Wednesday, June 29, 2016

Karl Barth: Η Προς Ρωμαίους επιστολή

"ΑΝ ΕΧΩ ΕΝΑ «ΣΥΣΤΗΜΑ», τότε αυτό συνίσταται στο ότι διατηρώ κατά το δυνατόν επίμονα προ οφθαλμών αυτό που ο Κίρκεγκωρ αποκάλεσε «άπειρη ποιοτική διαφορά» χρόνου και αιωνιότητας, με τη θετική και την αρνητική της σημασία. «Ο Θεός βρίσκεται στον ουρανό και εσύ στη γη». Η σχέση αυτού του Θεού προς αυτόν τον άνθρωπο, η σχέση αυτού του ανθρώπου προς αυτόν τον Θεό είναι για μένα το θέμα της Βίβλου και η σύνοψη της φιλοσοφίας εν ταυτώ. Στο σταυροδρόμι αυτό η Βίβλος βλέπει τον Ιησού Χριστό.

Προσεγγίζοντας τώρα ένα κείμενο όπως η Προς Ρωμαίους επιστολή, ασχολούμαι με αυτό υπό την προσωρινή προϋπόθεση ότι η εξίσου λιτή όσο και απροσμέτρητη σημασία αυτής της σχέσης θα πρέπει να ήταν για τον Παύλο, καθώς οικοδομούσε τις έννοιές του, προ οφθαλμών, και μάλιστα με την ίδια τουλάχιστον οξύτητα που παρουσιάζεται και μπροστά μου, καθώς τώρα καταπιάνομαι με τον προσεκτικό αναστοχασμό πάνω στις έννοιές του.

Το να προϋποθέτω προσωρινά ότι ο Παύλος στην Προς Ρωμαίους επιστολή μίλησε όντως για τον Ιησού Χριστό και όχι για κάτι άλλο είναι κατ’ αρχήν μια παραδοχή τόσο καλή ή τόσο κακή όσο οποιαδήποτε άλλη από τις προσωρινές παραδοχές των ιστορικών. Αν με ρωτούσε βέβαια κανείς για ποιο λόγο προσεγγίζω την Προς Ρωμαίους επιστολή με αυτήν ακριβώς την παραδοχή, θα απαντούσα αντερωτώντας: θα μπορούσε ένας σοβαρός άνθρωπος να προσεγγίσει ένα κείμενο που εκ των προτέρων δεν είναι ανάξιο κάθε σεβασμού με μια άλλη παραδοχή από το να δεχτεί ότι ο Θεός είναι Θεός; Και αν επέμενε κανείς να παραπονιέται για το πόση βία ασκώ στον Παύλο με αυτή την παραδοχή, τότε θα έπρεπε να διατυπώσω το αντίθετο παράπονο, ότι δηλαδή άσκηση βίας στον Παύλο είναι τούτο: όταν κανείς τον κάνει να μιλάει κατ’ επίφασιν για τον Ιησού Χριστό, αλλά στην πραγματικότητα τον παρουσιάζει να ομιλεί για ένα ανθρωποσοφικό χάος από απόλυτες σχετικότητες και σχετικές απολυτότητες. Για το χάος αυτό ο Παύλος σε όλες του τις Επιστολές επιφυλάσσει μόνο εκφράσεις βαθύτατης απέχθειας". KARL BARTH (από τον Πρόλογο της δεύτερης έκδοσης) 

Ο Καρλ Μπαρτ (1886-1968) είναι αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος χριστιανός θεολόγος του 20ού αιώνα. Γεννήθηκε στη Βασιλεία της Ελβετίας από οικογένεια με παράδοση στα θεολογικά γράμματα και στην εκκλησιαστική δράση. Από το 1904 έως το 1908 σπούδασε ευαγγελική θεολογία στη Βέρνη, στο Βερολίνο, στην Τυβίγγη και στο Μαρβούργο. Επί μία δεκαετία (1911-1921) υπηρέτησε ως πάστορας στην ενορία του Σάφενβιλ. Το ποίμνιό του αποτελούνταν κυρίως από αγρότες και βιομηχανικούς εργάτες. Ανέπτυξε έντονη κηρυκτική και κοινωνικοπολιτική δραστηριότητα, αγωνιζόμενος υπέρ των δικαιωμάτων των εργατών.

Μολονότι ο Μπαρτ δεν είχε ακολουθήσει τυπική ακαδημαϊκή διαδρομή (διδακτορική διατριβή, υφηγεσία κ.λπ.), χάρη ακριβώς στη μεγάλη σημασία της Προς Ρωμαίους επιστολής τού προσφέρθηκε καθηγητική έδρα στο Πανεπιστήμιο της Γοττίγγης το 1921, όπου και δίδαξε έως το 1925. Ακολούθησαν καθηγεσίες στο Μύνστερ (1925-1930) και στη Βόννη (1930-1935).

Η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία οδήγησε ευθύς εξαρχής τον Μπαρτ στην αντιστασιακή δράση. Η αντιναζιστική του στάση εκφράστηκε κυρίως μέσω της Ομολογούσας Εκκλησίας (Bekennende Kirche), της οποίας κατέστη θεολογικός μέντορας, και αποτυπώθηκε εύγλωττα στο ιστορικό κείμενό της, τη Θεολογική διακήρυξη του Μπάρμεν. Η άρνησή του να δώσει απροϋπόθετα όρκο πίστης στον Χίτλερ είχε ως συνέπεια την άσκηση πειθαρχικής δίωξης εναντίον του και, τελικά, την αναγκαστική συνταξιοδότησή του.

Σύντομα υποχρεώθηκε εκ των πραγμάτων να μετοικήσει στην ασφαλή γενέτειρά του Βασιλεία, όπου το 1935 εξελέγη καθηγητής του Πανεπιστημίου, και συνέχισε εκεί την αντιναζιστική του δραστηριότητα.

Μεταπολεμικά, έλαβε μέρος στην ιδρυτική συνέλευση του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (Άμστερνταμ 1948) και συμμετείχε σε διάφορες οικουμενικές συναντήσεις. Την εποχή του Ψυχρού Πολέμου ανέπτυξε πολύπτυχη αντιπολεμική δράση. Το κολοσσιαίο έργο του Εκκλησιαστική ∆ογματική (που αριθμεί περισσότερες από 9.000 σελίδες) έμεινε τελικά ανολοκλήρωτο. Η Προς Ρωμαίους επιστολή είναι το πρώτο έργο του Μπαρτ που μεταφράζεται στα ελληνικά, εκατό σχεδόν χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του.

Εκδόσεις: Αρτος Ζωής

Monday, June 27, 2016

Πάπας Φραγκίσκος: "Συγχώρεση για όσους περιθωριοποίησαμε"

"Η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία θα πρέπει να ζητήσει συγχώρεση από τους γκέι για τον τρόπο που τους μεταχειρίστηκε στο παρελθόν. Νομίζω ότι η εκκλησία θα πρέπει να ζητήσει συγχώρεση και για άλλους τους οποίους περιθωριοποίησε, όπως οι φτωχοί, οι γυναίκες που πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης και τα παιδιά που υποχρεώνονται στην εργασία, αλλά να ζητήσει συγχώρεση και επειδή ευλόγησε κατά το παρελθόν όπλα". Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον Πάπα Φραγκίσκο, σε δηλώσεις του κατά την επιστροφή του στη Ρώμη από την Αρμενία. Το 2013, ο Φραγκίσκος είχε τονίσει "αν ένας άνθρωπος ο οποίος είναι γκέι και αναζητεί το Θεό, και έχει καλή πρόθεση, ποιος είμαι εγώ για να κρίνω;" προκαλώντας αίσθηση.

Γενοκτονία η σφαγή των Αρμενίων

Ο Πάπας Φραγκίσκος μιλώντας την περασμένη Παρασκευή ενώπιον του προέδρου της Αρμενίας και του διπλωματικού σώματος της χώρας, χρησιμοποίησε αρχικά τον αρμενικό όρο Metz Yeghern («το μεγάλο κακό») αλλά κατόπιν ξέφυγε από το κείμενο της ομιλίας του και πρόσθεσε «αυτή η γενοκτονία», για να αναφερθεί «στην πρώτη από μια θλιβερή σειρά καταστροφών του περασμένου αιώνα».

«Αυτή η τραγωδία, αυτή η γενοκτονία, σηματοδότησε δυστυχώς την αρχή μιας θλιβερής σειράς τεράστιων καταστροφών του περασμένου αιώνα», είπε ο Πάπας Φραγκίσκος μιλώντας στον πρόεδρο Σερζ Σαρκισιάν, τους πολιτικούς ηγέτες της Αρμενίας και το διπλωματικό σώμα.

Υπενθυμίζεται ότι τουλάχιστον 1,5 εκατομμύρια Αρμένιοι χριστιανοί σφαγιάσθηκαν το 1915 από τους Οθωμανούς Τούρκους.

