κεντρική ανακοίνωση της Εκκλησίας που να αναφέρεται σε αυτή τη δυνατότητα. Ξέρετε, ίσως δεν έχει γίνει αντιληπτό το μέγεθος του κινδύνου που αντιμετωπίζουμε. Η Εκκλησία είναι ένα ζωντανό σώμα που πρέπει να προσαρμόζεται λειτουργικά στις ανάγκες της ζωής, να μην την βλέπουμε ως μια πραγματικότητα δομημένη με τρόπο που δεν επιδέχεται αλλαγής. Αν η εκκλησία με μια απόφασή της έδειχνε αυτή την ανοιχτότητα και την κατάφαση, αν γονατίσει δίπλα στην αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου, το σύνολο του κόσμου θα την αγκάλιαζε».

Αντιδρά απέναντι στις ακραίες φωνές της κοινωνίας αλλά ευτυχώς υπάρχουν και οι εξαιρέσεις. «Βρίσκω καλή την τοποθέτηση του αρχιεπισκόπου Ελπιδοφόρου Αμερικής, ίσως έχει και μια μεγαλύτερη άνεση επειδή δεν ζει στο στενό περιβάλλον της Ελλάδας. Σωστή είναι και η τοποθέτηση του Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως. Επιλέγουν πολλοί να εστιάζουν στις ακραίες φωνές, ενώ υπάρχουν και άλλες φωνές στην Εκκλησία, που υψώνονται παρά τις αντιδράσεις και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν». Ο Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως Ανθιμος δήλωσε μεταξύ άλλων ότι δεν είναι μαγική η Θεία Κοινωνία προσθέτοντας ότι πρέπει να προσερχόμαστε με πίστη για τη Θεία Κοινωνία και όχι με διάθεση επίδειξης.

Η Θεία Κοινωνία και η Θεία Ευχαριστία δεν είναι μαγκιά
Οι δημόσιες τοποθετήσεις του Παύλου Πολάκη και της Ελενας Ράπτη σχολιάζονται επίσης από την κύριο Σταμούλη. «Δεν μπορώ να δεχτώ με κανέναν τρόπο και τις ακραίες περιπτώσεις από την άλλη πλευρά, όπως αυτή του Παύλου Πολάκη που προκαλεί διαρκώς τη θρησκευτική συνείδηση χωρίς να έχει σχετική γνώση, παρασυρόμενος από τις ακραίες φωνές της Εκκλησίας και μόνο. Διαβάζω όμως και με έκπληξη τις προκλητικές δηλώσεις της Ελενας Ράπτη ότι κοινώνησε και θα το επαναλάβει. Ξέρετε, δεν είναι μαγκιά η Θεία Ευχαριστία και η Θεία Κοινωνία. Μου θυμίζει τη μαγκιά του “εγώ θα καπνίσω!”, χωρίς να ταυτίζω Θεία Ευχαριστία και κάπνισμα, καταλαβαίνετε την αναλογία του παραδείγματος...».

O Xρυσόστομος Σταμούλης τονίζει ότι η πίστη ανήκει στις δημόσιες πλατείες, όχι στη σφαίρα του κρατικού. «Και τα μέλη της Εκκλησίας, ως μέλη μιας δημόσιας πλατείας, οφείλουν να υπακούουν στη νομοθεσία της Πολιτείας. Αν πει η Πολιτεία ότι θα πρέπει να σταματήσει ακόμα και η σύναξη, τότε θα πρέπει η Εκκλησία να το αποδεχθεί, να ακολουθήσει τις εντολές. Μπορεί να συνεχίσει να τελείται το μυστήριο, αρκεί να υπάρχει ο ιερέας και ένας πιστός. Είναι πληρέστατη έτσι η λειτουργία. Αν κάποιος έχει μεγάλη ανάγκη να κοινωνήσει, είναι ασθενής ή υπάρχει άλλο ζήτημα, τότε μπορεί να μεταβεί και να τον κοινωνήσει ο ιερέας κατά μόνας. Υπάρχουν λύσεις. Αρκεί να γονατίσει η Εκκλησία μπροστά στις αγωνίες των καιρών. Ακούω κάποιους να μιλάνε για μια άθεη πολιτεία που στρέφεται εναντίον της Εκκλησίας. Δηλαδή στρέφεται και εναντίον του αθλητισμού λόγω των σχετικών αποφάσεων που πήρε; Ας σταματήσουμε να βλέπουμε παντού εχθρούς».