Αυτό αρκούσε για να προκαλέσει την αντίδραση της Άγκυρας με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, τον Νουρετίν Τσανικλί, να δηλώνει πως τα συγκεκριμένα σχόλια που έκανε ο ποντίφικας ήταν ατυχή και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.

Πρόσθεσε δε πως στις δραστηριότητες του πάπα μπορεί κανείς να διαπιστώσει όλα αυτά που αποτελούν σήμα κατατεθέν και αντικατοπτρίζουν τη νοοτροπία των Σταυροφοριών.

Σημειώνεται πως ο πάπας Φραγκίσκος χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο «γενοκτονία» των Αρμενίων πέρυσι προκαλώντας την αντίδραση της Τουρκίας η οποία ανακαλέσει για 10 μήνες τον πρεσβευτή της στο Βατικανό.

Για νοοτροπία όπως αυτή των σταυροφόρων κατηγόρησε τον Πάπα Φραγκίσκο η Τουρκία με αφορμή τις δηλώσεις που έκανε ο πρώτος για τη γενοκτονία των Αρμενίων.

Saturday, June 11, 2016

«Το Ποδόσφαιρο στους Ποδοσφαιριστές»: Όταν ο Μάης του 1968 αγαπούσε το επιθετικό ποδόσφαιρο

"Το ποδόσφαιρο στους ποδοσφαιριστές"
Της Λένας Δελβερούδη

Σαράντα οχτώ χρόνια πριν, τέτοιες μέρες, στη Γαλλία απεργούσαν δέκα εκατομμύρια άνθρωποι. Ήταν ο Εργατικός Μάης του ΄68, αυτός που αναφέρεται λιγότερο συχνά, καθώς στη συλλογική μνήμη έχουν επιβιώσει κυρίως τα ευφάνταστα συνθήματα του Φοιτητικού Μάη – και μην ξεχνάμε, ότι η συλλογική μνήμη προτίμησε, με πολιτικούς όρους, τα πιο ανώδυνα, σαν να υπήρξαν μόνο αυτά: όλοι ξέρουν το «η φαντασία στην εξουσία» ή το «κάτω από το λιθόστρωτο, η παραλία», αλλά πόσοι το «να λυντσάρουμε τον Σεγκί» (= συνδικαλιστή ηγέτη) ή το «η ολοκλήρωση κάθε σκέψης: μια πέτρα στα μούτρα σου»; Παρά τα καπρίτσια της μνήμης, αν δεν είχε παραλύσει η χώρα από τις απεργίες, τα υπόλοιπα θα ανήκαν στον χώρο του επαναστατικού φολκλόρ.

Ο Μάιος ήταν σταθμός στην ιστορία του εργατικού κινήματος. Το πεδίο της μάχης επεκτείνεται σε χώρους που, παραδοσιακά, απείχαν από παρόμοιους αγώνες, κινητοποιούνται σε μεγάλο βαθμό οι γυναίκες και οι μετανάστες, η αλληλεγγύη απλώνεται σε πόλεις και περιοχές ολόκληρες και οι τρόποι δράσης είναι ποικίλοι και ριζοσπαστικοί, συχνά βίαιοι, καθώς οι απεργοί ανεξαρτητοποιούνται σε μεγάλο βαθμό από το Κομμουνιστικό Κόμμα και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Στόχος πλέον δεν είναι μόνο η εργοδοσία, αλλά όλοι οι φορείς εξουσίας. Και καμιά φορά, και το κατενάτσιο.

Οι ποδοσφαιριστές είναι εργαζόμενοι σαν τους άλλους
Πέντε χρόνια πριν τον Μάη του ’68, ο Ρεϊμόν Κοπά –όχι κανένας τυχαίος: καλύτερος παίχτης του Μουντιάλ του 1958, Χρυσή Μπάλα την ίδια χρονιά, τέσσερις φορές πρωταθλητής Γαλλίας με τη Ρενς, δυο φορές πρωταθλητής Ισπανίας και τρεις φορές πρωταθλητής Ευρώπης με τη Ρεάλ– δηλώνει στον Τύπο: «Οι ποδοσφαιριστές είναι σκλάβοι».

Συμβόλαια που, μέχρι να φτάσουν τα 35, τους δεσμεύουν με την ίδια ομάδα, η οποία μπορεί να τους πουλήσει όπου θέλει χωρίς να τους ρωτήσει, χαμηλοί μισθοί, άδικο σύστημα συνταξιοδότησης, απουσία συλλογικών συμβάσεων. Η απάντηση της Γαλλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας στον καλύτερο Γάλλο παίχτη της εποχής του, ο οποίος την ίδια στιγμή πενθούσε τον θάνατο του μικρού του γιου; Έξι μήνες τιμωρία.

Η απουσία του Κοπά θα κοστίσει ακριβά στην ομάδα του, τη Ρενς, η οποία θα υποβιβαστεί. Την ίδια χρονιά, όμως, αναγνωρίζεται το συνδικάτο των επαγγελματιών ποδοσφαιριστών, στο οποίο ο Κοπά είναι αντιπρόεδρος, και υπογράφονται οι πρώτες συλλογικές συμβάσεις. Τροποποιείται και η νομοθεσία για τα επαγγελματικά συμβόλαια, αν η εφαρμογή της αργεί ακόμη.

Όπως έγραφε το κύριο άρθρο του περιοδικού Miroir Du Football (Καθρέφτης του Ποδοσφαίρου) στο πρώτο του τεύχος, το 1960: "Αδέλφια μου ποδοσφαιριστές, συνειδητοποιήστε τη δύναμή σας. Είστε 500.000, ίσως 20 εκατομμύρια, μαζί με τους θεατές με τους οποίους μοιράζεστε την εμπειρία σας. Κι όμως, όταν οι ρήτορες λένε πομπώδη λόγια για τον Χρυσό Αιώνα του μαζικού αθλητισμού, δεν μιλούν για σας. Είστε φτωχοί. Κι όμως, ζητούν από τους καλύτερους από σας να προσφέρουν την πρώτη ύλη για το στοίχημα προγνωστικών, που θα σπιλώσει το άθλημά σας, και σας πετούν ψίχουλα από τα πλούσια κέρδη που θα αποκομίσουν".

Το πρώτο τεύχος του Miroir Du Football, περιοδικού 
που ιδεολογικά τοποθετείται στο χώρο της κομμουνιστικής αριστεράς 
Δύσκολα συνδυάζουμε το ποδόσφαιρο με τους εργατικούς αγώνες. Έχουμε άδικο: η μοίρα του ποδοσφαίρου είναι δεμένη αναπόφευκτα με τις πολιτικές, κοινωνικές και ιδεολογικές εξελίξεις. Στη Γαλλία, η πρώτη συνδικαλιστική οργάνωση ποδοσφαιριστών εμφανίστηκε το 1936, τη χρονιά που η γενική απεργία οδήγησε σε μια από τις ιστορικότερες νίκες του εργατικού κινήματος. Το 1938, η προσπάθειά τους να κατέβουν σε απεργία απέτυχε, όπως απέτυχε κι η γενική απεργία, και αυτός υπήρξε ο επίλογος στην παρένθεση του Λαϊκού Μετώπου.

Η κατάληψη της Ομοσπονδίας από μερικούς ζητιάνους του ωραίου ποδοσφαίρου
Μέσα Μαΐου του 1968: μετά τα πανεπιστήμια, σε όλη τη χώρα καταλαμβάνονται εκατοντάδες εργοστάσια, και το κύμα των καταλήψεων δεν σταματά εκεί: Ηθοποιοί καταλαμβάνουν το θέατρο Οντεόν, γιατροί τον Ιατρικό Σύλλογο, ερευνητές το Αστεροσκοπείο, νεκροθάφτες καταλαμβάνουν νεκροταφεία, το επιβατηγό Γαλλία καταλαμβάνεται από το πλήρωμά του στα ανοιχτά της Χάβρης –ξυπνώντας μνήμες Οδησσού και Κρονστάνδης–, σκηνοθέτες καταλαμβάνουν τις αίθουσες προβολής του Φεστιβάλ των Καννών.

Στις 22 του μήνα, μερικοί ποδοσφαιριστές καταλαμβάνουν τα γραφεία της Γαλλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, στην καρδιά του μπουρζουάδικου Παρισιού, στη Λεωφόρο Ιένας. Η σύλληψη της ιδέας έγινε λίγες μέρες πριν, στο σπίτι ενός δημοσιογράφου του Miroir Du Football, του Πιερ Λαμενιέρ. Για να πραγματοποιηθεί η επιχείρηση, ζητήθηκε η βοήθεια έμπειρων ακτιβιστών, που έπαιζαν μπάλα στο εργατικό αθλητικό σωματείο APSAP Bretonneau. Ακολούθησε προετοιμασία, με σεβασμό στους σχετικούς συνωμοτικούς κανόνες. Το πρωί της 22ης Μαΐου, γύρω στις 8 το πρωί, οι επίδοξοι καταληψίες φτάνουν από τρία διαφορετικά σημεία στη Λεωφόρο της Ιένας, και με το σύνθημα –ένας από αυτούς θα σκύψει να δέσει τα κορδόνια του– εισβάλλουν στο κτίριο. Βρίσκουν εκεί δυο από τους κύριους στόχους τους, τον Γενικό Γραμματέα της Ομοσπονδίας Περ Ντελονέ, και τον τεχνικό διευθυντή Ζορζ Μπουλόνιε, τους οποίους και κρατούν για λίγες ώρες.

Οι καταληψίες κρεμούν στην πρόσοψη του κτιρίου μια κόκκινη σημαία και δυο πανό: «Το ποδόσφαιρο στους ποδοσφαιριστές» και «Η Ομοσπονδία ανήκει στους 600.000 ποδοσφαιριστές».

Το ραδιόφωνο καλεί κόσμο για ενίσχυση. Καταφθάνουν μερικές δεκάδες ποδοσφαιριστές, σχεδόν όλοι ερασιτέχνες, οι περισσότεροι από ομάδες των λεγόμενων «Κόκκινων Προαστίων». Οι πιο πολλοί έρχονται από άλλες καταλήψεις. Όπως θα πει ένας από αυτούς: «η κατάληψη του εργοστασίου όπου δούλευα ήταν πολιτική πράξη, της Ομοσπονδίας πνευματική. Και διασκέδαση». Μαζί τους δυο επαγγελματίες παίχτες της Ρεντ Σταρ, ο Αντρέ Μερέλ κι ο Μισέλ Οριό. Μηνύματα συμπαράστασης στέλνουν και κάποιοι άλλοι, όπως ο Ρασίντ Μεχλουφί της Σεντ Ετιέν, o Ιβόν Ντουί των Καννών και ο θρυλικός Ζιστ Φοντέν. Φροντίζουν για τον ανεφοδιασμό σε τρόφιμα, οργανώνονται βάρδιες. Στα διαλείμματα παίζουν ποδοτένις και βλέπουν αθλητικά στιγμιότυπα από το κινηματογραφικό αρχείο της Ομοσπονδίας. Εθελοντές μοιράζουν στους περαστικούς και στα αυτοκίνητα φέιγ βολάν με τις θέσεις και τις διεκδικήσεις τους.

Καταγγέλλουν βίαια την ηγεσία της Ομοσπονδίας που έχει γίνει «κέντρο των εχθρών και των εκμεταλλευτών του ποδοσφαίρου» (ο πρόεδρος αποκαλείται δυσοίωνα Λουδοβίκος ΙΣΤ΄, καθώς κληρονόμησε τη θέση του από τον πατέρα του· οι συνεργάτες του κατηγορούνται για διαφθορά και εξυπηρετήσεις σε φίλους), αλλά και την πολιτική ηγεσία που τους στηρίζει, εις βάρος των ποδοσφαιριστών, επαγγελματιών και ερασιτεχνών, και της ανάπτυξης του ποδοσφαίρου, του κατεξοχήν λαϊκού αθλήματος. Απαιτούν να καθιερωθεί το συμβολαίο ορισμένης διάρκειας, να απομακρυνθεί η διεφθαρμένη ηγεσία και να γίνουν εκλογές με συμμετοχή όλων των μελών, να δημιουργηθούν χώροι για να παίζουν οι ερασιτέχνες και να επιτραπεί το ποδόσφαιρο και τους καλοκαιρινούς μήνες: το 1961, η κυβέρνηση είχε αποφασίσει την απαγόρευση του ποδοσφαίρου για τέσσερις μήνες το καλοκαίρι, ώστε τα γήπεδα να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από αθλητές ευγενών αθλημάτων, κυρίως του στίβου!


Συνέντευξη τύπου της Επιτροπής Δράσης των Ποδοσφαιριστών στα γραφεία της Ομοσπονδίας

Άμυνα ζώνης και το τέλος των αγώνων

Αυτό που κάνει, όμως, μεγάλη εντύπωση, είναι ότι τόσο στο κείμενο, που υπογράφεται από την Επιτροπή Δράσης των Ποδοσφαιριστών, όσο και στις συζητήσεις που γίνονται στο πλαίσιο της κατάληψης, το ποδόσφαιρο, «το άθλημα της χαράς, το άθλημα του αυριανού κόσμου, που χτίζουν ήδη όλοι οι εργαζόμενοι», βρίσκεται στο κέντρο των διεκδικήσεων.

Ο τεχνικός διευθυντής Ζορζ Μπουλόνιε, που αναφέρεται τρυφερά ως «ο αρχηγός της μαφίας των προπονητών», και ο ομοσπονδιακός προπονητής Λουί Ντυγκογκέζ, αποτελούν σημαντικούς στόχους. Και οι δυο, αλλά ειδικά ο πρώτος, επιθυμούν να καθιερώσουν αυτό που ονομάζουν «μοντέρνο ποδόσφαιρο» –το κατενάτσιο του Ελένιο Ερέρα και της Ίντερ ήταν τότε μοντέρνο– , δηλαδή ένα ρεαλιστικό ποδόσφαιρο με σφιχτή άμυνα, που να στηρίζεται στη φυσική κατάσταση και να έχει μοναδικό στόχο το αποτέλεσμα. Στον Γκούσταβ Σέμπες, προπονητή της χρυσής Εθνικής Ουγγαρίας, που έλεγε πως δεν τον πείραζε να φάει πέντε γκολ αν ήξερε πως θα έβαζε έξι, ο Μπουλόνιε αντιτείνει πως το 1-0 είναι το ιδανικό αποτέλεσμα για έναν προπονητή. Το θεαματικό, δημιουργικό παιχνίδι του Κοπά, του Φοντέν, της Ρενς, θεωρείται ξεπερασμένο. Το ποδόσφαιρο, όπως όλα, πρέπει να προσαρμοστεί στον διεθνή αναταγωνισμό και στην οικονομική πραγματικότητα.1 Πρέπει να πάψει να είναι παιχνίδι και να γίνει μια παιδαγωγική δραστηριότητα. Μέσω αυτού, η γαλλική νεολαία πρέπει να μάθει την πειθαρχία και να εξοικειωθεί με τον κοινωνικό ανταγωνισμό. Οι καταληψίες, όμως, δεν αγαπούν το κατενάτσιο. Προτιμούν, θυμάται ένας από αυτούς, το δημιουργικό παιχνίδι που βασίζεται στην εξυπνάδα των παιχτών και την άμυνα ζώνης.

Η κατάληψη θα κρατήσει μόλις πέντε μέρες, ενώ το Παρίσι των οδοφραγμάτων φλέγεται κυριολεκτικά. Στις 27, οι καταληψίες θα εγκαταλείψουν τα πολυτελή γραφεία της Ομοσπονδίας.

Την ίδια μέρα, οι ηγεσίες των συνδικάτων, ανάμεσά τους κι ο Ζορζ Σεγκί που αναφέραμε πιο πάνω, υπογράφουν με την κυβέρνηση τις Συμφωνίες της Γκρενέλ, οι οποίες δεν θα γίνουν δεκτές από τις γενικές συνελεύσεις των απεργών. Η απεργία και οι διαδηλώσεις συνεχίζονται, η πολιτική κρίση βαθαίνει. Στις 30 του μήνα, ο Σαρλ Ντε Γκολ προκηρύσσει εκλογές, τις οποίες κερδίζει θριαμβευτικά.

Οι καταληψίες-ποδοσφαιριστές δυσκολεύτηκαν να ξαναβρούν ομάδα να παίξουν – ήταν για καιρό σταμπαρισμένοι αριστεριστές. Η Ομοσπονδία, μάλιστα, προσπάθησε να κόψει το ποδόσφαιρο ακόμη και στους ερασιτέχνες. Ο Ζορζ Μπουλόνιε ανέλαβε το 1969 τα ηνία της Εθνικής Γαλλίας, όπου επέβαλε μια συγκεκριμένη ιδέα του ποδοσφαίρου.

Η νομοθεσία για τα επαγγελματικά συμβόλαια ορισμένης διάρκειας εφαρμόζεται επιτέλους το 1973. Ένα χρόνο νωρίτερα, οι ποδοσφαιριστές απάντησαν με απεργία στις διοικήσεις των ομάδων που αντιστέκονταν με κάθε τρόπο στην εφαρμογή της.

O Ρεϊμόν Κοπά, πριν μερικά χρόνια είπε ότι είχε σχεδόν μετανιώσει για τον αγώνα του για την καθιέρωση των επαγγελματικών συμβολαίων ορισμένου χρόνου: «Πλέον τα συμβόλαια δεν σημαίνουν τίποτε. Οι ποδοσφαιριστές έγιναν εμπόρευμα». Και, πρέπει να το παραδεχτούμε, το ποδόσφαιρο έπαψε να είναι το λαϊκό άθλημα των ερασιτεχνών του Μάη του 1968.