Οι οδηγίες του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη για την πανώλη
Η Θεία Κοινωνία του Αγίου Ιακώβου, η δυνατότητα να γίνει το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας με έναν ιερέα και έναν πιστό, αλλά και ο κανόνας του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη από τον 18ο αιώνα, που δείχνουν τις εναλλακτικές λύσεις που υπάρχουν. Συγκεκριμένα, όπως επισημαίνει ο κύριος Σταμούλης, υπάρχει σχόλιο του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη στον 28ο κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, όπου λέγονται τα ακόλουθα:

«Όθεν και ιερείς και αρχιερείς πρέπει εν καιρώ πανώλης να μεταχειρίζωνται τρόπον εις το να μεταλαμβάνουν τους ασθενούντας, όστις να μη παραβαίνη τον Κανόνα τούτον, ουχί βάλλοντες μέσα εις σταφίδα τον άγιον Άρτον, αλλά εις τι αγγείον ιερόν, και εκείθεν να τον λαμβάνουν, ή οι μόρται (μόρτης: άνθρωπος που είχε πάθει ανοσία στην πανούκλα και προσέφερε τις υπηρεσίες του στην κοινότητα θάβοντας τους νεκρούς και περιθάλποντας τους ασθενείς), ή οι ασθενείς, δια λαβίδος. Το δε αγγείον συν τη λαβίδι να βάνεται εις ξύδι, και το οξύδι να ρίπτηται εις το χωνευτήριον, ή με όποιον άλλον τρόπον δυνηθώσι ασφαλέστερον και κανονικόν». Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης (18ος αιώνας).

Η Εκκλησία να δείξει αλληλεγγύη
Κανένας δεν μπορεί να ζητήσει από τα μέλη της εκκλησιαστικής κοινότητας να αρνηθούν την πίστη τους και το γεγονός ότι η Θεία Ευχαριστία είναι ένα μυστήριο, υπογραμμίζει ο κύριος Σταμούλης. «Η συμμετοχή στη Θεία Ευχαριστία είναι μια ερωτική πράξη και ως τέτοια κομίζει σχέση και η σχέση αποκαλύπτει την σωτηρία. Ο ιερέας και οι πιστοί δεν έχουν καμία υποχρέωση να απολογηθούν σε κανέναν για αυτό που τους συμβαίνει. Είναι μεγάλο μυστήριο και ελευθερία. Η Θεία Ευχαριστία είναι μυστήριο. Αντίστοιχα όμως είναι απολύτως σεβαστή η αντίθετη άποψη, αυτών που δεν πιστεύουν ότι πρόκειται για μυστήριο».

Το πιο σημαντικό είναι ότι οι θρησκείες και οι κοινωνίες πρέπει να έχουν ως σκοπό την συγκρότηση της ενότητας των κοινωνιών, εξηγεί. «Θα έπρεπε η εκκλησία της Ελλάδας και οι άλλες θρησκευτικές κοινότητες ανά τον κόσμο να προχωρήσουν πιο θαρραλέα σε ανακοινώσεις που θα δηλώνουν κατανόηση του προβλήματος, αλληλεγγύη προς τους ανθρώπους. Πρέπει ως μέλη, ή οργανισμοί, ή ομάδες της δημόσιας πλατείας να δηλώνουν με έμφαση ότι θα ακολουθήσουν όλες τις διαδικασίες που προβλέπονται προκειμένου να μην συμπράξουμε με αθέμιτο τρόπο στη μεγιστοποίηση του προβλήματος».

Πηγή: iefimerida.gr