Ρεϊμόν Κοπά, εγγονός Πολωνών μεταναστών, γιος ανθρακωρύχου, εδώ με το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1957 και τον Ντι Στέφανο
Το 2007, ο Μισέλ Πλατινί, που δεν είχε ακόμη τιμωρηθεί για παράνομο χρηματισμό, χρησιμοποίησε το σύνθημα των καταληψιών, «Το ποδόσφαιρο στους ποδοσφαιριστές», ως βασικό σλόγκαν της προεκλογικής του εκστρατείας για την προεδρία της UEFA.

Πηγή: HUMBA!

Friday, June 10, 2016

Στάσεις και στάσεις

Α. Στεγος (Αντώνης Χελιδώνης)

Η πρώτη, μεγάλη γουλιά μπύρας, μια μέρα κάθε εποχής/
Να κάθομαι σε κάποιο καφενείο και να γράφω στο τετράδιο μου/
Να περνάω ώρες στο βιβλιοπωλείο [μου]/

Να διαβάζω, ξανά και ξανά τα παλιά μου ημερολόγια/
Να κοιτάζω ώρες ατελείωτες τη σιωπή σου/
Ο πρωϊνός καφές και τα πρώτα τσιγάρα της νέας μέρας/

Τα σημειώματα πάνω στο ψυγείο/
Μικρά πιάτα για το γεύμα ή το δείπνο από τα φαγητά των προηγούμενων ημερών/
Οι εντιμότατοι φίλοι μου/

Οι γλάστρες και τα συρτάρια μου. Τα σκαλίζω και τα ποτίζω τακτικά/...
Η θέση σου στο κρεββάτι μου και οι οδοντόβουρτσες στο μπάνιο/
Το "εξομολογητικό" τραπέζι του ΚΑΦΕ, τα σκαμπώ της σιωπής/

Οι τόποι της απώλειας/
Ο απογευματινός ύπνος μετά το φαγητό/
Μαζεύω τα πάντα. Χαρτάκια, εισιτήρια σινεμά, παραστάσεων, του γηπέδου. [Καταθέτω εξιτήρια νοσοκομείου.] Εφημερίδων αποκόμματα. Σπιρτόκουτα και πακέτα τσιγάρων. Κάρτες κομματικές και συνεδρίων. Σηματάκια. [Καράβια που τσακίστηκαν...]/

Μια φράση της κυρίας Anna Damianidi "Μιλά πάντα σε μια αόρατη ολομέλεια", από ένα κείμενό της του 1998. [Τότε, έγραφε στην ΑΥΓΗ]/
Φτιάχνω κολάζ./
Το μηχανικό μολύβι POLY MATIK 0.7 της Faber-Castell, που γράφω τώρα, δώρο φίλου ακριβού./

Ο πρωϊνός καφές, που φτιάχνω σε μπρίκι Ιταλικό, με θέα τα μάτια σου./
Το Μεσολόγγι του ποιητή Θωμά Γκόρπα/
Ένα όμορφο κορίτσι στο πάρκο. Ένα όμορφο αγόρι -17χρονών- στην κούνια, ονειροπερπατάει./

Αυτός ο καιρός -Μάρτιος- έτοιμος για οτιδήποτε./
Τα κοινά μας βιβλία./
Οι ώρες που στέλνεις μνμ./

Τα μυρωδάτα τσιγάρα πλαγίως στριφτά, όχι κατευθείαν./
Τα αρωματικά φυτά, σε μικρές αλέες περίκλειστα από απαλότητα./
Η εκπομπή της κ. Χαριτίνη Ξύδη στον amagi.gr

Οι νότιες παραλίες της Ευρώπης. Η Γαύδος./
Η "μισοτελειωμένη" βεράντα μου. Με αγωνία αποζητά τρία τέσσερα νέα φυτά./
Τα όψιμα μανταρίνια του Απριλίου./

Η ανάγνωση -σε καθημερινή βάση- εφημερίδας. Παλιά συνήθεια που γίνεται έξη στα χρόνια του διαδικτύου./
Η εκπομπή το φίλου Makis Diogos στο amagi.gr/

Α.ΣΤΕΓΟΣ

Καλό παράδεισο σύντροφε Αντώνη Χελιδώνη...

Εκκλησία και χρήμα


«ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑ». Το νέο τεύχος του περιοδικού «Σύναξη» (138 / 2016)

Προλογικό του Θανάση Ν. Παπαθανασίου

«Χρήμα», ως γνωστό, σημαίνει κάτι που το χρειαζόμαστε, κάτι που χρησιμοποιείται ως αναγκαίο. Κυρίαρχο στην ανθρώπινη ζωή, φαίνεται να ΄ναι το τέκνο της χρείας, γονιμοποιημένης από την ανθρώπινη εφευρετικότητα.

Ποιες σχέσεις αναπτύσσουν με τη χρεία και το εφεύρημα του χρήματος οι Χριστιανοί; Προφανώς πολλές και ποικίλες. Αλλά, ποιες δίνουν τον τόνο; ποιες διαποτίζονται από έγνοια για τα κριτήρια του ευαγγελίου και ποιες, αντιθέτως, θεωρούν αυτονόητο ρεαλισμό τον συσχηματισμό με το εκάστοτε οικονομικό σύστημα; Φυσικά, ουδείς μπορεί να βρεθεί έξω από την εποχή του και ουδείς (ακόμα κι αν στο έπακρο δυσανασχετεί μ’ αυτήν) δύναται να βρεθεί αυτομάτως σε κοινωνίες που δεν ζουν με το χρήμα, με τη συσσώρευσή του και με τα δίκτυα δύναμης που αυτή προϋποθέτει ή συνεπάγεται. Αλλά μπορεί να κοπιάσει για έναν προβληματισμό ο οποίος θα αφαιρεί τη μάσκα του αυτονόητου από πλήθος επιλογών, και θα κάνει αρχόντισσα του ανθρώπινου βίου την ευθύνη. Προβληματισμό που θα εκφέρεται και ρηματικά και έμπρακτα, ως στάση ζωής η οποία αλλάζει τον κόσμο, όπως η μαγιά τη ζύμη, αρκεί η μαγιά να είναι όντως μαγιά και όχι… στόκος.

Και ρηματικά και έμπρακτα! Υπάρχουν ρήματα που έχουν κόστος, υπάρχουν και ρήματα ανέξοδα, μεγαλοστομίες σε εντελή αναντιστοιχία προς τον τρόπο ζωής. Η αναντιστοιχία αυτή καραδοκεί παντού και όλους, και αποτελεί τον μεγάλο ύφαλο της ανθρώπινης συνθήκης και της εκκλησιαστικής ζωής. Αλλά το χειρότερο είναι μάλλον κάτι άλλο: Τα ρήματα που εκφέρονται εν ονόματι του Χριστού, για να συνθέσουν όμως «θεολογίες» συνειδητά και ριζικά αντί-χριστες. «Θεολογίες» που καταγίνονται να δικαιώσουν τη διαπλοκή και τον Μαμωνά. Η χριστιανική συνείδηση, λοιπόν, χρειάζεται αγρύπνια, άσκηση στο να μην εξαπατάται από «παν ρήμα αργόν» (Ματθ. 12: 36). Προσοχή, θα έλεγε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, η ανά-λυση να μη καταντήσει παρά-λυση. Η χριστιανική συνείδηση χρειάζεται την αρετή τού να χάνει τον ύπνο της, ιστάμενη δια παντός μπρος στο κεντρικό ερώτημα της χριστιανικής ταυτότητας:

«Είσαι γεμάτος δολιότητα, παράνομε Ιούδα,
γιατί είσαι τόσο νοσηρά φιλάργυρος,
που αναπόφευκτα έγινες μισάνθρωπος.
Μα αν τα πλούτη αγαπούσες,
γιατί σύχναζες κοντά σ’ εκείνον που δίδασκε τη φτώχεια;» .

Οι κίνδυνοι για την ανθρώπινη ακεραιότητα και για την απονεύρωση του Ευαγγελίου είναι πολλοί, είτε επειδή η λύσσα της απόκτησης τρέφεται αχόρταστα με την εκμετάλλευση του συνανθρώπου, είτε επειδή καθαυτήν η προσήλωση στο χρήμα (ακόμα κι όταν γίνεται με κοσμικώς νόμιμους τρόπους) στεγνώνει την ανθρώπινη ψυχή. Και είναι κίνδυνοι που χρειάζεται να αντιμετωπίζονται με πνεύμα κριτικό, ασκητικό, πρόθυμο για ανατροπές και για μετάνοια, ώστε εν τέλει το χρήμα να υποτάσσεται στην ανθρωπιά και να ακούγεται μακρινή και ανεπίκαιρη η αγωνία του Μ. Βασιλείου:

«Έως πότε θα είναι παντοδύναμο το χρυσάφι, των ψυχών η αγχόνη, το αγκίστρι του θανάτου, της αμαρτίας το δόλωμα; Έως πότε θα κυβερνάει ο πλούτος, η αιτία του πολέμου, για τον οποίο κατασκευάζονται όπλα, για τον οποίο ακονίζονται ξίφη;».

Ουτοπικά; Φυσικά ουτοπικά! Είναι το όχι-εδώ, όχι-ακόμη, είναι το φως που ρίχνει στο σήμερα το όραμα της Βασιλείας. Και οι εστίες που δεξιώνονται το φως αυτό, είναι η έμπρακτη πίστη και η έμπιστη πράξη!

Το τεύχος αυτό είναι, ουσιαστικά, το τρίτο μέρος μιας τριλογίας. Πρώτο μέρος της ήταν το αφιέρωμά μας «Η οικονομία σε κρίση» (114, το 2010), και δεύτερο μέρος ο «Νεοφιλελευθερισμός» (131, το 2014). Στα Προλογικά τους είχαμε δώσει διευκρινίσεις και είχαμε ορίσει άξονες οι οποίοι ισχύουν και προϋποτίθενται για το παρόν μας αφιέρωμα. Δεν μπορούμε να τα αναδημοσιεύσουμε τώρα, μα θερμά παρακαλούμε τον αναγνώστη να κάνει τον κόπο να τα λάβει υπόψη του. Τα κείμενα του παρόντος αφιερώματος δείχνουν ότι η αναμέτρηση με τη δεσποτεία του χρήματος είναι αδιάκοπη στις εκκλησιαστικές διαδρομές, η σύγκρουση θεολογιών και «θεολογιών» διαχρονική, η ανάγκη για αναπροσανατολισμό προς τα ουσιώδη αδιάκοπη, η χρεία για συγκεκριμένες προτάσεις μεγάλη, το δυνάμωμα των εστιών ζωτικό!

Περιεχόμενα: 
Γράφουν οι: Στέλιος Τσομπανίδης (για τον money-theism, την ειδωλοποίηση του χρήματος στον εκκλησιαστικό χώρο, και για διαχριστιανικές προσπάθειες ανατροπής του), π. Βασίλειος Θερμός (για τα όρια μεταξύ προσωπικού και εκκλησιαστικού χρήματος), π. Αντώνιος Πινακούλας (για την οικονομική διαχείριση της ενορίας»), Βασίλης Αργυριάδης (για την πολυτέλεια και τα στρεβλά κριτήρια εκκλησιαστικής χρήσης του χρήματος), Ειρήνη Κασάπη (για τα εκκλησιαστικά κινήματα κατά της ιδιοκτησίας στη ρωσική παράδοση), Πανδώρα Δημανοπούλου και Κωνσταντίνος Ζορπάς (για το οικονομικό όραμα του μακαριστού μητροπολίτη Ειρηναίου Γαλανάκη), π. Αθηναγόρας Φασίολο (Ιταλία), π. Αρσένιος Τζαμουζάκης (Ελλάδα) και π. Μιχαήλ Μπάκερ (Ολλανδία) (για την εμπειρία Ορθοδόξων ιερέων σε «κοσμικά επαγγέλματα») κ.ά. Το εικαστικό του εξωφύλλου είναι του Χρήστου Γουσίδη.

Wednesday, June 8, 2016

Το πρώτο Copa America και τα «παιδιά των σκλάβων»

Η Εθνική Ουρουγουάης που κατέκτησε το πρώτο Κόπα Αμέρικα το 1917
Του El Balador
Στις 3 Ιουνίου ξεκίνησε το 45ο Copa America, το Πρωτάθλημα της Νότιας Αμερικής που διοργανώνεται από την ποδοσφαιρική ομοσπονδία δέκα κρατών της ηπείρου και στο οποίο συμμετέχουν κατά καιρούς και άλλες χώρες προσκεκλημένες. Φέτος, λόγω συμπλήρωσης 100 ετών κι ενώ μόλις πέρυσι στη Χιλή διεξήχθη το 44ο Copa America, η διοργάνωση αποτελείται από 16 ομάδες, με 6 προσκεκλημένες και χώρα διοργάνωσης τις... ΗΠΑ γεγονός που όπως μας είπε στο λόγο που έβγαλε στην τελετή έναρξης και ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, ελπίζει να συμβάλλει στην ενότητα (!) της ηπείρου.

Το Copa America πάντα αποτελούσε για τους «ανεπτυγμένους» Ευρωπαίους την ποδοσφαιρική διοργάνωση εκείνων των «εξωτικών» χωρών της Νοτίου Αμερικής που διακατέχεται από μια μεγάλη ένταση στα παιχνίδια, εντός και εκτός αγωνιστικού χώρου. Οι «εξωτικοί» και φασαριόζοι νοτιοαμερικάνοι όμως είναι αυτοί που αποφάσισαν 40 χρόνια πριν τους Ευρωπαίους να διοργανώσουν το πρωτάθλημα της ηπείρου τους και μάλιστα, κατά τη διάρκεια του 1ου Copa America που διοργανώθηκε στην Αργεντινή τον Ιούλιο του 1916, να ιδρύσουν και τη δική τους ποδοσφαιρική ομοσπονδία, την CONMEBOL, κόντρα στη θέληση της FIFA.

Το 1ο Copa America σημαδεύτηκε από την ένταση που αναφέραμε και προηγουμένως λόγω της γνωστής κακής σχέσης μεταξύ Βραζιλιάνων, Αργεντίνων και Ουρουγουανών. Μάλιστα το τελευταίο παιχνίδι, που θα έκρινε και τον τίτλο, ανάμεσα σε Αργεντινή και Ουρουγουάη δεν διεξήχθη με την πρώτη... προσπάθεια καθώς στο στάδιο Gimnasia y Esgrima στο Μπουένος Άιρες δε χωρούσαν παρά 18.000 και μέσα στην πολυκοσμία έγιναν επεισόδια από τους οπαδούς που έκαψαν και τον αγωνιστικό χώρο. Το παιχνίδι τελικά διεξήχθη στο πολύ μεγαλύτερο γήπεδο της Racing Club, ήταν ένα πολύ κακό και σκληρό παιχνίδι και έληξε 0-0 δίνοντας τον τίτλο στην Ουρουγουάη.

Η Ουρουγουάη, αυτή η μικρή χώρα της ανατολικής ακτής της Νοτίου Αμερικής, που έχει τόσο μεγάλη ιστορία στο ποδόσφαιρο και η πρωτεύουσα της, το Μοντεβιδέο, αποτέλεσε ένα από τα πρώτα λιμάνια όπου οι «δάσκαλοι» Άγγλοι μετέφεραν το άθλημα τους και οι ντόπιοι το έκαναν δικό τους εισάγοντας σε αυτό την δική τους ταυτότητα, ενός πληθυσμού «μπερδεμένου» από χρώματα και φυλές. Το διαφορετικό χρώμα του δέρματος δύο ποδοσφαιριστών της Ουρουγουάης αποτέλεσε και την πέτρα του σκανδάλου για την πρώτη διοργάνωση.

Οι Isabelino Gradín και Juan Delgado συμμετείχαν στη νίκη της Ουρουγουάης επί της Χιλής με 4-0, με τον Gradín να σκοράρει δύο φορές, κι έγιναν οι πρώτοι μαύροι που έπαιξαν σε διεθνή ποδοσφαιρικό αγώνα. Οι ηττημένοι την επόμενη ζήτησαν την ακύρωση του αγώνα, διότι οι νικητές είχαν «χρησιμοποιήσει παράτυπα δύο σκλάβους που δεν είναι Ουρουγουανοί». Οι Gradín και Delgado είχαν γεννηθεί στην Ουρουγουάη όντες προφανώς απόγονοι σκλάβων και γι αυτό υπέστησαν και αυτοί και πολλοί άλλοι μαύροι ποδοσφαιριστές, ειδικά στη Βραζιλία, πλήθος ρατσιστικών επιθέσεων. Ο Gradín αποτελούσε κι έναν από τους κορυφαίους παίχτες της εποχής. Όπως γράφει και ο Γκαλεάνο «ο κόσμος σηκωνόταν από τις θέσεις του όταν ξεχυνόταν με εκπληκτική ταχύτητα, ελέγχοντας την μπάλα σαν να περπατούσε, και ο οποίος, χωρίς να σταματάει, απέφευγε τους αντιπάλους και σουτάριζε. Είχε ένα αγαθό πρόσωπο και ήταν από τους ανθρώπους που όταν κάνουν τους κακούς δεν τους πιστεύει κανείς».

Χάρη στον Gradín και τους συμπαίκτες του η Ουρουγουάη κατέκτησε το πρώτο της τρόπαιο από τα 15 που έχει κατακτήσει συνολικά στη διοργάνωση όντας η πολυνίκης του θεσμού, με την Αργεντινή να την ακολουθεί και να φιλοδοξεί και φέτος υπό την ηγεσία του Lionel Messi να ισοφαρίσει την αιώνια αντίπαλο της στις κατακτήσεις. Με τα χρόνια το παιχνίδι εξελίχθηκε, αναδείχθηκαν νέες ποδοσφαιρικές δυνάμεις, υπήρξε μεγάλη αλληλοεπιρροή με την Ευρώπη, φτάσαμε αισίως στο 45ο Copa America αλλά ο ρατσισμός παραμένει ζωντανός μέσα κι έξω από τον αγωνιστικό χώρο κι ενώ γίνονται προσπάθειες, κυρίως από τις τάξεις των οπαδών, να πάει εκεί που ανήκει, έξω από το γήπεδο και την κοινωνία των ανθρώπων.

Πηγή: Ya Basta!

Monday, June 6, 2016

Κατάργηση δικαστικών αρμοδιοτήτων Μουφτή και Σαρίας – Αν όχι τώρα, πότε;

Του Κώστα Γούναρη

Αφού στα μεγάλα ζητήματα της χώρας θα αργήσουμε να δούμε φως, ίσως είναι χρήσιμο να ασχοληθεί κανείς και πρώτιστα η κυβέρνηση με τα πιο «μικρά». Ένα από αυτά – με έντονο νομικό και τοπικό ενδιαφέρον – είναι οι δικαστικές αρμοδιότητες του Μουφτή.

Η Ελλάδα είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα, στην οποία οι υποθέσεις οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου (γάμος, διαζύγια, διατροφή συζύγου και τέκνων, επιτροπεία, ισλαμική διαθήκη, εξ αδιαθέτου διαδοχή κλπ) Ελλήνων πολιτών, μουσουλμάνων στο θρήσκευμα, εξακολουθούν να δικάζονται τον 21ο αιώνα όχι από τον τακτικό δικαστή αλλά υποχρεωτικά από ένα θρησκευτικό λειτουργό, το Μουφτή, ο οποίος δεν εφαρμόζει τον Αστικό Κώδικα, αλλά υποχρεωτικά τον Ιερό Μουσουλμανικό Νόμο (Σαρία). Δηλαδή οι Έλληνες πολίτες, μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα, δικάζονται από πρόσωπα, που δεν απολαμβάνουν τις συνταγματικές εγγυήσεις λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών και εφαρμόζουν άγραφο δίκαιο, άγνωστο στους διαδίκους και τους δικηγόρους τους, χωρίς την ύπαρξη και εφαρμογή κανενός δικονομικού κανόνα. Ή για να το πούμε διαφορετικά, οι συμπολίτες μας μουσουλμάνοι παντρεύονται, χωρίζουν, μεγαλώνουν τα παιδιά τους μετά το χωρισμό και κληρονομούν με εντελώς διαφορετικό τρόπο από τους υπόλοιπους Έλληνες. Και αυτό δεν επιβάλλεται από καμία διεθνή συνθήκη, αλλά από το ελληνικό εσωτερικό δίκαιο (Ν.147/1914 και Ν.1920/1991). Καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα (ούτε η Τουρκία του Ερντογάν) δεν επιτρέπει την υποκατάσταση του εθνικού της δικαίου από τους Ιερούς Κανόνες οποιαδήποτε θρησκείας και δεν έχει εμπιστευθεί την απονομή της δικαιοσύνης σε θρησκευτικούς λειτουργούς οποιαδήποτε θρησκείας. Η εφαρμογή λοιπόν του Ιερού Μουσουλμανικού Νόμου, ενώ ακόμα και στην Τουρκία έχει καταργηθεί από το 1926, στην Ελλάδα του 21ου αιώνα ζει και βασιλεύει.

Είναι φανερό ότι η απονομή της δικαιοσύνης από ένα θρησκευτικό λειτουργό με εφαρμογή του Ιερού Μουσουλμανικού Νόμου παραβιάζει τόσο συνταγματικές αρχές (αρχές της ισότητας των φύλων, της υπεροχής του συμφέροντος του παιδιού, της δίκαιης δίκης, του φυσικού δικαστή), όσο και τις αρχές της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αλλά και την ισχύουσα στην Ευρώπη αρχή του κοσμικού κράτους. Το πρόβλημα – εκτός από νομικό, κοινωνικό και πολιτικό – αφορά ανθρώπους, αφορά τις σχέσεις τους τόσο μεταξύ τους όσο και με τα παιδιά τους, την περιουσία τους, αφορά τελικά τη ζωή τους και την ευτυχία τους.

Μία σειρά επιστημονικών, κοινωνικών και πολιτικών φορέων έχουν εδώ και πολλά χρόνια ζητήσει την κατάργηση του άρθρου 4 του Ν.147/1914 και του άρθρου 5 του Ν.1920/1991 και την υπαγωγή των οικογενειακών και κληρονομικών υποθέσεων μεταξύ ελλήνων πολιτών, μουσουλμάνων στο θρήσκευμα, στα τακτικά ελληνικά δικαστήρια, τα οποία θα εφαρμόζουν τον Αστικό Κώδικα, όπως γίνεται για τους υπόλοιπους έλληνες πολίτες. Μεταξύ αυτών:

– οι Δικηγορικοί Σύλλογοι με απόφαση του 12ου Πανελλήνιου Δικηγορικού Συνεδρίου του 1992 και της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων το 2009,

– η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου,

– ο Επίτροπος για τα ανθρώπινα δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης,

– η Επιτροπή του ΟΗΕ για την εξάλειψη των διακρίσεων σε βάρος της γυναίκας και πολλοί άλλοι.

Στο πολιτικό πεδίο: τα κόμματα της Αριστεράς σε όλο της το φάσμα (Συνασπισμός/ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΔΗΜΑΡ) ζητούν χρόνια τώρα την κατάργηση των δικαστικών αρμοδιοτήτων του Μουφτή και την εφαρμογή του Αστικού Κώδικα για όλους τους έλληνες πολίτες ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Άλλωστε η Αριστερά είναι αυτή που πρώτη διατύπωσε το παραπάνω αίτημα.

Στο ΠΑΣΟΚ δεν φαίνεται να υπάρχει επίσημη θέση. Όμως επί Γιώργου Παπανδρέου ήταν απολύτως σαφές ότι υπήρχε θετική διάθεση. Αυτό προκύπτει τόσο από δημόσιες δηλώσεις κορυφαίων στελεχών του ΠΑΣΟΚ της εποχής εκείνης από την περιοχή μας (Σ.Ξυνίδης, Γ.Πεταλωτής και άλλοι), όσο κυρίως από ένα σχετικό νομοσχέδιο που ετοιμάσθηκε αλλά λόγω των γνωστών ραγδαίων πολιτικοοικονομικών εξελίξεων δεν πρόλαβε καν να κατατεθεί στη Βουλή, το οποίο δεν έλυνε μεν το πρόβλημα αλλά αποτελούσε ένα πρώτο θετικό βήμα – έστω και αρκετά δειλό – στη σωστή κατεύθυνση. Επιπρόσθετα το ΙΣΤΑΜΕ, ινστιτούτο μελετών του ΠΑΣΟΚ, ήδη από το 2007 έχει εκφραστεί δημοσίως υπέρ της κατάργησης των δικαστικών αρμοδιοτήτων του Μουφτή.

Στο χώρο της συντηρητικής παράταξης για πολλά χρόνια δεν επιθυμούσαν ανακίνηση του θέματος. Μεμονωμένες απόψεις κυρίως από το πιο φιλελεύθερο τμήμα της διατυπώνονταν. Όπως του Στέφανου Μάνου και της Ντόρας Μπακογιάννη, που εδώ και πολλά χρόνια έχουν δημόσια εκφραστεί υπέρ της κατάργησης των δικαστικών αρμοδιοτήτων του Μουφτή.

Οι πολύ πρόσφατες δημόσιες παρεμβάσεις τόσο της Ντόρας Μπακογιάννη (λόγω του ιδιαίτερου βάρους της στη νέα ηγετική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας), όσο και του Ευάγγελου Βενιζέλου (με τη διπλή του ιδιότητα και ως συνταγματολόγου) έχουν ιδιαίτερη πολιτική σημασία. Αρχίζει λοιπόν να διαμορφώνεται ένα ευρύτατο διακομματικό μέτωπο για να τεθεί και να επιλυθεί το θέμα.

Η πρωτοβουλία τώρα ανήκει στην Κυβέρνηση αλλά και στο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα, που καλείται να υλοποιήσει μία πάγια θέση του. Για να απαλλαγούμε από μία νομική παραφωνία, μοναδική πρωτοτυπία σε ολόκληρη τη δημοκρατική Ευρώπη.

Προφανώς αυτό δεν θα είναι εύκολο. Και ακόμα προφανέστερα δεν μπορεί να γίνει αυτόματα. Όμως μία από τις πρωταρχικές υποχρεώσεις της Πολιτείας είναι η προστασία των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών της και η εξασφάλιση ενός δίκαιου συστήματος απονομής δικαιοσύνης για όλους. Γι’ αυτό η Πολιτεία οφείλει άμεσα να οργανώσει το διάλογο και με τη μειονότητα και με το νομικό κόσμο και με κάθε ενδιαφερόμενο, όπου θα αναδειχθούν οι πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος, θα εξουδετερωθούν προκαταλήψεις και θα ακυρωθούν φοβίες.

Οι συνθήκες είναι περισσότερο από ώριμες και οι ανάγκες περισσότερο από επιτακτικές.

Πηγή: www.xanthi2.gr

Sunday, June 5, 2016

Πού είναι ο λαϊκός παράγοντας;

Του Ρούντι Ρινάλντι

Με αφορμή τις χλιαρές κινητοποιήσεις κατά την ψήφιση των νέων μνημονίων

Τις τελευταίες 15 μέρες και πιο συγκεκριμένα μέσα σε δύο σαββατοκύριακα, ψηφίστηκαν στη Bουλή μέτρα και συμφωνίες που παραδίδουν την χώρα ολοκληρωτικά στους δανειστές επιβάλλοντας κι άλλα δυσβάστακτα βάρη στο λαό. Επί της αρχής ψήφισαν όλοι οι βουλευτές των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (153) ενώ πολλές ρυθμίσεις ψηφίστηκαν και από την αντιπολίτευση συγκεντρώνοντας 223 ή 200 ψήφους υπέρ, που σημαίνει ότι έχει σβήσει τελείως, σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, η αντίθεση μνημόνιο/αντιμνημόνιο. Κανένα από τα κόμματα δεν δεσμεύεται να καταργήσει αυτούς τους νόμους, αν αλλάξει η πολιτική γεωγραφία. Όλα αυτά είναι απολύτως φυσιολογικά για το συστημικό πολιτικό κόσμο.

Το ερώτημα και το πρόβλημα που υπάρχει και ζητά λογική εξήγηση, έγκειται στο γιατί οι κινητοποιήσεις που εξαγγέλθηκαν δεν αποτέλεσαν ούτε καν στοιχειώδη απάντηση σε όσα συντελούνταν; Οι συγκεντρώσεις δεν είχαν μαζικότητα, δεν είχαν παλμό, δεν είχαν πολιτικό στόχο. Συσπείρωσαν μόνο ένα στενό κομματικό και συνδικαλιστικό δυναμικό, άρχιζαν και τέλειωναν γρήγορα, ήταν αρκετά ανοργάνωτες, πρόχειρες, σαν να γίνονται για να γίνουν. Δεν συσπείρωσαν ευρύτερο κόσμο, δεν είχαν δυναμική, έμοιαζαν με χαμένες μάχες οπισθοφυλακών ή για μάχες για την τιμή των όπλων (κι αυτές χωρίς να πιστεύουν όσοι τις δίνουν ότι κάνουν κάτι αποτελεσματικό).

Μέσα στη Bουλή οι εκπρόσωποι της Δεξιάς κορόιδευαν το ΣΥΡΙΖΑ πως τώρα έχουν εξαφανιστεί οι «αγανακτισμένοι» και είναι άμαζες οι συγκεντρώσεις, γιατί τότε ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ πίσω από αυτούς, ο οποίος ΣΥΡΙΖΑ σήμερα στρογγυλοκάθεται στα βουλευτικά έδρανα και δεν τους χρειάζεται πλέον.

Ο δε Κατρούγκαλος αναρωτιόνταν με περισσή σοβαρότητα: «Αφού λέτε ότι είναι καταστροφικά τα μέτρα, γιατί δεν ξεσηκώνεται ο κόσμος να πλημμυρίσει το Σύνταγμα;» Δεξιοί και «αριστεροί», με διαφορετικές ανόητες ερμηνείες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει μεγάλη αντίδραση απέναντι σε όσα περνάνε. Ο μεγάλος «φιλέλληνας» και κολλητός του κ. Τσίπρα, κ. Γιούνκερ, στο ίδιο μήκος κύματος, αναρωτήθηκε τι θα γινόταν αν στην Γαλλία επιβάλλονταν μέτρα σαν αυτά που περνάνε τώρα στην Ελλάδα…

Επομένως, υπάρχει ένα αντικειμενικό ζήτημα και δεν μπορούμε να το παρακάμψουμε. Γιατί ο κόσμος σήμερα κρατά την στάση που κρατά; Εδώ χρειάζονται επιχειρήματα και όχι συνθήματα, ούτε ωραιοποιήσεις του τύπου «μεγαλειώδης συγκέντρωση», «κοσμοσυρροή» και άλλα τέτοια που αναπαράγονται σε αριστερά σάιτ και δηλώσεις (πιο χαρακτηριστικά είναι αυτά της ΛΑΕ-Ίσκρα).

Ερμηνεία ή ερμηνείες;
Είναι αλήθεια ότι κυκλοφορούν διάχυτα κάποιες ερμηνείες, όπως για παράδειγμα: «ο κόσμος δεν είναι ενημερωμένος, δεν έχει γνώση, δεν ξέρει τι ακριβώς περνάνε με τις ψηφοφορίες αυτές -ο κόσμος είναι αδιάφορος, έχει συντηρητικοποιηθεί- ο κόσμος κάθεται στον καναπέ του». Αρκούν, όμως, τέτοιες ερμηνείες;

Αυτό που αποκαλούμε «ο κόσμος» -δηλαδή οι μέσοι άνθρωποι και ιδιαίτερα αυτοί που είχαν κινητοποιηθεί τα προηγούμενα 5 χρόνια, αυτοί που άλλαξαν στάση και ψήφισαν διαφορετικά ή δεν ψήφισαν καθόλου- είναι βαθύτατα απογοητευμένος, κουρασμένος, θυμωμένος, αγχωμένος, συγχυσμένος, απελπισμένος. Δεν βλέπει μια ρεαλιστική εναλλακτική πρόταση, δεν περιμένει τίποτα από τον πολιτικό κόσμο. Δεν είναι αδιάφορος∙ είναι δύσπιστος απέναντι σε μεσσίες και κόμματα, θέλει να ακούσει κάτι διαφορετικό, δεν έχει κλειστά τα μάτια και τα αφτιά. Καταλαβαίνει τι περίπου γίνεται και αναρωτιέται έως πού θα πάει το κακό. Σε μεγάλο βαθμό αποσύρεται από την κεντρική πολιτική σκηνή, δεν πιστεύει ότι μπορεί να πετύχει πολλά εκεί, προς στιγμήν.

Το καλύτερο τμήμα του, αυτό που εμπλέκεται σε διάφορες προσπάθειες συμμετοχικού χαρακτήρα (ομάδες, παρέες, κινήσεις, τοπικές, συνεταιριστικές, πολιτιστικές, αλληλεγγύης κ.λπ.) πραγματοποιεί αυτό που ονόμασε ο Γ. Τσιούτσιας ως «παράκαμψη» από την κεντρική πολιτική σκηνή. Στην στάση αυτή διακρίνεται μια θετικότητα, με την έννοια πως το δυναμικό αυτό, αναγνωρίζοντας μια σχετική αδυναμία «κεντρικής απάντησης», συνεχίζει να ζυμώνεται, να ψάχνεται με σοβαρότητα γύρω από το ερώτημα «τι μπορώ να κάνω;».

Όταν έχει συμβεί ένα στραπατσάρισμα των αυταπατών που υπήρχαν ή της ελπίδας με το βαθμό συνείδησης και ανάθεσης που είχε καλλιεργηθεί, είναι παράλογο μέσα σε λίγους μήνες να ξαναδημιουργηθεί η ελπίδα, να σχηματιστεί ένα αξιόλογο εγχείρημα που να μπορεί να την εκφράσει.

Επομένως, η στάση του κόσμου είναι λογική, κατανοητή. Όσα συμβαίνουν μπορούν και πρέπει να εξηγηθούν στην απουσία μιας εναλλακτικής κινούσας ιδέας, όχι για να παραμείνει ως έχει η κατάσταση, αλλά για να τροποποιηθεί.

Τι ηττήθηκε και χρεοκόπησε
Μια διέξοδος της χώρας έχει να αναμετρηθεί με σημαντικούς στόχους: τον έλεγχο της πολιτικής ζωής από το λαό, την ανεξαρτησία της χώρας, την παραγωγική ανασυγκρότηση και ένα νέο ρόλο στο γεωπολιτικό πεδίο. Δεν υπάρχει εναλλακτική χωρίς απάντηση σε αυτά τα ζητήματα.

Στα 6 χρόνια που πέρασαν έχουν ηττηθεί και χρεοκοπήσει: Ο κυβερνητισμός (η ιδέα πως φτάνει μια κυβερνητική αλλαγή για να προωθηθούν τα παραπάνω), οι λύσεις ευκολίας (θα σκίσουμε, θα διαγράψουμε, θα βάλουμε άλλο νόμισμα κ.λπ.), ο ευρωπαϊσμός (ως ομπρέλα ασφάλειας, ανάπτυξης, σύγκλισης και αλληλεγγύης, ως μεγάλη ιδέα), το πολιτικό σύστημα συνολικά (ως φαύλο και προδοτικό), οι «μονοκαλλιέργειες» (π.χ. η ενασχόληση μόνο με το ευρώ), τα σημερινά κόμματα αλλά και το «κόμμα» ως λύση του προβλήματος (γιατί ο καριερισμός και το πλασάρισμα πάνε σύννεφο), ο «αρχηγός», ο «μεσσίας» (καήκαμε από υποτιθέμενους τέτοιους), το αυθόρμητο ως ατμομηχανή της Ιστορίας (π.χ. «μια νύκτα μαγική») και, βεβαίως, η «Αριστερά» τόσο η ενσωματωμένη όσο και η καταγγέλλουσα.

Μετά από 6 χρόνια μνημονίων και με όσα έχουν συμβεί, αναζητείται μια πειστική εναλλακτική απάντηση στην καθολική κρίση. Τα μεγάλα λόγια, τα συνθήματα και ιδιαίτερα οι καταγγελίες του συρμού, οι συμβολικοί ακτιβισμοί, τα τηλεπαράθυρα και οι αψιμαχίες στο πλαίσιό τους, νέα κόμματα με παλιά υλικά, δεν συγκινούν κανέναν πλέον. Αναζητούνται ουσία, αξίες, άνθρωποι με πεποιθήσεις, στόχοι, λογικές προτάσεις, όνειρο κι ελπίδα.

Οι εναλλακτικές δεν πέφτουν από τον ουρανό
Οι εναλλακτικές οικοδομούνται. Η διέξοδος της χώρας μπορεί να οικοδομηθεί από πολίτες που ξέρουν το ρόλο τους. Απαραίτητος όρος είναι να κινηθεί ο λαός γύρω από μια προοπτική, μια διέξοδο. Να οικοδομηθεί ένας λαός! Τόσο δύσκολο και τόσο απλό. Μια νέα συνείδηση να κατακτήσει, να πείσει, να γίνει κτήμα και ελπίδα του κόσμου.

Για να υπάρξει η χώρα, να έχει υπόσταση ως λαός και ως προοδευτική πραγματικότητα χρειάζονται, ούτε λίγο-ούτε πολύ, μια μεγάλη πολιτιστική αφύπνιση, μια δημοκρατική επανάσταση, παραγωγική και πνευματική αναγέννηση, κινητοποίηση των υλικών και πνευματικών δυνατοτήτων και δυνάμεων.

Η αναγκαία σύνδεση αγώνων και αντιστάσεων πρέπει να επιδιωχθεί πάνω στη βάση μιας καθολικής προοπτικής διεξόδου. Εδώ δεν χωρούν αυταπάτες, φαντασιώσεις, μικρόκοσμοι, βολικά σχήματα. Χρειάζεται προετοιμασία ανθρώπων και προτάσεων, κινήματα με συνείδηση του συνολικού προβλήματος. Τι προετοιμασία κάνουμε για τη διέξοδο, την ευημερία, την προκοπή, τον πολιτισμό του λαού, της κοινωνικής πλειοψηφίας; Αυτό είναι το κρίσιμο που θα χρειαστεί να το αντιπαραβάλλουμε με τις απαντήσεις που δίνει η Ε.Ε., ο πολιτικός κόσμος, η διανόηση, η αστική τάξη, ο λαός ως υποκείμενο. Σε τέτοιες συνθήκες η βιασύνη μπορεί να είναι ένας αρνητικός παράγοντας. Να θολώσει τα μυαλά, την σκέψη, την πράξη.

Σε τι να επενδύσει κάποιος σήμερα;
Ο στόχος της δημιουργίας ενός νέου κόμματος δεν αποτελεί κάτι που απαντά σε όσα εκτέθηκαν μέχρι τώρα. Πολύ περισσότερο δεν μπορούμε να επενδύσουμε στο να φτάσει μια ακόμα «φωνή» μέσα στη Bουλή. Δεν είναι αυτό το ζητούμενο, δεν είναι καν ένας αξιόλογος στόχος, γιατί η Bουλή είναι αυτό που έχει καταντήσει. Δεν μπορούμε να επενδύσουμε ούτε στην ιδέα της ενότητας της Αριστεράς, όταν η Αριστερά δεν θέλει να δει την πραγματικότητα (δεν αναγνωρίζει το γεγονός της εξάρτησης και το στόχο της ανεξαρτησίας) και νοιάζεται μόνο να αυξήσει ποσοστά, χωρίς να βλέπει τις παθογένειες και τις ήττες, χωρίς να κάνει την παραμικρή αυτοκριτική. Δεν μπορούμε να επενδύσουμε απλά και μόνο στους αγώνες, που γίνονται ή θα γίνουν, γιατί η αναγκαία σύνδεσή τους οφείλει να γίνει πάνω στη βάση μιας προοπτικής και κάποιου πολιτικού στόχου.

Για να το θέσουμε λίγο διαφορετικά: Πρέπει να προταχθούν οι στόχοι και οι κινούσες ιδέες και οι οργανωτικές μορφές να ακολουθήσουν. Όχι γιατί δεν υπάρχει σύνδεση διαλεκτική ανάμεσα στη μορφή και το περιεχόμενο, αλλά διότι τα περιεχόμενα έχουν τραυματιστεί βάναυσα και η οργανωτίτιδα (και ο ιδεολογικός οργανωτικός σεχταρισμός) έχει τερματίσει το… κοντέρ μαζί με τα πλασαρίσματα και τον καριερισμό.

Δεν επενδύουμε σε ένα κόμμα ή ένα νέο πολιτικό φορέα. Επενδύουμε κυρίως σε ένα μαζικό πολιτικό κίνημα διεξόδου, που θα συγκροτηθεί με άλλες διαδικασίες, με άλλες συσσωματώσεις (από τις κομματικές) για να δημιουργήσει μια χωρητικότητα μεγάλη, άρα θα είναι πιο χαλαρό, στη βάση των στόχων που θέτει και των διεργασιών που αναγκαία θα γίνουν.

Με μια έννοια, η συζήτηση και η διεργασία που δημόσια άνοιξε και πραγματοποιεί ο Δρόμος γύρω από το ερώτημα «τι κυρίως λείπει, τι κυρίως χρειαζόμαστε», δείχνει έναν άλλο τρόπο προσέγγισης του κύριου υποκειμενικού προβλήματος που τίθεται, και αποτελεί εν τοις πράγμασι μιαν απόπειρα διάνοιξης ενός άλλου δρόμου.

Αγώνες, αλλά όχι όπως μέχρι τώρα
Είναι εντελώς φυσιολογικό να ξεσπούν αγώνες σε διάφορους τομείς και ιδιαίτερα εκεί όπου θα γίνουν ξεπουλήματα, διότι αυτά οδηγούν σε απολύσεις και νέες εργασιακές σχέσεις, σε λεηλασίες περιουσιών κ.λπ. Οι αγώνες από εδώ και μπρος θα έχουν έναν πιο τραχύ χαρακτήρα και αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στην περίπτωση των αγροτών, που δεν έθεσαν ζητήματα κάποιας βελτίωσης της θέσης τους, αλλά αντιμετώπιζαν την εξαφάνισή τους ως πρόβλημα.

Οι αγώνες που έχουν σημασία και βάρος είναι αυτοί που εμπλέκουν τη μάζα των πληττόμενων, δεν γίνονται δι’ αντιπροσώπων, ούτε επαφίενται στις διαχειριστικές ικανότητες κρατικών λειτουργών ή γραφειοκρατών συνδικαλιστών.

Οι αγώνες, ο συντονισμός και η συμπαράσταση πρέπει να γίνεται μέσα από την αναζήτηση ενός πλαισίου που να έχει πολιτική υπόσταση και στόχο, με τρόπο ώστε να μπορεί να συσπειρώσει ευρύτερα ακροατήρια. Δεν αποκλείεται ένας παραδειγματικός αγώνας ενός κλάδου, μιας πόλης, ενός τομέα να γίνει πόλος συσπείρωσης ενός γενικότερου αντικυβερνητικού, αντιμνημονιακού ξεσπάσματος.

Ο κομματισμός και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία πρέπει να παραμεριστούν και να δημιουργηθούν μορφές συσπείρωσης, συντονισμού και έκφρασης των αντιστάσεων σε διατομεακό επίπεδο, σε επίπεδο πόλης ή περιοχής, αποκλείοντας τους εκπροσώπους του μνημονιακού τόξου. Ο στενός διεκδικιτισμός κάθε χώρου ξεχωριστά δεν αποτελεί παρά αναχρονισμό, καταδικασμένο σε ήττα. Τω αυτώ και οι εκ των προτέρων κατασκευασμένες πλατφόρμες-συνθήματα τμημάτων της Αριστεράς που θέλουν να επιβάλουν σε κάθε μικρή και μεγάλη κινητοποίηση.

Χρειάζονται αγώνες που να δημιουργούν μια άλλη συνείδηση, αγώνες που να είναι φορείς αλληλεγγύης, συντονισμού, σύνδεσης, προοπτικής, πολιτικών στόχων κοινών, διεξόδου.

Πηγή: Δρόμος της Αριστεράς